Όσα αναφέρθηκαν σε αυτό το κεφάλαιο σχετικά με τις «εξωσωματικές» εμπειρίες αρκούν για να θέσουν τις σημερινές «μεταθανάτιες» εμπειρίες στη σωστή τους προοπτική. Συνοψίζουμε, λοιπόν, αμέσως παρακάτω τα συμπεράσματά μας:
1. Οι «μεταθανάτιες» εμπειρίες είναι, απλά και ξεκάθαρα, «εξωσωματικές» εμπειρίες, πολύ γνωστές ειδικά στην αποκρυφιστική βιβλιογραφία, οι οποίες εκδηλώνονται με αυξανόμενη συχνότητα τα τελευταία χρόνια σε συνηθισμένους ανθρώπους που δεν έχουν καμιά απολύτως σχέση με τον αποκρυφισμό. Ωστόσο, οι εμπειρίες αυτές στην πραγματικότητα δεν μας παρέχουν σχεδόν καμιά γνώση για το τι συμβαίνει στην ψυχή μετά το θάνατο, εκτός από το ότι όντως επιζεί και διατηρεί την αυτοσυνειδησία της.
2. Ο κόσμος στον οποίο εισέρχεται αμέσως η ψυχή όταν αφήνει το σώμα και αρχίζει να χάνει την επαφή με αυτό που γνωρίζουμε ως «υλική πραγματικότητα», είτε μετά το θάνατο είτε κατά τη διάρκεια μίας «εξωσωματικής» εμπειρίας, δεν είναι ούτε ο παράδεισος ούτε η κόλαση, αλλά ένας αόρατος κόσμος πλησίον της γής, γνωστός με διάφορες ονομασίες, όπως το «μεταθανάτιο επίπεδο» ή «επίπεδο Bardo", στη γλώσσα της Θιβετιανής βίβλου των Νεκρών, ο «κόσμος των πνευμάτων», στη γλώσσα του Σβέντενμποργκ και του πνευματισμού, το «αστρικό πεδίο», στη γλώσσα της θεοσοφίας και του μεγαλύτερου μέρους του αποκρυφισμού, το «Πεδίο ΙΙ», στη γλώσσα του Μόνροου ή, στη γλώσσα της Ορθοδοξίας, ο υπο-ουράνιος εναέριος κόσμος όπου κατοικούν τα πεπτωκότα πνεύματα, τα οποία έχουν ως έργο να παραπλανούν τους ανθρώπους με στόχο την αιώνια απώλειά τους. Δεν πρόκειται για τον «άλλο κόσμο» που περιμένει τον άνθρωπο μετά θάνατον, αλλά μόνο για το αόρατο τμήμα αυτού του κόσμου από το οποίο ο άνθρωπος πρέπει να διέλθει ώστε να φτάσει στον πραγματικά «άλλο» κόσμο του παραδείσου ή της κόλασης. Για όσους πραγματικά πεθαίνουν και οδηγούνται από αγγέλους έξω από την επίγεια ζωή, αυτός είναι ο κόσμος όπου η Μερική Κρίση ξεκινά στα εναέρια «τελώνια», όπου τα πονηρά πνεύματα αποκαλύπτουν την αληθινή τους φύση και την εχθρότητα τους προς την ανθρωπότητα, για όλους τους άλλους, είναι ένας κόσμος δαιμονικής πλάνης από αυτά τα ίδια τα πνεύματα.
3. Τα όντα με τα οποία οι άνθρωποι έρχονται σε επαφή στον εναέριο κόσμο είναι πάντοτε, ή σχεδόν πάντοτε, δαίμονες, που είτε εμφανίζονται ύστερα από ανθρώπινη επίκληση μέσω των μέντιουμ ή άλλων αποκρυφιστικών μεθόδων είτε συναντώνται κατά τη διάρκεια «εξωσωματικών» εμπειριών. Αυτά τα όντα δεν είναι άγγελοι, αφού οι άγγελοι κατοικούν στους ουρανούς και μόνο διέρχονται από τον εναέριο κόσμο μόνο ως αγγελιοφόροι του Θεού. Δεν είναι ούτε οι ψυχές των νεκρών, αφού οι ψυχές των νεκρών βρίσκονται σε μία προσωρινή κατάσταση στην οποία προγεύονται τον παράδεισο ή την κόλαση και διέρχονται από τον εναέριο κόσμο μόνον αμέσως μετά το θάνατο, πορευόμενες προς Κρίσης για τις πράξεις του σε τούτη τη ζωή. Ακόμα και οι πλέον μυημένοι στις εξωσωματικές εμπειρίες δεν μπορούν να παραμείνουν σε αυτόν τον κόσμο για πολλή ώρα χωρίς τον κίνδυνο να αποχωρισθούν μονίμως από το σώμα τους, δηλαδή να πεθάνουν και, ακόμα και στην αποκρυφιστική βιβλιογραφία, υπάρχουν ελάχιστες περιγραφές για συναντήσεις αυτών των ανθρώπων μεταξύ τους.
4. Ο άνθρωπος δεν πρέπει να εμπιστεύεται τις εμπειρίες που βιώνεις τον εναέριο κόσμο και σίγουρα δεν πρέπει να πιστεύει ότι είναι αυτό που φαίνονται. Ακόμα και όσοι διαθέτουν σταθερές βάσεις στην Ορθόδοξη Χριστιανική διδασκαλία μπορούν εύκολα να εξαπατηθούν από τα πεπτωκότα εναέρια πνεύματα όσον αφορά οιαδήποτε «οράματα» ή «οπτασίες» που είναι πιθανό να τους παρουσιαστούν, όσοι όμως εισέρχονται στον κόσμο αυτό χωρίς καμιά σχετική γνώση και αποδέχονται όσα τους «αποκαλύπτονται» με εμπιστοσύνη δεν είναι τίποτε περισσότερο από αξιοθρήνητα θύματα των πεπτωκότων πνευμάτων.
Ίσως κάποιος ρωτήσει: Και τι γίνεται με τη «γαλήνη» και την «τέρψη» που φαίνεται ότι αισθάνονται σχεδόν όλοι οι άνθρωποι στην «εξωσωματική» κατάσταση; Και τι είναι το όραμα «φωτός» που τόσο πολλοί βλέπουν; Είναι κι αυτά μόνον πλάνες και τίποτα άλλο;
Υπό μία έννοια, οι παραπάνω εμπειρίες είναι πιθανώς «φυσικές» για την ψυχή όταν αποχωρίζεται το σώμα. Τα υλικά μας σώματα στον μεταπτωτικό κόσμο στον οποίο ζούμε είναι σώματα πόνου, φθοράς και θανάτου. Όταν η ψυχή αποχωρίζεται το υλικό σώμα, βρίσκεται αμέσως σε μία κατάσταση πιο «φυσική» προς αυτήν, πιο κοντά στην κατάσταση που ο Θεός προορίζει γι' αυτήν, αυτό συμβαίνει επειδή το αναστημένο «πνευματικό σώμα» εντός του οποίου θα κατοικήσει ο άνθρωπος στη Βασιλεία των Ουρανών έχει περισσότερα κοινά στοιχεία με την ψυχή παρά με το γήινο σώμα. Ακόμα και η φύση του σώματος με το οποίο αρχικά δημιουργήθηκε ο Αδάμ ήταν διαφορετική από αυτήν του μεταπτωτικού του σώματος, πιο εκλεπτυσμένη και μη υποκείμενη σε πόνο ή οδύνες.
Υπό αυτήν την έννοια, τα αισθήματα «γαλήνης» και «τέρψης» της εξωσωματικής εμπειρίας μπορούν να θεωρηθούν ότι είναι γνήσια και δεν αποτελούν πλάνη. Ωστόσο, η πλάνη εισέρχεται τη στιγμή που ο άνθρωπος αρχίζει να ερμηνεύει αυτά τα «φυσικά» αισθήματα ως κάτι «πνευματικό», ωσάν η «ειρήνη» να είναι η πραγματική πνευματική τέρψη που δημιουργεί ο παράδεισος. Αυτός είναι, πράγματι, ο τρόπος με τον οποίο είναι πιθανό να ερμηνεύουν πολλοί άνθρωποι τις «εξωσωματικές» και μεταθανάτιες» εμπειρίες τους, λόγω του ότι στερούνται πραγματικής πνευματικής εμπειρίας και αντίληψης. Το ότι μία τέτοια ερμηνεία είναι λανθασμένη γίνεται φανερό και από το δεδομένο ότι ακόμα και οι πλέον άκαμπτοι άπιστοι αισθάνονται την ίδια τέρψη όταν «πεθαίνουν». Αυτό το διαπιστώσαμε ήδη, όταν σε προηγούμενο κεφάλαιο αναφερθήκαμε στις περιπτώσεις των Ινδουιστών, ενός αθεϊστή, και ενός ανθρώπου που αυτοκτόνησε. Ένα άλλο εντυπωσιακό παράδειγμα είναι αυτό του αγνωστικιστή Βρετανού μυθιστοριογράφου, Σόμερσετ Μόγκαμ, ο οποίος είχε μία σύντομη εμπειρία «θανάτου» ακριβώς πριν τον πραγματικό του θάνατο σε ηλικία 80 ετών. Κατά τη διάρκεια της εμπειρίας του ο Μόγκαμ είδε πρώτα ένα ολοένα αυξανόμενο φώς και κατόπιν είχε «την πιο τέλεια αίσθηση απελευθέρωσης», όπως την περιέγραψε με δικά του λόγια. Όμως αυτή ήταν η «φυσική», όπως πολλές άλλες, και καθόλου «πνευματική» εμπειρία ενός ανθρώπου του οποίου η ζωή έσβησε μέσα στην απιστία.
Επομένως, ως εμπειρία αντιληπτή μέσω των αισθήσεων ή «φυσική», θα φαινόταν ότι ο θάνατος είναι όντως τερπνός. Η τερπνότητα αυτή μπορεί να βιωθεί τόσο από κάποιον του οποίου η συνείδηση είναι καθαρή ενώπιον του Θεού, όσο και από κάποιον ο οποίος δεν πιστεύει βαθιά στο Θεό, ή δεν πιστεύει καθόλου στην αιώνια ζωή και συνεπώς δεν έχει συναίσθηση του πως μπορεί αν έχει δυσαρεστήσει το Θεό κατά τη διάρκεια της ζωής του. Ένας «άσχημος θάνατος» βιώνεται, όπως έχει ορθά δηλώσει ένας συγγραφέας, μόνον από «αυτούς που γνωρίζουν ότι ο Θεός υπάρχει, ωστόσο έχουν ζήσει τις ζωές τους σαν να μην υπήρχε» δηλαδή αυτούς των οποίων η συνείδηση τους βασανίζει και αντισταθμίζει μέσω του πόνου που τους προκαλεί τη φυσική «τερπνότητα» του σωματικού θανάτου. Η διάκριση μεταξύ πιστών και απίστων επιτελείται, λοιπόν, όχι στη στιγμή του ίδιου του θανάτου, αλλά αργότερα, στη Μερική Κρίση. Η «τερπνότητα» του θανάτου μπορεί να είναι πραγματική, αλλά σε καμιά περίπτωση δε συνδέεται αναγκαστικά με την τελική πορεία της ψυχής, η οποία μπορεί κάλλιστα να καταλήξει στον αιώνιο βασανισμό. Τα παραπάνω ισχύουν ακόμα περισσότερο στην περίπτωση του οράματος «φωτός». Αυτό ίσως είναι επίσης κάτι απλώς και μόνο φυσικό, μία αντανάκλαση της αληθινής κατάστασης φωτός για την οποία δημιουργήθηκε ο άνθρωπος. Αλλά ακόμα κι αν είναι έτσι, αποτελεί και πάλι σοβαρό σφάλμα να προσδίδουμε σε αυτήν την εμπειρία το «πνευματικό» νόημα που μονίμως της προσδίδουν οι άπειροι στα πνευματικά θέματα. Πάρα πολλά κείμενα της Ορθόδοξης ασκητικής γραμματείας προειδοποιούν τους ανθρώπους να μην εμπιστεύονται κανένα είδος «φωτός» που μπορεί να τους εμφανιστεί, από τη στιγμή που αρχίσει κάποιος να ερμηνεύει αυτό το φώς ως «άγγελο» ή ακόμα και ως «Χριστό», είναι φανερό ότι έχει ήδη παραπλανηθεί, υφαίνοντας μία «πραγματικότητα» που είναι αποτέλεσμα της φαντασίας του ακόμα και πριν τα πεπτωκότα πνεύματα αρχίσουν το δικό τους έργο παραπλάνησης.
Είναι επίσης «φυσικό» για την ψυχή που βρίσκεται έξω από το σώμα να έχει μία διευρυμένη αντίληψη της πραγματικότητας και να διαθέτει αυτό που σήμερα ονομάζεται «υπεραισθητική αντίληψη» ή ESP. Είναι προφανές δεδομένο, που καταγράφεται τόσο στην Ορθόδοξη γραμματεία όσο και στις σύγχρονες επιστημονικές έρευνες, ότι η ψυχή ακριβώς μετά το «θάνατο» - και πολλές φορές ακριβώς πριν από αυτόν- βλέπει εικόνες που οι παριστάμενοι αδυνατούν να δούν, γνωρίζει ότι κάποιος που βρίσκεται μακριά πεθαίνει κλπ. Μία απεικόνιση αυτής της κατάστασης μπορούμε να δούμε στην εμπειρία που ο Δρ. Μούντυ αποκαλεί «όραση της γνώσης», όταν η ψυχή μοιάζει να δέχεται μία «φώτιση» και να βλέπει «όλη τη γνώση» μπροστά της. Ο αγ. Βονιφάτιος περιγράφει την εμπειρία που είχε αμέσως μετά το θάνατό του «ο μοναχός του Ουένλοκ» ως εξής: «Ένιωσε ότι μπορούσε να δει και ότι ήταν εντελώς ξύπνιος, ότι τα μάτια του πριν ήταν καλυμμένα με ένα πυκνό πέπλο και μετά ξαφνικά το πέπλο ανασηκώθηκε και όλα αυτά που πριν ήταν αόρατα, καλυμμένα και άγνωστα τώρα έγιναν ολοφάνερα. Όταν το πέπλο της σάρκας αποβλήθηκε όλο το σύμπαν φάνηκε να εμφανίζεται ταυτόχρονα μπροστά στα μάτια του, έτσι που σε μία ματιά είδε όλα τα μέρη του κόσμου και όλες τις θάλασσες και όλους τους λαούς».
Μερικές ψυχές φαίνεται ότι έχουν μία φυσική ευαισθησία σε παρόμοιες εμπειρίες, ακόμα και όταν εξακολουθούν να βρίσκονται μέσα στο σώμα. Ο αγ. Γρηγόριος ο Μέγας αναφέρει ότι «άλλοτε η ίδια η δύναμη των ψυχών με την λεπτότητα της προορά κάτι» σε αντίθεση με αυτούς που προβλέπουν το μέλλον μέσω θεϊκής αποκάλυψης. Όμως τα άτομα με τέτοιες ικανότητες πέφτουν πάντοτε σε πλάνη όταν αρχίζουν να ερμηνεύουν ή να καλλιεργούν αυτό το ταλέντο, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί με τον κατάλληλο τρόπο μόνο από άτομα μεγάλης αγιότητας και, φυσικά, Ορθόδοξης πίστης. Ο Αμερικανός «ψυχικός» Εντγκαρ Κέυση είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα των παγίδων που ενέχει η «υπερ-αισθητική αντίληψη»: από τη στιγμή που ανακάλυψε ότι διέθετε το χάρισμα να κάνει ακριβείς ιατρικές διαγνώσεις σε κατάσταση ύπνωσης, άρχισε να εμπιστεύεται όλα τα μηνύματα που ελάμβανε ευρισκόμενος σε αυτήν την κατάσταση και κατέληξε να αυτοχρισθεί προφήτης του μέλλοντος, μερικές φορές με θεαματική αποτυχία, όπως στην πρόβλεψη του κατακλυσμού που θα συνέβαινε - και δε συνέβη- στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ το 1969, παρέχοντας αστρολογικές ερμηνείες, και εντοπίζοντας τις «περασμένες ζωές» ανθρώπων στην «Ατλαντίδα», στην αρχαία Αίγυπτο και αλλού.
Συνεπώς, οι «φυσικές» εμπειρίες της ψυχής στην περίπτωση που έχει κάποια σχετική ειδική ευαισθησία, ή που έχει απομακρυνθεί από το σώμα - είτε πρόκειται για εμπειρίες «γαλήνης» και τέρψης, φωτός, είτε «υπερ-αισθητικής αντίληψης»- αποτελούν μόνον την «πρώτη ύλη» της διευρυμένης συνείδησης, παρέχοντας ωστόσο, όπως και πάλι τονίζουμε, ελάχιστες συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τη μεταθανάτια κατάσταση της ψυχής, και πάρα πολύ συχνά οδηγούν τον άνθρωπο στη διαμόρφωση αναξιόπιστων ερμηνειών για τον «άλλο κόσμο», καθώς επίσης και στην άμεση επαφή με τα πεπτωκότα πνεύματα που κυριαρχούν εκεί. Τέτοιες εμπειρίες ανήκουν όλες στον «αστρικό» κόσμο και δεν ενυπάρχει σε αυτές τίποτε το πνευματικό ή το ουράνιο, ακόμα και όταν η ίδια η εμπειρία είναι πραγματική, οι ερμηνείες που της αποδίδονται είναι αναξιόπιστες.
5. Λόγω της ίδιας της φύσης των πραγμάτων, μία πραγματική γνώση του εναέριου κόσμου των πνευμάτων και των όσων αποκαλύπτονται μέσα σε αυτόν δεν μπορεί να αποκτηθεί αποκλειστικά μέσω της εμπειρίας. Η βέβαιη γνώση περί της οποίας καυχησιολογούν όλοι οι κλάδοι του αποκρυφισμού με τη δικαιολογία ότι βασίζεται στην «εμπειρία» είναι ακριβώς το μοιραίο ψεγάδι της όλης απόκρυφης «γνώσης». Αντιθέτως, τέτοιες εμπειρίες, επειδή βιώνονται στον εναέριο κόσμο και συχνά προκαλούνται από δαίμονες με απώτατο σκοπό να παραπλανήσουν και να καταστρέψουν τις ανθρώπινες ψυχές, είναι από αυτήν την ίδια τους τη φύση αδιαχώριστες από την πλάνη, πέραν του δεδομένου ότι ο άνθρωπος, επειδή ο εναέριος κόσμος δεν αποτελεί, όπως ο υλικός κόσμος, το φυσικό του χώρο, δεν μπορεί ποτέ να προσανατολιστεί μέσα σε αυτόν και να είναι σίγουρος για τη γνησιότητά του. Η Βουδιστική διδασκαλία, όπως εκφράζεται στη Θιβετιανή Βίβλο των Νεκρών, είναι ασφαλώς ορθή, όταν αναφέρεται στην απατηλή φύση των εξωτερικών εντυπώσεων του «επιπέδου Bardo", εσφαλμένα όμως συμπεραίνει από αυτό, βασισμένη μόνο στην εμπειρία, ότι δεν υπάρχει καμιά απολύτως αντικειμενική πραγματικότητα πίσω από τέτοιες εξωτερικές εντυπώσεις. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει στ' αλήθεια ποια είναι η πραγματικότητα του αόρατου κόσμου εκτός κι αν η γνώση αυτή του αποκαλυφθεί από μία πηγή που βρίσκεται έξω και πάνω από τον εν λόγω κόσμο.
Η σύγχρονη προσέγγιση του εναέριου κόσμου μέσω προσωπικών και «επιστημονικών» πειραματισμών είναι, για τον ίδιο λόγο, καταδικασμένη να καταλήγει σε παραπλανητικά και απατηλά συμπεράσματα. Σχεδόν όλοι οι σύγχρονοι ερευνητές αποδέχονται ή τουλάχιστον διάκεινται λίαν ευνοϊκώς προς την αποκρυφιστική διδασκαλία σχετικά με τον κόσμο αυτό, για το μοναδικό λόγο ότι βασίζεται στην εμπειρία, η οποία αποτελεί επίσης τη βάση της επιστήμης. Όμως η «εμπειρία» στον υλικό κόσμο είναι κάτι τελείως διαφορετικό από την «εμπειρία» στον εναέριο κόσμο. Στη μία περίπτωση, η πρώτη ύλη είναι ηθικά «ουδέτερη» και μπορεί να μελετηθεί αντικειμενικά και το αποτέλεσμα να επαληθευτεί από άλλους, στην άλλη όμως η «πρώτη ύλη» είναι κρυμμένη, εξαιρετικά δύσκολο να κατανοηθεί, και, σε πολλές περιπτώσεις, έχει μία δική της θέληση, θέλει να εξαπατήσει τον παρατηρητή. Γι' αυτόν το λόγο, σοβαροί ερευνητές όπως ο Δρ. Μούντυ, ο Δρ. Κρούκαλλ, οι Δρες Οσις και Χάραλντσον και η Δρ. Κιούμπλερ - Ρός καταλήγουν να χρησιμοποιούνται για τη διάδοση αποκρυφιστικών ιδεών, των «φυσικών» ιδεών που εξάγονται από τη μελέτη του απόκρυφου εναέριου κόσμου. Μόνο η ιδέα ότι υπάρχει μία αποκαλυμμένη αλήθεια υπεράνω πάσης εμπειρίας, ιδέα που σπανίως γίνεται αποδεκτή στις μέρες μας, μπορεί να οδηγήσει στη διαλεύκανση του απόκρυφου εναέριου κόσμου, στην αναγνώριση της αληθινής του φύσης και στη διαμόρφωση μίας διάκρισης μεταξύ του κατώτερου εναέριου κόσμου και του ανώτερου επουράνιου κόσμου.
Κρίναμε αναγκαίο να αφιερώσουμε αυτό το εκτενές κεφάλαιο στις «εξωσωματικές» εμπειρίες προκειμένου να καθορίσουμε με όσο το δυνατόν περισσότερη ακρίβεια τη φύση των εμπειριών που βιώνουν σήμερα πολλοί συνηθισμένοι άνθρωποι, όχι μόνο μέντιουμ και αποκρυφιστές. Στο συμπέρασμα του βιβλίου μας θα επιχειρήσουμε να εξηγήσουμε το γιατί τέτοιες εμπειρίες συμβαίνουν τόσο συχνά στη σύγχρονη εποχή. Είναι απολύτως σαφές ότι οι εμπειρίες αυτές είναι αληθινές, και δεν μπορούν να απορριφθούν ως «παραισθήσεις». Είναι, όμως, εξίσου σαφές ότι δεν πρόκειται για «πνευματικές» εμπειρίες, και ότι οι απόπειρες όσων τις έχουν βιώσει να τις ερμηνεύσουν ως τέτοιες, ως εμπειρίες που αποκαλύπτουν την αληθινή φύση της μετά θάνατον ζωής και την τελική κατάσταση της ψυχής, το μόνο που κάνουν είναι να αυξάνουν τη σύγχυση που διακατέχει τη σύγχρονη ανθρωπότητα όσον αφορά τα πνευματικά θέματα και να αποκαλύπτουν πόσο πολύ μακριά βρίσκεται από τη συνειδητοποίηση της αληθινής πνευματικής γνώσης και εμπειρίας.
Για να διαπιστώσουμε τα όσα μόλις αναφέραμε, θα προχωρήσουμε στην εξέταση διαφόρων περιπτώσεων αληθινών εμπειριών από τον άλλο κόσμο, τον αιώνιο επουράνιο κόσμο που αποκαλύπτεται στον άνθρωπο μόνο με τη θέληση του Θεού, και που είναι τελείως διαφορετικός από τον εναέριο κόσμο που εξετάσαμε εδώ, ο εναέριος κόσμος αποτελεί τμήμα αυτού του κόσμου ο οποίος κάποτε θα έχει ένα τέλος.
via - Απόκρυφες εμπειρίες
- «Αστρική προβολή»
- «Αστρικά ταξίδια»
- Συμπεράσματα σχετικά με τον «εξωσωματικό» κόσμο
- Λίγα λόγια για τη «μετενσάρκωση»
- Αληθινές Χριστιανικές εμπειρίες Παραδείσου Πού «βρ...
- Χριστιανικές εμπειρίες Παραδείσου
- Χαρακτηριστικά της αληθινής εμπειρίας Παραδείσου
- Ένα σχόλιο για τις οράσεις της κόλασης