Ο λόγος ευαγγελικό είχε ο πριν το θέμα,
με την ελπίδα αυτός εδώ ασχολείται των μελλόντων.

Το ζήτα έκτο έρχεται στην σειρά των ψηφίων,
κι ο νους ζητά κι επιθυμεί αμέριμνος να γίνει.
Και τώρα ευλόγησε λοιπόν την ανάγνωση, πάτερ.

Η αμέριμνη ελπίδα είναι ζωή και πλούτος, κρυφός μεν στην αίσθηση, μαρτυρούμενος όμως από τη φρόνηση και τη φύση των πραγμάτων. Οι γεωργοί κοπιάζουν σπέρνοντας και φυτεύοντας· οι ναυτικοί επίσης περνούν πολλούς κινδύνους· και τα παιδιά κουράζονται να μαθαίνουν γράμματα και επιστήμες.


Και όλοι αυτοί στην ελπίδα αποβλέπουν, γι' αυτό και κοπιάζουν με χαρά και πετούν φαινομενικά τα έτοιμα (π.χ. σπόρο, χρήματα κλπ.), ενώ στην πραγματικότητα υπομένουν για να κερδίσουν περισσότερα, και πολλές φορές πληρώνουν με στέρησή τους. 

Ίσως όμως πει κανείς ότι αυτοί μαθαίνουν από την πείρα για το κέρδος, ενώ για τα νοητά, δεν αναστήθηκε κανείς εκ νεκρών, για να μας τα πει. Αυτό λοιπόν συμβαίνει από απειρία των πνευματικών χαρισμάτων και γνώσεων, και δεν είναι περίεργο. Γιατί κι εκείνοι που δεν έχουν πείρα σ' αυτά που προείπαμε, δειλιάζουν, μέχρις ότου λάβουν πείρα. 

Τα παιδιά, ας πούμε, με το να μη γνωρίζουν την ωφέλεια των γραμμάτων και των λοιπών μαθημάτων, τα αποφεύγουν. Αλλά οι γονείς, επειδή γνωρίζουν το κέρδος, τα πιέζουν και τα αναγκάζουν σ' αυτά· κι όταν έρθει ο καιρός, αποκτούν και τα παιδιά πείρα και αρχίζουν όχι μόνον να αγαπούν και τα γράμματα και τους γονείς που τα εξαναγκάζουν σ' αυτά, αλλά και με χαρά να προσπαθούν όσο μπορούν για τα μαθήματα.
Γι' αυτό και εμείς οφείλομε πρώτα, παρακινημένοι από την πίστη, να τρέχομε με υπομονή(Εβρ. 12, 1) και να μην αποθαρρυνόμαστε στις θλίψεις, ώστε όταν έρθει ο καιρός, να μάθομε την ωφέλεια όσων γίνονται και έτσι με χαρά και ευφροσύνη θα εργαζόμαστε χωρίς κόπο.

Γιατί βαδίζομε με την πίστη, όχι με την αίσθηση(Β΄ Κορ. 5, 7), όπως λέει ο Απόστολος. Όπως ένας έμπορος του καιρού αυτού δεν μπορεί να βρει αμέσως το κέρδος, έτσι είναι αδύνατο να βρει κανείς την γνώση και την ανάπαυση προτού κοπιάσει με έργο και λόγο στις αρετές.

Και όπως οι έμποροι πάντοτε φοβούνται τη ζημία και ελπίζουν στο κέρδος, έτσι πρέπει να γίνεται και στα πνευματικά, ως την τελευταία πνοή. Και όπως οι έμποροι τρέχουν όχι μόνον όταν κερδίσουν, αλλά και μετά τη ζημιά και τους κινδύνους, έτσι οφείλουν να κάνουν και οι πνευματικοί αγωνιστές, γνωρίζοντας ότι όποιος δεν εργάζεται, δεν τρώει από τους κόπους του, γι' αυτό και γίνεται φτωχός και οφειλέτης ίσως πολλών ταλάντων. Γι' αυτό λέει ο Προφήτης: «Μ' έβαλες να κατοικήσω γεμάτος ελπίδα»(Ψαλμ. 4, 9), και ο Απόστολος: «Έφυγαν από τη ζωή με ελπίδα»(Εβρ. 11, 39, 40).

Όλα τα παραπάνω ειπώθηκαν με συντομία από τα πράγματα της φύσεως και από τις θείες Γραφές. Αν όμως κανείς θέλει να αποκτήσει πείρα, ας εργάζεται όσο μπορεί τις επτά σωματικές πράξεις στο σύνολό τους, σαν να πηγαίνει στο σχολείο, χωρίς περισπασμούς, και να φροντίζει και για την ηθική, δηλαδή την ψυχική εργασία.

Και απ' αυτές αφού φτάσει στην ελπίδα και επιμείνει με καρτερικότητα σ' αυτήν, θα γνωρίσει με ακρίβεια αυτά που λέω, και ότι από την αρχή της μετάνοιας, όταν άρχισε τις επτά πράξεις, από την πρώτη ήδη πράξη, δηλαδή την ησυχία, ήταν ο μισθός της ελπίδας και το κέρδος έτοιμο πριν να κοπιάσει για τις υπόλοιπες έξι, δηλαδή τη νηστεία, την αγρυπνία κλπ.

Αλλά μόλις άρχισε να ασκεί την πρώτη, την ησυχία, που είναι και η αρχή της καθάρσεως της ψυχής, αμέσως είχε ετοιμασθεί και το κέρδος. Επειδή όμως ο μαθητής ήταν άπειρος, δε γνώριζε τη χάρη του Κυρίου, όπως και το νήπιο δε γνωρίζει την ωφέλεια από τους γονείς, αν και προτού γεννηθεί, οι γονείς ήταν κατά την προαίρεση ευεργέτες του, προσευχόμενοι να γεννηθεί και να ζήσει.

Κι όχι μόνον αυτό, αλλά και να τους κληρονομήσει και να έχει όσα προετοίμασαν και όσα ακόμη θα δημιουργήσουν με το μόχθο τους. Το νήπιο όμως, επειδή δεν ξέρει, δεν φροντίζει διόλου γι' αυτά, αλλά το έχει για ενόχληση να υποτάσσεται στους γονείς, και αν δεν ήταν ο δεσμός της φύσεως και η ανάγκη της τροφής, δεν θα είχε καμία ευγνωμοσύνη σ' αυτούς.

Εκείνος τώρα που θέλει να κληρονομήσει τη βασιλεία των ουρανών και δεν υπομένει τα θλιβερά, δείχνει μεγαλύτερη αγνωμοσύνη. Γιατί δημιουργήθηκε με τη χάρη, παίρνοντας όλα όσα έχει και ελπίζοντας για τα μέλλοντα, και θα συμβασιλεύει αιώνια με το Χριστό, ο Οποίος τον αξίωσε, αυτόν που δεν είναι τίποτε, τόσο πολλές και μεγάλες δωρεές, αισθητές και νοητές, ώστε να ευδοκήσει ακόμη και το υπέρτιμο αίμα Του να χύσει γι' αυτόν, χωρίς να ζητά τίποτε από αυτόν, εκτός από το να θελήσει να λάβει τα αγαθά Του, και τίποτε άλλο.

Αυτή και μόνη είναι η απαίτηση του Κυρίου, που όποιος μπόρεσε να την εννοήσει, εκπλήττεται. Γιατί λέει η Γραφή: «Τι άλλο ζητά ο Θεός από σένα;»(Μιχ. 6, 8). Τι ανόητοι είμαστε! Πώς, ενώ βλέπομε, δε βλέπομε τα φρικτά Του μυστήρια; Γιατί και αυτό που φαίνεται ότι ζητά, είναι μεγαλύτερο δώρο.

Πώς δεν εννοούμε ότι καλύτερος από όλους είναι εκείνος που φροντίζει για την αρετή και είναι πάνω απ' όλους και πετά ψηλά, και ας είναι φτωχός και άσημος; Μήπως δε μάθαμε για τους Προφήτες σ' αυτόν τον κόσμο, ή για τους Αποστόλους και τους Μάρτυρες, και γι' αυτό αμφιβάλλομε για τα μέλλοντα; Ας δούμε τους βίους των και τι έκαναν, και από που λένε ότι έπαιρναν τη χάρη και τη δύναμη; Και όχι μόνο αυτά, αλλά και μετά θάνατον θαυματουργούν.

Ας δούμε τους βασιλιάδες και τους πλουσίους, πώς προσκυνούν τις άγιες εικόνες τους; Ας δούμε τους ενάρετους τώρα, πώς ζούνε με κάθε ευχαριστία και αρετή και πνευματική χαρά, ενώ οι πλούσιοι αγανακτούν και πειράζονται περισσότερο από τους ασκητές και ακτήμονες; Και απ' αυτό ελπίζομε ότι η αρετή είναι καλύτερη απ' όλα.

Αλλιώς, ας δούμε, πώς οι άπιστοι, αγνοούν ίσως το Θεό, επαινούν όμως την αρετή, ακόμη και αν ο ενάρετος τους φαίνεται αλλόπιστος. Γιατί συνήθως την αρετή τη σέβεται και ο εχθρός. Και αν πιστεύομε ότι η αρετή είναι αγαθή, κατ' ανάγκην ο Θεός που έκανε την αρετή και τη χάρισε στους ανθρώπους, είναι αγαθός. Και αν είναι αγαθός, κατ' ανάγκην είναι και δίκαιος, γιατί η δικαιοσύνη είναι αρετή, γι' αυτό είναι και αγαθή. Και αν ο Θεός είναι αγαθός και δίκαιος, οπωσδήποτε από αγαθότητα κάνει όσα έκανε και κάνει, ακόμη και αν αυτό δε φαίνεται στους πονηρούς.
 
Τίποτε άλλο δεν σκοτίζει όσο η πονηρία. Ο Θεός όμως φανερώνεται στην απλότητα και στην ταπείνωση και όχι με τους κόπους. Φανερώνεται δε, όχι όπως μερικοί από απειρία τους νομίζουν, αλλά με τη θεωρία των όντων, δηλαδή των κτισμάτων Του, και με τις αποκαλύψεις των μυστηρίων Του που περιέχονται στις θείες Γραφές.

Αυτός είναι ο μισθός της ησυχίας και των λοιπών πράξεων σ' αυτή τη ζωή· ενώ στη μέλλουσα, αυτά που μάτια δεν είδαν και αυτιά δεν τ' άκουσαν, ούτε τα διανοήθηκε ποτέ άνθρωπος, τα οποία ετοίμασε ο Θεός για όσους Τον αγαπούν(Α΄ Κορ. 2, 9) και εγκαταλείπουν τα θελήματά τους με την υπομονή και την ελπίδα των μελλόντων αγαθών.

Αυτά ευχόμαστε να επιτύχομε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει κάθε δόξα, τιμή και εξουσία, στους αιώνες. Αμήν.

----------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄τόμος, σελ. 195-198)