Όλες σχεδόν οι πρόσφατες «μεταθανάτιες» εμπειρίες είναι υπερβολικά σύντομες, εάν η διάρκειά τους ήταν μεγαλύτερη, θα είχε επέλθει πραγματικός θάνατος. Όμως, η «εξωσωματική» εμπειρία» η οποία δε συμβαίνει αποκλειστικά σε άτομα που βρίσκονται πολύ κοντά στο θάνατο, είναι δυνατό να έχει μεγαλύτερη διάρκεια. Εάν διαρκέσει για αρκετό χρονικό διάστημα, ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να αφήσει πίσω το άμεσο περιβάλλον του και να εισέλθει σε ένα τελείως άγνωστο τοπίο, όπου όχι απλώς διακρίνει φευγαλέα έναν «κήπο» ή ένα «φωτεινό μέρος» ή μία «ουράνια πόλη», αλλά ζεί μία παρατεταμένη «περιπέτεια» μέσα στον εναέριο κόσμο. Το «αστρικό πεδίο» βρίσκεται προφανώς αρκετά κοντά στον κάθε άνθρωπο, και ορισμένες κρίσιμες καταστάσεις ή τεχνικές που εφαρμόζουν τα μέντιουμ μπορούν να τον «προβάλλουν» στο πεδίο αυτό. Σε ένα από τα βιβλία του, ο Δρ. Κάρλ Γιούνγκ περιγράφει την εμπειρία ασθενούς του η οποία είχε «εξωσωματική» εμπειρία κατά τη διάρκεια μίας δύσκολης γέννας. Έβλεπε  τους γιατρούς και τις νοσοκόμες που ήταν γύρω της, όμως πίσω της μπορούσε να αντιληφθεί την ύπαρξη ενός εκθαμβωτικού τοπίου το οποίο έμοιαζε να είναι το σύνορο μίας άλλης διάστασης αισθάνθηκε ότι εάν γύριζε προς τη μεριά του τοπίου, θα άφηνε την επίγεια ζωή - αντί γι' αυτό όμως, επέστρεψε στο σώμα της».

Ο Δρ. Μούντυ είχε καταγράψει αρκετές τέτοιες εμπειρίες, στις οποίες το άτομο πλησιάζει σε μια οριακή γραμμή, κάτι σαν σύνορο.

Όσοι προκαλούν σκόπιμα την εμπειρία της «αστρικής προβολής» συχνά επιτυγχάνουν να εισέλθουν στην «άλλη διάσταση». Μόλις τα τελευταία  χρόνια οι περιγραφές ενός άνδρα ονόματι Ρόμπερτ Μόνροου για τα «ταξίδια» του στην «άλλη διάσταση» έχουν αποκτήσει αρκετή φήμη, γεγονός που του επέτρεψε να ιδρύσει ένα ινστιτούτο διεξαγωγής πειραμάτων στην «εξωσωματική» κατάσταση. Στο ινστιτούτο αυτό έχει μαθητεύσει και η Δρ. Ελίζαμπεθ Κιούμπλέρ Ρος, η οποία συμφωνεί με τα συμπεράσματα του Μόνροου όσον αφορά την ομοιότητα μεταξύ «εξωσωματικών» και «μεταθανάτιων» εμπειριών. Αμέσως παρακάτω θα παραθέσουμε συνοπτικά τα ευρήματα αυτού του πειραματιστή.

Ο Αμερικανός Ρόμπερτ Μόνροου είναι επιτυχημένο διοικητικό στέλεχος επιχείρησης - πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου ενός οικονομικού «κολοσσού» - και αγνωστικιστής. Οι «εξωσωματικές» του εμπειρίες άρχισαν το 1958, χωρίς ποτέ πριν να έχει ενδιαφερθεί για τον αποκρυφισμό, την περίοδο που διεξήγαγε ο ίδιος πειράματα πάνω σε τεχνικές εκμάθησης επιχειρησιακών δεδομένων κατά τη διάρκεια του ύπνου, οι τεχνικές αυτές περιελάμβαναν ασκήσεις αυτοσυγκέντρωσης και χαλάρωσης και έμοιαζαν με κάποιες τεχνικές του διαλογισμού. Αφότου ξεκίνησε τα πειράματα, είχε την εξής ασυνήθιστη εμπειρία: του φάνηκε ότι χτυπήθηκε ξαφνικά από μία ακτίνα φωτός, η οποία του προκάλεσε προσωρινή παράλυση. Αφού αυτή η αίσθηση επαναλήφθηκε αρκετές φορές, άρχισε να «αιωρείται» έξω από το σώμα του . Τελικά άρχισε να πειραματίζεται με στόχο να αναπαράγει και να τελειοποιεί τη συγκεκριμένη εμπειρία. Σε αυτό το ξεκίνημα των απόκρυφων «ταξιδιών» του, ο Μόνροου αποκαλύπτει τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά τα οποία άνοιξαν στον Σβέντενμποργκ τον δρόμο για τις περιπέτειές του στον κόσμο των πνευμάτων.

Στην αρχή τα «ταξίδια» του Μόνροου γίνονταν σε αναγνωρίσιμους τόπους της γής, πρώτα σε κοντινούς, έπειτα σε μακρινότερους, μερικές φορές μάλιστα, ανέφερε επιτυχώς πραγματικά στοιχεία που απεδείκνυαν τη γνησιότητα των εμπειριών του. Κατόπιν άρχισε να έρχεται σε επαφή με κάποιες φιγούρες που «έμοιαζαν με φαντάσματα», η πρώτη δε τέτοια επαφή ήταν μέρος ενός μεντιουμιστικού πειράματος, κατά το οποίο ο απεσταλμένος από το μέντιουμ «Ινδός καθοδηγητής» ήλθε πράγματι σε αυτόν! Τελικά, άρχισε να έρχεται σε επαφή με περίεργα τοπία, που φαινομενικά δεν ήταν γήινα.

Κρατώντας λεπτομερείς σημειώσεις από τις εμπειρίες του, τις οποίες κατέγραφε αμέσως μόλις επέστρεφε στο σώμα του, τις κατηγοριοποίησε όλες, θεωρώντας ότι ανήκουν σε τρία «πεδία»: Το «Πεδίο Ι» είναι το «εδώ - τώρα» είναι ένα «μη υλικό» περιβάλλον φαινομενικά τεράστιας έκτασης, με χαρακτηριστικά πανομοιότυπα με αυτά του «αστρικού πεδίου». Το Πεδίο ΙΙ είναι το «φυσικό περιβάλλον» του Δεύτερου Σώματος» όπως αποκαλεί ο Μόνροου την οντότητα που ταξιδεύει μέσα σε αυτό, το Πεδίο ΙΙ «διεισδύει βαθιά» στον υλικό κόσμο, και διέπεται από τους νόμους της σκέψης: «όπως σκέφτεσαι, έτσι είσαι», «τα όμοια έλκονται», για να ταξιδέψει κανείς χρειάζεται μόνο να σκεφτεί τον προορισμό του. Ο Μόνροου επισκέφτηκε διάφορους «τόπους» αυτού του κόσμου, όπου είδε μία ομάδα ανθρώπων που φορούσαν μακριούς χιτώνες και βρίσκονταν σε μία στενή κοιλάδα, καθώς και μερικούς ανθρώπους με στολές οι οποίοι αυτοαποκαλούνταν «στρατός στόχου» και περίμεναν να αναλάβουν αποστολή. Το «Πεδίο ΙΙΙ» είναι ένας πραγματικός κόσμος που φαινομενικά μοιάζει με τη γή αλλά που,  ωστόσο,  δεν μοιάζει με τίποτε γνωστό σε αυτή τη γή, με ασυνήθιστα αναχρονιστικά χαρακτηριστικά, οι θεοσοφιστές πιθανώς αντιλαμβάνονται το Πεδίο ΙΙΙ ως απλώς ένα ακόμα πιο «στερεό» τμήμα του «αστρικού Πεδίου».

Αφού υπερνίκησε σε σημαντικό βαθμό την αρχική αίσθηση φόβου που είχε όταν βρισκόταν σε αυτούς τους άγνωστους κόσμους, ο Μόνρου άρχισε να τους εξερευνά και να περιγράφει τα πολλά νοήμονα όντα που συναντούσε εκεί. Σε μερικά «ταξίδια» του συναντούσε «πεθαμένους» φίλους και κουβέντιαζε μαζί τους, όμως πιο συχνά έβρισκε περίεργα απρόσωπα όντα που ενίοτε τον «βοηθούσαν» αλλά που εξίσου συχνά δεν αποκρίνονταν όταν τα καλούσε, όντα που έδιναν ασαφή «μυστικά» μηνύματα, που θυμίζουν τα μηνύματα που λαμβάνουν τα μέντιουμ. Κάποιες φορές τον χαιρετούσαν διά χειραψίας, κάποιες άλλες όμως έχωναν ένα αγκίστρι στο χέρι του όταν τους το άπλωνε για να τους χαιρετήσει. Ανάμεσα σε αυτά τα όντα ο Μόνροου ξεχώριζε κάποια που καταλάβαινε ότι είχαν σκοπό να τον «παρεμποδίσουν»: τερατόμορφα πλάσματα με ελαστικά σώματα που εύκολα έπαιρναν τη μορφή σκύλων, νυχτερίδων, ή των παιδιών του, και άλλα που τον περιέπαιζαν και τον βασάνιζαν και απλώς γελούσαν όταν εκείνος επικαλούνταν - όχι με πίστη, είναι αλήθεια, αλλά μόνον ως ένα ακόμα «πείραμα» - το όνομα του Ιησού Χριστού.

Μη διαθέτοντας δική του πίστη ο Μόνροου δεχόταν πρόθυμα τις «θεοσεβείς» υποβολές των όντων αυτών. Του παρουσίαζαν  «προφητικά» οράματα περιστατικών τα οποία μερικές φορές όντως συνέβαιναν έτσι όπως τα είχε δεί. Κάποια φορά, όταν μία λευκή ακτίνα φωτός εμφανίστηκε μπροστά του πάνω στο σύνορο της εξωσωματικής κατάστασης ο Μόνρου της ζήτησε να του απαντήσει στα ερωτήματά του σχετικά με τον κόσμο εκείνο. Μία φωνή μέσα από την φωτεινή ακτίνα απάντησε: «Ρώτησε τον πατέρα σου να σού πεί για το μεγάλο μυστικό». Έτσι, με την επόμενη ευκαιρία ο Μόνροου προσευχήθηκε ανάλογα: «Πατέρα, οδήγησε με. Πατέρα, πές μου το μεγάλο μυστικό». Είναι φανερό απ' όλα τα παραπάνω ότι ο Μόνροου, αν και παρέμεινε «κοσμικός» και «αγνωστικιστής» όσον αφορά τα θρησκευτικά του πιστεύω, διέθεσε ελεύθερα τον εαυτό του προς εκμετάλλευση από τα όντα του απόκρυφου βασιλείου, τα οποία, φυσικά, είναι δαίμονες.

Όπως ακριβώς ο Δρ. Μούντυ και άλλοι ερευνητές αυτού του βασιλείου, έτσι και ο Μόνροου γράφει: «στα δώδεκα χρόνια που πειραματίζομαι με μη - σωματικές δραστηριότητες, δε βρήκα κανένα στοιχείο που να τεκμηριώνει τις βιβλικές έννοιες του Θεού και της μετά θάνατον ζωής σε κάποιον τόπο που να ονομάζεται «παράδεισος». Εντούτοις, όπως ακριβώς ο Σβέντενμποργκ, οι θεοσοφιστές και ερευνητές όπως ο Δρ. Κρούκαλ, έτσι και ο Μόνροου εντοπίζει στο «μη υλικό» περιβάλλον που εξερεύνησε «όλα τα χαρακτηριστικά που αποδίδουμε στον παράδεισο και στην κόλαση, τα οποία δεν αποτελούν τίποτε άλλο παρά τμήμα του Πεδίου ΙΙ».
Στην περιοχή που ήταν φαινομενικά «πλησιέστερα» προς τον υλικό κόσμο, ο Μόνροου συνάντησε μία γκριζόμαυρη έκταση που κατοικούνταν από όντα που βασάνιζαν και δάγκωναν με μικρές δαγκωματιές, ο Μόνροου θεωρεί ότι αυτή η περιοχή είναι ίσως το «χείλος της κόλασης», κάτι σαν την περιοχή του «Αδη» που περιγράφει ο Δρ. Κρούκαλ.

Ωστόσο, πιο αποκαλυπτική απ' όλες είναι η εμπειρία του «παραδείσου» που είχε ο Μόνροου. Τρείς φορές ταξίδεψε σε ένα μέρος «απόλυτης γαλήνης», «επιπλέοντας» μέσα σε ζεστά, μαλακά σύννεφα τα οποία σαρώνονταν από χρωματιστές ακτίνες φωτός που άλλαζαν συνεχώς χρώματα, ο Μόνροου δονούνταν σε αρμονία με τη χωρίς λόγια μουσική από χορωδίες, υπήρχαν άγνωστα όντα γύρω του στην ίδια κατάσταση, όντα με τα οποία δεν είχε προσωπική επαφή. Αισθάνθηκε ότι αυτό το μέρος ήταν η τελική του «Κατοικία» και το νοσταλγούσε επί μερικές ημέρες μετά το τέλος της εμπειρίας του. Αυτός ο «αστρικός παράδεισος» είναι, φυσικά, η βασική πηγή της θεοσοφιστικής διδασκαλίας σχετικά με την «ευχάριστη ατμόσφαιρα» του άλλου κόσμου, πόσο, όμως, απέχει από την πραγματική χριστιανική διδασκαλία περί της Βασιλείας των Ουρανών, η οποία βρίσκεται πολύ πιο μακριά από αυτόν τον εναέριο κόσμο και της οποίας η πλήρης οντότητα, με όλη την αγάπη και τη συνειδητή παρουσία του Θεού που ενυπάρχουν σε αυτήν, είναι πιά πολύ μακρινή για τους απίστους της σημερινής εποχής οι οποίοι δεν αποζητούν τίποτε περισσότερο από ένα «νιρβάνα» από μαλακά σύννεφα και χρωματιστά φώτα! Τα πεπτωκότα πνεύματα  μπορούν εύκολα να δημιουργήσουν μία τέτοια εμπειρία «παραδείσου», όμως, μόνο η εν Χριστώ ζωή και η Θεία Χάρη έχουν τη δυνατότητα να ανυψώσουν τον άνθρωπο στον πραγματικό παράδεισο του Θεού.

Αρκετές φορές, ο Μόνροου συνάντησε το «Θεό» του παραδείσου του. Αυτές οι συναντήσεις, λέει, μπορούν να συμβούν οπουδήποτε στο «Πεδίο ΙΙ». Υπάρχει μία στιγμή κατά την οποία κάθε δραστηριότητα, οπουδήποτε κι αν λαμβάνει χώρα, διακόπτεται από ένα προειδοποιητικό Σήμα, κάτι σαν εραλδικό σάλπισμα. Ο καθένας δέχεται ήρεμα το Σήμα, και εκείνη τη στιγμή όλοι σταματούν να μιλούν ή να κάνουν οτιδήποτε άλλο. Είναι το Σήμα ότι Αυτός (ή Αυτοί) πλησιάζει μέσα από τη Βασιλεία Του.

«Κανείς δεν προσκυνά έντρομος, ούτε πέφτει στα γόνατα. Αντίθετα, η στάση τους απέναντι στην παρουσία Του είναι φυσική. Πρόκειται για μία εμφάνιση στην οποία όλοι είναι συνηθισμένοι και η συμμόρφωση είναι αυτό που προέχει απολύτως. Δεν υπάρχουν εξαιρέσεις.

«Στο άκουσμα του Σήματος κάθε ζωντανό όν ξαπλώνει κάτω ...; με το κεφάλι γυρισμένο στη μία πλευρά ώστε να μη βλέπει Εκείνον που περνά. Φαίνεται ότι στόχος είναι να σχηματιστεί ένας δρόμος από ζωντανά όντα πάνω από τον οποίο Εκείνος να μπορεί να περάσει ...; Δεν υπάρχει καμιά κίνησης, ούτε καν σκέψη, καθώς Εκείνος περνά ...;
«Όσες φορές βίωσα αυτήν την εμπειρία, ξάπλωσα κάτω μαζί με τους άλλους. Τη στιγμή εκείνη, η σκέψη να κάνω διαφορετικά ήταν αδιανόητη. Καθώς Εκείνος περνά, υπάρχει ένας βροντερός μουσικός ήχος και η αίσθηση μίας απαστράπτουσας, ακατανίκητης ζώσας δύναμης με απόλυτη εξουσία, αίσθηση η οποία κορυφώνεται όταν η δύναμη περνά πάνω από τα κεφάλια των όντων και σβήνει καθώς αυτή ξεμακραίνει ...; Είναι μία πράξη αδιάφορη, όπως το σταμάτημα μπροστά στο φανάρι σε μία πολυσύχναστη διασταύρωση ή η αναμονή στη σιδηροδρομική διάβαση όταν το σήμα προειδοποιεί ότι πλησιάζει τρένο, είσαι αδιάφορος και όμως νιώθεις άφατο σεβασμό για τη δύναμη που αντιπροσωπεύεται στο διερχόμενο τρένο. Το περιστατικό είναι επίσης απρόσωπο.

«Είναι άραγε ο Θεός; Ή  είναι ο Υιός Του; Ή μήπως ο εκπρόσωπός Του;»

Δύσκολα θα έβρισκε κανείς, στη παγκόσμια βιβλιογραφία του αποκρυφισμού, μία πιο ζωντανή περιγραφή της λατρείας του σατανά μέσα στο δικό του βασίλειο από τους απρόσωπους δούλους του. Σε άλλο σημείο του βιβλίου του, ο Μόνροου περιγράφει την προσωπική του σχέση με τον πρίγκιπα του βασιλείου στο οποίο διείσδυσε. Μία νύχτα, δυό περίπου χρόνια αφότου άρχισαν τα «εξωσωματικά» του ταξίδια, ένιωσε τον εαυτό του να λούζεται μέσα στο ίδιο είδος φωτός που συνόδευε την έναρξη αυτών των ταξιδιών, επίσης ένιωσε την παρουσία μίας πολύ ισχυρής, ευφυούς, προσωπικής δύναμης, η οποία τον κατέστησε ανίσχυρο και του αφαίρεσε τη θέληση. «Είχα την ακλόνητη εντύπωση ότι ήμουν δεσμευμένος από αφοσίωση σε αυτήν την ευφυή δύναμη, χωρίς περιθώρια διαφυγής, ότι ήμουν έτσι όλη μου τη ζωή, και ότι είχα να διεκπεραιώσω ένα έργο εδώ στη γη». Σε άλλη παρόμοια εμπειρία με αυτήν την αόρατη δύναμη ή «οντότητα» αρκετές εβδομάδες αργότερα, αυτή (ή αυτοί) φάνηκε να εισέρχεται στο νου του και να τον «ερευνά», και κατόπιν, «φάνηκαν να απογειώνονται στον ουρανό, ενώ εγώ τους ικέτευα να γυρίσουν πίσω. Τότε σιγουρεύτηκα ότι η νοοτροπία και η νοημοσύνη τους απείχαν πολύ από τα δικά μου μέτρα κατανόησης. Είναι μία απρόσωπη, ψυχρή νοημοσύνη, χωρίς κανένα από τα συναισθήματα της αγάπης και της ευσπλαχνίας τα οποία εμείς θεωρούμε τόσο σεβαστά ...; Κάθισα κάτω κι έκλαψα με βαθιά αναφιλητά, όπως δεν είχα κλάψει ποτέ πριν στη ζωή μου, γιατί τότε συνειδητοποίησα χωρίς καμιά επιφύλαξη ή ελπίδα να αλλάξει κάτι στο μέλλον ότι ο Θεός της παιδικής μου ηλικίας, ο Θεός που δόξαζαν στις εκκλησίες, ο Θεός στον οποίο πίστευε η θρησκεία σε όλον τον κόσμο δεν ήταν αυτός που εμείς λατρεύαμε - ότι για όλη την υπόλοιπη ζωή μου, θα «βασανιζόμουν» από την απώλεια αυτής της αυταπάτης».

Δε θα μπορούσε κανείς να φανταστεί καλύτερη περιγραφή της συνάντησης με το διάβολο, την οποία υφίστανται στη σύγχρονη εποχή τόσο πολλοί ανυποψίαστοι συνάνθρωποί μας, ανήμποροι να προβάλουν αντίσταση εξ αιτίας της αποξένωσής του από τον αληθινό Χριστιανισμό.

Η μαρτυρία του Μόνροου όσον αφορά τη φύση και τα όντα «του αστρικού πεδίου» είναι ιδιαιτέρως σημαντική. Αν και ο ίδιος συμμετείχε ενεργά στις εμπειρίες αυτές και όντως  παρέδωσε την ψυχή του προς υποταγή στα πεπτωκότα πνεύματα, ωστόσο τις περιέγραψε με απλή, μη-αποκρυφιστική γλώσσα και από μία σχετικά φυσιολογική ανθρώπινη οπτική γωνία. Το τελευταίο αυτό στοιχείο κάνει το βιβλίο του Μόνροου να αποτελεί πειστική προειδοποίηση προς αποφυγή σχετικών «πειραμάτων». Όσοι γνωρίζουν την Ορθόδοξη Χριστιανική Διδασκαλία περί του εναερίου κόσμου, καθώς και περί του αληθινού παραδείσου και της κόλασης που βρίσκονται έξω από αυτόν τον εναέριο κόσμο, μόνο πιο σταθερά πεπεισμένοι μπορούν να είναι σχετικά με την αληθινή ύπαρξη των πεπτωκότων πνευμάτων και του κόσμου τους, όπως και τον πολύ μεγάλο κίνδυνο που ενέχει η επαφή  μαζί τους ακόμα και μέσω μίας φαινομενικά «επιστημονικής» προσέγγισης. Ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί παρατηρητές, δεν έχουμε ανάγκη να γνωρίζουμε κατά πόσο ήταν «αληθινή» η εμπειρία του και κατά πόσο ήταν αποτέλεσμα θεαμάτων και ψευδαισθήσεων που είχαν επινοήσει για την παραπλάνησή του τα πεπτωκότα πνεύματα, η παραπλάνηση αποτελεί ένα τόσο κυρίαρχο χαρακτηριστικό του εναέριου κόσμου των πνευμάτων, ώστε δεν έχει νόημα ακόμα και να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε τις ακριβείς μορφές της. Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί όμως το γεγονός  ότι ο Μόνροου όντως ήλθε σε επαφή με αυτόν τον κόσμο.

Η επαφή με το «αστρικό πεδίο» είναι επίσης εφικτή - όχι  όμως κατ' ανάγκη σε «εξωσωματική» κατάσταση - μέσω της χρήσης ορισμένων ναρκωτικών ουσιών. Πρόσφατα πειράματα χορήγησης LSD σε ετοιμοθάνατους παρήγαγαν πολύ πειστικές εμπειρίες «στο κατώφλι του θανάτου», οι οποίες συνοδεύονταν από μία «συμπυκνωμένη επανάληψη» όλης της ζωής του ατόμου, ένα όραμα εκτυφλωτικού φωτός, συναντήσεις με «πεθαμένους» και με μη ανθρώπινα «πνευματικά όντα», και τέλος, τη μεταβίβαση πνευματικών μηνυμάτων που αφορούσαν τις αλήθειες της «κοσμικής θρησκείας», τη μετενσάρκωση, και άλλα παρόμοια. Στη διεξαγωγή αυτών των πειραμάτων συμμετείχε επίσης η Δρ. Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ - Ρός.





Είναι ευρέως γνωστό ότι οι σαμάνοι των πρωτόγονων φυλών έρχονται σε επαφή με τον εναέριο κόσμο των πεπτωκότων πνευμάτων σε «εξωσωματικές» καταστάσεις, και αφού «μυηθούν» σε αυτήν την εμπειρία γίνονται ικανοί να επισκέπτονται τον «κόσμο των πνευμάτων» και να επικοινωνούν με τα όντα του.

Η ίδια αυτή εμπειρία ήταν κοινή μεταξύ των μυημένων στα «μυστήρια» του αρχαίου ειδωλολατρικού κόσμου. Στο Βίο των αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης διαβάσουμε την προσωπική μαρτυρία ενός πρώην μάγου σχετικά με τις εμπειρίες του από τον κόσμο των πνευμάτων:

«Στο όρος  Όλυμπος ο Κυπριανός μελέτησε όλων των ειδών τις διαβολικές τέχνες: κατάφερε να πραγματοποιεί δαιμονικές μεταμορφώσεις, έμαθε πώς να μεταβάλλει τη φύση του αέρα ...; Στον τόπο αυτό είδε μία λεγεώνα αμέτρητων δαιμόνων, με τον πρίγκιπα του σκότους επικεφαλή τους, κάποιοι από  τους δαίμονες στέκονταν μπροστά του, άλλοι τον υπηρετούσαν, άλλοι τον υμνούσαν με δυνατές κραυγές, και κάποιοι άλλοι αποστέλλονταν στον κόσμο για να διαφθείρουν τους ανθρώπους. Είδε επίσης τους παγανιστικούς θεούς και θεές με τις ψεύτικες μορφές τους, καθώς και φαντάσματα και άλλα στοιχειά, και έμαθε τον τρόπο να τα επικαλείται στη διάρκεια μιας αυστηρής σαρανταήμερης νηστείας ...; Έτσι τελικά έγινε μάγος, καταστροφέας των ψυχών, πολύ στενός φίλος και πιστός δούλος του πρίγκιπα του άδη, με τον οποίο συνομιλούσε πρόσωπο με πρόσωπο, και δεχόταν μεγάλες τιμές από αυτόν, σύμφωνα με δική του μαρτυρία. «Πιστέψτε με», είπε, «είδα αυτόν τον ίδιο τον πρίγκιπα του σκότους ...; τον χαιρέτησα, εκείνον και τους προγόνους του ...; Μου υποσχέθηκε ότι θα με κάνει κι εμένα πρίγκιπα μετά την αναχώρησή μου από το σώμα, και ότι θα με βοηθά σε οτιδήποτε χρειαστώ κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής μου ...; Η εξωτερική εμφάνιση του πρίγκιπα του σκότους θύμιζε λουλούδι. Στο κεφάλι φορούσε ένα στέμμα (φανταστικό, όχι αληθινό) από χρυσό και λαμπερούς λίθους, που καταφώτιζαν όλο το χώρο γύρω του, και η ενδυμασία του ήταν επίσης εκθαμβωτική. Ένα πλήθος πονηρών πνευμάτων διαφόρων βαθμών στεκόταν υποτακτικά δίπλα στο θρόνο του και όταν γύριζε από τη μία ή την άλλη πλευρά όλος ο τόπος έτρεμε. Παραδόθηκα ολοκληρωτικά στην υπηρεσία του εκείνον τον καιρό, υπακούοντας σε κάθε του εντολή.

Ο αγ. Κυπριανός δέ δηλώνει  ρητά ότι βίωσε αυτές τις εμπειρίες σε «εξωσωματική» κατάσταση, μάλιστα, φαίνεται ότι πιο εξελιγμένοι μάγοι καθώς και όσοι διαθέτουν μεγάλη εμπειρία δε χρειάζεται να αφήσουν το σώμα τους προκειμένου να επιτύχουν πλήρη επαφή με τον εναέριο κόσμο. Ο Σβέντενμποργκ, ακόμα κι όταν περιέγραφε τις δικές του «εξωσωματικές» εμπειρίες, δήλωνε ότι η επαφή του με τα πνεύματα γινόταν, κατά κύριο λόγο, μέσα στο σώμα, έχοντας όμως τις «πύλες αντίληψής» του ανοικτές. Και πάλι όμως, τα χαρακτηριστικά του εναέριου κόσμου, όπως και οι «περιπέτειες» κάποιου μέσα στον κόσμο αυτό, δε διαφέρουν καθόλου είτε βρίσκεται «μέσα» στο σώμα του είτε «έξω» από το σώμα του.





Η περιγραφή της μύησης στα μυστήρια της Ισιδος ενός διάσημου παγανιστή μάγου της αρχαιότητας, ο οποίος έζησε τον 2ο αιώνα, αποτελεί κλασικό παράδειγμα «εξωσωματικής» εμπειρίας και επαφής με τον εναέριο κόσμο, το παράδειγμά του θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί επίσης για την περιγραφή μερικών από τις σημερινές «εξωσωματικές» και «μεταθανάτιες» εμπειρίες:

«Περίεργε αναγνώστη, ίσως να με ρωτήσεις επίμονα τις ειπώθηκε, τι έγινε; Θα το έλεγα, αν μπορούσε να λεχθεί τέτοιο πράμα, θα το μάθαινες, αν επιτρεπόταν να το καταλάβεις ...; μάθε λοιπόν και πίστεψε πώς άγγιξα τα σύνορα του θανάτου και πατώντας στο κατώφλι του παλατιού της Περσεφόνης, επέστρεψα παλεύοντας με όλα τα στοιχεία, στο μέσο της νύχτας είδα τον ήλιο να λάμπει με ζωηρό φώς, έφτασα μπροστά στους θεούς του ουρανού και τους θεούς του άδη και τους προσκύνησα από κοντά: να τι είδα! Το ακούσατε, αλλά δεν μπορείτε να το καταλάβετε, θα σας διηγηθώ λοιπόν μόνο εκείνα που μπορώ να εξηγήσω χωρίς κίνδυνο».


via