ΛΟΓΟΣ Ι' (10)

ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΝΕΙΛΟΥ





Αύται αι θαυμασταί εργασίαι, περί ων ωμιλήσαμεν, εξ άπαντος απαιτούν την αποκοπήν και αμεριμνίαν, ήτις είναι ή νέκρωσις από πάντων και την ενασχόλησιν και προσοχήν εις μόνον το έργον του Θεού, όπως ειπόν οί γνωρίσαντες τούτο εκ της αποκτήσεως της σοφίας μεγάλοι Πατέρες.

Ό μεν μέγας Μακάριος λέγει• «Όστις θέλει να προσέλθει προς τον Κύριον και να αξιωθεί της αιωνίου ζωής και να γίνει κατοικητήριο του Χριστού και να εμπλησθή από το Άγιον Πνεύμα δια να δυνηθεί να φέρει τους καρπούς του Πνεύματος καθαρώς και αμέμπτως κατά πάσας τας έντολάς του Κυρίου, αυτός πρέπει ούτω να αρχίσει• πρώτον πρέπει να έχη βεβαίαν πίστιν εις τον Κύριον και να επιδώσει όλο τον εαυτόν του εις τους λόγους των εντολών Αυτού, να απαρνηθεί τον κόσμον κατά πάντα, δια να μη ασχολείται ό νους του ούτε με ένα από τα ορατά, αλλά μόνον να έχει προ οφθαλμών αυτόν μόνον τον Κύριον και τας εντολάς Αυτού και να επιδιώκει εις Αυτόν μόνον να είναι αρεστός, και να προσκαρτερή πάντοτε εν τη προσευχή, ελπίζων εις την επίσκεψιν του Θεού και εις την βοήθειαν Αυτού, έχων τον νουν του πάντοτε εν τούτω και να βιάζει τον εαυτόν του πάντοτε εις πάν αγαθόν και εις πάσας τας εντολάς του Κυρίου κατά δύναμιν, και μη θελούσης της καρδίας δια την κατέχουσαν αυτήν αμαρτίαν, πιστεύων ότι ελθών ό Κύριος θα ενοικήση εντός Αυτού και θα τον τελείωση και θα τον ενδυνάμωση εις την κατόρθωσιν όλων των εντολών και oτι αυτός ό Κύριος θα γίνει οικητήριον της ψυχής. Και να μνημονεύει του Κυρίου πάντοτε, προσδοκών Αυτόν εν αγάπη πολλή. Τότε βλέπων ό Κύριος την τοιαύτην καλήν προαίρεσιν και σπουδήν, θα ποίηση το έλεος Αυτού με αυτόν και θα τον λύτρωση από την εν αυτώ ζώσαν αμαρτία και θα τον γεμίσει με Πνεύμα Άγιον. Και ούτω αυτός θα πράττει καθ' έξης πάντα τα του Κυρίου χωρίς βίαν και κόπο, μόνον από την αλήθεια, μάλλον δε ό Κύριος εν αυτώ. Και τότε θα φέρει τους καρπούς του Πνεύματος καθαρώς».

Και ό Μέγας Βασίλειος λέγει ότι «ή αρχή της καθαρότητας της ψυχής είναι ή ησυχία».

Και ό Ιωάννης της Κλίμακος είπε• «Το έργον της ησυχίας είναι ή αμεριμνία των ευλόγων και αλόγων πραγμάτων, δεύτερον ή άοκνος προσευχή και τρίτον ή άσυλος εργασία της καρδίας». Ευλόγα δε πράγματα δεν ονομάζει εκείνα, τα όποια έχομεν τώρα ως συνήθεια εν σχέση προς την απόκτησιν χωρίων και την κατοχή πολλών κτημάτων και τας συμπλοκάς με τον κόσμον, διότι ταύτα είναι άλογα, άλλα τας ομιλίας, αι οποίαι γίνονται υπό καλόν πρόσχημα και νομίζονται προς σωτήρια της ψυχής. Και ταύτας λοιπόν πρέπει να κάμνομε κατά τον πρέποντα τρόπον και εν μετρώ με πνευματικούς και ευλαβείς πατέρας και αδελφούς. Διότι όταν κάμωμεν αυτάς αφυλάκτως, θα πέσωμεν κατά πάσαν ανάγκην εις τα δεύτερα, δηλαδή τα άλογα πράγματα. Και ιδού, τα μεν πρώτα ωνομάσαμεν ευλόγα• δεύτερα δε τας φιλονεικείας και αντιλογίας, τους γογγυσμούς και τας κατακρίσεις και τους εξευτελισμούς και τας ύβρεις και τα λοιπά κακά, εις τα όποια εμπίπτομεν από τα προηγούμενα ευλόγα. «Αδύνατον μεν, —λέγει—, είναι εις τον μη μαθόντα γράμματα κατά τρόπον φυσικό να μελετήσει εις τα βιβλία.

Αδυνατώτερον δε εις τον μη αποκτήσαντα το πρώτον να μετέλθη τα δύο με λόγον». Και δια να είπωμεν τούτο με κοινήν και απλήν γλώσσα αδύνατον είναι εις τον μη μαθόντα γράμματα να απαγγείλει και να αναγνώσει και να κανοναρχήσει από τα βιβλία. Αδυνατώτερον δε εις τον μη αποκτήσαντα το πρώτον, δηλαδή την αμεριμνίαν των ευλόγων και αλόγων πραγμάτων, ήτις είναι ή νέκρωσις από παντός πράγματος, να μετέρχηται την ψαλμωδία εις τον νουν χωρίς οκνηρία και την προσευχή με προσοχή, τουτέστιν την καρδιακή εργασία, διότι την μεν προσευχή ονομάζει εδώ άοκνο στάση της ψαλμωδίας, την δε καρδιακή εργασία καθέδρα της προσευχής και τήρησιν του νοός. Και αλλαχού• «Μικρά θρίξ ταράττει τον όφθαλμόν, και μικρά φροντίς αφανίζει την ησυχίαν». Και πάλιν «Όστις εγεύθη της προσευχής, πολλάκις μόλυνε τον νουν με ένα μόνον λόγον προερχόμενον, και παραστάς εν προσευχή, δεν εύρε το ποθούμενον ως συνήθως». ούτω λέγει Και ό Συμεών ό Νέος Θεολόγος• «Να είναι ή ζωή σου ήσυχος Και αμέριμνος, νεκρωθείσα από πάντων». Και άφ' ου διετύπωσε τούτο, διδάσκει έπειτα τα περί προσευχής και προσοχής. Και ό Ισαάκ λέγει προς όσους θέλουν αληθώς να ησυχάζουν και να καθαρίζουν τον νουν εν προσευχή• «Μάκρυναν τον εαυτόν σου από την θέα του κόσμου και έκκοψον τας συντυχίας και μη θέλεις να υποδέχεσαι τους κατά συνήθεια φίλους εν τω κελλίω σου, ούτε υπό το πρόσχημα της χρηστότητας, αλλά μόνον τους ομότροπους και ομογνώμονας και συμμύστας σου. Και φόβου την σύγχυσιν της ψυχικής συντυχίας, ήτις συνηθίζει ακουσίως να κινείται και άφ' ου εξεκόπη και διελύθη ή εξωτερική συντυχία». Και λέγει εκείνο, το οποίον γνωρίζομεν εκ πείρας. Διότι όταν παύσωμεν από τας τοιαύτας ομιλίας, έστω και αν νομίζωνται καλαί, ευθύς μετά την παύσιν των ομιλιών είμεθα παρά την θέλησιν ημών τεταραγμένοι κατά την ψυχήν, και αύται κινούνται ακουσίως εντός ημών και παραμένουν προσκεκολλημέναι εις ημάς επί ουκ ολίγον χρόνον, επειδή και τα προς τους πλησίον και ηγαπημένους ημών περιττό Και άκαιρα λόγια προξενούν ταραχήν και δεινώς φθείρουν την φυλακήν του νοός και την κρυπτήν μελέτη. αλλαχού δε λέγει εναντίον τούτων πάλιν αυστηρότατα τα έξης• «Ω, τι κακόν είναι ή θέα και ή ομιλία δια τους εν ησυχία διάγοντας! Αληθώς, ω αδελφοί, πλέον των λελυμένων της ησυχίας! Διότι καθώς η σφοδρότης του πάγου όταν επιπέσει εις τα άκρα των φυτών, ξηραίνει αυτά, ούτω και αι συντυχίαι των ανθρώπων, και αν είναι παντελώς μικραι Και διεξάγονται κατά το φαινόμενον προς το αγαθόν, ξηραίνουν τα άνθη των αρετών, τα όποια προσφάτως εξήνθησαν εκ της συγκράσεως της ησυχίας Και περικυκλώνουν με απαλότητα και τρυφερότητα το φυτόν της ψυχής, το φυτευθέν επί τας διεξόδους των υδάτων της μετανοίας. Και όπως ή σφοδρότης της πάχνης καταλαμβάνει τα προσφάτως βλαστήσαντα και κατακαίγει αυτά, ούτω και ή συντυχία των ανθρώπων την ρίζαν του νου, ήτις ήρχισε να χλοηφορή την χλόην των αρετών. Και εάν ή ομιλία των εν μέρει μεν εγκρατευομένων, εν μέρει δε εχόντων μικρά ελαττώματα, συνηθίζει να βλάπτει την ψυχήν, πόσω μάλλον ή θέα και λαλιά των ιδιωτών και μωρών, δια να μη ειπώ των κοσμικών; Διότι όπως ένας ευγενής και έντιμος άνθρωπος, όταν μεθύσι, λησμονεί την ευγένεια του και ατιμάζεται το αξίωμα του και καταγελάτε ή τιμή του υπό των αλλότριων λογισμών, οίτινες εισήλθαν εις αυτόν από την δύναμιν του οίνου, ούτω θολώνεται και ή σωφροσύνη της ψυχής υπό της θέας και ομιλίας των ανθρώπων και λησμονεί τον τρόπον της φυλακής της και εξαλείφεται από την διάνοια της ή τήρησης του θελήματος και εκθεμελιώνεται απ' αυτήν πασά οικοδομή της επαινετής καταστάσεως. Και εάν λοιπόν ή συντυχία Και ό πλατυσμός εν το μετεωρισμό, όταν επισυμβούν εις τον εν ησυχία όντα —ή και ή προσέγγισης τού των, ώστε να βλέπει και να ακούει—•, επαρκούν ώστε τα δια των πυλών της οράσεως Και ακοής εισερχόμενα να προξενήσουν εις αυτόν ψυχρότητα και θόλωσιν της διανοίας από τα θεία εξ αιτίας της πολλής θέας και ακοής, και εάν εν μικρά ώρα επιφέρουν τοσαύτη ζημιά, τι να είπωμεν περί της διηνεκούς συναντήσεως τούτων και της πολλής χρονοτριβής εντός τούτων;». Και αλλαχού λέγει ό ίδιος• «Ό αγαπών την ομιλία του κόσμου, αυτός στερείται της ζωής, και δεν έχω τι να ειπώ περί Αυτού, άλλα μόνον μετά κλαυθμού να πενθήσω πένθος απαραμύθητον, του οποίου ή ακοή συντρίβει τας καρδίας των ακουόντων». Και πάλιν αλλαχού λέγει ότι «μόνη ή θέα των κοσμικών δύναται να δώση δύναμιν εις τα πάθη, ώστε να χαυνώσουν τον ασκητή και να αλλοιώσουν την σύνεσιν και την προαίρεσίν του. Δια τούτο ό μοναχός δεν πρέπει να συναναμιχθή μετά των πολεμούντων αυτόν, αλλά να απομακρυνθεί από την προσέγγισιν πάντων εκείνων, εκ των οποίων πειράζεται ή ελευθερία του.

Διότι όταν έλθει ό άνθρωπος προς τον Θεόν, συνάπτει διαθήκη μετά του Θεού, ότι όχι μόνον θα απέχει από πάντα ταύτα, αλλά και δεν θα βλέπει πάσαν τάξιν των κοσμικών, ούτε θα ακούει τους λόγους των, ούτε τα περί αυτών». Και πολλά ακόμη Και όμοια προς ταύτα γράφουν ό Άγιος ούτος και άλλοι Άγιοι.

Και ούτω πιστεύονται ως αναντιρρήτως αληθινά.
via