30. Λέει η Γραφή: «Άνθρωπε, το ψωμί σου θα το τρως με το ζύγι και το νερό σου θα το πίνεις με μέτρο»(Ιεζ. 4, 10 -11), επειδή αυτά είναι αρκετά για να ζει ο κατά Θεόν αγωνιζόμενος. Αν δε δώσεις αίμα, λέει κάποιος, δεν πρόκειται να λάβεις πνεύμα. Λέει και ο μέγας Παύλος: «Ταλαιπωρώ σκληρά το σώμα μου και το μεταχειρίζομαι σαν δούλο, μήπως, ενώ έχω κηρύξει σε άλλους, κριθώ ο ίδιος ακατάλληλος»(Α΄ Κορ. 9, 27).

Και ο θείος Δαβίδ: «Αδυνάτισαν τα γόνατά μου από τη νηστεία και η όψη μου αλλοιώθηκε με τη στέρηση του λαδιού»(Ψαλμ. 108, 24). Και ο Θεολόγος: «Με τίποτε άλλο δεν ευαρεστείται τόσο ο Θεός, όσο με την κακοπάθεια, και στα δάκρυα ανταποδίδει το έλεός Του». 


Και ο άγιος Ισαάκ: «Όπως η μητέρα φροντίζει για το παιδί της, έτσι και ο Χριστός φροντίζει για σώμα που κακοπαθεί, και είναι πάντοτε κοντά στο σώμα αυτό. Σε κοιλιά γεμάτη δεν υπάρχει γνώση των μυστηρίων του Θεού. Όπως σ' εκείνους που σπέρνουν με δάκρυα ακολουθούν τα δεμάτια της αγαλλιάσεως(Ψαλμ. 125, 5), έτσι ακολουθεί χαρά στην κακοπάθεια για το Θεό. Μακάριος όποιος έκλεισε το στόμα του σε κάθε τί το ηδονικό που τον χωρίζει από τον Κτίστη του».

Και αλλού: «Με μακρούς πειρασμούς από δεξιά και από αριστερά και αφού δοκίμασα τον εαυτό μου και στους δύο αυτούς τρόπους και δέχτηκα αμέτρητες πληγές από τον εχθρό και αξιώθηκα συχνά μεγάλη κρυφή βοήθεια από το Θεό, απέκτησα πείρα μέσα στα πολλά χρόνια και τη δοκιμασία, και με τη χάρη του Θεού έμαθα τούτα: ότι η βάση όλων των αγαθών και η ανάκληση της ψυχής από την αιχμαλωσία του εχθρού και ο δρόμος που οδηγεί στο φως και στη ζωή, είναι αυτοί οι δύο τρόποι· να περιορίσει κανείς τον εαυτό του σε ένα τόπο και να νηστεύει πάντοτε, να κανονίσει δηλαδή τον εαυτό του σοφά και συνετά έτσι που να έχει εγκράτεια της κοιλιάς, αμετακίνητη παραμονή στην ησυχία και αδιάλειπτη σχολή και μελέτη του Θεού.

Από εδώ προέρχεται η υποταγή των αισθήσεων· από εδώ η νήψη του νου· από εδώ εξημερώνονται τα άγρια πάθη που κινούνται μέσα στο σώμα· από εδώ προέρχεται η πραότητα των λογισμών από εδώ οι διάφορες φωτεινές κινήσεις της διάνοιας· από εδώ η σπουδή προς τα ιερά έργα της αρετής· από εδώ τα υψηλά και λεπτά νοήματα· από εδώ τα άμετρα δάκρυα που χύνονται κάθε ώρα και η μνήμη του θανάτου· από εδώ η καθαρή σωφροσύνη, η οποία απέχει ολότελα από κάθε φαντασία που πειράζει τη διάνοια· από εδώ η οξυδέρκεια και η οξύτητα της γνώσεως όσων βρίσκονται μακριά· από εδώ πηγάζουν τα βαθύτερα μυστικά νοήματα, τα οποία εννοεί η διάνοια με τη δύναμη των θείων λόγων και οι εσώτερες κινήσεις που γίνονται μέσα στην ψυχή και η διαφορά και η διάκριση των πονηρών πνευμάτων από τις αγγελικές Δυνάμεις, και των αληθινών οράσεων από τις μάταιες φαντασίες.

Από εδώ ο φόβος των οδών που κρύβει το πέλαγος της διάνοιας, ο οποίος κόβει τη ραθυμία και την αμέλεια, και η φλόγα του ζήλου η οποία καταπατεί κάθε κίνδυνο και ξεπερνάει κάθε φόβο, και η θέρμη η οποία καταφρονεί και σβήνει από τη διάνοια κάθε επιθυμία και προξενεί λησμοσύνη κάθε μνήμης των προσκαίρων που περνούν μαζί με τα άλλα.

Και με λίγα λόγια, από εδώ προέρχεται η ελευθερία του ανθρώπου του αληθινού και η χαρά της ψυχής και η ανάσταση και η ανάπαυση στη βασιλεία των ουρανών μαζί με το Χριστό. Αν όμως κανείς δείξει αμέλεια για τα δύο αυτά, ας γνωρίζει ότι δε ζημιώνει μόνο τον εαυτό του απ' όλα όσα είπαμε, αλλά κλονίζει και το θεμέλιο όλων των αρετών με την καταφρόνηση των δύο τούτων αρετών. Και όπως οι δύο αυτές αρετές μέσα στην ψυχή είναι αρχή και κεφαλή της θείας εργασίας, και θύρα και δρόμος προς τον Χριστό, αν τις φυλάει κανείς και επιμένει σ' αυτές, έτσι και αν τις εγκαταλείψει και αποσκιρτήσει από αυτές, καταντά στα δύο αντίθετα, δηλαδή να γυρίζει εδώ κι εκεί και να γαστριμαργεί ανεπίτρεπτα».

Και αλλού λέει: «Εκείνοι οι οποίοι στην αρχή του μοναχικού βίου τους είναι ράθυμοι και χαύνοι, δειλιάζουν και ταράζονται όχι μόνον ακούγοντας αυτούς τους αγώνες, αλλά κι από ήχο φύλλων των δένδρων, και νικιούνται από μικρή ανάγκη και από το φόβο της πείνας και από ελαφριά ασθένεια και απαρνούνται την άσκηση και γυρίζουν πίσω.

Οι αληθινοί όμως και άξιοι αγωνιστές δε χορταίνουν μήτε τα χόρτα και τα λάχανα, ούτε, αν και ζουν από ρίζες ξερών χόρτων, καταδέχονται να φάνε τίποτε πριν από την κανονισμένη ώρα, αλλά και κοιμούνται στο έδαφος ενώ το σώμα έχει ατονία και τρέμει και τα μάτια τους θολώνουν από την υπερβολική εξάντληση του σώματος.

Και αν ακόμη από την αδυναμία πλησιάσουν το θάνατο, ούτε τότε υποχωρούν ώστε να νικηθούν και να πέσουν, λόγω της ρωμαλέας προαιρέσεώς τους. Γιατί ποθούν και επιθυμούν να βιάσουν τον εαυτό τους για την αγάπη του Θεού, και προτιμούν να κοπιάζουν για την αρετή παρά να έχουν την πρόσκαιρη ζωή και κάθε ανάπαυση που αυτή προσφέρει.

Και όταν τους επιτεθούν οι πειρασμοί, περισσότερο χαίρονται, γιατί με αυτούς τελειοποιούνται, δηλαδή γίνονται τέλειοι. Ούτε πάλι από τους μεγάλους κόπους που δοκιμάζουν κλονίζονται καθόλου στην αγάπη του Θεού, αλλά έως ότου φύγουν από τη ζωή είναι πρόθυμοι να δεχτούν με γενναιότητα τους πειρασμούς και δεν τους αποφεύγουν, γιατί με αυτούς γίνονται τέλειοι».

Αυτούς λοιπόν και τους ομοίους τους ακολουθώντας κι εμείς, αλλά και πειθαρχώντας σ' Εκείνον που είπε: «Βάδιζε τη βασιλική οδό και μην παρεκκλίνεις δεξιά ή αριστερά»(Αρ. 20, 17), σου προβάλλομε έναν τύπο και κανόνα μεσότητας, ο οποίος περιλαμβάνει τον παρακάτω όρο.

--------------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 55-57).