Η θεία Γραφή πολλές φορές επαναλαμβάνει το ίδιο ρητό, και δεν είναι πολυλογία, αλλά το κάνει από φιλανθρωπία, για να οδηγεί με τη συχνότερη υπενθύμιση τους πιο αμελείς στη μνήμη και κατανόηση των λεγομένων με παράδοξο τρόπο, και για να μη διαφύγει την ακοή ο λόγος από τη συντομία και τη μικρότητα του ρητού.
Τούτο πολύ περισσότερο όταν είμαστε απασχολημένοι με τα πράγματα του βίου, εμείς που δεν έχομε μήτε τη μερική γνώση που λέει ο Απόστολος(Α΄ Κορ. 13, 9). Αν και πάνω σ' αυτό, ο Χρυσόστομος λέει πως η μερική γνώση που έχομε δεν είναι κι αυτή πλήρης ως μερική, αλλά μέρος της μερικής. Θα καταργηθεί δε, όχι με το να εξαφανιστεί και να πάψει να υπάρχει —γιατί τότε ούτε γνώση θα είχαμε, ούτε θα ήμασταν άνθρωποι—, αλλά με το να αντικατασταθεί η μερική γνώση από τη γνώση πρόσωπο με πρόσωπο, όπως καταργείται η νηπιακή ηλικία με την ενηλικίωση.


Αυτά τα είπε ο ίδιος ο Απόστολος(Α΄ Κορ. 13, 10-12), ερμηνεύοντας το ρητό με το παράδειγμα του νηπίου. Όπως πάλι λέει ο Χρυσόστομος, γνωρίζομε τον ουρανό ότι υπάρχει, αλλά τι είναι δεν γνωρίζομε· τότε θα καταργηθεί η μικρότερη γνώση από τη μεγαλύτερη, δηλαδή θα μάθομε και τι είναι ο ουρανός, ώστε να αυξηθεί περισσότερο η γνώση.

Γιατί πολλά μυστήρια του Θεού είναι κρυμμένα μέσα στις θείες Γραφές και δεν γνωρίζομε το σκοπό του Θεού μέσα στα λεγόμενα. Αλλά, όπως λέει ο Θεολόγος, μην υψηλοφρονήσει κανείς βλέποντας ότι με καλή πρόθεση ομολογούμε την άγνοιά μας, και κατηγορήσει τις λέξεις.

Είναι παράλογο και ανάρμοστο να μην προσέχομε στο σκοπό αλλά στις λέξεις, λέει ο Μέγας Διονύσιος. Όταν όμως κανείς ζητήσει μέσω του μακαρίου πένθους, τότε βρίσκει. Αυτή είναι η εργασία του φόβου με την οποία γίνεται η φανέρωση των κρυπτών.

Για παράδειγμα· ο προφήτης Ησαΐας λέει: «Οι νεκροί δεν θα δουν ζωή»(Ησ. 26, 14), ενώ παρακάτω λέει: «Θα αναστηθούν οι νεκροί»(Ησ. 26, 19). Αυτό δεν είναι διαφωνία όπως νομίζουν όσοι δεν γνωρίζουν το σκοπό από τη θεωρία της Γραφής.

Το "δεν θα δουν ζωή", το είπε για τα είδωλα των εθνών που είναι άψυχα, ενώ το "θα αναστηθούν οι νεκροί" το είπε για την κοινή ανάσταση και την ευφροσύνη των δικαίων. Ακόμη το είπε και προφητικώς για την συνανάσταση των νεκρών κατά την Ανάσταση του Σωτήρα μας Ιησού Χριστού.

Επίσης και στο άγιο Ευαγγέλιο, για τη Μεταμόρφωση του Κυρίου, ο ένας Ευαγγελιστής λέει πως έγινε έπειτα απο έξι ημέρες, ενώ ο άλλος "έπειτα από οκτώ ημέρες"(Λουκ. 9, 28), δηλαδή μετά τη θαυματοποιία που προηγήθηκε και τη διδασκαλία του Κυρίου.

Τούτο γιατί ο ένας παρέλειψε την πρώτη και την τελευταία ημέρα και ανέφερε τις ενδιάμεσες έξι, ενώ ο άλλος υπολόγισε και αυτές και έτσι είπε οκτώ. Και πάλι, ο Θεολόγος Ιωάννης σ' ένα μέρος του αγίου Ευαγγελίου του λέει: «Είναι και πολλά άλλα, όσα έκανε ο Ιησούς εμπρός στους μαθητές Του, τα οποία δεν είναι γραμμένα κλπ.»(Ιω. 20, 30), ενώ σε άλλο μέρος λέει: «Είναι και άλλα πολλά, τα οποία έκανε ο Ιησούς»(Ιω. 21, 25), και δε λέει, «εμπρός στους μαθητές Του».

Πάνω σ' αυτό, ο άγιος Πρόχορος, που έγραψε με υπαγόρευση του Ευαγγελιστή, γράφει ότι το πρώτο ρητό αναφέρεται στα θαύματα και στα άλλα που έκανε ο Κύριος και που δεν τα έγραψε ο Ιωάννης, επειδή είχαν ήδη γραφεί από τους άλλους Ευαγγελιστές· γι' αυτό πρόσθεσε τη φράση «εμπρός στους μαθητές Του».

Ενώ το δεύτερο ρητό αναφέρεται στη δημιουργία του κόσμου, όταν δεν είχε ακόμη σαρκωθεί ο Λόγος του Θεού, με τον Οποίο ο Πατέρας δημιούργησε τα πάντα από το μηδέν, λέγοντας "ας γίνει αυτό"(Γεν. 1, 3 και 6), και γινόταν γι' αυτά λέει ο Θεολόγος ότι, «αν γράφονταν λεπτομερώς κλπ.».


Και γενικά κάθε Γραφή και κάθε λόγος Θεού ή κάποιου Αγίου ή κάποιου από τα αισθητά ή τα νοητά κτίσματα κρύβει κάποιο σκοπό. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά και κάθε ανθρώπινος λόγος. Και κανείς δε γνωρίζει το νόημα του κάθε ρητού, παρά μόνον αν του αποκαλυφθεί.

Όπως λέει ο Κύριος, «ο άνεμος πνέει όπου θέλει κλπ.»(Ιω. 3,8). Πάνω σ' αυτό είπε ο Χρυσόστομος ότι ο Χριστός δεν εννοούσε ότι ο αέρας έχει εξουσία να πηγαίνει όπου θέλει, αλλά ανέφερε τον άνεμο από συγκατάβαση προς την αδυναμία του Νικοδήμου, για να καταλάβει τι του έλεγε ο Κύριος.

Τον αέρα τον ανέφερε, θέλοντας να πει για το Άγιο Πνεύμα, δηλαδή για τα λόγια που του έλεγε, όπως είπε και σε κάποιους άλλους ότι, «τα λόγια που ενώ λέω, είναι πνεύμα»(Ιω. 6, 63), δηλαδή πνευματικά, «και όχι όπως εσείς νομίζετε· δεν σας λέω για σωματικά πράγματα, ώστε εσείς οι σωματικοί να τα καταλαβαίνετε».

Γι' αυτό λέει ο Δαμασκηνός ότι, αν δεν ακούσει κανείς ποιος είναι ο σκοπός κάποιου λόγου από εκείνον που λέει το λόγο, δεν μπορεί να πει ότι γνωρίζει το σκοπό αυτό. Και πώς τολμά κανείς να πει ότι γνωρίζει το σκοπό του Θεού που κρύβεται μέσα στις θείες Γραφές, χωρίς να του τον φανερώσει ο Υιός του Θεού;

Ο ίδιος ο Χριστός είπε: «Και σ' όποιον θελήσει να το φανερώσει ο Υιός»(Ματθ. 11, 27)· σ' όποιον δηλαδή έχει την καλή προαίρεση να λάβει με την τήρηση των θείων εντολών Του, χωρίς τις οποίες, όποιος λέει ότι γνωρίζει, ψεύδεται. Γιατί το λέει έπειτα από δικούς του συλλογισμούς και όχι επειδή έμαθε από το Θεό, όπως λέει ο Ιωάννης της Κλίμακος, ακόμη και αν από υπερηφάνεια καυχιέται πέρα από τα όρια(Β΄ Κορ. 10, 13).

Αυτόν ο Θεολόγος άλλοτε τον αποκαλεί "Ω φιλοσοφότατε εσύ", και άλλοτε "Ω γραμματισμένε εσύ", ονειδίζοντας την έπαρσή του, που εξαιτίας της νομίζει ότι κατέχει κάτι, ενώ έχει άγνοια. Και αυτό όμως που νομίζει πως έχει, θα του αφαιρεθεί(Ματθ. 13, 12), γιατί δεν θέλει να πει, όπως όλοι οι Άγιοι, "δεν γνωρίζω", ώστε να του δοθεί λόγω της ταπεινώσεως, και μάλιστα με το παραπάνω, όπως έγινε και στους Αγίους.

Αυτοί, αν και γνώριζαν, έλεγαν ότι δεν γνωρίζουν τίποτε, όπως λέει ο Χρυσόστομος. Παράδειγμα ο Απόστολος, που δεν είπε: «Ακόμη δε γνωρίζω τίποτε», αλλά: «Δε γνωρίζω τίποτε όπως πρέπει»(Α΄ Κορ. 8, 2). Ώστε γνώριζε, αλλά όχι όπως έπρεπε.

------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄τόμος, σελ. 164-167)