Τα τελευταία χρόνια παρατηρεί κανείς μια εκρηκτική αύξηση του αριθμού των συνανθρώπων μας, οι οποίοι επισκέπτονται κάποιον ψυχολόγο ή ψυχαναλυτή και στην περίπτωση επιδείνωσης της ψυχολογικής τους κατάστασης προχωρούν ακόμη περισσότερο απευθυνόμενοι σ’ ένα νευρολόγο/ψυχίατρο. Σαφώς δεν επιθυμώ με το παρόν κείμενο να υποβαθμίσω τον τομέα αυτό της ψυχιατρικής και σαφέστατα υπάρχουν συνάνθρωποί μας χρήζοντες στενής ιατρικής παρακολούθησης. Σκοπεύω όμως να αναφερθώ σε αυτή τη μόδα των τελευταίων ετών όπου κατα κύματα ο κόσμος απευθύνεται στους άνωθεν ειδικούς, αρχικά στους ψυχολόγους και εν συνεχεία απουσία βελτίωσης της κατάστασής τους στους ψυχιάτρους.
Μου έχει προκαλέσει μεγάλη εντύπωση το γεγονός αυτό αλλά περισσότερο με παραξενεύει το εξής. Τα άτομα τα οποία παρατήρω τόσο προσωπικά όσο και άλλοι να στρέφονται σε αυτή τη βοήθεια είναι άνθρωποι δίχως προβλήματα ζωτικής σημασίας. Δεν πρόκειται για ανέργους, δεν είναι άνθρωποι με οικονομικά προβλήματα – τουλάχιστον με την έννοια ότι τα αντιλαμβάνονται! – και γενικά δεν έχουν υποχρεώσεις οι οποίες υπό τη μορφή σκέψεων τους ακολουθούν μέχρι την ώρα του ύπνου το βράδυ. Δε γνωρίζω ούτε ένα βιοπαλαιστή, εργάτη, καθαρίστρια, άνθρωπο του μόχθου που παλεύει να τα φέρει βόλτα κερδίζοντας τον επιούσιο, να έχει τέτοιας υφής προβλήματα. Δεν έχουν λοιπόν οι παραπάνω αναφερθέντες τέτοια βάσανα αλλά πολλάκις παρουσιάζουν χαρακτηριστικά κατάθλιψης ή γενικώς μεγαλοποιούν τα μικρότερης εμβέλειας προβλήματά τους για να στραφούν σε ειδικούς.
Παρατηρούμε επίσης σήμερα άνθρωποι απλοί, καθημερινοί, μισθωτοί με απολαβές μετρίου επιπέδου να διαθέτουν πάραυτα μηνιαίως ένα ποσό της τάξης των € 150,00-200,00 για να πάνε στον ψυχολόγο / ψυχαναλυτή τους όπως λένε ή να επισκεφθούν τον ψυχίατρο, να κουβεντιάσουν, να συνταγογραφηθούν τα ηρεμηστικά τους και να φύγουν. Άραγε τι είδους συμβουλές είναι αυτές που τους δίνονται; Τί ακούνε;
Κι αυτό ακόμη είναι εν αμφιβόλω. Θυμάμαι κάποτε σε μια συζήτηση ένας συνομιλητής αναφέρθηκε στην περίπτωση μιας κοπέλας η οποία συνδεόταν με κάποιον άνδρα τόσο ψυχικά όσο και σωματικά. Μια μέρα διαπίστωσε ότι ο άνδρας αυτός είχε ταυτόχρονα σχέσεις και με άλλη γυναίκα. Εδώ βέβαια δε μιλάμε για απιστία καθώς δεν υπήρχε καν γάμος ευλογημένος από το Χριστό μας. Η γυναίκα αντί να πράξει τα αυτονόητα αποτάνθηκε σε ψυχολόγο. Διέθεσε τελικά χρόνο και σημαντικό χρηματικό ποσό για να ακούσει τον ψυχολόγο να την παροτρύνει να πληρώσει τον εραστή της με το ίδιο νόμισμα. Αυτή ήταν η προτροπή του ψυχολόγου ο οποίος φαντάζομαι εναρμονιζόμενος με το πνεύμα της εποχής θα έχει ένα τοίχο γεμάτο πτυχία, MBA, πιστοποιητικά παρακολούθησης σεμιναρίων και άλλα χαρτιά. Στην ήδη τραυματισμένη και πονεμένη ψυχή αντί για οινόπνευμα πήγε να ρίξει δηλητήριο, επιχείρησε να τη βαρύνει ακόμη περισσότερο με το αμάρτημα της πορνείας, να δείξει στη γυναίκα ορίζοντες ανήθικους και προοπτικές πονηρές. Ίσως όμως και να πρότεινε ότι πρότεινε για να προσφερθεί έπειτα οικειοθελώς στο οφθαλμόν αντί οφθαλμού. Ευχόμαστε ο καλός Θεός και πατέρας όλων μας να προστάτευσε το κορίτσι αλλά και να συναίτισε τον ψυχολόγο ώστε να μην δίνει τέτοιες συμβουλές στους ανθρώπους.
Τί είναι όμως αυτό που οδήγησε στην άνθηση των ψυχολόγων, ψυχιάτρων κτλ; Ποια είναι τα βαθύτερα αίτια; Βλέπετε και αυτοί ακόμη που καταλήγουν να χαρακτηριστούν βαριά περιστατικά, νοσηλεύονται και υφίστανται δυνατές θεραπείας, και αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι κάπου κάπως ξεκίνησαν και εκεί κάτι έγινε λάθος. Μου έρχεται στο νου η αναφορά ενός στενού μου φίλου σε ένα τέτοιο άνθρωπο. Κάποια παράπονα, κάποια προβλήματα που δεν έτυχαν σοβαρής αντιμετώπισης στην αρχή από το περιβάλλον του. Εξελίχθηκαν σε ψυχολογικά προβλήματα, μετά σε ψυχασθένεια και σήμερα σ’ ένα άνθρωπο φάντασμα που βρίσκεται διαρκώς υπό το κράτος ψυχοφαρμάκων όντας ενίοτε και επικίνδυνος. Ποιες είναι όμως οι βαθύτερες αιτίες για την έκρηξη του φαινομένου στις μέρες μας; Ας τις εξετάσουμε μία προς μία:
1ον. Γενικώς οι άνθρωποι έχουμε την τάση να επινοούμε προβλήματα, ή αν όντως υφίστανται προβλήματα να τα μεγιστοποιούμε και γενικώς να τρογώμαστε με τα ρούχα μας.
2ον. Πολλοί ενώ γνωρίζουν τη λύση στο πρόβλημά τους δε την εφαρμόζουν από μόνοι. Θεωρούν εαυτούς αδύναμους, έχουν από μηδενική έως ελάχιστη αυτοεκτίμηση και πιστεύουν πως μόνο αν καταξοδευτούν για να ακούσουν αυτό που ήδη ξέρουν, τότε θα τα τηρήσουν με το δικαιολογητικό ότι τότε θα δραστηριοποιηθούν γιατί θα έχουν δώσει και κάποιο ποσό το οποίο δε θα πρέπει να πάει χαμένο. Κάτι αντίστοιχο που παρατηρούμε με τους υπέρβαρους συνανθρώπους μας οι οποίοι δεν έχουν τη δύναμη να βάλουν χαλινάρι στο στόμα τους καταφεύγοντας σε διαιτολόγους και ινστιτούτα γιατί αφενός όπως λένε θέλουν μπαμπούλα και αφετέρου θα λυπηθούν τα χρήματα τα οποία πρόκειται να ξοδέψουν. Ομοίως λοιπόν και εδώ. Ενώ γνωρίζουν το πρόβλημα καλύτερα από τον καθένα καθώς και τη λύση του, εντούτοις χρειάζονται κάποιον επί πληρωμή να τους τη δώσει. Να τους βάλει σε ένα καλούπι, να τους τονώσει την αυτοπεποίθηση.
3ον. Η ζωή μας. Πόσο έχει αλλάξει! Ποιος έχει υγιή όνειρα; Ποιος ονειρεύεται π.χ. ένα γάμο ή την απόκτηση τέκνων; Ίσως όλοι τα θέλουν γιατί απλά έτσι πρέπει. Αντίθετα ποιοι επιδιώκουν να κερδίσουν πολλά και ακόμη πιο πολλά; Ποιοι θέλουν να αποκτούν διαρκώς αγαθά που στην πράξη είναι άχρηστα; Τα πάντα έχουν αλλάξει. Από τα ιδανικά μας και τα όνειρά μας μέχρι τις υποχρεώσεις (εργασία) και την ψυχαγωγία μας… Με ιδανικό “τα πάντα για την πάρτη μας”, όνειρο την καλοπέρασή μας, στις υποχρεώσεις μας πατούμε επί πτωμάτων για να αναδειχθούμε μη υπολογίζοντας το παραμικρό και στην ψυχαγωγία μας δε μας ενδιαφέρει αν κάποιος πληγώνεται αρκεί εμείς να είμαστε καλά, τότε τι περιμένουμε; Όποιος σπέρνει ανέμους θερίζει θύελλες λέει ο λαός μας. Αντίθετα όπως λέει ο απόστολος Παύλος στην προς Κορινθίους Β’:
Θ’ 6 Τούτο δε, ο σπείρων φειδομένως φειδομένως και θερίσει, και ο σπείρων επ’ ευλογίαις επ’ ευλογίαις και θερίσει
4ον. Φτάνουμε αισίως στον τελευταίο αλλά σημαντικότερο παράγοντα. Η ζωή μας έχει άφθονο φαγητό, έχει ρούχα, έχει παπούτσια, έχει αξεσουάρ, έχει στέγη, έχει αυτοκίνητο, έχει πολυτέλειες, έχει τα πάντα εκτός από ένα. Δεν έχει Χριστό. Μα αν δεν υπάρχει Χριστός τότε δεν υπάρχει ζωή καθώς:
Κατά Ιωάννην ΙΑ’ 25 είπεν αυτή ο Ιησούς· Εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή.
Κατά Ιωάννην ΙΔ’ 6 λέγει αυτώ ο Ιησούς· Εγώ ειμι η οδός και η αλήθεια και η ζωή·
Και όσο δεν υπάρχει Ζωή δηλαδή Χριστός, οι άνθρωποι θα καταφεύγουν στη ανθρώπινη βοήθεια επιστημόνων κι ας λέει ο ψαλμωδός:
Ψαλμός 145 3 μη πεποίθατε επ’ άρχοντας, επί υιούς ανθρώπων, οίς ουκ έστι σωτηρία. 4 εξελεύσεται το πνεύμα αυτού. και επιστρέψει εις την γήν αυτού·
Στη ζωή μας δεν υπάρχει πια το “δόξα τω Θεώ”, “πρώτα ο Θεός”, “αν θέλει ο Θεός”. Οι άνθρωποι όμως του μεροκάματου, του μόχθου, του ξυπνήματος την ώρα που άλλοι κοιμούνται έπειτα από διασκέδαση, τα παιδιά του νυχτερινού σχολείου, αυτοί που πράγματι αντιμετωπίζουν δυσκολίες και σηκώνουν σταυρό μεγάλο κάθε πρωί δεν οδηγούνται σε ειδικούς. Γιατί; Ένας λόγος σίγουρα είναι ότι το μυαλό τους δεν προλαβαίνει να σκεφτεί τέτοια πράγματα. Το βασικότερο όμως είναι ότι και για τα λίγα που έχουν, και για ότι αντιμετωπίζουν λένε δόξα τω Θεώ και συνεχίζουν. Κάνουν το σταυρό τους και πάνε παρακάτω. Κι αν κάποια στιγμή λυγίσουν και αισθανθούν κάτι στην ψυχή τους, τότε θα τρέξουν στον Πατέρα, όπως όλα τα παιδιά. Θα προσευχηθούν, θα κλάψουν, θα Του μιλήσουν και Αυτός θα ακούσει. Λέει άλλωστε το ποίημα:
Όταν πονάς μη περπατάς
σε δρόμους πατημένους
διάλεγε κάποια ερημικά μονοπάτια
Κάτω από ξάστερο ουρανό
σε κάμπους ανθισμένους
φανέρωσε τους πόνους σου
στου Πλάστη εμπρός τα μάτια
Κι όταν το γλυκοχάραμα
ξυπνούν τα ρόδα, οι κρίνοι,
θα ιδής πόσο σε γιάτρεψε
η προσευχή σου εκείνη
Υπάρχει κανείς που προσευχήθηκε κλαίγοντας, πονώντας και μετά ο Θεός δεν του χορήγησε την ενδεδειγμένη δόση γαλήνης ως τέλειος ιατρός που είναι; Προσευχήθηκε λοιπόν ποτέ κανείς; Ζήτησε με πίστη από τον Κύριο βοήθεια; Ο Ιησούς Χριστός ποτέ δεν αρνήθηκε σε κανένα τίποτε αν είναι προς όφελός του κάτι που μόνο ο Κύριος το γνωρίζει καλύτερα από εμάς:
Κατά Λουκάν ΙΑ’ 9 καγώ υμίν λέγω, αιτείτε, και δοθήσεται υμίν· ζητείτε, και ευρήσετε· κρούετε, και ανοιγήσεται υμίν·
Πήγε ποτέ κανείς στον πνευματικό; Πήγε ίσως στον γκουρού, στον γιόγκι ή όπως αλλιώς λέγονται, στον πνευματιστή αλλά όχι στον πνευματικό. Σε όλους αυτούς μιλά άνετα κανείς, μόνο στον πνευματικό δε βρίσκει τι να πει ή δε θέλει να μιλήσει. Ο πνευματικός όμως δεν είναι μόνο για να σβήνει αμαρτίες με την εκ του Ιησού δοθείσα σε αυτόν μέσω αποστολικής διαδοχής δύναμη, για όσους φυσικά το πιστεύουν αυτό. Ο πνευματικός λόγω της μεγάλης του εμπειρίας είναι και πολύ καλός γνώστης της ανθρώπινης ψυχής διαθέτοντας τα κατάλληλα φάρμακα προς ίαση του ασθενούς.
Μπήκε λοιπόν κανείς συνειδητά στον αγώνα για πνευματική ζωή; Δηλαδή για εξομολόγηση, προσευχή, μετοχή στη Θεία Κοινωνία κτλ; Όχι. Για αυτά δεν υπάρχει ούτε χώρος ούτε χρόνος.Αυτή άλλωστε η επιλογή από ουδέποτε έως σπανίως προβάλλεται ως εναλλακτική έστω όδος από τους ειδικούς. Μονάχα μια φορά άκουσα για ψυχολόγο που ενθάρρυνε την εν Χριστώ ζωή της πελάτισσάς του όντας κι ο ίδιος συνειδητός χριστιανός.
Κι ενώ λοιπόν τα σαλόνια των ειδικών είναι γεμάτα κόσμο, ο μεγαλύτερος ψυχολόγος – ψυχίατρος όλων των εποχών, ο “ιατρός των ψυχών και των σωμάτων ημών” ο οποίος ούτε επίσκεψη ζητά ούτε έχει ωράριο αλλά βρίσκεται επί 24ωρου βάσεως στο ιατρείο του, σπάνια ακούει το κουδούνι της πόρτας. Άλλοι δεν Τον εμπιστεύονται, άλλοι Τον θεωρούν άδικο, άλλοι Τον αμφισβητούν και άλλοι δε δέχονται καν την ύπαρξή Του. Ορισμένοι όμως που απευθύνθηκαν σε Αυτόν δεν το μετάνιωσαν ποτέ ενώ αντίθετα Του φόρτωσαν αυτό που τους βασάνιζε γιατί ερμήνευσαν κυριολεκτικά -και όρθα έπραξαν- μια ρήση Του στο Κατά Ματθαίον ΙΑ’:
28 Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς. 29 άρατε τον ζυγόν μου εφ’ υμάς και μάθετε απ’ εμού, ότι πράός ειμι και ταπεινός τή καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταίς ψυχαίς υμών· 30 ο γάρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστιν.
Αμήν.
Μαζίδης Στρατής