Πρέπει να γνωρίζουμε ότι η σάρκα του Κυρίου δεν λέγεται ότι έχει θεωθεί εξαιτίας μεταβολής της φύσεως ή μετατροπής ή άλλοιώσεως ή συγχύσεως και ότι έγινε όμοια με το Θεό και Θεός η ίδια, όπως λέει ο θεολόγος Γρηγόριος: «Απ’ αυτά το ένα θέωσε και το άλλο θεώθηκε, και τολμώ να το ονομάσω ομόθεο· και αυτό που έχρισε έγινε άνθρωπος, ενώ αυτό που χρίσθηκε έγινε Θεός». Αυτά δεν έγιναν με μεταβολή της φύσεως, αλλά με ένωση κατ’ οικονομία (Θεού)· εννοώ την υποστατική ένωση, σύμφωνα με την οποία ενώθηκε αδιάσπαστα με το Λόγο του Θεού· εννοώ την αλληλοπεριχώρηση των φύσεων, όπως συμβαίνει με την πυράκτωση του σιδήρου· διότι, όπως ομολογούμε την ενανθρώπηση χωρίς μεταβολή και μετατροπή, έτσι πιστεύουμε ότι έγινε και η θέωση της σάρκας. Ο Λόγος, δηλαδή, επειδή έγινε σάρκα, δεν βγήκε έξω από τα όρια της θεϊκής του φύσεως και από την θεοπρεπή του δόξα· ούτε όμως η σάρκα, επειδή θεώθηκε, άλλαξε τη δική της φύση και τα φυσικά της γνωρίσματα.
Οι φύσεις, δηλαδή, και μετά την ένωσή τους έμειναν ασύγχυτες, και οι ιδιότητές τους απείραχτες. Η σάρκα του Κυρίου μάλιστα πλουτίστηκε με τις θείες ενέργειες, εξαιτίας της πλήρους ενώσεώς της με το Λόγο· χάρη, δηλαδή, στην υποστατική ένωση, χωρίς καθόλου να χάσει τα φυσικά της γνωρίσματα. Διότι, δεν ενεργούσε τα θεία σύμφωνα με τη δική της ενέργεια, αλλά χάρη στο Λόγο που ήταν ενωμένος μαζί της· καθώς ο Λόγος μέσω αυτής (της σάρκας) φανέρωνε την ενέργειά του.
Όπως ο πυρακτωμένος σίδηρος καίει χωρίς να έχει αποκτήσει την καυστική ενέργεια με φυσική αιτία, αλλά εξαιτίας της ενώσεώς του
με τη φωτιά.
Η ίδια, λοιπόν, η σάρκα ήταν θνητή εξαιτίας του εαυτού της, αλλά και ζωοοποιά εξαιτίας της υποστατικής ενώσεώς της με το Λόγο. Παρόμοια λέμε και για τη θέωση του θελήματος· δεν άλλαξε η φυσική του κίνηση· αλλά, αφότου ενώθηκε με το θείο και παντοδύναμο θέλημα, έγινε το θέλημα του Θεού που ενανθρώπησε. Γι’ αυτό, όταν (το ανθρώπινο θέλημα) θέλησε να κρυφτεί, δεν τα κατάφερε· διότι ο Θεός Λόγος θέλησε να φανεί ότι πράγματι υπάρχει στον εαυτό του το αδύναμο ανθρώπινο θέλημα· όταν θέλησε, ενήργησε τον καθαρισμό του λεπρού, χάρη στην ένωση με το θείο θέλημα.
Πρέπει να γνωρίζουμε ακόμη ότι η θέωση της φύσεως και της θελήσεως είναι εμφαντική και δεικτική και των δύο φύσεων και των δύο θελήσεων.
Διότι όπως η πυράκτωση δεν μεταβάλλει σε φωτιά τη φύση αυτού που πυρακτώνεται, αλλά φανερώνει και αυτό που πυρακτώθηκε και αυτό που πυράκτωσε και δεν δηλώνει ένα πράγμα αλλά δύο, έτσι και η θέωση δεν δημιουργεί μία σύνθετη φύση, αλλά μία υποστατική ένωση δύο φύσεων. Λέει, λοιπόν, ο θεολόγος Γρηγόριος:
«Απ’ αυτά το ένα θέωσε και το άλλο θεώθηκε»· με το να πει «απ’ αυτά» και «το ένα» και «το άλλο» φανέρωσε δύο φύσεις.