«Τα ευαγγέλια τώρα πια πρέπει να θεωρούνται προϊόν μυθοπλασίας των πρώτων Χριστιανών».—Μπάρτον Λ. Μακ, ομότιμος καθηγητής μελετών της Καινής Διαθήκης.
Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ του οποίου τα λόγια αναφέρονται παραπάνω δεν είναι ο μόνος που διακρατεί αυτή την άποψη. Αρκετοί λόγιοι έχουν αμφισβητήσει την αξιοπιστία των Ευαγγελίων του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννη—των Γραφικών αφηγήσεων για τη ζωή και τη διακονία του Ιησού. Γιατί θεωρούν μερικοί τα Ευαγγέλια μύθους; Πρέπει να δημιουργεί η άποψή τους αμφιβολίες στη διάνοιά σας σχετικά με την αξιοπιστία των Ευαγγελίων; Ας εξετάσουμε ορισμένα στοιχεία.
Η Αξιοπιστία των Ευαγγελίων Αμφισβητείται
Τους πρώτους 17 αιώνες της Κοινής μας Χρονολογίας, η αξιοπιστία των Ευαγγελίων δεν αμφισβητήθηκε ποτέ σε σοβαρό βαθμό. Ωστόσο, ιδιαίτερα από το 19ο αιώνα και έπειτα, αρκετοί ακαδημαϊκοί έχουν θεωρήσει τα Ευαγγέλια, όχι θεόπνευστα, αλλά επινόηση ανθρώπων. Επιπρόσθετα, δεν παραδέχονται ότι οι Ευαγγελιστές διέθεταν πληροφορίες από πρώτο χέρι για τον Ιησού και έχουν επιμείνει στην άποψη ότι εκείνοι οι άνθρωποι δεν ήταν ικανοί να καταγράψουν αξιόπιστη ιστορία. Επιπλέον, έχουν συμπεράνει πως οι ομοιότητες στη δομή και στα περιεχόμενα των πρώτων τριών Ευαγγελίων—τα οποία αποκαλούνται ενίοτε συνοπτικά—υποδεικνύουν ότι οι Ευαγγελιστές αντέγραφαν εκτεταμένα ο ένας από τον άλλον. Επίσης, οι κριτικοί απορρίπτουν τα θαύματα και την ανάσταση του Ιησού όπως περιγράφονται στα Ευαγγέλια. Μάλιστα μερικοί έχουν ισχυριστεί ότι ο Ιησούς δεν ήταν καν ιστορικό πρόσωπο!
Τα ίδια αυτά άτομα έχουν συμπεράνει ότι ο Μάρκος πρέπει να έγραψε το πρώτο Ευαγγέλιο, εφόσον φαίνεται να προσθέτει ελάχιστα στοιχεία στα Ευαγγέλια του Ματθαίου και του Λουκά. Οι κριτικοί εικάζουν επίσης ότι ο Ματθαίος και ο Λουκάς χρησιμοποίησαν το βιβλίο του Μάρκου για να συντάξουν τα δικά τους Ευαγγέλια και ότι συμβουλεύτηκαν μια συμπληρωματική πηγή—ένα κείμενο το οποίο οι λόγιοι αποκαλούν Q (από τη γερμανική λέξη Quelle, που σημαίνει «πηγή»). Σύμφωνα με τον Βιβλικό λόγιο Α. Φ. Γ. Κλάιν, αυτή η διαδεδομένη υπόθεση «υποβίβασε τους Ευαγγελιστές σε συντάκτες μεμονωμένων ιστοριών». Μια τέτοια αντίληψη ουσιαστικά καθιστά τους Ευαγγελιστές λογοκλόπους και μυθοπλάστες. Αυτή η θεωρία έχει υποσκάψει την πίστη στη θεοπνευστία της Αγίας Γραφής.—2 Τιμόθεο 3:16.
Ήταν οι Ευαγγελιστές Λογοκλόποι;
Αποδεικνύουν πράγματι οι ομοιότητες μεταξύ των συνοπτικών Ευαγγελίων ότι οι συγγραφείς απλώς αντέγραφαν ο ένας από τον άλλον; Όχι. Γιατί; Κατ’ αρχάς, ο Ιησούς υποσχέθηκε στους μαθητές του ότι το άγιο πνεύμα “θα επανέφερε στη μνήμη τους όλα όσα τους είχε πει εκείνος”. (Ιωάννης 14:26) Γι’ αυτό, δεν μας εκπλήσσει το ότι οι Ευαγγελιστές θυμούνταν και κατέγραφαν ορισμένα ίδια γεγονότα. Βέβαια, μερικοί Βιβλικοί συγγραφείς ίσως είχαν διαβάσει το έργο άλλων Βιβλικών συγγραφέων και ανατρέξει σε αυτό, αλλά η συγκεκριμένη συνήθεια υποδήλωνε προσεκτική έρευνα, όχι λογοκλοπή. (2 Πέτρου 3:15) Επιπρόσθετα, Το Λεξικό της Βίβλου Άγκυρα (The Anchor Bible Dictionary) δηλώνει: «Η εξάρτηση από την προφορική παράδοση θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί έναν λόγο για τον πανομοιότυπο τρόπο με τον οποίο καταγράφηκαν τα αξιομνημόνευτα λόγια του Ιησού».
Ο Λουκάς ανέφερε ότι είχε μιλήσει με πολλούς αυτόπτες μάρτυρες και είχε «ερευνήσει τα πάντα από την αρχή με ακρίβεια». (Λουκάς 1:1‐4) Μήπως αυτό δίνει την εντύπωση ότι ήταν λογοκλόπος ή μυθοπλάστης; Κάθε άλλο! Ύστερα από διεξοδική ανάλυση των συγγραμμάτων του Λουκά, ο αρχαιολόγος Γουίλιαμ Ράμσεϊ συμπέρανε: «Ο Λουκάς είναι πρώτης τάξης ιστορικός: δεν είναι μόνο οι αξιόπιστες δηλώσεις του για τα διάφορα γεγονότα, αλλά και ο ίδιος ακολουθεί τις αρχές του σωστού ιστορικού  . . . Αυτός ο συγγραφέας πρέπει να συγκαταλέγεται ανάμεσα στους κορυφαίους ιστορικούς».
Η μαρτυρία των πρώτων Εκκλησιαστικών Πατέρων, περιλαμβανομένου και του θεολόγου Ωριγένη, του τρίτου αιώνα, δείχνει παράλληλα ότι ο απόστολος Ματθαίος ήταν ο πρώτος που συνέθεσε Ευαγγέλιο. Ο Ωριγένης έγραψε: «Το πρώτο γράφτηκε κατά τον Ματθαίο, ο οποίος ήταν κάποτε τελώνης, αλλά έγινε αργότερα απόστολος του Ιησού Χριστού, και εφόσον το προόριζε για Ιουδαίους προσήλυτους, το έγραψε στην εβραϊκή». Είναι εμφανές ότι ο Ματθαίος, όντας απόστολος και αυτόπτης μάρτυρας, δεν χρειαζόταν να υποκλέψει τα λόγια του Μάρκου, ο οποίος δεν ήταν αυτόπτης μάρτυρας. Τι μπορούμε να πούμε, λοιπόν, για τους ισχυρισμούς ότι ο Ματθαίος και ο Λουκάς αντέγραψαν από τον Μάρκο και από ένα υποτιθέμενο κείμενο με την ονομασία Q;
Γράφτηκε Πρώτο το Ευαγγέλιο του Μάρκου;
Η θεωρία ότι το Ευαγγέλιο του Μάρκου γράφτηκε πρώτο και χρησίμευσε ως πηγή για τον Ματθαίο και τον Λουκά δεν βασίζεται σε «κάποιο λογικά ακλόνητο επιχείρημα», παραδέχεται Το Λεξικό της Βίβλου Άγκυρα. Ωστόσο, πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι ο Μάρκος έγραψε το Ευαγγέλιό του προτού γράψουν τα δικά τους Ευαγγέλια ο Ματθαίος και ο Λουκάς επειδή, όπως διατείνονται, ο Μάρκος προσθέτει ελάχιστα στοιχεία στα άλλα Ευαγγέλια. Παραδείγματος χάρη, ο Βιβλικός λόγιος του 19ου αιώνα Γιοχάνες Κουν επέμενε ότι το Ευαγγέλιο του Μάρκου πρέπει να γράφτηκε πρώτο. Ειδάλλως, είπε ο Κουν, «θα έπρεπε να υποθέσουμε ότι ο Μάρκος είχε κόψει τους δύο ρόλους του Ματθαίου και του Λουκά σε μικρά κομμάτια, τα ανάμειξε σε ένα δοχείο και συνέταξε το Ευαγγέλιό του από αυτό το μείγμα».
Εφόσον το Ευαγγέλιο του Μάρκου είναι το μικρότερο, δεν προξενεί έκπληξη το ότι περιέχει πιο λίγες αποκλειστικές πληροφορίες από τα άλλα Ευαγγέλια. Εντούτοις, αυτό δεν αποδεικνύει ότι πρέπει να γράφτηκε πρώτο. Επίσης, είναι αναληθής η άποψη ότι ο Μάρκος δεν προσθέτει τίποτα στον Ματθαίο και στον Λουκά. Στη ζωηρή, γοργά εκτυλισσόμενη αφήγηση του Μάρκου για τη διακονία του Ιησού, υπάρχουν στην πραγματικότητα 180 και πλέον περικοπές και συναρπαστικές λεπτομέρειες που δεν βρίσκονται στον Ματθαίο και στον Λουκά, καθιστώντας αυτό το Ευαγγέλιο μια αληθινά μοναδική αφήγηση της ζωής του Ιησού.—Βλέπε πλαίσιο στη σελίδα 13.
Τι θα Πούμε για το Κείμενο Q;
Τι μπορεί να ειπωθεί για το κείμενο Q, το οποίο, όπως ισχυρίζονται μερικοί, αποτέλεσε πηγή για τον Ματθαίο και τον Λουκά; Ο Τζέιμς Μ. Ρόμπινσον, καθηγητής θεολογίας, δηλώνει: «Το κείμενο Q είναι ασφαλώς το πιο σημαντικό Χριστιανικό κείμενο που έχουμε». Αυτή η δήλωση προξενεί έκπληξη επειδή το κείμενο Q δεν υπάρχει σήμερα, και στην πραγματικότητα, κανείς δεν μπορεί να αποδείξει ότι υπήρξε ποτέ! Η ολοκληρωτική του εξαφάνιση γίνεται ακόμη πιο αξιοσημείωτη επειδή οι λόγιοι ισχυρίζονται ότι θα πρέπει να είχαν κυκλοφορήσει αρκετά αντίγραφα αυτού του κειμένου. Επιπρόσθετα, οι Εκκλησιαστικοί Πατέρες ποτέ δεν παρέθεσαν από το κείμενο Q.
Σκεφτείτε το εξής. Το κείμενο Q εικάζεται ότι υπήρχε και ότι υποστήριζε τη δήθεν χρονική προτεραιότητα του Ευαγγελίου του Μάρκου. Δεν είναι αυτό χαρακτηριστικό παράδειγμα υπόθεσης που οικοδομείται πάνω σε άλλη υπόθεση; Όταν πρόκειται για θεωρίες όπως αυτές, είναι σοφό να έχουμε κατά νου την παροιμία: «Ο άπειρος πιστεύει κάθε λόγο, αλλά ο οξυδερκής εξετάζει τα βήματά του».—Παροιμίες 14:15.
Τα Ευαγγέλια—Αυθεντικά και Αξιόπιστα
Με τις εικασίες και τις αβάσιμες υποθέσεις τους, οι κριτικοί έχουν αποσπάσει την προσοχή πολλών ώστε να μην εξετάζουν τις αξιόπιστες αφηγήσεις των Ευαγγελίων σχετικά με τη ζωή και τη διακονία του Ιησού. Αυτές οι αφηγήσεις δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι πρώτοι Χριστιανοί δεν θεωρούσαν μύθους τα γεγονότα που σχετίζονταν με τη ζωή, τη διακονία, το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού. Εκατοντάδες αυτόπτες μάρτυρες επιβεβαίωσαν το αληθές των εν λόγω γεγονότων. Εκείνοι οι πρώτοι Χριστιανοί, οι οποίοι ήταν διατεθειμένοι να υποστούν διωγμό και θάνατο για να ακολουθήσουν τον Ιησού, αντιλαμβάνονταν πλήρως ότι η ζωή του Χριστιανού δεν θα είχε νόημα αν η διακονία και η ανάσταση του Ιησού ανήκαν απλώς στη σφαίρα της φαντασίας.—1 Κορινθίους 15:3‐8, 17, 19· 2 Τιμόθεο 2:2.
Αναφερόμενος στην αντιλογία που παρατηρείται με αφορμή τις υποθέσεις για τη δήθεν χρονική προτεραιότητα του Ευαγγελίου του Μάρκου και το μυστηριώδες χαμένο κείμενο Q, o Τζορτζ Γ. Μπιουκάναν, καθηγητής θεολογίας, λέει: «Η ενασχόληση με υποθέσεις γύρω από την προέλευση των κειμένων αποσπά την προσοχή του σπουδαστή της Γραφής από τη μελέτη των ίδιων των κειμένων». Η συγκεκριμένη σκέψη εναρμονίζεται με τη συμβουλή του αποστόλου Παύλου προς τον Τιμόθεο να μη δίνει «προσοχή σε ψεύτικες ιστορίες και σε γενεαλογίες, οι οποίες δεν καταλήγουν πουθενά, αλλά οδηγούν σε ερωτήματα για έρευνα μάλλον παρά σε διανομή οποιουδήποτε πράγματος από τον Θεό σε σχέση με την πίστη».—1 Τιμόθεο 1:4.
Τα Ευαγγέλια είναι αξιόπιστα. Περιέχουν έγκυρες αφηγήσεις από αυτόπτες μάρτυρες. Βασίζονται σε σχολαστική έρευνα. Μας παρουσιάζουν πολλά συναρπαστικά γεγονότα σχετικά με τη ζωή του Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό, όπως ο Τιμόθεος στο μακρινό παρελθόν, έτσι και εμείς είναι καλό να δώσουμε προσοχή στα λόγια του Παύλου: «Να παραμένεις στα πράγματα τα οποία έμαθες και πείστηκες να πιστεύεις». Έχουμε ισχυρούς λόγους να αναγνωρίσουμε ότι «όλη η Γραφή είναι θεόπνευστη»—περιλαμβανομένων και των τεσσάρων Ευαγγελίων.—2 Τιμόθεο 3:14‐17.
[Πλαίσιο στη σελίδα 13]
Αν Δεν Είχε Γραφτεί το Ευαγγέλιο του Μάρκου, Δεν θα Γνωρίζαμε Ότι . . .
ο Ιησούς κοίταξε ολόγυρα με αγανάκτηση, νιώθοντας πολύ μεγάλη λύπη για την αναισθησία της καρδιάς τους (Μάρκος 3:5)
ο Ιωάννης και ο Ιάκωβος είχαν την επονομασία Βοανεργές (Μάρκος 3:17)
η γυναίκα με τη ροή αίματος είχε ξοδέψει όλους τους πόρους της (Μάρκος 5:26)
η Ηρωδιάδα έτρεφε μνησικακία εναντίον του Ιωάννη του Βαφτιστή και ο Ηρώδης φοβόταν τον Ιωάννη και τον διατηρούσε ασφαλή (Μάρκος 6:19, 20)
ο Ιησούς κάλεσε τους μαθητές του να αναπαυτούν λίγο (Μάρκος 6:31)
οι Φαρισαίοι έπλεναν τα χέρια τους μέχρι τον αγκώνα (Μάρκος 7:2‐4)
ο Ιησούς πήρε τα παιδιά στην αγκαλιά του (Μάρκος 10:16)
ο Ιησούς ένιωσε αγάπη για τον νεαρό άρχοντα (Μάρκος 10:21)
ο Πέτρος, ο Ιάκωβος, ο Ιωάννης και ο Ανδρέας ρώτησαν τον Ιησού ιδιαιτέρως (Μάρκος 13:3)
κάποιος νεαρός έφυγε αφήνοντας το λινό του ένδυμα (Μάρκος 14:51, 52)
  Επιπλέον, μία από τις παραβολές του Ιησού και δύο θαύματά του βρίσκονται μόνο στο βιβλίο του Μάρκου.—Μάρκος 4:26‐29· 7:32‐37· 8:22‐26.
  Το Ευαγγέλιο του Μάρκου περιέχει πολλές ακόμη λεπτομέρειες από άμεσες πηγές, λεπτομέρειες που δεν βρίσκονται στα άλλα Ευαγγέλια. Ασφαλώς, η εκτίμησή μας για το συγκεκριμένο Ευαγγέλιο θα αυξάνει όταν διαθέτουμε χρόνο για να στοχαζόμαστε πλήρως την αξία όλων αυτών των σπουδαίων λεπτομερειών.
wol.jw.org/