Ως διδασκαλία θεωρουμένη, είναι κακοδοξία1 και ψευδοδοξία2 και ετεροδοξία3. Ως κακοδοξία η αίρεσις αντίκειται εις την Ορθοδοξίαν του Θεού, ως ψευδοδοξία αρνείται την αποκεκαλυμμένην αλήθειαν του Κυρίου και ως ετεροδοξία καταφρονεί και πολεμεί την πίστιν και τους Κανόνας4 της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η αίρεσις χαρακτηρίζεται παρά των Πατέρων της Εκκλησίας ως ασέβεια5, ως απιστία6, ως αθεΐα7, ως έσχατον πτώμα της ψυχής8 κα.
Ως σύνολον δε ετεροδόξων νοουμένη η αίρεσις, είναι η περιλαμβάνουσα  «τους παντελώς απερρηγμένους (απεσπασμένους της Εκκλησίας) και κατ’ αυτήν την πίστην απηλλοτριωμένους»9, τους εκφέροντας την κακοδοξίαν των συστηματικώς, επιμόνως και αμετανοήτως. Η αίρεσις «ακοινώνητος εστι της Εκκλησίας και των ουρανών αλλοτρία»10. Δια τούτο «θεομίσητός εστι η αίρεσις»11. (…)

Δια της φράσεως «πάσαν αίρεσιν» νοούν οι Άγιοι του Θεού και την εν ελαχίστω αφισταμένην της Ορθοδοξίας αίρεσιν. Διότι «εν… μικρά πλάνη πολύς ημάρτηται λόγος»12.

Η αίρεσις βλασφημεί τον Θεόν, ασεβεί εις τον σαρκωθέντα Θεόν Λόγον, τον Κύριον Ιησούν Χριστόν και προσβάλλει την Ορθόδοξον Αυτού Εκκλησίαν. Η αίρεσις αρνείται την αλήθειαν, καταλύει την πίστιν και αθετεί τους εκκλησιαστικούς Κανόνας13. Επί πλέον, φθείρει την αληθινήν αγάπην, διασπά την εκκλησιαστικήν ενότητα, αφανίζει την κατά Θεόν ειρήνη, πολεμεί την εν Χριστώ σωτηρίαν του ανθρώπου και οδηγεί από της ζωής εις τον θάνατον. Δια της αιρετικής διδασκαλίας πλήττεται θανασίμως η ορθόδοξος πίστις. (…) Δια της απωλείας της ορθοδόξου πίστεως τα μέλη της Εκκλησίας αποκόπτονται εθελοκάκως του σώματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, εξέρχονται της Εκκλησίας και εκπίπτουν της εν Χριστώ σωτηρίας. Η παραδοχή της αιρέσεως είναι όντως η εσχάτη πτώσις της ψυχής· «το έσχατον πτώμα εστι ψυχής»14.

Τακτική των αιρέσεων

Η αίρεσις αναφαίνεται εκάστοτε ως καινοτομία εν τη Εκκλησία και εν συνεχεία αναπτύσσεται εις αδιάλλακτον πολέμιον της θείας αληθείας. Κατά τον Μ. Βασίλειον, είναί τινες, οι οποίοι απαξιούν να ακολουθήσουν ακριβώς τους Πατέρας της Εκκλησίας και τα παραδεδομένα παρ’ αυτών δόγματα. (…) Οι καινοτόμοιούτοι γίνονται με την σειράν των πατέρες15της ψευδωνύμου γνώσεως και συγγραφείς «των αθέων δογμάτων»16, «εις ους φθάνει το ουαί»17του Θεού. Πάσα αίρεσις γεννάται πάντοτε ως άρνησις της θείας Αποκαλύψεως και υφίσταται ως διαρκής αντίδρασις προς το έργον της εν Χριστώ σωτηρίας του ανθρώπου. Ανέκαθεν εν έργον έχουν αι αιρέσεις, ήτοι τον αδιάλλακτον πόλεμον ενατνίον του Θεού ημών Ιησού Χριστού, εναντίον της Ορθοδόξου Αυτού Εκκλησίας και της εν Χριστώ απολυτρώσεως.

Ο αντίθεος πόλεμος των αιρέσεων διεξάγεται άσπονδος και ασίγαστος ανά τους αιώνας, από της εμφανίσεως της Εκκλησίας επί γης μέχρι σήμερον. (…) Άλλοτε αι αιρέσεις πολεμούν την αλήθειαν εκ του φανερού, κηρύσσουσαι το ψεύδος και την ασέβειαν γυμνή τη κεφαλή. Άλλοτε επαναστατούν κατά της ευσεβείας, κρυπτόμεναι υπό το κάλυμμα του γράμματος του θείου λόγου και των νομιζομένων καλών έργων. Άλλοτε πάλιν αι αιρέσεις εξεγείρονται κατά της Εκκλησίας έσωθεν Αυτής, λαμβάνουσαι μορφήν καλής κατ’ άνθρωπον εκκλησιαστικής καινοτομίας, επιβαλλομένης δήθεν εκκλησιαστικής μεταρρυθμίσεως και επαινετής κατά κόσμον συγχρονισμένης θρησκευτικής προσπάθειας. Άλλοτε δε υπεισέρχονται εις την Εκκλησίαν έξωθεν, δι’ επιδράσεως της κακοδοξίας των επί των απροσέκτων πιστών, ή και εφορμούν εναντίον Αυτής κατακτητικώς.


*** 
1 Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 33, 162 – 2 Μ. Βασιλείου, PG. 30, 480 – 3 Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 30, 265 – 4 Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 195 – 5 Μ. Αθανασίου, αυτόθι – 6 Γρηγορίου Νύσσης, PG. 45, 789 – 7 Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 230 – 8 Γρηγορίου Νύσσης, PG. 44, 504 – 9 Μ. Βασιλείου, PG. 32, 665 – 10 Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 33, 178 – 11 Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 241 – 12 Μ. Βασιλείου, PG. 32, 1076 – 13 Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 195 – 14 Γρηγορίου Νύσσης, PG. 44, 504 – 15 Μ. Βασιλείου, PG. 30, 525 – 16 Μ. Βασιλείου, αυτόθι – 17 Μ. Βασιλείου, αυτόθι


Πηγή: Η ΑΙΡΕΣΙΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ, Α. Δ. ΔΕΛΗΜΠΑΣΗ, ΑΘΗΝΑΙ 1972, Κεφάλαιον Β’, «Η εν Χριστώ Σωτηρία και αι Αιρέσεις», σ.σ. 36-38
via