Ο Πατέρας είναι Πατέρας και όχι Υιός. Ο Υιός είναι Υιός και όχι Πατέρας.
Το Πνεύμα είναι Άγιο Πνεύμα και όχι Πατέρας ή Υιός· διότι η ιδιότητα δεν αλλάζει. Και πώς θα ήταν προσωπική ιδιότητα, εάν άλλαζε και μεταβαλόταν; Γι’ αυτό ο Υιός του Θεού γίνεται υιός ανθρώπου, για να παραμένει αμετάβλητη η ιδιότητα· όντας Υιός του Θεού έγινε και υιός ανθρώπου, με τη σάρκωσή του από την Αγία Παρθένο, και δεν έχασε την προσωπική του ιδιότητα.
Ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος, για να χαρίσει στον άνθρωπο αυτό για το οποίο τον έπλασε· διότι τον έκαμε σύμφωνα με τη δική Του εικόνα, να έχει νου, να είναι αυτεξούσιος και όμοιος μαζί Του,
δηλαδή τέλειος στις αρετές, όσο είναι εφικτό στην ανθρώπινη φύση· διότι αυτές υπάρχουν σαν γνωρίσματα της θείας φύσεως· δηλαδή, η αμεριμνησία, η αταραξία, η ακεραιότητα, η αγαθωσύνη, η σοφία, η δικαιοσύνη, η απαλλαγή από κάθε κακία. Αφού, λοιπόν, έπλασε τον άνθρωπο σε κοινωνία μαζί Του –«διότι τον έπλασε με σκοπό να μείνει άφθαρτος»–, τον οδήγησε με την κοινωνία της φύσεώς του στην αφθαρσία.
Επειδή όμως με την παράβαση της εντολής μαυρίσαμε και ξεθωριάσαμε τα γνωρίσματα της θείας εικόνος και πέφτοντας στην κακία αποξενωθήκαμε από την επαφή μας με το Θεό –«διότι ποιά επικοινωνία υπάρχει του φωτός με το σκοτάδι;»–, βρεθήκαμε έξω από την ζωή και υποκύψαμε στη φθορά του θανάτου. Επειδή μας μετάδωσε το καλύτερο και δεν το διατηρήσαμε, μετέχει ο ίδιος στο χειρότερο, εννοώ τη φύση μας, ώστε στο πρόσωπό του και μέσω του εαυτού του να ανανεώσει το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση· να μας διδάξει την ενάρετη ζωή και μέσω του εαυτού του να την καταστήσει για μας εύκολη να τη διαβούμε· με την κοινωνία της δικής του ζωής να μας ελευθερώσει από τη φθορά και να γίνει η πρώτη αρχή της αναστάσεώς μας· να ξανακατασκευάσει το άχρηστο και θρυμματισμένο σκεύος, για να μας ελευθερώσει από την τυραννία του διαβόλου, αφού μας κάλεσε στη θεογνωσία· να μας ενδυναμώσει και εκπαιδεύσει με την υπομονή και την ταπείνωση να καταπολεμάμε τον τύραννο.
Η δαιμονική, λοιπόν, θρησκεία καταργήθηκε· η δημιουργία εξαγιάστηκε με το θείο αίμα· οι βωμοί και οι ναοί των ειδώλων καταστράφηκαν, η θεογνωσία φυτεύθηκε, η ομοούσια Τριάδα και άκτιστη θεότητα, ο ένας Θεός και Κύριος, ο δημιουργός του σύμπαντος, είναι αυτός που λατρεύεται· οι αρετές καλλιεργούνται, η ανάσταση του Χριστού μας έδωσε ως δώρο την ελπίδα της αναστάσεως, οι δαίμονες τρέμουν τους ανθρώπους που πριν τους είχαν υποχείριους· και το πιο θαυμαστό, όλα αυτά τα κατόρθωσαν ο σταυρός, τα πάθη και ο θάνατος. Σ’ όλη τη γη το Ευαγγέλιο της θείας γνώσεως κηρύχθηκε χωρίς να νικήσει τους εχθρούς με πόλεμο, με όπλα και στρατό· αλλά, λίγοι αδύνατοι, αγράμματοι, κυνηγημένοι, βασανισμένοι, με κίνδυνο της ζωής τους κήρυξαν τον σταυρωμένο και θανατωμένο στη σάρκα (Χριστό) και κατατρόπωσαν τους σοφούς και ισχυρούς· διότι η πανίσχυρη δύναμη του σταυρωμένου τους συνόδευε πάντοτε. Ο θάνατος, που πρωτύτερα προκαλούσε πάρα πολύ φόβο, νικήθηκε και προτιμάται τώρα από τη ζωή αυτός που πριν ήταν αποκρουστικός και μισητός. Αυτά είναι τα κατορθώματα της παρουσίας του Χριστού, τα γνωρίσματα της δυνάμεώς του.
Δεν μας έσωσε όπως με τον Μωϋσή που, διαιρώντας τη θάλασσα, έβγαλε ένα λαό από την Αίγυπτο και τη δουλεία του Φαραώ, αλλά καλύτερα, έσωσε όλη την ανθρωπότητα από τη φθορά του θανάτου και από τον σκληρό δυνάστη της αμαρτίας· δεν μας οδήγησε με τη βία στην αρετή, δεν σκέπασε με χώμα ούτε μας έκαψε με τη φωτιά ούτε έδωσε εντολή να πετροβολούν τους αμαρτωλούς, αλλά με πραότητα και μακροθυμία, πείθει τους ανθρώπους να εκλέγουν την αρετή και να συναγωνίζονται στους κόπους γι’ αυτήν και να ευχαριστούνται. Διότι προηγουμένως, όταν αμάρταναν, βασανιζόταν και ακόμη προσηλώνονταν στην αμαρτία, και αυτή ήταν ο θεός τους· τώρα όμως προτιμούν για χάρη της ευσέβειας και της αρετής τα βασανιστήρια, τις στρεβλώσεις και το θάνατο.
Εύγε, Χριστέ, Λόγε του Θεού, σοφία και δύναμη και παντοκράτορα Θεέ!
Τί να σου ανταποδώσουμε, εμείς οι φτωχούληδες, για όλα αυτά;
Δικά σου είναι όλα, και τίποτε δεν ζητάς από μας παρά μόνον τη σωτηρία μας· ο ίδιος μας τη χαρίζεις και, από την ανέκφραστη καλωσύνη σου, αισθάνεσαι ευγνωμοσύνη σ’ αυτούς που τη δέχονται! Σε σένα ανήκει η ευγνωμοσύνη, που μας χαρίζεις την ύπαρξη και την αληθινή ζωή· ακόμη κι όταν απομακρυνθήκαμε απ’ αυτήν, μας επανέφερες με την ανέκφραστη συγκατάβασή σου.