Αυτά, βέβαια, τα έχουμε διδαχθεί από τους ιερούς συγγραφείς, όπως είπε ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, «ότι ο Θεός είναι η αιτία και η αρχή όλων, ο χορηγός της φύσεως στα όντα, της ζωής στα ζωντανά, της λογικής στα λογικά όντα και του νου στα νοερά· είναι η επαναφορά και η επανόρθωση αυτών που έχουν πέσει· η ανακαίνιση και αναμόρφωση όσων έχουν φθείρει τη φύση τους· είναι η ιερή σταθερότητα αυτών που κινούνται με μία ανίερη ταραχή· η ασφάλεια αυτών που στέκονται σταθεροί· και η οδός και
χειραγώγηση προς τα άνω αυτών που βαδίζουν προς Αυτόν. »
χειραγώγηση προς τα άνω αυτών που βαδίζουν προς Αυτόν. »
Θα προσθέσω επίσης ότι είναι Πατέρας αυτών που δημιούργησε· και το σπουδαιότερο, ο Θεός μας είναι Πατέρας μας, διότι Αυτός και όχι οι γονείς μας, μάς έφερε στη ζωή από την ανυπαρξία· καθώς οι γονείς μας έλαβαν απ’ Αυτόν τη ζωή και τη δυνατότητα να γεννούν. Είναι ποιμένας αυτών που Τον ακολουθούν και τους ποιμαίνει· είναι ο φωτισμός των φωτιζομένων, ο μύστης όσων μυούνται στα ιερά μυστήρια, η αιτία της θεώσεως των θεουμένων, η συμφιλίωση όσων έχουν φιλονικήσει, η απλότητα των απλοϊκών
και η ενότητα όσων ενώνονται μεταξύ τους. Είναι η εξουσία πάνω από κάθε εξουσία, η αρχή της υπάρξεως και η αγαθή μετάδοση των απορρήτων μυστηρίων, δηλαδή της γνώσεώς Του στον καθένα, σύμφωνα με το μέτρο του δυνατού και εφικτού».
Ακόμη πιο λεπτομερώς για τα ονόματα του Θεού.
Επειδή το θείο είναι ακατάληπτο, σίγουρα θα είναι και χωρίς όνομα. Και επειδή δεν γνωρίζουμε την ουσία του, ας μη ζητήσουμε το όνομα της ουσίας του· διότι τα ονόματα φανερώνουν τα πράγματα. Ο Θεός όμως, επειδή είναι αγαθός και μας έφερε από το μηδέν στην ύπαρξη για να μετέχουμε στην αγαθότητά του, και μας έκαμε όντα με γνώση, έτσι, όπως δεν μας μετάδωσε κάτι από την ουσία του, ούτε μας έδωσε και τη γνώση της ουσίας του. Διότι δεν είναι δυνατόν μια κτιστή φύση να γνωρίσει τελείως την ανώτερη απ’ αυτήν φύση. Και αν, μάλιστα, οι γνώσεις για τα όντα είναι ελλιπείς, πώς θα γνωρίσουμε αυτό που ξεπερνά την ουσία;
Ο Θεός, λοιπόν, από την πολλή του αγαθότητα, θέλησε να παίρνει δικά μας ονόματα, ώστε να μην είμαστε εντελώς αμέτοχοι από τη γνώση του, αλλά να έχουμε έστω και κάποια αμυδρή ιδέα γι’ Αυτόν. Έτσι, όπως είναι ακατάληπτος, είναι και χωρίς όνομα. Όλα τα όντα όμως ομολογούν ότι Αυτός είναι η αιτία όλων και κατέχει εκ των προτέρων το λόγο και την αιτία κάθε όντος· το ομολογούν ακόμη και τα αντίθετα μεταξύ τους, όπως το φως και το σκοτάδι, το νερό και η φωτιά, για να γνωρίζουμε ότι Αυτός δεν είναι στην ουσία του αυτά. Αλλά να γνωρίζουμε ότι είναι υπερούσιος, γι’ αυτό και χωρίς όνομα· και όλα τα δημιουργήματά του βεβαιώνουν ότι Αυτός είναι ο αίτιος κάθε όντος.
Γι’ αυτό, από τα θεία ονόματα άλλα χρησιμοποιούνται με αποφατική σημασία για να δηλώσουν το υπερούσιο, όπως ανούσιος, άχρονος, άναρχος, αόρατος· όχι ότι είναι κατώτερος από κάποιον ή του λείπει κάτι –διότι σ’ Αυτόν ανήκουν όλα και Αυτός τα δημιούργησε και τα συνέστησε για τον εαυτό Του· ξεχωρίζει απ’ όλα τα όντα, διότι υπερέχει –δεν είναι σαν κάποιο ον, αλλά πάνω απ’ όλα. Τα ονόματα πάλι, που χρησιμοποιούνται καταφατικά για το Θεό, λέγονται επειδή είναι αίτιος όλων. Ονομάζεται ων και ουσία, διότι είναι αίτιος κάθε ουσίας των όντων· ονομάζεται λόγος, λογικός, σοφία και σοφός, διότι είναι αίτιος κάθε λόγου και σοφίας, δηλαδή του λογικού και του σοφού.
Παρόμοια λέγεται νους, νοερός, ζωή, ζων, δύναμη και δυνατός· και σ’ όλα τα υπόλοιπα, επίσης, θα κληθεί με παρόμοια ονόματα, που θα ληφθούν περισσότερο από τα πιο αξιόλογα και κοντινά σ’ Αυτόν ονόματα.
Πιο αξιόλογα και κατάλληλα ονόματα γι’ Αυτόν είναι τα άϋλα από τα υλικά, τα καθαρά από τα ρυπαρά και τα άγια από τα μιασμένα, επειδή περισσότερο μετέχουν σ’ Αυτόν. Διότι πιο κατάλληλα θα κληθεί ήλιος και φως παρά σκοτάδι, ημέρα παρά νύχτα, ζωή παρά θάνατος, και φωτιά και πνεύμα και νερό, διότι έχουν ζωή, παρά γη. Και πάνω απ’ όλα θα ονομασθεί αγαθότητα και όχι κακό. Το ίδιο, θα τον καλέσει κανένας «ον» παρά «μη ον»· διότι το αγαθό είναι ύπαρξη και αίτιο της υπάρξεως, ενώ το κακό είναι στέρηση του αγαθού, δηλαδή της υπάρξεως.
Αυτά, λοιπόν, είναι τα αποφατικά και καταφατικά ονόματα· και είναι βέβαια πολύ πετυχημένος ο συνδυασμός τους, για παράδειγμα «υπερούσια ουσία, υπέρθεη θεότητα, υπεράρχια αρχή», και τα παρόμοια. Υπάρχουν και μερικά καταφατικά ονόματα που λέγονται για το Θεό και έχουν έννοια υπερβολικής αρνήσεως, όπως «σκοτάδι»· όχι ότι ο Θεός είναι σκοτάδι, αλλά δεν είναι φως, αφού είναι πάνω από το φως.
Ονομάζεται, λοιπόν, ο Θεός νους, λόγος, πνεύμα, σοφία και δύναμη, διότι είναι ο αίτιος αυτών και άϋλος και δημιουργός των όλων και παντοδύναμος.
Και αυτά τα ονόματα, και τα αποφατικά και τα καταφατικά, αποδίδονται σε όλο το κοινό (ουσία) της θεότητας. Το ίδιο όμως και απαράλλακτα αποδίδονται και σε κάθε ξεχωριστή υπόσταση της Αγίας Τριάδος· όταν αναλογισθώ μία από τις υποστάσεις, την αναγνωρίζω ως τέλειο Θεό και τέλεια ουσία. Και όταν πάλι συγκεντρώσω και απαριθμήσω τα τρία (πρόσωπα), αναγνωρίζω ένα τέλειο Θεό. Διότι η θεότητα δεν είναι σύνθετη, αλλά είναι ένα αχώριστο και ασύνθετο σε τρία τέλεια.
Όταν πάλι αναλογισθώ τη σχέση των υποστάσεων μεταξύ τους, γνωρίζω ότι ο Πατέρας είναι υπερούσιος ήλιος, πηγή αγαθότητος, άβυσσος ουσίας, λόγου, σοφίας, δυνάμεως, φωτός, θεότητος, πηγή που γεννά και προβάλλει το αγαθό που κρύβει μέσα της. Ο ίδιος, λοιπόν, είναι νους, άβυσσος του Λόγου, γεννήτορας του Λόγου και προβολέας μέσω του Λόγου του εκφαντορικού Πνεύματος. Και για να το πω με δυο λόγια, δεν υπάρχει για τον Πατέρα λόγος, σοφία, δύναμη, θέληση, παρά μόνον ο Υιός του, ο οποίος είναι η μοναδική δύναμη του Πατέρα, η πρώτη αιτία της δημιουργίας όλων.
Αυτός είναι και ονομάζεται Υιός, διότι σαν τέλεια υπόσταση γεννιέται όπως αυτός γνωρίζει. Και το Άγιο Πνεύμα είναι η δύναμη του Πατέρα που φανερώνει τα κρύφια της θεότητος· δεν γεννιέται αλλά εκπορεύεται μέσω του Υιού από τον Πατέρα, όπως αυτός γνωρίζει· γι’ αυτό και το Άγιο Πνεύμα τελειοποιεί τη δημιουργία του σύμπαντος.
Όσα, λοιπόν, αρμόζουν στον Πατέρα που είναι ο αίτιος, η πηγή και ο γεννήτορας, πρέπει να τα αποδίδουμε μόνο στον Πατέρα· όσα αρμόζουν στο αποτέλεσμα της αιτίας, στο γεννητό Υιό, Λόγο, δύναμη προκαταρκτική, θέληση και σοφία, να τ’ αποδίδουμε στον Υιό· όσα επίσης ταιριάζουν στο αποτέλεσμα της αιτίας, το εκπορευτό, εκφαντορικό και τελεσιουργό, να τ’ αποδίδουμε στο Άγιο Πνεύμα. Ο Πατέρας είναι η πηγή και αιτία του Υιού και του Πνεύματος· είναι Πατέρας μόνον του Υιού και προβολέας του Αγίου Πνεύματος. Ο Υιός είναι Υιός, Λόγος, σοφία και δύναμη, εικόνα, κατοπτρισμός και τύπος του Πατέρα· προέρχεται από τον Πατέρα και όχι από το Πνεύμα. Το Πνεύμα είναι το Άγιο Πνεύμα του Πατέρα, διότι ο Πατέρας το εκπορεύει και διότι καμιά κίνηση δεν υπάρχει χωρίς το Πνεύμα· το Πνεύμα είναι και του Υιού, όχι με την έννοια ότι εκπορεύεται απ’ αυτόν, αλλά μέσω αυτού εκπορεύεται από τον Πατέρα· διότι μοναδικός αίτιος είναι ο Πατέρας.
και η ενότητα όσων ενώνονται μεταξύ τους. Είναι η εξουσία πάνω από κάθε εξουσία, η αρχή της υπάρξεως και η αγαθή μετάδοση των απορρήτων μυστηρίων, δηλαδή της γνώσεώς Του στον καθένα, σύμφωνα με το μέτρο του δυνατού και εφικτού».
Ακόμη πιο λεπτομερώς για τα ονόματα του Θεού.
Επειδή το θείο είναι ακατάληπτο, σίγουρα θα είναι και χωρίς όνομα. Και επειδή δεν γνωρίζουμε την ουσία του, ας μη ζητήσουμε το όνομα της ουσίας του· διότι τα ονόματα φανερώνουν τα πράγματα. Ο Θεός όμως, επειδή είναι αγαθός και μας έφερε από το μηδέν στην ύπαρξη για να μετέχουμε στην αγαθότητά του, και μας έκαμε όντα με γνώση, έτσι, όπως δεν μας μετάδωσε κάτι από την ουσία του, ούτε μας έδωσε και τη γνώση της ουσίας του. Διότι δεν είναι δυνατόν μια κτιστή φύση να γνωρίσει τελείως την ανώτερη απ’ αυτήν φύση. Και αν, μάλιστα, οι γνώσεις για τα όντα είναι ελλιπείς, πώς θα γνωρίσουμε αυτό που ξεπερνά την ουσία;
Ο Θεός, λοιπόν, από την πολλή του αγαθότητα, θέλησε να παίρνει δικά μας ονόματα, ώστε να μην είμαστε εντελώς αμέτοχοι από τη γνώση του, αλλά να έχουμε έστω και κάποια αμυδρή ιδέα γι’ Αυτόν. Έτσι, όπως είναι ακατάληπτος, είναι και χωρίς όνομα. Όλα τα όντα όμως ομολογούν ότι Αυτός είναι η αιτία όλων και κατέχει εκ των προτέρων το λόγο και την αιτία κάθε όντος· το ομολογούν ακόμη και τα αντίθετα μεταξύ τους, όπως το φως και το σκοτάδι, το νερό και η φωτιά, για να γνωρίζουμε ότι Αυτός δεν είναι στην ουσία του αυτά. Αλλά να γνωρίζουμε ότι είναι υπερούσιος, γι’ αυτό και χωρίς όνομα· και όλα τα δημιουργήματά του βεβαιώνουν ότι Αυτός είναι ο αίτιος κάθε όντος.
Γι’ αυτό, από τα θεία ονόματα άλλα χρησιμοποιούνται με αποφατική σημασία για να δηλώσουν το υπερούσιο, όπως ανούσιος, άχρονος, άναρχος, αόρατος· όχι ότι είναι κατώτερος από κάποιον ή του λείπει κάτι –διότι σ’ Αυτόν ανήκουν όλα και Αυτός τα δημιούργησε και τα συνέστησε για τον εαυτό Του· ξεχωρίζει απ’ όλα τα όντα, διότι υπερέχει –δεν είναι σαν κάποιο ον, αλλά πάνω απ’ όλα. Τα ονόματα πάλι, που χρησιμοποιούνται καταφατικά για το Θεό, λέγονται επειδή είναι αίτιος όλων. Ονομάζεται ων και ουσία, διότι είναι αίτιος κάθε ουσίας των όντων· ονομάζεται λόγος, λογικός, σοφία και σοφός, διότι είναι αίτιος κάθε λόγου και σοφίας, δηλαδή του λογικού και του σοφού.
Παρόμοια λέγεται νους, νοερός, ζωή, ζων, δύναμη και δυνατός· και σ’ όλα τα υπόλοιπα, επίσης, θα κληθεί με παρόμοια ονόματα, που θα ληφθούν περισσότερο από τα πιο αξιόλογα και κοντινά σ’ Αυτόν ονόματα.
Πιο αξιόλογα και κατάλληλα ονόματα γι’ Αυτόν είναι τα άϋλα από τα υλικά, τα καθαρά από τα ρυπαρά και τα άγια από τα μιασμένα, επειδή περισσότερο μετέχουν σ’ Αυτόν. Διότι πιο κατάλληλα θα κληθεί ήλιος και φως παρά σκοτάδι, ημέρα παρά νύχτα, ζωή παρά θάνατος, και φωτιά και πνεύμα και νερό, διότι έχουν ζωή, παρά γη. Και πάνω απ’ όλα θα ονομασθεί αγαθότητα και όχι κακό. Το ίδιο, θα τον καλέσει κανένας «ον» παρά «μη ον»· διότι το αγαθό είναι ύπαρξη και αίτιο της υπάρξεως, ενώ το κακό είναι στέρηση του αγαθού, δηλαδή της υπάρξεως.
Αυτά, λοιπόν, είναι τα αποφατικά και καταφατικά ονόματα· και είναι βέβαια πολύ πετυχημένος ο συνδυασμός τους, για παράδειγμα «υπερούσια ουσία, υπέρθεη θεότητα, υπεράρχια αρχή», και τα παρόμοια. Υπάρχουν και μερικά καταφατικά ονόματα που λέγονται για το Θεό και έχουν έννοια υπερβολικής αρνήσεως, όπως «σκοτάδι»· όχι ότι ο Θεός είναι σκοτάδι, αλλά δεν είναι φως, αφού είναι πάνω από το φως.
Ονομάζεται, λοιπόν, ο Θεός νους, λόγος, πνεύμα, σοφία και δύναμη, διότι είναι ο αίτιος αυτών και άϋλος και δημιουργός των όλων και παντοδύναμος.
Και αυτά τα ονόματα, και τα αποφατικά και τα καταφατικά, αποδίδονται σε όλο το κοινό (ουσία) της θεότητας. Το ίδιο όμως και απαράλλακτα αποδίδονται και σε κάθε ξεχωριστή υπόσταση της Αγίας Τριάδος· όταν αναλογισθώ μία από τις υποστάσεις, την αναγνωρίζω ως τέλειο Θεό και τέλεια ουσία. Και όταν πάλι συγκεντρώσω και απαριθμήσω τα τρία (πρόσωπα), αναγνωρίζω ένα τέλειο Θεό. Διότι η θεότητα δεν είναι σύνθετη, αλλά είναι ένα αχώριστο και ασύνθετο σε τρία τέλεια.
Όταν πάλι αναλογισθώ τη σχέση των υποστάσεων μεταξύ τους, γνωρίζω ότι ο Πατέρας είναι υπερούσιος ήλιος, πηγή αγαθότητος, άβυσσος ουσίας, λόγου, σοφίας, δυνάμεως, φωτός, θεότητος, πηγή που γεννά και προβάλλει το αγαθό που κρύβει μέσα της. Ο ίδιος, λοιπόν, είναι νους, άβυσσος του Λόγου, γεννήτορας του Λόγου και προβολέας μέσω του Λόγου του εκφαντορικού Πνεύματος. Και για να το πω με δυο λόγια, δεν υπάρχει για τον Πατέρα λόγος, σοφία, δύναμη, θέληση, παρά μόνον ο Υιός του, ο οποίος είναι η μοναδική δύναμη του Πατέρα, η πρώτη αιτία της δημιουργίας όλων.
Αυτός είναι και ονομάζεται Υιός, διότι σαν τέλεια υπόσταση γεννιέται όπως αυτός γνωρίζει. Και το Άγιο Πνεύμα είναι η δύναμη του Πατέρα που φανερώνει τα κρύφια της θεότητος· δεν γεννιέται αλλά εκπορεύεται μέσω του Υιού από τον Πατέρα, όπως αυτός γνωρίζει· γι’ αυτό και το Άγιο Πνεύμα τελειοποιεί τη δημιουργία του σύμπαντος.
Όσα, λοιπόν, αρμόζουν στον Πατέρα που είναι ο αίτιος, η πηγή και ο γεννήτορας, πρέπει να τα αποδίδουμε μόνο στον Πατέρα· όσα αρμόζουν στο αποτέλεσμα της αιτίας, στο γεννητό Υιό, Λόγο, δύναμη προκαταρκτική, θέληση και σοφία, να τ’ αποδίδουμε στον Υιό· όσα επίσης ταιριάζουν στο αποτέλεσμα της αιτίας, το εκπορευτό, εκφαντορικό και τελεσιουργό, να τ’ αποδίδουμε στο Άγιο Πνεύμα. Ο Πατέρας είναι η πηγή και αιτία του Υιού και του Πνεύματος· είναι Πατέρας μόνον του Υιού και προβολέας του Αγίου Πνεύματος. Ο Υιός είναι Υιός, Λόγος, σοφία και δύναμη, εικόνα, κατοπτρισμός και τύπος του Πατέρα· προέρχεται από τον Πατέρα και όχι από το Πνεύμα. Το Πνεύμα είναι το Άγιο Πνεύμα του Πατέρα, διότι ο Πατέρας το εκπορεύει και διότι καμιά κίνηση δεν υπάρχει χωρίς το Πνεύμα· το Πνεύμα είναι και του Υιού, όχι με την έννοια ότι εκπορεύεται απ’ αυτόν, αλλά μέσω αυτού εκπορεύεται από τον Πατέρα· διότι μοναδικός αίτιος είναι ο Πατέρας.