Αν καμμία φορά σκεφθής ότι η λογική σου θέλησις δεν μπορεί να αντισταθή ποτέ καθόλου στην παράλογη επιθυμία και στους εχθρούς που σε πολεμούνε, επειδή και δεν αισθάνεσαι να έχης μία προθυμία ζωντανή εναντίον τους· συ όμως, να παραμείνης, αδελφέ μου, σταθερός και μην εγκαταλείψης τον πόλεμο, γιατί θα θεωρήσαι ως νικητής, εφόσον δεν βλέπης φανερά νικημένο τον εαυτό σου. Διότι όπως η ανώτερη θέλησί μας δεν έχει ανάγκη από τις κατώτερες επιθυμίες, για να προσβάλλη τις πράξεις της, έτσι αν αυτή η ίδια δεν θέλη, δεν μπορεί να πιεσθή ποτέ και να νικηθή από αυτές με όσο σκληρό πόλεμο και αν της κάνουν. Γιατί, ο Θεός χάρισε στη θέλησί μας τόση ελευθερία και δύναμι, ώστε και αν όλες οι αισθήσεις, και όλοι οι δαίμονες και όλος ο κόσμος μαζί οπλισθούν εναντίον της και την πολεμούν δυνατά, παρόλα αυτά, μπορεί η θέλησί μας με κάθε ελευθερία, να τα περιφρονήση και να θέλη εκείνο, που θέλει, ή να μη θέλη εκείνο, που δεν θέλει και όσες φορές θέλει και για το σκοπό εκείνο που της αρέσει καλύτερα.
Εάν δε και καμιά φορά οι νοητοί εχθροί και η παράλογή σου επιθυμία, τόσο δυνατά σε πολεμούνε και σε καταπιέζουν, ώστε αποδυναμωμένος, δεν μπορείς να κάνης εναντίον τους κανένα έργο πνευματικό για να βοηθηθής, σου λέω, να μη δειλιάσης ούτε σε αυτή την περίπτωσι, ούτε να ρίξης στη γη τα άρματα· αλλά χρησιμοποίησε αυτό το όχημα, εναντίον αυτών και λέγε προς τους εχθρούς· «δεν υποχωρώ από τον πόλεμο, δεν θα σάς αφήσω ούτε τώρα απλήγωτους». «Ο Κύριος είναι το φως και η σωτηρία μου, ποιόν θα φοβηθώ; Ο Κύριος το καταφύγιο της ζωής μου, από ποιόν θα πανικοβληθώ;» (Ψαλμ. 26,1). «Εγώ στο όνομά του θα εξουθενώσω τους εχθρούς μου» (Ψαλμ. 43,7)· και αν τώρα δυναμωθής, αλλά πάλι νικηθής, όπως γράφτηκε· «Όσο και αν συνασπίζεσθε, θα συντριβήτε· εξοπλισθήτε όσο θέλετε, πάλι θα συντριβήτε» (Ησ. 8,9). Οπότε όπως κάνει εκείνος που έχει εναντίον του τον εχθρό και τον καταδυναστεύει· ο οποίος, μη μπορώντας να τον χτυπήση κατευθείαν, τον χτυπά πλάγια και δοκιμάζει να κάνη ένα πήδημα παραπίσω, για να μπορέση να τον πληγώση και κατ ευθείαν έτσι κάνε και συ· μάζεψε τους λογισμούς σου μέσα στον εαυτό σου και σκέψου ότι δεν έχεις καμμία δύναμι και έτσι καταφεύγοντας στο Θεό, που μπορεί τα πάντα, κάλεσέ τον με θερμή ελπίδα και δάκρυα, ενάντια στο πάθος που σε πολεμεί, λέγοντας· «Κύριε, βοήθησέ με· Θεέ μου, Θεέ μου, βοήθησέ με· Ιησού μου, βοήθησέ με· πολέμισε τους πολεμούντάς με· πάρε ασπίδα και όπλο και έλα βοήθησέ με» (Ψαλμ. 34,1). «Θεοτόκε Παρθένε, βοήθησέ με, για να μην αφήσω τον εχθρό να με νικήση».
Εάν δε το πάθος και ο εχθρός σου δίνη χρόνο, μπορείς ακόμη να βοηθήσης την αδυναμία της θελήσεώς σου κατά του πάθους, με τους στοχασμούς και αυτές τις ασκήσεις. Παραδείγματος χάριν, όταν εσύ πέσης σε καμία δυσκολία ή άλλη κάποια τιμωρία και η επιθυμία σου δεν μπορή ή δεν θέλη να την υπομείνη, βοήθησέ την με αυτά.
Α΄. Σκέψου, ότι η δοκιμασία αυτή που υποφέρεις, πρέπει να την πάθης άξια, γιατί εσύ έδωσες την αφορμή και με κάθε δίκαιο χρωστάς να υποφέρης εκείνην την πληγή, που εσύ με τα χέρια σου έδωσες στον εαυτό σου.
Β΄. Εάν εσύ δεν έχης στη δοκιμασία αυτή κανένα φταίξιμο, γύρισε τον λογισμό σου στα πολλά άλλα και μεγάλα σου σφάλματα και σκέψου, Πως γι αυτά δεν σου έδωσε ακόμη ο Θεός την τιμωρίαν που σου αρμόζει, αλλά ούτε εσύ τα σωφρόνισες καθώς πρέπει· οπότε η ευσπλαγχνία του Θεού σε ελέησε και για να μη βασανισθής αιώνια, σου έστειλε την προσωρινή αυτή δοκιμασία· και λοιπόν πρέπει να τη δεχθής με χαρά και ευχαριστία.
Γ. Σκέψου, ότι αν και πρόλαβες και έκανες αρκετό κανόνα για τα αμαρτήματά σου εκείνα με τα οποία λύπησες την μεγαλειότητα του Θεού (το οποίο δεν πρέπει ποτέ να σκεφθής)· σκέψου όμως Πως στην βασιλεία των ουρανών δεν μπαίνει κανείς άλλος, παρά μέσα από την στενή πύλη των δοκιμασιών και των θλίψεων. «Πρέπει να περάσουμε από πολλές θλίψεις για να μπούμε στην Βασιλεία του Θεού» (Πράξ. 14,21).
Δ΄. Ότι αν και συ μπορείς να μπής σε αυτή την βασιλεία μέσα από άλλο δρόμο, δηλαδή μέσα από την αγάπη του Θεού, όμως αυτό δεν πρέπει ούτε καν να το σκεφθής· επειδή και ο Υιος του Θεού με όλους του τους φίλους, μπήκε σε αυτή μέσα από αγκάθια και σταυρούς.
Ε. Σκέψου Πως αυτή η δοκιμασία που υποφέρεις, είναι κατά το θέλημα του Θεού (το οποίο πρέπει να σκέφτεσαι στην αρχή κάθε σου πράξεως και θλίψεως που θα σου συμβαίνη, όπως σου είπα πιο πριν, στο ι΄ και ια΄ κεφάλαιο, δηλαδή το να θέλης να γίνεται σε κάθε σου έργο και σε κάθε άλλο γεγονός το θέλημα του Θεού), ο οποίος για την αγάπη που σου έχει, ευχαριστιέται και χαίρεται να σε βλέπη να υποφέρης ως πιστός του και γενναίος πολεμιστής. Λοιπόν και συ για να ανταποκριθής σε αυτή του την αγάπη, όσο είναι άδικη και βαριά η δοκιμασία που υποφέρεις, τόσο αγωνίσου να την υπομένης με ευχαριστία. Γιατί κάνοντας έτσι, φαίνεσαι Πως υπομένεις στην πράξι και αγαπάς και σε αυτά ακόμη τα σκληρότατα βασανιστήρια μόνον την θεία του θέλησι, για την οποία και κοντά στην οποία, κάθε τι πικρό φαίνεται γλυκό και κάθε άτακτο έχει τάξι και κανόνα τέλειο.