1. Αν θέλεις να μάθεις την αλήθεια, πάρε σαν παράδειγμα και μιμήσου τον κιθαριστή· γέρνει λίγο προς τα κάτω το κεφάλι του και στήνοντας την ακοή του στο τραγούδι χτυπά με το πλήκτρο τις χορδές. και μόλις χτυπήσει μαζί τις χορδές με τέχνη, η κιθάρα αναδίδει τη μελω-δία, και ο κιθαριστής από τη γλυκύτητα της μελωδίας σκιρτά.

2. Ας σου γίνει, φιλόπονε εργάτη του αμπελώνα, το παράδειγμα διαφωτιστικό και μην απιστείς. Όταν, όπως ο κιθαριστής, προσέχεις πολύ εκεί, στο βάθος δηλαδή της καρδιάς, θα βρεις εύκολα αυτό που ζητάς. Γιατί η ψυχή που κυριεύθηκε πέρα ως πέρα από το θείο έρωτα, δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Όπως λέει και ο θείος Δαβίδ: «Κόλλησε η ψυχή μου σ' Εσένα και σ' ακολουθεί»(Ψαλμ. 62, 9).

3. Κιθάρα λοιπόν, αγαπητέ, φαντάσου την καρδιά· χορδές τις αισθήσεις· πλήκτρο είναι η διάνοια, η οποία με το λογικό χτυπά με γνώση το πλήκτρο που είναι η μνήμη του Θεού, και από αυτήν έρχεται στην ψυχή μία ανέκφραστη ηδονή και καθρεφτίζονται θείες λάμψεις στον καθαρό νου.

4. Αν δεν κλείσομε τις αισθήσεις του σώματος, δε θα αναβλύσει μέσα μας το «αλλόμενον ύδωρ»(ιΩ. 4, 14), το ορμητικό δηλαδή νερό που ο Κύριος χάρισε στη Σαμαρείτισσα, η οποία ενώ ζητούσε το αισθητό νερό, βρήκε να αναπηδά από μέσα της το νερό της ζωής. Γιατί όπως η γη έχει φυσικό το νερό και το αφήνει να χυθεί έξω, έτσι κι η γη της καρδιάς έχει φυσικό αυτό το νερό που πηγάζει και αναπηδά· και είναι σαν το πατρικό φως, το οποίο έχασε ο Αδάμ με την παρακοή.

5. Όπως το νερό από πηγή που τρέχει αέναα, έτσι αναβλύζει από την ψυχή και το ζωντανό νερό που αναπηδά. Αυτό το νερό κατοίκησε μέσα στην ψυχή του θεοφόρου Ιγνατίου και τον έκανε να λέει: «Δεν υπάρχει μέσα μου φωτιά φιλόυλη, αλλά νερό που ενεργεί και λαλεί».

6. Αυτή η μακάρια ή να πω καλύτερα τρισμακάρια, η νοερή δηλαδή νήψη της ψυχής, μοιάζει με νερό που αναπηδά και πηγάζει από το βάθος της καρδιάς. Το νερό που βγαίνει από την πηγή την κάνει να ξεχειλίσει, ενώ το νερό που αναπηδά από την καρδιά και κινείται αεικίνητα, να πω έτσι, από το πνεύμα, πλημμυρίζει όλο τον εσωτερικό άνθρωπο από θεϊκή δροσιά και πνοή, ενώ τον εξωτερικό άνθρωπο τον κάνει πύρινο.

7. Ο νους που καθάρθηκε από τα εξωτερικά και υπέταξε ολοκληρωτικά τις αισθήσεις του με την πρακτική αρετή, μένει ακίνητος όπως ο άξονας του ουρανού, στραμμένος σαν σε κάποιο κέντρο στο βάθος της καρδιάς· και έχοντας την ηγεμονία της κεφαλής, παρατηρεί προς τα εκεί, χρησιμοποιώντας σαν αστραπές τις λάμψεις της διάνοιας για να αντλούν από εκεί τα θεία νοήματα, και υποτάσσοντας όλες τις αισθήσεις του σώματος.
8. Ακούγοντας αυτά ένας που είναι αμύητος ή που έχει ανάγκη από γάλα(Α΄ Κορ. 3, 2), ας μην τα αγγίξει, γιατί είναι απαγορευμ;ένα έξω από την ώρα τους. το να θέλουν κάποιοι ν' αποκτήσουν πρόωρα αυτά που ταιριάζουν στην ωριμότητα και να βιάζονται κατά κάποιο τρόπο να μπουν στο λιμάνι της απάθειας χωρίς την πρέπουσα προεργασία, οι θείοι Πατέρες το θεώρησαν χάσιμο του νου και τίποτε άλλο. Γιατί εκείνος που δεν ξέρει γράμματα είναι αδύνατο να μελετά βιβλία.
9. Εκείνο που κινήθηκε μετά από αγώνα μέσα στην ψυχή από το Άγιο Πνεύμα, γαληνεύει την καρδιά και φωνάζει στο Θεό: «Αββά, Πατέρα!»(Γαλ. 4, 6). Εκείνο δεν έχει ούτε σχήμα ούτε μορφή· εμάς όμως μας μετασχηματίζει με τη λάμψη του θείου φωτός και φυσικά μας δίνει μορφή, με την πύρωση του θείου Πνεύματος. Αλλά και μας αλλοιώνει και μας μεταμορφώνει, όπως γνωρίζει μόνο Αυτός, με τη θεϊκή Του εξουσία.
10. Ο νους που καθάρθηκε με τη νήψη, εύκολα σκοτίζεται, αν με τη συνεχή μνήμη του Ιησού δεν παύει τελείως να ασχολείται με τα εξωτερικά. Εκείνος όμως που με τη φύλαξη του νου συνένωσε την πράξη με τη θεωρία, δεν ασχολείται με το να απορρίπτει θορύβους και να αποτινάσσει κρότους ασυνάρτητους ή και αρθρωμένους. Γιατί όταν η ψυχή πληγωθεί από τον θείο έρωτα του Χριστού, τον ακολουθεί σαν Αγαπημένο.
11. Το να κατασιγάσουν τα πάθη και τα κινήματα της σάρκας εκείνοι που ζουν μέσα στον κόσμο, ή και να σχολάζουν έλλογα σύμφωνα με το ρητό «σχολάσετε και μάθετε»(Ψαλμ. 45, 11), μπορεί εύκολα να γίνει. Να τα εξαλείψουν όμως και να τα αφανίσουν, αδύνατο. Ο ερημικός βίος όμως μπορεί να τα ξεριζώνει τελείως.
12. Το νερό που αναβλύζει, άλλο κινείται πιο ορμητικά, άλλο πιο ήσυχα και αργά. Το πρώτο, λόγω της ταχύτητας της κινήσεως, ούτε να θολώσει εύκολα μπορεί, κι αν για λίγο θολώσει, εύκολα πάλι καθαρίζεται, επειδή είναι τέτοια η κίνησή του. Αν όμως λιγοστέψει η ροή του νερού και γίνει πολύ μικρή, όχι μόνο θολώνει, αλλά και μένει σχεδόν στάσιμο. Χρειάζεται λοιπόν να ξανακαθαριστεί κάπως και να ξανακινηθεί.
13. Τους αρχαρίους και αυτούς που βαδίζουν την ηθική και πρακτική οδό, ο δαίμονας τους πολεμάει με θορύβους ασυνάρτητους ή και αρθρωμένους. Στους θεωρητικούς παρουσιάζει μορφές φανταστικές, χρωματίζοντας φαινομενικά τον αέρα σαν να είναι φως ή καμιά φορά και φωτιά, για να παραπλανήσει με αυτά τα δαιμονικά τον αγωνιστή του Χριστού.
14. Αν θέλεις να μάθεις πώς πρέπει να προσεύχεσαι, πρόσεξε τον καρπό της προσοχής ή και της προσευχής και μην απατάσαι. Γιατί ο καρπός της, αγαπητέ, είναι κατάνυξη παντοτινή, συντριβή της καρδιάς, αγάπη προς τον πλησίον. Το αντίθετο ολοφάνερα είναι λογισμοί επιθυμίας, ψίθυροι καταλαλιάς, μίσος κατά του πλησίον και όσα όμοια.
------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 131-133).