Εν παντί καιρώ, εν ώ ο Κύριος εγγύς εις αντίληψιν των εαυτού αγίων, χωρίς ανάγκης ου δεικνύει την δύναμινεαυτού φανερώς εν έργω τινι και σημείω αισθητώ, ίναμη μωρανθή η αντίληψις ημών και εις βλάβην παρασκευασθήημών. Και τούτο ποιεί, πρόνοιαν των αγίων ποιούμενος, θέλωνδείξαι αυτοίς, ότι ουδέ προς ώραν λήγει εξ αυτών η κρυπτή αυτού επιμέλεια, αλλ εν παντί πράγματι αφίησιν αυτούς κατά τηνεαυτών δύναμιν αγώνα ενδείξασθαι και εν τη προσευχή κοπιάσαι.
Ει δε εστί πράγμα νικών εκ της δυσκολίας αυτούς, όταν ασθενήσωσι και απολειφθώσιν εξ αυτού, δια το μη ικανήν είναι την φύσιν προς αυτό, τέλειοι αυτός κατά το μέγεθος του εαυτού κράτους, κατά το όφειλομενον και ως γινώσκει, ότι βοηθούνται.Και κατά το δυνατόν εν κρυπτώ ενισχύει αυτούς, Έως ου ενδυναμωθώσι κατέναντι της θλίψεως αυτών. Εν γνώσει γαρ τη δωρουμένη αυτοίς ύπ' αυτού ποιεί λυθήναι το πολύπλοκον της θλίψεως αυτών, και εν τη θεωρία αυτής εξυπνίζει αυτούς εις δοξολογίαν ωφελούσαν κατ' αμφότερους τους τρόπους. Ει δε φανερωθήναι το έργον δέεται και το πράγμα, τότε εξ ανάγκης ποιεί τούτο. Οι τρόποι αυτού σοφώτατοί εισι και εν τη ενδεία και ανάγκη διαρκούσι, και ούχ ως έτυχεν.
Ο χωρίς ανάγκης κατατολμών εν τούτω ή παρακαλών τον Θεόν και επιθυμών θαυμάσια και δυνάμεις γενέσθαι εν ταίς χερσιν αυτού, πειραζόμενος υπό το γελοιαστού ευρίσκεται δαίμονος εν τη διανοία αυτού καί καυχώμενος και ασθενών τη συνειδήσει αυτού. Εν τη θλίψει γαρ την βοήθειαν του Θεού αιτείσθαι ημάς δέον. Χωρίς ανάγκης πειράσαι τον Θεόν, κίνδυνος, και ουκ εστίν αληθεία δίκαιος ο εφιέμενος τούτου. Εκείνο δε, όπερ ο Κύριος ουκ ευδοκών εποίησε, τοις πολλοίς των αγίων ευρίσκεται, ο δε θέλων και επιθυμών τούτο εν τω εαυτού θελήματι, μη ούσης ανάγκης, πτώμα πίπτει εκ της φυλακής και ολισθαίνει εκ της γνώσεως της αληθείας. Εάν γαρ εν τούτω εισακουσθη ο αιτών, καθώς κατατολμά προς τον Θεόν, ευρίσκει εν αυτώ τόπον ο πονηρός και εις μείζονα τούτων μεταφέρει αυτόν. Οι γαρ αληθινοί δίκαιοι ου μόνον ουκ επιθυμούσι τούτων, αλλά και διδομένων αυτοίς αποστρέφονται. Καί ου μόνον εν τοις ανθρώπων οφθαλμοίς τούτο ου θέλουσιν, αλλά και κρυπτώς εν εαυτοίς.
Ιδού γαρ τις των πατέρων των αγίων, εκ της καθαρότητος εαυτού, έλαβε προς της χάριτος χάρισμα του προγινώσκειν τους ερχόμενους προς αυτόν, και ητήσατο τον Θεόν, ευχόμενων και άλλων αγίων, δεηθέντων προς τούτο παρά του γέροντος, Όπως ληφθείη το χάρισμα απ αυτού. Ει δε τίνες εξ αυτών εδέξαντο χαρίσματα, εξ ανάγκης εδέξαντο ή εξ απλότητος αυτών. Εν τοις λοιποίς δε το νεύμα το θείον ουκ εκίνει, αλλ ' ουχ ως έτυχε παντελώς.
Ο μακάριος εκείνος ο Αμμούν ο άγιος, ότε απήλθε προς τον ασπασμόν του αγίου Μεγάλου Αντωνίου και επλανήθη την οδόν, βλέπε τι είπε προς τον Θεόν, και πάλιν, τι εποίησεν αυτώ ο Θεός. Και μνήσθητι και του αββά Μακαρίου και των λοιπών. Οι δίκαιοι οι αληθινοί αεί τούτο λογίζονται εν εαυτοίς ότι ουκ εισίν άξιοι του Θεού. Και εν τούτω δοκιμάζονται, ότι αληθινοί εισίν, ότι ταλαίπωρους έχουσιν εαυτούς και ουκ εισίν άξιοι της επιμελείας αυτού και τούτο εξομολογούνται κρυπτώς και φανερώς και τούτο σοφίζονται εκ του αγίου Πνεύματος, ίνα μη απολειφθώσιν εκ της πρεπούσης αυτοίς φροντίδος και του εργάσασθαι όσον εισίν εν τη ζωή ταύτη. Τον καιρόν δε της αναπαύσεως εν τω μέλλοντι αιώνι ετήρησε, και οι έχοντες εν εαυτοίς τον Κύριον οικούντα, δια τούτο ουκ επιθυμούσιν είναι εν αναπαύσει και απαλλαγήναι των θλίψεων, εί και παράκλησις κατά καιρόν αυτοίς δίδοται εν τοις πνευματικοίς μυστικώς.
Καί ουκ εστίν αύτη η αρετή, ίνα όταν φθάση αυτήν ο άνθρωπος, απολειφθείη της μερίμνης και του κόπου αυτής, αλλά τούτο εστί το σκήνωμα του Πνεύματος, όπως αεί υποτάσσειν εαυτόν βιάζηται, εί και τρόπος εστί ποιήσαι το πράγμα εν αναπαύσει ότι τούτο του Πνεύματος θέλημα εν οίς κατοικεί, μη τη οκνηρία ενεθίζειν αυτούς, αλλ ' ουδέ την ανάπαυσιν ζητείν προτρέπεται αυτούς, αλλά μάλλον τη εργασία και ταίς περισσαίς εκδούναι εαυτούς θλίψεσι. Και εν τοις πειρασμοίς κρατύνει αυτούς και τη σοφία προσεγγίσαι ποιεί. Τούτο το θέλημα του Πνεύματος, ίνα εν κόποις γενώνται οι αγαπητοί αυτού.
Ει δε εστί πράγμα νικών εκ της δυσκολίας αυτούς, όταν ασθενήσωσι και απολειφθώσιν εξ αυτού, δια το μη ικανήν είναι την φύσιν προς αυτό, τέλειοι αυτός κατά το μέγεθος του εαυτού κράτους, κατά το όφειλομενον και ως γινώσκει, ότι βοηθούνται.Και κατά το δυνατόν εν κρυπτώ ενισχύει αυτούς, Έως ου ενδυναμωθώσι κατέναντι της θλίψεως αυτών. Εν γνώσει γαρ τη δωρουμένη αυτοίς ύπ' αυτού ποιεί λυθήναι το πολύπλοκον της θλίψεως αυτών, και εν τη θεωρία αυτής εξυπνίζει αυτούς εις δοξολογίαν ωφελούσαν κατ' αμφότερους τους τρόπους. Ει δε φανερωθήναι το έργον δέεται και το πράγμα, τότε εξ ανάγκης ποιεί τούτο. Οι τρόποι αυτού σοφώτατοί εισι και εν τη ενδεία και ανάγκη διαρκούσι, και ούχ ως έτυχεν.
Ο χωρίς ανάγκης κατατολμών εν τούτω ή παρακαλών τον Θεόν και επιθυμών θαυμάσια και δυνάμεις γενέσθαι εν ταίς χερσιν αυτού, πειραζόμενος υπό το γελοιαστού ευρίσκεται δαίμονος εν τη διανοία αυτού καί καυχώμενος και ασθενών τη συνειδήσει αυτού. Εν τη θλίψει γαρ την βοήθειαν του Θεού αιτείσθαι ημάς δέον. Χωρίς ανάγκης πειράσαι τον Θεόν, κίνδυνος, και ουκ εστίν αληθεία δίκαιος ο εφιέμενος τούτου. Εκείνο δε, όπερ ο Κύριος ουκ ευδοκών εποίησε, τοις πολλοίς των αγίων ευρίσκεται, ο δε θέλων και επιθυμών τούτο εν τω εαυτού θελήματι, μη ούσης ανάγκης, πτώμα πίπτει εκ της φυλακής και ολισθαίνει εκ της γνώσεως της αληθείας. Εάν γαρ εν τούτω εισακουσθη ο αιτών, καθώς κατατολμά προς τον Θεόν, ευρίσκει εν αυτώ τόπον ο πονηρός και εις μείζονα τούτων μεταφέρει αυτόν. Οι γαρ αληθινοί δίκαιοι ου μόνον ουκ επιθυμούσι τούτων, αλλά και διδομένων αυτοίς αποστρέφονται. Καί ου μόνον εν τοις ανθρώπων οφθαλμοίς τούτο ου θέλουσιν, αλλά και κρυπτώς εν εαυτοίς.
Ιδού γαρ τις των πατέρων των αγίων, εκ της καθαρότητος εαυτού, έλαβε προς της χάριτος χάρισμα του προγινώσκειν τους ερχόμενους προς αυτόν, και ητήσατο τον Θεόν, ευχόμενων και άλλων αγίων, δεηθέντων προς τούτο παρά του γέροντος, Όπως ληφθείη το χάρισμα απ αυτού. Ει δε τίνες εξ αυτών εδέξαντο χαρίσματα, εξ ανάγκης εδέξαντο ή εξ απλότητος αυτών. Εν τοις λοιποίς δε το νεύμα το θείον ουκ εκίνει, αλλ ' ουχ ως έτυχε παντελώς.
Ο μακάριος εκείνος ο Αμμούν ο άγιος, ότε απήλθε προς τον ασπασμόν του αγίου Μεγάλου Αντωνίου και επλανήθη την οδόν, βλέπε τι είπε προς τον Θεόν, και πάλιν, τι εποίησεν αυτώ ο Θεός. Και μνήσθητι και του αββά Μακαρίου και των λοιπών. Οι δίκαιοι οι αληθινοί αεί τούτο λογίζονται εν εαυτοίς ότι ουκ εισίν άξιοι του Θεού. Και εν τούτω δοκιμάζονται, ότι αληθινοί εισίν, ότι ταλαίπωρους έχουσιν εαυτούς και ουκ εισίν άξιοι της επιμελείας αυτού και τούτο εξομολογούνται κρυπτώς και φανερώς και τούτο σοφίζονται εκ του αγίου Πνεύματος, ίνα μη απολειφθώσιν εκ της πρεπούσης αυτοίς φροντίδος και του εργάσασθαι όσον εισίν εν τη ζωή ταύτη. Τον καιρόν δε της αναπαύσεως εν τω μέλλοντι αιώνι ετήρησε, και οι έχοντες εν εαυτοίς τον Κύριον οικούντα, δια τούτο ουκ επιθυμούσιν είναι εν αναπαύσει και απαλλαγήναι των θλίψεων, εί και παράκλησις κατά καιρόν αυτοίς δίδοται εν τοις πνευματικοίς μυστικώς.
Καί ουκ εστίν αύτη η αρετή, ίνα όταν φθάση αυτήν ο άνθρωπος, απολειφθείη της μερίμνης και του κόπου αυτής, αλλά τούτο εστί το σκήνωμα του Πνεύματος, όπως αεί υποτάσσειν εαυτόν βιάζηται, εί και τρόπος εστί ποιήσαι το πράγμα εν αναπαύσει ότι τούτο του Πνεύματος θέλημα εν οίς κατοικεί, μη τη οκνηρία ενεθίζειν αυτούς, αλλ ' ουδέ την ανάπαυσιν ζητείν προτρέπεται αυτούς, αλλά μάλλον τη εργασία και ταίς περισσαίς εκδούναι εαυτούς θλίψεσι. Και εν τοις πειρασμοίς κρατύνει αυτούς και τη σοφία προσεγγίσαι ποιεί. Τούτο το θέλημα του Πνεύματος, ίνα εν κόποις γενώνται οι αγαπητοί αυτού.