Πρέπει να τιμάμε τους αγίους σαν φίλους του Χριστού, σαν τέκνα και κληρονόμους του Θεού, όπως λέει ο θεολόγος Ιωάννης ο ευαγγελιστής: «όσοι τον αποδέχθηκαν, τους έδωσε τη χάρη να γίνουν παιδιά του Θεού».
«Επομένως, καθόλου δεν είναι δούλοι, αλλά παιδιά· και εφόσον είναι παιδιά, είναι και κληρονόμοι· είναι κληρονόμοι του Θεού και συγκληρονόμοι του Χριστού. Και ο Κύριος, επίσης, στα ιερά ευαγγέλια λέει στους αποστόλους: «Εσείς είστε φίλοι μου.
Δεν σας καλώ πλέον δούλους· διότι ο δούλος δεν γνωρίζει τί κάνει ο Κύριός του». Και αν ο Δημιουργός του σύμπαντος και Κύριος ονομάζεται «Βασιλιάς των βασιλέων, Κύριος των αρχόντων και Θεός των θεών», τότε οπωσδήποτε οι Άγιοι ονομάζονται θεοί, κύριοι και βασιλείς.
Ο Θεός και Κύριος και βασιλιάς είναι και ονομάζεται Θεός αυτών (των αγίων). Λέει στο Μωϋσή: «Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ. Επίσης, ο Θεός ανέδειξε το Μωϋσή Θεό του Φαραώ. Λέγοντας θεούς, βασιλείς και κυρίους δεν εννοώ ότι είναι από τη φύση τους. Επειδή όμως εξουσίασαν και κυριάρχησαν στα πάθη και διαφύλαξαν απείραχτη τη θεία εικόνα, σύμφωνα με την οποία πλάσθηκαν –διότι και η εικόνα του βασιλιά βασιλιάς καλείται– και επειδή ενώθηκαν με το Θεό με τη θέλησή τους και τον δέχθηκαν ένοικό τους και έγιναν κατά χάρη, με την κοινωνία τους μ’ αυτόν, ό,τι είναι ο ίδιος στη φύση του, (γι’ αυτό τους ονομάζω έτσι). Πώς, λοιπόν, δεν πρέπει να τιμάμε αυτούς που έγιναν υπηρέτες, φίλοι και παιδιά του Θεού; Διότι η τιμή προς τους άξιους συνδούλους μας αποδείχνει την καλή διάθεσή μας προς τον κοινό Δεσπότη.
Αυτοί έχουν αναδειχθεί καθαρά κατοικητήρια και καταλύματα του Θεού.
Διότι ο Θεός λέει, «θα εγκατασταθώ μέσα τους, θα περπατήσω και θα είμαι Θεός τους». Και ακόμη η Αγία Γραφή βεβαιώνει ότι «οι ψυχές των δικαίων είναι στα χέρια του Θεού και ο θάνατος δεν τις αγγίζει· διότι ο θάνατος των αγίων είναι περισσότερο ύπνος παρά θάνατος. «Κόπιασαν δηλαδή στη ζωή τους και στο τέλος θ’ απολαύσουν τη ζωή»· και ακόμη (λέει η Αγία Γραφή): «ο θάνατος των αγίων του Κυρίου είναι πολύτιμος».
Διότι τι πολυτιμότερο υπάρχει από το να βρίσκεται κανείς στα χέρια του Θεού; Ο Θεός, λοιπόν, είναι ζωή και φως και όσοι βρίσκονται στα χέρια του Θεού, ζουν μέσα στη ζωή και το φως.
Επίσης, ο απόστολος βεβαιώνει ότι ο Θεός κατοίκησε στα σώματά τους μέσω του νου: «Δεν γνωρίζετε, λέει, ότι τα σώματά σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος που ενοικεί μέσα σας;». Επίσης (λέει): «Ο Κύριος είναι πνεύμα» και «αν κάποιος καταστρέφει το ναό του Θεού, θα τον καταστρέψει με τη σειρά του ο Θεός». Πώς, λοιπόν, δεν πρέπει να τιμάμε τους έμψυχους ναούς του Θεού, τα έμψυχα κατοικητήριά του; Αυτοί, όντας στη ζωή, στέκονται με παρρησία μπροστά στο Θεό.
Ο Δεσπότης Χριστός μάς χάρισε τα λείψανα των αγίων σαν πηγές σωτηρίας, επειδή παρέχουν τις ευεργεσίες με πολλούς τρόπους και αναβλύζουν ευωδιαστό μύρο. Και κανείς να μην αμφιβάλλει. Διότι, αν ο απόκρημνος και σκληρός βράχος, με τη θέληση του Θεού, ανάβλυσε νερό στην έρημο, και το ίδιο η σιαγόνα του γαϊδουριού, όταν ο Σαμψών δίψασε, πώς είναι απίστευτο τα λείψανα των μαρτύρων να μην αναβλύζουν ευωδιαστό μύρο;
Καθόλου δεν είναι, γι’ αυτούς που γνωρίζουν τη δύναμη του Θεού και την τιμή που Αυτός αποδίδει στους αγίους.
Σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο, όποιος άγγιζε νεκρό γινόταν ακάθαρτος· αλλά αυτοί (οι άγιοι) δεν είναι νεκροί. Αφότου, δηλαδή, η αυτοζωή και πηγή της ζωής συγκαταριθμήθηκε στους νεκρούς, δεν ονομάζουμε νεκρούς αυτούς που κοιμήθηκαν με την ελπίδα της αναστάσεως και την πίστη σ’ Αυτόν.
Διότι, πώς νεκρό σώμα μπορεί να θαυματουργεί; Πώς με αυτά (τα λείψανα των αγίων) τα δαιμόνια φυγαδεύονται, οι ασθενείς θεραπεύονται, οι τυφλοί βλέπουν, οι λεπροί καθαρίζονται, οι πειρασμοί και οι θλίψεις εξαφανίζονται, και μέσω αυτών κάθε καλή δωρεά κατέρχεται από τον Πατέρα των φώτων σ’ αυτούς που με ακλόνητη πίστη την ζητούν;
Πόσα θα έδινες, για να βρεις μεσάζοντα να σε παρουσιάσει σε θνητό βασιλιά και να πει σ’ αυτόν καλό λόγο για σένα;
Αναλογικά, δεν πρέπει να τιμάμε τους προστάτες όλου του ανθρωπίνου γένους που προσεύχονται στο Θεό για μας; Ασφαλώς πρέπει να τους τιμάμε, και ναούς ν’ ανεγείρουμε στο Θεό με τ’ όνομά τους, και καρπούς να τους προσφέρουμε, και να τιμάμε τις μνήμες τους και να πανηγυρίζουμε πνευματικά σ’ αυτές, ώστε η χαρά να τους είναι αρεστή, που μας συνάζουν, για να μην συμβαίνει το αντίθετο, στην προσπάθειά μας να τους τιμήσουμε, να τους εξοργίζουμε. Διότι μ’ αυτά που ο Θεός λατρεύεται, μ’ αυτά και οι εκλεκτοί υπηρέτες του θα χαρούν· και με όσα ο Θεός δυσαρεστείται, μ’ αυτά και οι ακόλουθοί του θα δυσαρεστηθούν. Ας τιμήσουμε, λοιπόν, (αγαπητοί μου) πιστοί, τους αγίους «με ψαλμούς, ύμνους και πνευματικά άσματα», με κατάνυξη και ελεημοσύνη των φτωχών, με τα οποία κατεξοχήν ο Θεός λατρεύεται. Ν’ ανεγείρουμε προς τιμή τους προσκυνητάρια και ορατές εικόνες, και οι ίδιοι ν’ αναδειχθούμε έμψυχα προσκυνητάρια και εικόνες τους με τη μίμηση των αρετών τους.
Ας τιμήσουμε τη Θεοτόκο κατεξοχήν και αληθινά σαν μητέρα του Θεού· τον προφήτη Ιωάννη σαν πρόδρομο, βαπτιστή, απόστολο και μάρτυρα· διότι, όπως είπε ο Κύριος, «καμιά γυναίκα δεν γέννησε μεγαλύτερη προσωπικότητα από τον Ιωάννη»· αυτός αναδείχθηκε ο πρώτος κήρυκας της βασιλείας του. (Ας τιμήσουμε) τους αποστόλους σαν αδελφούς του Κυρίου, μάρτυρας και διακόνους των παθών του, «τους οποίους ο Θεός και Πατέρας, κατά την πρόγνωσή του, τους προόρισε να είναι σύμμορφοι με την εικόνα του Υιού του· πρώτα αποστόλους, έπειτα προφήτες και τρίτο ποιμένες και δασκάλους». (Ας τιμήσουμε) τους μάρτυρες του Κυρίου, που έχουν διαλεχτεί από κάθε τάξη, σαν στρατιώτες Χριστού και σαν ανθρώπους που έχουν πιεί το ποτήρι του και βαπτίσθηκαν το βάπτισμα του ζωοποιού θανάτου του και σαν μετόχους στα παθήματα και τη δόξα, των οποίων ηγέτης είναι ο πρωτοδιάκονος, απόστολος και πρωτομάρτυρας του Χριστού Στέφανος. (Ας τιμήσουμε) τους οσίους πατέρες μας και θεοφόρους πατέρες, που αγωνίσθηκαν το πιο μακροχρόνιο και επίπονο μαρτύριο της συνειδήσεως· «αυτοί τριγύρισαν με μηλωτές, με δέρματα προβάτων, με στερήσεις, θλίψεις, κακουχίες, περιπλανώμενοι στις ερήμους, τα όρη, τα σπήλαια, τις τρύπες της γης· ο κόσμος δεν είναι αντάξιός τους».
(Ας τιμήσουμε) τους προ Χριστού προφήτες, τους πατριάρχες, τους δικαίους οι οποίοι προκατήγγειλαν την έλευση του Κυρίου.
Εξετάζοντας όλων αυτών την βιωτή, ας ποθήσουμε την πίστη, την αγάπη, την ελπίδα, το ζήλο, το βίο, την αντοχή στα παθήματα, την υπομονή μέχρι να χύσουν το αίμα τους, για να γίνουμε συμμέτοχοι και στα στεφάνια της δόξης τους.
«Επομένως, καθόλου δεν είναι δούλοι, αλλά παιδιά· και εφόσον είναι παιδιά, είναι και κληρονόμοι· είναι κληρονόμοι του Θεού και συγκληρονόμοι του Χριστού. Και ο Κύριος, επίσης, στα ιερά ευαγγέλια λέει στους αποστόλους: «Εσείς είστε φίλοι μου.
Δεν σας καλώ πλέον δούλους· διότι ο δούλος δεν γνωρίζει τί κάνει ο Κύριός του». Και αν ο Δημιουργός του σύμπαντος και Κύριος ονομάζεται «Βασιλιάς των βασιλέων, Κύριος των αρχόντων και Θεός των θεών», τότε οπωσδήποτε οι Άγιοι ονομάζονται θεοί, κύριοι και βασιλείς.
Ο Θεός και Κύριος και βασιλιάς είναι και ονομάζεται Θεός αυτών (των αγίων). Λέει στο Μωϋσή: «Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ. Επίσης, ο Θεός ανέδειξε το Μωϋσή Θεό του Φαραώ. Λέγοντας θεούς, βασιλείς και κυρίους δεν εννοώ ότι είναι από τη φύση τους. Επειδή όμως εξουσίασαν και κυριάρχησαν στα πάθη και διαφύλαξαν απείραχτη τη θεία εικόνα, σύμφωνα με την οποία πλάσθηκαν –διότι και η εικόνα του βασιλιά βασιλιάς καλείται– και επειδή ενώθηκαν με το Θεό με τη θέλησή τους και τον δέχθηκαν ένοικό τους και έγιναν κατά χάρη, με την κοινωνία τους μ’ αυτόν, ό,τι είναι ο ίδιος στη φύση του, (γι’ αυτό τους ονομάζω έτσι). Πώς, λοιπόν, δεν πρέπει να τιμάμε αυτούς που έγιναν υπηρέτες, φίλοι και παιδιά του Θεού; Διότι η τιμή προς τους άξιους συνδούλους μας αποδείχνει την καλή διάθεσή μας προς τον κοινό Δεσπότη.
Αυτοί έχουν αναδειχθεί καθαρά κατοικητήρια και καταλύματα του Θεού.
Διότι ο Θεός λέει, «θα εγκατασταθώ μέσα τους, θα περπατήσω και θα είμαι Θεός τους». Και ακόμη η Αγία Γραφή βεβαιώνει ότι «οι ψυχές των δικαίων είναι στα χέρια του Θεού και ο θάνατος δεν τις αγγίζει· διότι ο θάνατος των αγίων είναι περισσότερο ύπνος παρά θάνατος. «Κόπιασαν δηλαδή στη ζωή τους και στο τέλος θ’ απολαύσουν τη ζωή»· και ακόμη (λέει η Αγία Γραφή): «ο θάνατος των αγίων του Κυρίου είναι πολύτιμος».
Διότι τι πολυτιμότερο υπάρχει από το να βρίσκεται κανείς στα χέρια του Θεού; Ο Θεός, λοιπόν, είναι ζωή και φως και όσοι βρίσκονται στα χέρια του Θεού, ζουν μέσα στη ζωή και το φως.
Επίσης, ο απόστολος βεβαιώνει ότι ο Θεός κατοίκησε στα σώματά τους μέσω του νου: «Δεν γνωρίζετε, λέει, ότι τα σώματά σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος που ενοικεί μέσα σας;». Επίσης (λέει): «Ο Κύριος είναι πνεύμα» και «αν κάποιος καταστρέφει το ναό του Θεού, θα τον καταστρέψει με τη σειρά του ο Θεός». Πώς, λοιπόν, δεν πρέπει να τιμάμε τους έμψυχους ναούς του Θεού, τα έμψυχα κατοικητήριά του; Αυτοί, όντας στη ζωή, στέκονται με παρρησία μπροστά στο Θεό.
Ο Δεσπότης Χριστός μάς χάρισε τα λείψανα των αγίων σαν πηγές σωτηρίας, επειδή παρέχουν τις ευεργεσίες με πολλούς τρόπους και αναβλύζουν ευωδιαστό μύρο. Και κανείς να μην αμφιβάλλει. Διότι, αν ο απόκρημνος και σκληρός βράχος, με τη θέληση του Θεού, ανάβλυσε νερό στην έρημο, και το ίδιο η σιαγόνα του γαϊδουριού, όταν ο Σαμψών δίψασε, πώς είναι απίστευτο τα λείψανα των μαρτύρων να μην αναβλύζουν ευωδιαστό μύρο;
Καθόλου δεν είναι, γι’ αυτούς που γνωρίζουν τη δύναμη του Θεού και την τιμή που Αυτός αποδίδει στους αγίους.
Σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο, όποιος άγγιζε νεκρό γινόταν ακάθαρτος· αλλά αυτοί (οι άγιοι) δεν είναι νεκροί. Αφότου, δηλαδή, η αυτοζωή και πηγή της ζωής συγκαταριθμήθηκε στους νεκρούς, δεν ονομάζουμε νεκρούς αυτούς που κοιμήθηκαν με την ελπίδα της αναστάσεως και την πίστη σ’ Αυτόν.
Διότι, πώς νεκρό σώμα μπορεί να θαυματουργεί; Πώς με αυτά (τα λείψανα των αγίων) τα δαιμόνια φυγαδεύονται, οι ασθενείς θεραπεύονται, οι τυφλοί βλέπουν, οι λεπροί καθαρίζονται, οι πειρασμοί και οι θλίψεις εξαφανίζονται, και μέσω αυτών κάθε καλή δωρεά κατέρχεται από τον Πατέρα των φώτων σ’ αυτούς που με ακλόνητη πίστη την ζητούν;
Πόσα θα έδινες, για να βρεις μεσάζοντα να σε παρουσιάσει σε θνητό βασιλιά και να πει σ’ αυτόν καλό λόγο για σένα;
Αναλογικά, δεν πρέπει να τιμάμε τους προστάτες όλου του ανθρωπίνου γένους που προσεύχονται στο Θεό για μας; Ασφαλώς πρέπει να τους τιμάμε, και ναούς ν’ ανεγείρουμε στο Θεό με τ’ όνομά τους, και καρπούς να τους προσφέρουμε, και να τιμάμε τις μνήμες τους και να πανηγυρίζουμε πνευματικά σ’ αυτές, ώστε η χαρά να τους είναι αρεστή, που μας συνάζουν, για να μην συμβαίνει το αντίθετο, στην προσπάθειά μας να τους τιμήσουμε, να τους εξοργίζουμε. Διότι μ’ αυτά που ο Θεός λατρεύεται, μ’ αυτά και οι εκλεκτοί υπηρέτες του θα χαρούν· και με όσα ο Θεός δυσαρεστείται, μ’ αυτά και οι ακόλουθοί του θα δυσαρεστηθούν. Ας τιμήσουμε, λοιπόν, (αγαπητοί μου) πιστοί, τους αγίους «με ψαλμούς, ύμνους και πνευματικά άσματα», με κατάνυξη και ελεημοσύνη των φτωχών, με τα οποία κατεξοχήν ο Θεός λατρεύεται. Ν’ ανεγείρουμε προς τιμή τους προσκυνητάρια και ορατές εικόνες, και οι ίδιοι ν’ αναδειχθούμε έμψυχα προσκυνητάρια και εικόνες τους με τη μίμηση των αρετών τους.
Ας τιμήσουμε τη Θεοτόκο κατεξοχήν και αληθινά σαν μητέρα του Θεού· τον προφήτη Ιωάννη σαν πρόδρομο, βαπτιστή, απόστολο και μάρτυρα· διότι, όπως είπε ο Κύριος, «καμιά γυναίκα δεν γέννησε μεγαλύτερη προσωπικότητα από τον Ιωάννη»· αυτός αναδείχθηκε ο πρώτος κήρυκας της βασιλείας του. (Ας τιμήσουμε) τους αποστόλους σαν αδελφούς του Κυρίου, μάρτυρας και διακόνους των παθών του, «τους οποίους ο Θεός και Πατέρας, κατά την πρόγνωσή του, τους προόρισε να είναι σύμμορφοι με την εικόνα του Υιού του· πρώτα αποστόλους, έπειτα προφήτες και τρίτο ποιμένες και δασκάλους». (Ας τιμήσουμε) τους μάρτυρες του Κυρίου, που έχουν διαλεχτεί από κάθε τάξη, σαν στρατιώτες Χριστού και σαν ανθρώπους που έχουν πιεί το ποτήρι του και βαπτίσθηκαν το βάπτισμα του ζωοποιού θανάτου του και σαν μετόχους στα παθήματα και τη δόξα, των οποίων ηγέτης είναι ο πρωτοδιάκονος, απόστολος και πρωτομάρτυρας του Χριστού Στέφανος. (Ας τιμήσουμε) τους οσίους πατέρες μας και θεοφόρους πατέρες, που αγωνίσθηκαν το πιο μακροχρόνιο και επίπονο μαρτύριο της συνειδήσεως· «αυτοί τριγύρισαν με μηλωτές, με δέρματα προβάτων, με στερήσεις, θλίψεις, κακουχίες, περιπλανώμενοι στις ερήμους, τα όρη, τα σπήλαια, τις τρύπες της γης· ο κόσμος δεν είναι αντάξιός τους».
(Ας τιμήσουμε) τους προ Χριστού προφήτες, τους πατριάρχες, τους δικαίους οι οποίοι προκατήγγειλαν την έλευση του Κυρίου.
Εξετάζοντας όλων αυτών την βιωτή, ας ποθήσουμε την πίστη, την αγάπη, την ελπίδα, το ζήλο, το βίο, την αντοχή στα παθήματα, την υπομονή μέχρι να χύσουν το αίμα τους, για να γίνουμε συμμέτοχοι και στα στεφάνια της δόξης τους.