"Οὕτω δέ καί ὁ τόν κανόνα τῆς ἀληθείας
ἀκλινῆ ἐν ἑαυτῷ κατέχων,
ὅν διά τοῦ βαπτίσματος εἴληφε,
τά μέν ἐκ τῶν Γραφῶν ὀνόματα καί τάς λέξεις
καί τάς παραβολάς ἐπιγνώσεται,
τήν δέ βλάσφημον ὑπόθεσιν ταύτην
οὐκ ἐπιγνώσεται....
Τοῦτο τό κήρυγμα παρειληφεῖα,
καί ταύτην τήν πίστιν, ὡς προέφαμεν,
ἡ Ἐκκλησία, καί παρ' ὅλῳ τῷ κόσμῳ
διεσπαρμένη, ἐπιμελῶς φυλάσσει,
ὡς ἕνα οἶκον οἰκοῦσα
καί ὁμοίως πιστεύει τούτοις,
ὡς μίαν ψυχήν καί τήν αὐτήν ἔχουσα καρδίαν,
καί συμφώνως ταῦτα κηρύσσει
καί διδάσκει καί παραδίδωσιν,
ὡς ἕν στόμα κεκτημένη.
Καί γάρ αἱ κατά τόν κόσμον διάλεκτοι ἀνόμοιοι,
ἀλλ' ἡ δύναμις τῆς παραδόσεως μία καί ἡ αὐτή".
Εἰρηναίου, Ἔλεγχος, Α´ Ι.
Ἡ Ἁγία Γραφή περιέχει τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός μιλᾶ καί ὁ ἄνθρωπος ἀκούει. Αὐτό εἶναι ἀληθινό. Δέν ἀποδίδει ὅμως ἡ φράση αὐτή ἐπαρκῶς ὅλη τήν ἀλήθεια τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ μέσα στήν Ἁγ. Γραφή, διότι αὐτή περιγράφει τά σωτήρια γιά τόν ἄνθρωπο καί τήν ἀνθρωπότητα ἔργα τοῦ Θεοῦ, ἑρμηνεύει τά ἔργα αὐτά καί δίνει τό σωστό νόημά τους γιά τούς ἀνθρώπους. Ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ὁ "λόγος τοῦ Θεοῦ" πρός χάρη μας. Ὁ Θεός μέσα στή Γραφή ἐνεργεῖ καί μιλᾶ· καί ἐμεῖς δέν ἀκοῦμε μόνο, ἀλλά καί μετέχουμε σ' αὐτό πού ὁ Θεός κάνει γιά μᾶς.
1. Τά σωτήρια ἔργα τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς καί ἡ σωστή τους ἑρμηνεία τελεσιουργοῦνται πρός χάρη μας μέσα στή Λατρεία. Ἔτσι ὁ Θεός θέλησε. Ἡ χριστιανική λατρεία εἶναι ἀδιανόητη ἔξω ἀπό τά πλαίσια τῆς Διαθήκης τοῦ Θεοῦ μ' ἐμᾶς. Ἡ Διαθήκη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἱστορικό γεγονός, πού μέσα στή Λατρεία, μέ τήν "ἀνάμνηση" ἐπαναλαμβάνεται καί ἑρμηνεύεται σωστά ἀπό τά Ἀναγνώσματα καί τό Κήρυγμα. Ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι ὁ πυρήνας αὐτῆς τῆς "ἀναμνήσεως". Τά λειτουργικά ἤ ἄλλα Ἀναγνώσματα δέν ἀποβλέπουν ἀλλοῦ, παρά νά ἑρμηνεύσουν τό νόημα τῆς Λειτουργίας ἤ τῶν Μυστηρίων, δηλαδή τῶν σωτηριωδῶν πράξεων τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς στήν Εὐχαριστία, στό Βάπτισμα, στό Γάμο, στή Χειροτονία κλπ.
Ἑπομένως, Λατρεία καί Ἁγία Γραφή εἶναι ἀναπόσπαστα ἑνωμένα. Δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε σωστά τήν μία χωρίς τήν ἄλλη. Ἐνῶ ἡ μελέτη τῆς Γραφῆς ἔξω ἀπό τό σωτήριο μυστήριο, πού συντελεῖται στή Λειτουργία, ἀφήνει περισσότερες δυνατότητες ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ νά γίνει λόγος τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει μία κατεύθυνση, ἀπό τόν Θεό πρός τόν ἄνθρωπο ἤ τήν ἀνθρωπότητα, ἐνῶ ὁ λόγος τοῦ ἀνθρώπου ἔχει τήν κατεύθυνση ἀπό τόν ἕναν ἄνθρωπο στόν ἄλλο. Ὁ λόγος τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ λόγος τοῦ κόσμου καί τῶν φιλοσόφων, καί εἶναι αὐτοδύναμος καί αὐταπόδεικτος. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν στηρίζεται στόν ἄνθρωπο, ἀλλά σ' αὐτόν πού δίνει τό λόγο πρός τούς ἀνθρώπους. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ στηρίζεται στή δύναμη τοῦ Θεοῦ καί δέν εἶναι αὐταπόδεικτος καί αὐτοδύναμος, ὅπως παρουσιάζεται τουλάχιστον ὁ λόγος τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ λόγος τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ δικός μας λόγος, ἐνῶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ Λόγος πού θέλει καί δίνει ὁ Θεός στούς ἀνθρώπους. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι αὐτό πού εἴμαστε ἐμεῖς, εἴτε πνευματικά, εἴτε πολιτικά, εἴτε κοινωνικά, ἀλλά αὐτό πού μᾶς καλεῖ νά γίνουμε· εἶναι πρόσκληση πρός μετάνοια καί μεταμόρφωση. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ κρίνει καί θέτει ὑπό κρίση τόν ἄνθρωπο. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται σέ κοινωνία διά τοῦ λόγου μέ τόν Θεό. Ἕνωση ἔχουμε κατά τήν ἐνσάρκωση τοῦ Λόγου στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ὁδός, ἡ ζωή, ἀλλά καί ἡ ἀλήθεια. Ὁ ἄνθρωπος διά τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ δέν γίνεται ἡ Ἀλήθεια, ἀλλά προσεγγίζει ἤ καλύτερα κοινωνεῖ καί ἑνώνεται μέ τήν ἀλήθεια. Ἀκόμα, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι μία ἄχρονη καί ἐκτός τῆς κοινῆς πραγματικότητας ἀλήθεια γιά τόν ἄνθρωπο, ἀλλά εἶναι ἡ ἐντός τῆς ἱστορίας καί ἐντός τῶν συγκεκριμένων συνθηκῶν καί ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου τοποθέτηση. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἑπομένως, ἐνσαρκοῦται στίς συγκεκριμένες καταστάσεις τῶν ἀνθρώπων μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὁ ἄνθρωπος δέχεται ἤ ἀπορρίπτει τό λόγο. Ὅταν τόν ἀπορρίπτει, περιπίπτει κάτω ἀπό ἄλλο "κύριο", γιατί ὁ ἄνθρωπος τότε χάνει τήν ἐλευθερία του. Ὅταν τόν δέχεται, μετέχει στήν ἀλήθεια. Ἡ Ἁγία Γραφή παρουσιάζεται ἀπό τόν Ὠριγένη ὡς ἔνσαρκος Λόγος τοῦ Θεοῦ. Πλησιάζει ἔτσι τόν ἄνθρωπο, ὄχι μόνο ὡς φωτισμός, ἀλλά καί ὡς δύναμη ("οὐ γάρ ἐν λόγω ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλ' ἐν δυνάμει" Α´ Κορ. 4,20), φέρνει ἐπανάσταση ὄχι μόνο εἰρήνη.
2. Ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ πραγματώνεται μέσα στήν ἱστορία καί ἀναπτύσσεται γύρω ἀπό ἕνα κέντρο καί φωτίζεται ἀπό αὐτό. Ἀπό τό πρόσωπο δηλαδή καί τό ἔργο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὅλη ἡ ἱστορία τῆς θείας Ἀποκαλύψεως συνοψίζεται στήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ ὡς τήν ἀρχή ἐκείνη τοῦ κόσμου καί τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας πού ἀγαπᾶ, σώζει καί ὁδηγεῖ τήν ἀνθρωπότητα στήν ἱστορική της τελείωση. Ὅλα αὐτά παρά τήν ὕπαρξη τοῦ ἀλόγου, τῆς ἀποτυχίας, τῆς ἀπογνώσεως, τῆς διαστροφῆς καί τοῦ ἐκμηδενισμοῦ στή ζωή τῶν ἀτόμων καί στήν ἱστορία τῶν λαῶν. Αὐτό τό λυτρωτικό περιεχόμενο συνοπτικά τελετουργεῖ ἡ θεία Εὐχαριστία. Ἱστορία καί Εὐχαριστία εἶναι ἀναπόσπαστα δεμένες.
Ἡ Ἀποκάλυψη τῆς ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι μόνο ἡ γεμάτη ἀπό νόημα ὅραση τῆς πραγματικότητας πού ἀποκτᾶται ἀπό τήν ἱστορία ἀπέναντι στό ψέμα, τή φθορά καί τό θάνατο, ἀλλά καί ἡ συνείδηση τῆς δυνατότητας γιά τήν πραγματοποίηση αὐτοῦ τοῦ νοήματος μέ τό νά ὑπερνικηθοῦν μέσα στήν πίστη οἱ ἀρνητικές δυνάμεις τῆς ζωῆς. Ἡ Ἀποκάλυψη εἶναι στήν οὐσία ἡ δημιουργία γιά τόν ἄνθρωπο ἤ τήν ἀνθρωπότητα μιᾶς νέας δυνατότητας ζωῆς. Ἡ δυνατότητα αὐτή δέν ἔχει μόνο τό χαρακτήρα μιᾶς νίκης πάνω στά ἀρνητικά στοιχεῖα τῆς ζωῆς, ἀπό κάποιο μεμονωμενο ἄτομο, ὁλότελα ἀνεξάρτητο ἀπό τά ἄλλα, δηλαδή ὁλότελα ἀνεξάρτητο ἀπό τίς ἀνθρώπινες σχέσεις, ἀλλ' ἀποβλέπει κατά κύριο λόγο σ' αὐτές τίς ἴδιες τίς σχέσεις καί στίς ἀρνητικές καταστάσεις τῶν σχέσεων αὐτῶν, γιά τή διαμόρφωση μιᾶς σωστῆς "κοινωνίας" ἀνθρώπων. Ἡ ἀποκάλυψη εἶναι "κοινωνία" μέσα στήν Εὐχαριστία. Ἡ νέα ὅραση τοῦ Θεοῦ στήν Παλαιά Διαθήκη, ἡ φανέρωση τῆς θεανδρικῆς προσωπικότητας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τό ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία δέν ἀποτελοῡν ἁπλούς παιδαγωγικούς "τύπους", πρότυπα καί παραδείγματα γιά διδασκαλία καί μόνο τῶν μεταγενεστέρων, ἀλλά σταθμούς γιά νέες πνευματικές δημιουργίες, νέες πηγές δυνάμεως, γιά τήν ζωή τοῦ κόσμου. Ἀποκάλυψη - ἱστορία - σωτηρία εἶναι ἔννοιες πού συνδέονται ἀναπόσπαστα. Ἡ σωτηρία τῆς ἀνθρωπότητας στήν ἱστορία ἀποτελεῖ στό βάθος της μία μυστηριώδη διαδικασία καί διεργασία, ζωντανή μέσα στό εὐχαριστιακό μυστήριο συνέχιση τοῦ παρελθόντος στό παρόν. Μέσα στό μυστήριο αὐτῆς τῆς συνέχειας, ὁ πιστός ἔχει τή δυνατότητα νά βιώσει τό ἀρχικό γεγονός τῆς ἀποκαλύψεως, ἀφοῦ τά ὅρια ἀνάμεσα στό παρελθόν καί παρόν οὐσιαστικά καταργοῦνται. Παράδοση τῆς ἀλήθειας πού ἔχει ἀποκαλυφθεῖ σημαίνει γιά τόν ἄνθρωπο τή δυνατότητα γιά συμμετοχή του καί κοινωνία στήν ὅραση τῆς πραγματικότητας ἐκείνης πού καθιστᾶ κάποιον μέλος τῆς νέας ἀνθρωπότητας, τῆς "καινῆς κτίσεως". "Οὐ γάρ ἐν λόγω ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλ' ἐν δυνάμει" (Α´ Κορ. 4,20) Στόν ἄνθρωπο πού ἔχει πλασθεῖ "κατ' εἰκόνα" τοῦ Θεοῦ, μά πού σηκώνει βάρη ἀπό ἀδυναμίες κάθε εἴδους, δέν εἶναι μόνο ἡ ἀλήθεια καθεαυτή δῶρο τοῦ Θεοῦ πρός αὐτόν. Τό δῶρο ὁλοκληρώνεται στή διατήρηση τῆς ἀλήθειας μέσα στήν παράδοση, ἰδιαίτερα τήν εὐχαριστιακή, ὅπως εἶναι δῶρο καί χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἡ "οἰκείωση" ἀπό κάθε πιστό τῆς ἀλήθειας μέσα στήν πίστη.
Ἐάν λάβει κανείς ὑπόψη του ὅλη τή συγκεκριμένη ἱστορική κατάσταση κάτω ἀπό τήν ὁποία ἔγραψε ὁ Εἰρηναῖος, μπορεῖ νά πεῖ ὅτι ὡς παράδοση θεωρεῖ τή δυνατότητα τῆς Ἐκκλησίας νά ἑρμηνεύει ὡς Ἐκκλησία τό ἀποκαλυπτικό γεγονός ἤ τήν ἐξ ἀποκαλύψεως ἀλήθεια, πού περιέχουν τά ἱερά κείμενα κατά ἑνιαῖο τρόπο. Ἡ ἀλήθεια παραλαμβάνεται, φυλάσσεται καί κηρύσσεται ἤ παραδίνεται. Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας μέσα σέ ὅλα αὐτά εἶναι δυνατή ἐξαιτίας τῆς δυνάμεως τῆς παραδόσεως. Ἡ ἑρμηνευτική ἀρχή τῆς Ἐκκλησίας δέ βρίσκεται μέσα σ' αὐτό ἤ σ' ἐκεῖνο τό βιβλικό κείμενο, ἀλλά στήν κατάσταση πού τό δημιούργησε, τό συντήρησε, τό κατέγραψε καί τά ἀναγνώρισε, δηλαδή μέσα στή συνέχεια τῆς εὐχαριστιακῆς κοινότητας.
Συνοψίζοντας ὅλα αὐτά θά μπορούσαμε νά ποῦμε τά ἑξῆς: α) Ἡ ἀλήθεια στή θεολογία ἔχει ὡς στόχο τήν ὁλοκλήρωση τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς ἀνθρώπινης κοινότητας. β) Ἐνῶ ἀναζητιέται ἡ ἀλήθεια ἀπό τόν ἄνθρωπο, στήν οὐσία αὐτή τόν συναντᾶ ὄχι τόσο στή διάσταση τῆς νοήσεως, ὅσο στά βάθος τοῦ σύνθετου χαρακτήρα τῆς ἱστορικῆς ἐμπειρίας, μέσα στήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος καί ἡ ἀνθρώπινη κοινότητα, βιώνοντας τήν κοινωνία τῆς Εὐχαριστίας, ὁδηγοῦνται ἀπό τή συνάντηση αὐτή στήν ἀνακάλυψη τῆς "ὑπεριστορικῆς" διαστάσεώς τους. γ) Ἡ ἀλήθεια, ὡς συνάντηση ἀπό τό νόημα καί ὡς πορεία πρός τό νόημα αὐτό, εἶναι "παράδοση" δηλαδή ἡ βίωση κάτω ἀπό συγκεκριμένες συνθῆκες, τοῦ μυστηρίου τῆς δημιουργικῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, πού ὁδηγεῖ στήν τελείωση μέσα στήν ἐμπειρία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καθώς πορεύεται πρός τήν ἱστορική του τελείωση. Ὡς τέτοιου εἴδους συνάντηση ἀπό τόν Θεό καί πορεία πρός Αὐτόν, ἡ ἀλήθεια ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἑρμηνεία.