Αυτά λοιπόν και άλλα περισσότερα συμβουλεύει ο Κύριος, όπως και οι Απόστολοι που γράφουν: «Σας παρακαλούμε, αγαπητοί, κάνετε τούτο κι εκείνο»(Α΄ Θεσ. 4, 10). Εμείς όμως δεν καταδεχόμαστε να παρακαλέσομε εκείνους που ζητούν από εμάς συμβουλή, ώστε όταν μας δουν ότι ταπεινωνόμαστε και ότι τους τιμούμε, να υπακούσουν με χαρά και να πληροφορηθούν ότι με αγάπη και μεγάλη ταπείνωση μιλάμε το λόγο της αγίας Γραφής. 

Και για την τιμή και αγάπη που τους δείχνομε, θα σπεύσουν και θα αποδεχθούν τα δύσκολα και θα τους φανούν εύκολα λόγω της αγάπης. Όπως ο άγιος Απόστολος Πέτρος, όταν άκουε συχνά σταυρό και θάνατο, χαιρόταν και ήταν σε τέτοια διάθεση, σαν να μην άκουε τίποτε γι' αυτά, από την αγάπη που είχε στον Διδάσκαλο.

Και για τα θαύματα δεν είχε κανένα πρόβλημα όπως οι άπιστοι, αλλά έλεγε στον Κύριο: «Έχεις λόγια της αιώνιας ζωής»(Ιω.6, 68). Δεν ήταν όμως έτσι ο Ιούδας που πέθανε δύο φορές. Γιατί κρεμάστηκε(Ματθ. 27, 5), μα δεν πέθανε, αλλά αφού έζησε αμετανόητος αρρώστησε βαριά, σχίστηκε η κοιλιά του(Πράξ. 1,18), όπως λέει ο Απόστολος Πέτρος στις Πράξεις των Αποστόλων. 

Και ο άγιος Απόστολος Παύλος, γράφοντας στους αδελφούς, άλλοτε λέει: «Σας αγαπώ τόσο πολύ, ώστε θέλω να σας δώσω όχι μόνο το Ευαγγέλιο του Χριστού, αλλά και την ψυχή μου»(Α΄ Θεσ. 2, 8), και άλλοτε: «Εμείς είμαστε δούλοι σας για το Χριστό»(Β΄ Κορ. 4, 5). Στον Τιμόθεο πάλι γράφει, τους γεροντότερους να τους έχει σαν πατέρες, τους νεώτερους σαν αδελφούς(Α΄ Τιμ. 5, 1).


Και ποιος είναι ικανός να εννοήσει τελείως την ταπείνωση των Αγίων και την διάπυρη αγάπη που είχαν στο Θεό και στον πλησίον; Δεν οφείλομε λοιπόν αυτούς μονάχα να προσέχομε, αλλά και εκείνους στους οποίους μιλούμε ή γράφομε. 

Γιατί εκείνος που θέλει να νουθετήσει και να δώσει συμβουλή σε κάποιον, ή μάλλον υπενθύμιση όπως λέει ο Ιωάννης της Κλίμακος, οφείλει πρώτα να καθαρθεί από τα πάθη, για να γνωρίζει χωρίς πλάνη το σκοπό του Θεού και την κατάσταση εκείνου που ζητεί συμβουλή. 

Γιατί δεν ταιριάζει σε όλους το ίδιο φάρμακο, και αν ακόμη πρόκειται για την ίδια ασθένεια. Έπειτα πρέπει να βεβαιωθεί για τη διάθεση εκείνου που ζητεί συμβουλή, βλέποντας είτε την ολική υποταγή του με την ψυχή και το σώμα, είτε ότι τον παρακάλεσε αυθόρμητα με θερμή πίστη και ότι ζήτησε συμβουλή χωρίς να παρακινηθεί από το διδάσκαλο και χωρίς να υπάρχει κάποια ανάγκη που να τον κάνει να υποκρίνεται, ότι τάχα έχει πόθο να ακούσει λόγο. 

Αλλιώς μπορεί να πέσουν και οι δύο σε ψεύδος, πολυλογία, πονηρία και πολλά άλλα. Αυτός που ερωτά, καθώς εξαναγκάζεται από τον δήθεν διδάσκαλο να πει παρά την προαίρεσή του, και ψεύδεται από ντροπή και υποκρίνεται ότι θέλει να κάνει καλό. 

Ο διδάσκαλος πάλι, με πονηρία, κολακεύει τον διδασκόμενο, για να ανακαλύψει τάχα εκείνα που κρύβει μέσα στη διάνοιά του· και γενικά θέτει σε κίνηση κάθε μηχανή και πολυλογία. και όπως λέει ο Σολομών, με την πολυλογία δε θα αποφύγει κανείς την αμαρτία(Παροιμ. 10,19). 

Έγραψε και ο Μέγας Βασίλειος ποιά είναι τα αμαρτήματα από αυτήν. Αυτά όμως δεν ειπώθηκαν για να απομακρύνομε εκείνους που έρχονται για νουθεσία με πνεύμα υποταγής και με βέβαιη πίστη, και μάλιστα όσοι από μας είναι απαθείς, αλλά για να μη διδάσκομε εξαιτίας της κενοδοξίας μας με αυθάδεια, εμείς που είμαστε ακόμη εμπαθείς, εκείνους που ούτε από έργα ούτε από θερμή πίστη θέλουν να ακούσουν.
Ούτε να τους διδάσκομε αυταρχικά, αλλά όπως έλεγαν οι Πατέρες, ότι χωρίς ερώτηση των αδελφών δεν πρέπει να ομιλεί κανείς με σκοπό να ωφελήσει, για να γίνεται το καλό με τη συγκατάθεσή τους(Φιλήμ. 14), όπως λένε οι Απόστολοι: «Μην ενεργείτε σαν να είστε εξουσιαστές του ποιμνίου, αλλά να γίνεστε υπόδειγμα γι' αυτό»(Α΄ Πέτρ. 5, 3).

Και ο Παύλος γράφει προς τον άγιο Τιμόθεο: «Ο γεωργός πρέπει πρώτος να τρώει από τους καρπούς»(Β΄ Τιμ. 2, 6), δηλαδή να κάνει πρώτος εκείνα που μέλλει να διδάξει. Και αλλού του λέει: «Κανένας να μη σε καταφρονεί για τη νεότητά σου»(Α΄ Τιμ. 4, 12), δηλαδή να μην κάνεις τίποτε απ' όσα συνηθίζουν οι πιο νέοι, αλλά να είσαι τέλειος με τη χάρη του Χριστού.

Επίσης και το Γεροντικό γράφει ότι οι Πατέρες χωρίς να ερωτηθούν από τους αδελφούς δεν έλεγαν τίποτε για σωτηρία ψυχής, αλλά το νόμιζαν αργολογία. και δικαίως. Γιατί το να μιλάμε χωρίς να ερωτηθούμε, σημαίνει ότι νομίζομε πως έχομε περισσότερη γνώση από τους άλλους.

Γιατί όσο περισσότερο είμαστε αμαρτωλοί, τόσο νομίζομε ότι έχομε ελευθερία· όπως και οι Άγιοι, όσο πλησιάζουν το Θεό, τόσο περισσότερο νομίζουν ότι είναι αμαρτωλοί, λέει ο άγιος Δωρόθεος. Γεμάτοι έκπληξη που αξιώθηκαν τη γνώση περί Θεού, έρχονταν σε αμηχανία.

Επίσης και οι άγιοι Άγγελοι από την απέραντη ευφροσύνη και έκπληξη δε χορταίνουν να δοξολογούν το Θεό. Και διότι καταξιώθηκαν να υμνούν τέτοιον Κύριο, τον υμνούν ακατάπαυστα, θαυμάζοντας τα έργα Του, όπως είπε ο Χρυσόστομος, και προοδεύοντας σε μεγαλύτερη γνώση, όπως λέει ο Θεολόγος. Το ίδιο και όλοι οι Άγιοι και σ' αυτόν τον κόσμο και στον μέλλοντα.

Όπως οι νοερές δυνάμεις μεταδίδουν η μιά στην άλλη το φωτισμό, έτσι και οι λογικοί διδάσκονται ο ένας από τον άλλον. Άλλοι μαθαίνουν από τις θείες Γραφές και διδάσκουν τους υποδεέστερους· άλλοι μαθαίνουν νοερά από το Άγιο Πνεύμα και φανερώνουν τα μυστήρια που τους αποκαλύφθηκαν γραπτώς.

Γι' αυτό έχομε ανάγκη να ταπεινωθούμε εμπρός στο Θεό και τους άλλους, αφού έχομε την ύπαρξη και τα πάντα από το Θεό και, μέσω Αυτού, τη γνώση ο ένας από τον άλλον. Εκείνος που έχει ταπείνωση, φωτίζεται περισσότερο· εκείνος όμως που δεν έχει ταπείνωση, μένει στο σκοτάδι, όπως εκείνος που ήταν πρωτύτερα εωσφόρος, και ύστερα διάβολος.

Γιατί ο εωσφόρος ήταν ο πρώτος στο κατώτερο τάγμα των νοερών δυνάμεων, δηλαδή το δέκατο στη σειρά μετά το ανώτατο που παραστέκεται εμπρός στον φοβερό θρόνο του Θεού και πρώτο από τη γη προς τα πάνω.

Αλλά για την έπαρσή του έπεσε, μαζί με τους αγγέλους που του υπάκουσαν, όχι μόνο κάτω από τα εννέα τάγματα και από εμάς τους γήινους, αλλά και κάτω από τα καταχθόνια, και ρίχτηκε στον τάρταρο για την αγνωμοσύνη του. Γι' αυτό πολλές φορές έχει λεχθεί ότι αρκεί η αλαζονεία για να χαθεί η ψυχή, χωρίς άλλη αμαρτία.

Εκείνος που νομίζει ότι είναι μικρά τα αμαρτήματά του, παραχωρείται να πέσει σε μεγαλύτερα, λέει ο άγιος Ισαάκ. Και εκείνος που έλαβε δώρο από το Θεό και είναι αχάριστος, ετοιμάζει τη στέρηση του δώρου, γιατί έκανε τον εαυτό του ανάξιο της δωρεάς του Θεού, όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος. Γιατί η ευχαριστία είναι μεσίτριά μας.

Πλην όμως η ευχαριστία να μην είναι όπως του Φαρισαίου εκείνου(Λουκ. 18, 11), που κατέκρινε τους άλλους και δικαίωνε τον εαυτό του, αλλά μάλλον να αναγνωρίζει ότι χρωστά περισσότερα από όλους και, απορώντας πώς να τα ανταποδώσει, να ευχαριστεί γεμάτη έκπληξη, κατανοώντας την ανείπωτη μακροθυμία και ανοχή του Θεού.

Και όχι μόνον αυτό, αλλά πρέπει και να θαυμάσομε πώς ο Υπερύμνητος Θεός, ενώ δεν έχει ανάγκη από τίποτε, δέχεται από εμάς την ευχαριστία, και αυτό, ενώ εμείς τον παροργίζομε και τον παραπικραίνομε πάντοτε, μ' όλο που τόσες και τόσο μεγάλες ευεργεσίες μας έκανε, γενικές και ειδικές, για τις οποίες έγραψε ο Θεολόγος Γρηγόριος και οι λοιποί Πατέρες, όχι μόνο σωματικές, αλλά και ψυχικές με πολλούς τρόπους.

Αυτές είναι αναρίθμητες, κι ανάμεσά τους και τούτη: Άλλα από τα περιεχόμενα των θείων Γραφών είναι φανερά και ευκολονόητα, ενώ άλλα ασαφή και δυσκολονόητα. Και τούτο για να έλκει με τα πρώτα τους πιο αμελείς στην πίστη και στην αναζήτηση των υπολοίπων, ώστε να μην πέσομε από τη μεγάλη ακατανοησία των Γραφών σε απόγνωση και απιστία· με τα άλλα πάλι, να μην καταδικαστούμε περισσότερο εξαιτίας της καταφρονήσεως του ευκολονόητου ρητού, αλλά με αυτοπροαίρετους κόπους όσοι θέλουν να ερευνούν έμπρακτα τα δυσκολονόητα και από αυτό θα επαινεθούν, όπως λέει ο Χρυσόστομος.

------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄τόμος, σελ. 161-164)