Φροντίζεις να αποδείξης τον ακριβή χρόνον των εορτών των Χριστουγέννων, Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, Γεννήσεως του Προδρόμου, Υπαπαντής του Σωτήρος και Περιτομής εκ της εμφανίσεως του Αρχαγγέλου εις τον Ζαχαρίαν, τον πατέρα του Προδρόμου, κατά την 23ην Σεπτεμβρίου. Και γράφεις: «Εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον Α' 8-24: «Εγένετο δεν εν τω ιερατεύειν αυτόν (τον Ζαχαρίαν) εν τη τάξει της εφημερίας αυτού έναντι του Θεού κατά το έθος της ιερατίας έλαχε του θυμιάσαι, εισελθών εις τον ναόν του Κυρίου...» Αι ημέραι αύται, καθ' ας έλαχεν ο Ζαχαρίας να ιερατεύη και είδε τον Γαβριήλ, είναι αι ημέραι της εορτής της Σκηνοπηγίας κατά την παράδοσιν. (Όρα μηνολόγιον μεγάλου Ωρολογίου 23 Σεπτεμβρίου και Χρυσοστόμου: Λόγος εις το γενέθλιον του Σωτήρος, Γαλανού β' σελίδα 917-925). Ότε λοιπόν ετελείωσεν η εορτή της Σκηνοπηγίας, δηλαδή κατά την 23ην Σεπτεμβρίου, εγένετο η σύλληψις του τιμίου Προδρόμου κατά την 23ην Σεπτεμβρίου, κανονισθείσα όντως υπ' αυτού του Θεού δι' αγγελικής οπτασίας. Η 23η λοιπόν Σεπτεμβρίου είναι η εορτή της συλλήψεως του Αγίου Προδρόμου ορισθείσα από αυτόν τον Θεόν». (Κεφ. 8ον σελίς 19-20). Αφού δηλαδή η εμφάνισις του Αγγέλου έγινε κατά την 23ην Σεπτεμβρίου, «τω έκτω μηνί» (Λουκ. Ι, 26) εφάνη ο Αρχάγγελος εις την Θεοτόκον, άρα έχομεν τον Ευαγγελισμόν της Θεοτόκου την 25ην Μαρτίου. Κατά συνέπειαν μετά 9 μήνας θα έχωμεν την Γέννησιν του Σωτήρος, ήτοι την 25ην Δεκεμβρίου και την Υπαπαντήν του Σωτήρος την 2αν Φεβρουαρίου, την Γέννησιν του Προδρόμου 23 Ιουνίου». Ερωτάται όμως: Είναι ακριβής ο χρονικός προσδιορισμός δια την εμφάνισιν του Αγγέλου εις τον Πατέρα του Προδρόμου την 23ην Σεπτεμβρίου; Κάμνεις χρήσιν της Γραφής, της Παραδόσεως και κυρίως του Ιερού Χρυσοστόμου. Εις αυτά θα στηριχθώ και εγώ. Εν πρώτοις ο ιερός Χρυσόστομος δεν ορίζει ημέραν του μηνός, ημερομηνίαν, ως κάμετε σεις, αλλά μήνα Σεπτέμβριον εις την σχετικήν ομιλίαν του περί του Ευαγγελισμού του Ζαχαρίου. Πλην αυτού: Ο Ιερός Χρυσόστομος ομιλεί περί του Ζαχαρίου του πατρός του Ιωάννου (εν σελ. ΙΙΙ, 6000 BAREILLE), ότι ήτο Αρχιερεύς και ως τοιούτος εισήλθεν εις τα Άγια των Αγίων κατά την εορτήν της Σκηνοπηγίας. Τιμώμεν και σεβόμεθα απολύτως τον Άγιον Πατέρα. Η γνώμη ούτως αύτη δεν φαίνεται να έχη ισχυρά στηρίγματα. Ας ίδωμεν τι περί του θαύματος τούτου μαρτυρεί η Γραφή και οι Πατέρες. Και πρώτον η Αγία Γραφή: Εις τα Άγια των Αγίων εισήρχετο ο Αρχιερεύς άπαξ του έτους κατά τον έβδομον μήνα. Ο Ζαχαρίας όμως δεν ήτο Αρχιερεύς, αλλά ιερεύς. Μας το λέγει ρητώς ο Λουκάς: «εν ταις ημέραις Ηρώδου του βασιλέως της Ιουδαίας, Ιερεύς τις ονόματι Ζαχαρίας εξ εφημερίας Αβιά» Λουκ. 1, 5. Βλέπεις ο Ζαχαρίας ονομάζεται Ιερεύς. Εκτός της ρητής αυτής δηλώσεως, ότι ο Ζαχαρίας ούτος ήτο Ιερεύς, ανήκεν εις την εφημερίαν Αβιά, Λουκ. 1, 5, 8, γνωρίζομεν ότι η εφημερία Αβιά είναι ιερατική τάξις του Αβιά, ήτις κατά το Α' Παραλ. ΚΔ, 10 ήτο όγδοη εν τη ιερατική τάξει. Πως λοιπόν ο ιερεύς Ζαχαρίας έγινε Αρχιερεύς, ώστε να εισέλθη εις τα Άγια των Αγίων, δεν δυνάμεθα να το εννοήσωμεν. Αλλ' έστω. Ας δεχθώμεν, ότι η αναγγελία της γεννήσεως του Προδρόμου εις τον πατέρα του Ζαχαρίαν, έγινε τον έβδομον μήνα και ο ιερεύς Ζαχαρίας ήτο Αρχιερεύς! Πως θα ορισθή βάσει του υπολογισμού αυτού η 23η Σεπτεμβρίου ως ημέρα εμφανίσεως του Αγγέλου προς τον Ζαχαρίαν; Πως δηλαδή θα προσαρμοσθή το Ιουλιανόν ημερολόγιον, που ακολουθούμεν σήμερον και το οποίον ήρχισε το έτος 45 π.Χ., με το Εβραϊκόν ημερολόγιον το οποίον είχε σεληνιακούς μήνας και ηλιακά έτη; Είναι γνωστόν, ότι έκαστον ηλιακόν έτος έχει δώδεκα σεληνιακούς μήνας και 11 ημέρας. Προς συμπλήρωσιν λοιπόν των 11 ημερών ανά 2 ή 3 έτη οι Εβραίοι προσέθετον ένα σεληνιακόν μήνα και είχον έτος με 13 μήνας. Ο 13ος μήνας ωνομάζετο ΒΕ - Αδάρ, δεύτερος Αδάρ. Ούτω τα έτη των Εβραίων διέφερον κατά 11 ημέρας το πρώτον του δευτέρου και κατά 20 ημέρας το πρώτον του τρίτου. Ανά 2 ή 3 έτη προσέθετον ένα ολόκληρον μήνα. Εκείνο δηλαδή το οποίον κάμνομεν ημείς με το Ιουλιανόν Ημερολόγιον προσθέσαντες 13 ημέρας έπειτα από 1600 περίπου έτη, το έκαμον οι Εβραίοι προσθέτοντες ένα μήνα ανά δύο ή τρία έτη. Μέσα λοιπόν εις αύτην την ανωμαλίαν σεληνιακών μηνών και ηλιακού έτους παρ' Εβραίοις, πως είναι δυνατόν να ευρεθή, βάσει του υπολογισμού, ώστε να συμπέση, η ημέρα του εξιλασμού παρ' Εβραίοις με την 23ην Σεπτεμβρίου με το Ιουλιανόν ημερολόγιον; Είναι αδύνατον! Τούτο καταφαίνεται και από τους πατέρας της Εκκλησίας και από αυτόν τον Ιερόν Χρυσόστομον, οι οποίοι ηγνοούν την ημέραν της Γεννήσεως του Χριστού! Και ιδού: Δεύτερον. Η παράδοσις των Πατέρων Α'. Εν Ιερουσαλήμ: Ο ασκητής Κοσμάς Ινδικοπλεύστης ζήσας το 500-550 μ.Χ. γράφει εν Ε' Χριστιανική τοπογραφία (Ε.Π. 88, 9-477): «Οι Ιεροσολυμίται τοις Επιφανίοις ποιούσιν την Γένναν». Οι Χριστιανοί δηλαδή των Ιεροσολύμων κατά τα Επιφάνια, ήτοι την 6ην Ιανουαρίου, εώρταζον την Γέννησιν του Χριστού. «Εκ στοχασμού πιθανού ουκ ακριβώς δε ποιούσι τοις Επιφανίοις». Εώρταζον, λέγει ο ίδιος, τα Επιφάνεια την 6ην Ιανουαρίου όχι από εξηκριβωμένα ιστορικά δεδομένα, αλλά από πιθανότητας. (Κοντογόνου Εκκλησιαστική Ιστορία σελίς 621). Το ίδιον συμβαίνει και δια την εορτήν των Χριστουγέννων, την οποίαν συνεώρταζον μετά των Θεοφανείων. Δεν είχον δηλαδή ιστορικάς μαρτυρίας ούτε περί της ημερομηνίας της Γεννήσεως του Χριστού. Η μετά της εορτής των Επιφανείων σύνδεσις της Γεννήσεως του Χριστού καταφαίνεται και εκ τούτου, ότι εν τη Εκκλησία των Ιεροσολύμων η σχετική Θεία Λειτουργία ετελείτο εν τω Σπηλαίω της Βηθλεέμ» (MIGNE 64, 44) (Στεφανίδου Τ.Α. 104). Ιδού μαρτυρία του Αγίου αυτού ασκητού μαρτυρούντος, ότι ηγνόουν οι Χριστιανοί της Ιερουσαλήμ την εορτήν των Χριστουγέννων, ως ιδιαιτέραν εορτήν. Β'. Εν Αιγύπτω: Ο Μοναχός Ιωάννης Κασσιανός 365 μ.Χ. ιδρυτής πολλών Μονών εν Σικελία εν COLLATIONES PATRUM «διαλέξεις Πατέρων» Χ 2,γράφει: INRA AEGYPTI REGIONEM MOS ISTE ANTIQUA TRADITIONE SERVATUR, UT PERACTO EPIPHANIORUM DIE, QUAM PROVINCIAE ISTIUS SACERDOTES VEL DOMINICI BAPTISMI VEL SECUNDUM CARNEM NATIVITATIS ESSE DEFINIUNT, ET IDCIRCO UTRIYSQUE SACRAMENTI SOLEMNITATEM NON BIFARIE, UT IN OCCIDIUS PROVINCIIS SED SUB UNA HUIUS DIEI FESTIVITATE CONCELEBRANT (REAL ENCYKLOPADIE τομ. 16ος σελίς 690). «Εν τη χώρα δηλ. της Αιγύπτου η αρχαία αύτη συνήθεια επεκράτησε, όπως κατά την ημέραν της τελετής των Θεοφανείων, ην της επαρχίας ταύτης οι ιερείς ορίζουν είτε ως ημέραν βαπτίσεως του Κυρίου είτε ως ημέραν γεννήσεως Αυτού και ούτω εκατέρας την ιεράν επισημότητα ουχί διττώς (εις δύο διαφόρους ημέρας ως εις τας επαρχίας της Δύσεως γίνεται), αλλά εν μια ημέρα δι' εορτής πανηγυρίζουν». Επομένως και εν Αιγύπτω τα Χριστούγεννα εωρτάζοντο το 365 μ.Χ. κατά την εορτήν των Θεοφανείων! Γ'. Εν Αλεξανδρεία: Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς Στρωμ. Α' κεφαλ. κα', γράφει, ότι άλλοι μεν την κε' του μηνός Παχών (20 Μαΐου), άλλοι δε την κδ', ή κε' του Φαρμουθί (19 ή 20 Απριλίου) ετοποθέτουν την Γέννησιν του Χριστού. (Εκκλησ. Ιστορία Κοντογόνου σελίς 32-33). Δ' Εν Κύπρω: Ο Άγιος Επιφάνιος αρχάς του 3ου αιώνος γράφει εις το κατά αιρέσεων ΝΑ, 29: «Ημέρα Επιφανίων, ότε εγεννήθη εν σαρκί ο Κύριος» (Ε.Π. τομ. 41-43). (Κοντογόνου Εκκλησιαστική Ιστορία σελίς 621). Επομένως και εν Κύπρω η Γέννησις του Χριστού εωρτάζετο την ημέραν των Θεοφανείων, την 6ην Ιανουαρίου. Ε'. Εν Κωνσταντινοπόλει: Μη υπαρχούσης έτι εορτής ιδίας Χριστουγέννων, την 6ην Ιανουαρίου εορτήν των Θεοφανείων εωρτάζετο η Γέννησις του Σωτήρος», γράφει ο Μπαλάνος εν τη Πατρολογία του σελίς 312 εις τον βίον του Αγίου Γρηγορίου του Ναζιανζηνού, όστις πρώτος εισήγαγε την ιδιαιτέραν εορτήν των Χριστουγέννων την 25ην Δεκεμβρίου το 379 μ.Χ. (Ε.Π. 36, 312-356). ΣΤ'. Εν Αντιοχεία: Η εορτή των Χριστουγέννων εισήχθη την 25ην Δεκεμβρίου του έτους 386 μ.Χ. υπό του Χρυσοστόμου. Ο ίδιος Πατήρ γράφει: «Την Γενέθλιον ημέραν του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού άδηλον μεν έτι ούσαν, προ δε ολίγων ετών γνωρισθείσαν των από της Δύσεως ελθόντων και αναγγειλάντων, ούπω δέκατον έτος, εξ ου δήλη και γνώριμος ημίν αύτη η ημέρα γεγένηται». (BAREILLE τόμ. 3ος, 592). Επομένως Αίγυπτος, Αλεξάνδρεια, Παλαιστίνη, Βυζάντιον, Αντιόχεια επί 300 και πλέον έτη ηγνόουν την ημέραν του Δεκεμβρίου ως ημέραν εορτής των Χριστουγέννων· ούτε ο Άγιος Κοσμάς, ούτε ο Άγιος Επιφάνιος, ούτε ο Άγιος Χρυσόστομος εγνώριζον προηγουμένως αυτήν. Μόνον εν Ρώμη ήτο γνωστή ως ημέρα εορτής των Χριστουγέννων η ημέρα αύτη, 25η Δεκεμβρίου. Ο Ιερώνυμος (345 μ.Χ.) γράφει: «EPIPHANIORUM DIES NON, UT CUIDAM PUTAI, NATALIS IN CARNE, TUNC ENIM AL CONDITUS EST ET NON APPARUIT». «Η ημέρα των Θεοφανείων δεν είναι ως νομίζουν τινές, η κατά σάρκα γέννησις (του Κυρίου), διότι τότε (κατά την γέννησιν) κεκρυμμένος ήτο και ουχί φανερός» (Κοντογόνου, Εκκλησιαστική Ιστορία 621). Εδώ ο Ιερώνυμος χωρίζει Χριστούγεννα και Θεοφάνεια. Αλλά και εκεί, εν Ρώμη, δεν εωρτάζετο η γέννησις του Κυρίου προ του 334-357 μ.Χ. Προ της χρονολογίας ταύτης δεν απαντά ουδεμία εορτή των Χριστουγέννων. Και αυτή η εορτή των Θεοφανείων εισήχθη το 300 μ.Χ. δια λόγους πολεμικούς - δογματικούς. (Ιδέ Στεφανίδου Ιστορίαν Τ. Α' 104). Συμπέρασμα: Τριακόσια χρόνια από του Χριστού μέχρι του Χρυσοστόμου, Γρηγορίου, Επιφανίου, ουδαμού φαίνεται η εορτή των Χριστουγέννων! Λέγεις, ότι αι εορταί Χριστούγεννα και λοιπαί έχουν ορισθή υπό του Θεού. Εάν η Γέννησις του Χριστού είχεν ορισθή υπό του Θεού, θα ήτο γνωστή εις την αρχαίαν Εκκλησίαν. Διατί προ του 300 μ.Χ. ουδαμού αναφαίνεται ως ιδιαιτέρα εορτή αγομένη την 25ην Δεκεμβρίου; Διατί μέχρι το 300 μ.Χ. την εώρταζον οι Χριστιανοί της Παλαιστίνης, της Αιγύπτου, της Κύπρου την 6ην Ιανουαρίου κατά τα Θεοφάνεια; Εάν η 25ην Δεκεμβρίου ήτο έκπαλαι γνωστή ως ημέρα Γεννήσεως του Χριστού και είχεν ορισθή υπό του Θεού, διατί ο Ιερός Χρυσόστομος να ομιλή περί εορτής νέας, ήτις εισήχθη μόλις προ δεκαετίας; Και τώρα σε ερωτώ: Ποίος γνωρίζει καλλίτερα την εορτήν των Χριστουγέννων, συ που την ορίζεις εις την 25ην Δεκεμβρίου ακριβώς ή η αρχαία Εκκλησία η οποία την ηγνόει επί 300 έτη; Είσαι ανώτερος συ του Αγίου Επιφανίου, Επισκόπου Κύπρου, του ασκητού Κοσμά Ινδικοπλεύστου, του περιφήμου Μοναχού Κασσιανού, οι οποίοι μαρτυρούν, ότι αι Εκκλησίαι Κύπρου, Αιγύπτου, Παλαιστίνης, εώρταζον την 6ην Ιανουαρίου; Είσαι ανώτερος του Χρυσοστόμου, ο οποίος ρητώς έλεγεν, όταν εξεφώνει τον λόγον του εις τα Χριστούγεννα, ότι μόλις προ 10 ετών εισήλθεν η εορτή αύτη; Πως λοιπόν καταφέρεσαι εναντίον μου και με ονομάζεις νεωτεριστήν εις το βιβλίον σου, διότι γράφω εις το βιβλίον μου «Ζωή Χριστού», ότι η εορτή της Γεννήσεως του Χριστού κατά την 25ην Δεκεμβρίου δεν ωρίσθη ιστορικώς, αλλά δογματικώς; Αντικατέστησαν δηλαδή οι Πατέρες την εθνικήν ειδωλολατρικήν εορτήν του χειμερινού ηλιοστασίου με την Γέννησιν του νέου Ηλίου της Δικαιοσύνης του Χριστού. Την γνώμην ταύτην τονίζουν και οι Πατέρες της Εκκλησίας. Ο Άγιος Αμβρόσιος παραβάλλων την εορτήν της Γεννήσεως του Χριστού προς την ειδωλολατρικήν εορτήν του ηλίου του χειμερινού ηλιοστασίου γράφει: «BENE QUODAM MODO SANCTUM HUNC DIEM NATALIS DOMINI SOLEM NOVUM VULGUS APPELATI». Καλώς την ιεράν ταύτην ημέραν γενέθλιον του Κυρίου νέον Ήλιον ο λαός καλεί». (SERMONI IN APP. BENED. P. 393 REAL ENCYKLOPADIE τόμος 16ος 690). Και ο Μάξιμος (επίσκοπος) Τουρίνου ρήτωρ του Ε' αιώνος (MIGNE P. L. 57, 221-832) λέγει ότι ο Χριστός εγεννήθη κατά τας εθνικάς εορτάς, ίνα αντικαταστήση ταύτας. Ο ιερός Αυγουστίνος λέγει ότι: «Οι Χριστιανοί εορτάζουν την Γέννησιν του Χριστού, όχι ως άπιστοι ένεκα του ηλίου, αλλά ένεκα του Δημιουργού του ηλίου» (REAL ENCYKLOPADIE τόμος 16ος σελίς 690). Ιδέ και Εκκλησιαστικήν Ιστορίαν Στεφανίδου 1, 10. Ο Άγιος Προυδέντιος 348-405 μ.Χ. εν ύμνω αυτού εις την Γέννησιν του Κυρίου λέγει: QUID EST QUOD ARCTUM CIRCULUM SOL JAM RECURRENS DESERIT (REAL ENCYKLOPADIE τόμος 16ος σελίς 690). «Τι είναι εκείνο, το οποίον τον κύκλον (αστερισμόν) της άρκτου ο ήλιος ήδη διατρέχων εγκαταλείπει; Ο Χριστός δεν γεννάται εν τη γη, όστις αυξάνει τον δρόμον του φωτός;». Ομοίως εκφράζεται ο ιερός Παυλίνος ο Επίσκοπος Νόλης ζήσας κατά το 400 μ.Χ. (Ποίημα XIV, 15.P. 382 ED. MURATORI) NAM POST SOLSTITUM GUO CHRISTUS CORPORE NATUS SOLE NOVO GELIDIAE MUTAVIT TEMPORA BRUMAE PROCEDENTE DIE SECUM DECRESCERE NOCTES JUSSIT. (REAL ENCYKLOPADIE τόμος 16ος σελίς 690). «Μετά την τροπήν του ηλίου, ότε Χριστός σωματικώς εγεννήθη, κατά τον νέον ήλιον μετέβαλε τας ψυχράς ημέρας του χειμερινού ηλιοστασίου και διέταξε τη επιούση ημέρα αι νύκτες να μειώνωνται μετ' αυτού». Βλέπεις την ιστορίαν της Εκκλησίας; Ναι, θα μου είπης. Επεκράτησεν όμως η ημερομηνία αύτη και έπρεπε ως παράδοσις της Εκκλησίας να τηρήται. Έχεις μεγάλην σύγχυσιν περί παραδόσεως και Εκκλησίας. Ας έλθωμεν λοιπόν και εις το ζήτημα αυτό.
Φροντίζεις να αποδείξης τον ακριβή χρόνον των εορτών των Χριστουγέννων, Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, Γεννήσεως του Προδρόμου, Υπαπαντής του Σωτήρος και Περιτομής εκ της εμφανίσεως του Αρχαγγέλου εις τον Ζαχαρίαν, τον πατέρα του Προδρόμου, κατά την 23ην Σεπτεμβρίου. Και γράφεις: «Εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον Α' 8-24: «Εγένετο δεν εν τω ιερατεύειν αυτόν (τον Ζαχαρίαν) εν τη τάξει της εφημερίας αυτού έναντι του Θεού κατά το έθος της ιερατίας έλαχε του θυμιάσαι, εισελθών εις τον ναόν του Κυρίου...» Αι ημέραι αύται, καθ' ας έλαχεν ο Ζαχαρίας να ιερατεύη και είδε τον Γαβριήλ, είναι αι ημέραι της εορτής της Σκηνοπηγίας κατά την παράδοσιν. (Όρα μηνολόγιον μεγάλου Ωρολογίου 23 Σεπτεμβρίου και Χρυσοστόμου: Λόγος εις το γενέθλιον του Σωτήρος, Γαλανού β' σελίδα 917-925). Ότε λοιπόν ετελείωσεν η εορτή της Σκηνοπηγίας, δηλαδή κατά την 23ην Σεπτεμβρίου, εγένετο η σύλληψις του τιμίου Προδρόμου κατά την 23ην Σεπτεμβρίου, κανονισθείσα όντως υπ' αυτού του Θεού δι' αγγελικής οπτασίας. Η 23η λοιπόν Σεπτεμβρίου είναι η εορτή της συλλήψεως του Αγίου Προδρόμου ορισθείσα από αυτόν τον Θεόν». (Κεφ. 8ον σελίς 19-20). Αφού δηλαδή η εμφάνισις του Αγγέλου έγινε κατά την 23ην Σεπτεμβρίου, «τω έκτω μηνί» (Λουκ. Ι, 26) εφάνη ο Αρχάγγελος εις την Θεοτόκον, άρα έχομεν τον Ευαγγελισμόν της Θεοτόκου την 25ην Μαρτίου. Κατά συνέπειαν μετά 9 μήνας θα έχωμεν την Γέννησιν του Σωτήρος, ήτοι την 25ην Δεκεμβρίου και την Υπαπαντήν του Σωτήρος την 2αν Φεβρουαρίου, την Γέννησιν του Προδρόμου 23 Ιουνίου». Ερωτάται όμως: Είναι ακριβής ο χρονικός προσδιορισμός δια την εμφάνισιν του Αγγέλου εις τον Πατέρα του Προδρόμου την 23ην Σεπτεμβρίου; Κάμνεις χρήσιν της Γραφής, της Παραδόσεως και κυρίως του Ιερού Χρυσοστόμου. Εις αυτά θα στηριχθώ και εγώ. Εν πρώτοις ο ιερός Χρυσόστομος δεν ορίζει ημέραν του μηνός, ημερομηνίαν, ως κάμετε σεις, αλλά μήνα Σεπτέμβριον εις την σχετικήν ομιλίαν του περί του Ευαγγελισμού του Ζαχαρίου. Πλην αυτού: Ο Ιερός Χρυσόστομος ομιλεί περί του Ζαχαρίου του πατρός του Ιωάννου (εν σελ. ΙΙΙ, 6000 BAREILLE), ότι ήτο Αρχιερεύς και ως τοιούτος εισήλθεν εις τα Άγια των Αγίων κατά την εορτήν της Σκηνοπηγίας. Τιμώμεν και σεβόμεθα απολύτως τον Άγιον Πατέρα. Η γνώμη ούτως αύτη δεν φαίνεται να έχη ισχυρά στηρίγματα. Ας ίδωμεν τι περί του θαύματος τούτου μαρτυρεί η Γραφή και οι Πατέρες. Και πρώτον η Αγία Γραφή: Εις τα Άγια των Αγίων εισήρχετο ο Αρχιερεύς άπαξ του έτους κατά τον έβδομον μήνα. Ο Ζαχαρίας όμως δεν ήτο Αρχιερεύς, αλλά ιερεύς. Μας το λέγει ρητώς ο Λουκάς: «εν ταις ημέραις Ηρώδου του βασιλέως της Ιουδαίας, Ιερεύς τις ονόματι Ζαχαρίας εξ εφημερίας Αβιά» Λουκ. 1, 5. Βλέπεις ο Ζαχαρίας ονομάζεται Ιερεύς. Εκτός της ρητής αυτής δηλώσεως, ότι ο Ζαχαρίας ούτος ήτο Ιερεύς, ανήκεν εις την εφημερίαν Αβιά, Λουκ. 1, 5, 8, γνωρίζομεν ότι η εφημερία Αβιά είναι ιερατική τάξις του Αβιά, ήτις κατά το Α' Παραλ. ΚΔ, 10 ήτο όγδοη εν τη ιερατική τάξει. Πως λοιπόν ο ιερεύς Ζαχαρίας έγινε Αρχιερεύς, ώστε να εισέλθη εις τα Άγια των Αγίων, δεν δυνάμεθα να το εννοήσωμεν. Αλλ' έστω. Ας δεχθώμεν, ότι η αναγγελία της γεννήσεως του Προδρόμου εις τον πατέρα του Ζαχαρίαν, έγινε τον έβδομον μήνα και ο ιερεύς Ζαχαρίας ήτο Αρχιερεύς! Πως θα ορισθή βάσει του υπολογισμού αυτού η 23η Σεπτεμβρίου ως ημέρα εμφανίσεως του Αγγέλου προς τον Ζαχαρίαν; Πως δηλαδή θα προσαρμοσθή το Ιουλιανόν ημερολόγιον, που ακολουθούμεν σήμερον και το οποίον ήρχισε το έτος 45 π.Χ., με το Εβραϊκόν ημερολόγιον το οποίον είχε σεληνιακούς μήνας και ηλιακά έτη; Είναι γνωστόν, ότι έκαστον ηλιακόν έτος έχει δώδεκα σεληνιακούς μήνας και 11 ημέρας. Προς συμπλήρωσιν λοιπόν των 11 ημερών ανά 2 ή 3 έτη οι Εβραίοι προσέθετον ένα σεληνιακόν μήνα και είχον έτος με 13 μήνας. Ο 13ος μήνας ωνομάζετο ΒΕ - Αδάρ, δεύτερος Αδάρ. Ούτω τα έτη των Εβραίων διέφερον κατά 11 ημέρας το πρώτον του δευτέρου και κατά 20 ημέρας το πρώτον του τρίτου. Ανά 2 ή 3 έτη προσέθετον ένα ολόκληρον μήνα. Εκείνο δηλαδή το οποίον κάμνομεν ημείς με το Ιουλιανόν Ημερολόγιον προσθέσαντες 13 ημέρας έπειτα από 1600 περίπου έτη, το έκαμον οι Εβραίοι προσθέτοντες ένα μήνα ανά δύο ή τρία έτη. Μέσα λοιπόν εις αύτην την ανωμαλίαν σεληνιακών μηνών και ηλιακού έτους παρ' Εβραίοις, πως είναι δυνατόν να ευρεθή, βάσει του υπολογισμού, ώστε να συμπέση, η ημέρα του εξιλασμού παρ' Εβραίοις με την 23ην Σεπτεμβρίου με το Ιουλιανόν ημερολόγιον; Είναι αδύνατον! Τούτο καταφαίνεται και από τους πατέρας της Εκκλησίας και από αυτόν τον Ιερόν Χρυσόστομον, οι οποίοι ηγνοούν την ημέραν της Γεννήσεως του Χριστού! Και ιδού: Δεύτερον. Η παράδοσις των Πατέρων Α'. Εν Ιερουσαλήμ: Ο ασκητής Κοσμάς Ινδικοπλεύστης ζήσας το 500-550 μ.Χ. γράφει εν Ε' Χριστιανική τοπογραφία (Ε.Π. 88, 9-477): «Οι Ιεροσολυμίται τοις Επιφανίοις ποιούσιν την Γένναν». Οι Χριστιανοί δηλαδή των Ιεροσολύμων κατά τα Επιφάνια, ήτοι την 6ην Ιανουαρίου, εώρταζον την Γέννησιν του Χριστού. «Εκ στοχασμού πιθανού ουκ ακριβώς δε ποιούσι τοις Επιφανίοις». Εώρταζον, λέγει ο ίδιος, τα Επιφάνεια την 6ην Ιανουαρίου όχι από εξηκριβωμένα ιστορικά δεδομένα, αλλά από πιθανότητας. (Κοντογόνου Εκκλησιαστική Ιστορία σελίς 621). Το ίδιον συμβαίνει και δια την εορτήν των Χριστουγέννων, την οποίαν συνεώρταζον μετά των Θεοφανείων. Δεν είχον δηλαδή ιστορικάς μαρτυρίας ούτε περί της ημερομηνίας της Γεννήσεως του Χριστού. Η μετά της εορτής των Επιφανείων σύνδεσις της Γεννήσεως του Χριστού καταφαίνεται και εκ τούτου, ότι εν τη Εκκλησία των Ιεροσολύμων η σχετική Θεία Λειτουργία ετελείτο εν τω Σπηλαίω της Βηθλεέμ» (MIGNE 64, 44) (Στεφανίδου Τ.Α. 104). Ιδού μαρτυρία του Αγίου αυτού ασκητού μαρτυρούντος, ότι ηγνόουν οι Χριστιανοί της Ιερουσαλήμ την εορτήν των Χριστουγέννων, ως ιδιαιτέραν εορτήν. Β'. Εν Αιγύπτω: Ο Μοναχός Ιωάννης Κασσιανός 365 μ.Χ. ιδρυτής πολλών Μονών εν Σικελία εν COLLATIONES PATRUM «διαλέξεις Πατέρων» Χ 2,γράφει: INRA AEGYPTI REGIONEM MOS ISTE ANTIQUA TRADITIONE SERVATUR, UT PERACTO EPIPHANIORUM DIE, QUAM PROVINCIAE ISTIUS SACERDOTES VEL DOMINICI BAPTISMI VEL SECUNDUM CARNEM NATIVITATIS ESSE DEFINIUNT, ET IDCIRCO UTRIYSQUE SACRAMENTI SOLEMNITATEM NON BIFARIE, UT IN OCCIDIUS PROVINCIIS SED SUB UNA HUIUS DIEI FESTIVITATE CONCELEBRANT (REAL ENCYKLOPADIE τομ. 16ος σελίς 690). «Εν τη χώρα δηλ. της Αιγύπτου η αρχαία αύτη συνήθεια επεκράτησε, όπως κατά την ημέραν της τελετής των Θεοφανείων, ην της επαρχίας ταύτης οι ιερείς ορίζουν είτε ως ημέραν βαπτίσεως του Κυρίου είτε ως ημέραν γεννήσεως Αυτού και ούτω εκατέρας την ιεράν επισημότητα ουχί διττώς (εις δύο διαφόρους ημέρας ως εις τας επαρχίας της Δύσεως γίνεται), αλλά εν μια ημέρα δι' εορτής πανηγυρίζουν». Επομένως και εν Αιγύπτω τα Χριστούγεννα εωρτάζοντο το 365 μ.Χ. κατά την εορτήν των Θεοφανείων! Γ'. Εν Αλεξανδρεία: Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς Στρωμ. Α' κεφαλ. κα', γράφει, ότι άλλοι μεν την κε' του μηνός Παχών (20 Μαΐου), άλλοι δε την κδ', ή κε' του Φαρμουθί (19 ή 20 Απριλίου) ετοποθέτουν την Γέννησιν του Χριστού. (Εκκλησ. Ιστορία Κοντογόνου σελίς 32-33). Δ' Εν Κύπρω: Ο Άγιος Επιφάνιος αρχάς του 3ου αιώνος γράφει εις το κατά αιρέσεων ΝΑ, 29: «Ημέρα Επιφανίων, ότε εγεννήθη εν σαρκί ο Κύριος» (Ε.Π. τομ. 41-43). (Κοντογόνου Εκκλησιαστική Ιστορία σελίς 621). Επομένως και εν Κύπρω η Γέννησις του Χριστού εωρτάζετο την ημέραν των Θεοφανείων, την 6ην Ιανουαρίου. Ε'. Εν Κωνσταντινοπόλει: Μη υπαρχούσης έτι εορτής ιδίας Χριστουγέννων, την 6ην Ιανουαρίου εορτήν των Θεοφανείων εωρτάζετο η Γέννησις του Σωτήρος», γράφει ο Μπαλάνος εν τη Πατρολογία του σελίς 312 εις τον βίον του Αγίου Γρηγορίου του Ναζιανζηνού, όστις πρώτος εισήγαγε την ιδιαιτέραν εορτήν των Χριστουγέννων την 25ην Δεκεμβρίου το 379 μ.Χ. (Ε.Π. 36, 312-356). ΣΤ'. Εν Αντιοχεία: Η εορτή των Χριστουγέννων εισήχθη την 25ην Δεκεμβρίου του έτους 386 μ.Χ. υπό του Χρυσοστόμου. Ο ίδιος Πατήρ γράφει: «Την Γενέθλιον ημέραν του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού άδηλον μεν έτι ούσαν, προ δε ολίγων ετών γνωρισθείσαν των από της Δύσεως ελθόντων και αναγγειλάντων, ούπω δέκατον έτος, εξ ου δήλη και γνώριμος ημίν αύτη η ημέρα γεγένηται». (BAREILLE τόμ. 3ος, 592). Επομένως Αίγυπτος, Αλεξάνδρεια, Παλαιστίνη, Βυζάντιον, Αντιόχεια επί 300 και πλέον έτη ηγνόουν την ημέραν του Δεκεμβρίου ως ημέραν εορτής των Χριστουγέννων· ούτε ο Άγιος Κοσμάς, ούτε ο Άγιος Επιφάνιος, ούτε ο Άγιος Χρυσόστομος εγνώριζον προηγουμένως αυτήν. Μόνον εν Ρώμη ήτο γνωστή ως ημέρα εορτής των Χριστουγέννων η ημέρα αύτη, 25η Δεκεμβρίου. Ο Ιερώνυμος (345 μ.Χ.) γράφει: «EPIPHANIORUM DIES NON, UT CUIDAM PUTAI, NATALIS IN CARNE, TUNC ENIM AL CONDITUS EST ET NON APPARUIT». «Η ημέρα των Θεοφανείων δεν είναι ως νομίζουν τινές, η κατά σάρκα γέννησις (του Κυρίου), διότι τότε (κατά την γέννησιν) κεκρυμμένος ήτο και ουχί φανερός» (Κοντογόνου, Εκκλησιαστική Ιστορία 621). Εδώ ο Ιερώνυμος χωρίζει Χριστούγεννα και Θεοφάνεια. Αλλά και εκεί, εν Ρώμη, δεν εωρτάζετο η γέννησις του Κυρίου προ του 334-357 μ.Χ. Προ της χρονολογίας ταύτης δεν απαντά ουδεμία εορτή των Χριστουγέννων. Και αυτή η εορτή των Θεοφανείων εισήχθη το 300 μ.Χ. δια λόγους πολεμικούς - δογματικούς. (Ιδέ Στεφανίδου Ιστορίαν Τ. Α' 104). Συμπέρασμα: Τριακόσια χρόνια από του Χριστού μέχρι του Χρυσοστόμου, Γρηγορίου, Επιφανίου, ουδαμού φαίνεται η εορτή των Χριστουγέννων! Λέγεις, ότι αι εορταί Χριστούγεννα και λοιπαί έχουν ορισθή υπό του Θεού. Εάν η Γέννησις του Χριστού είχεν ορισθή υπό του Θεού, θα ήτο γνωστή εις την αρχαίαν Εκκλησίαν. Διατί προ του 300 μ.Χ. ουδαμού αναφαίνεται ως ιδιαιτέρα εορτή αγομένη την 25ην Δεκεμβρίου; Διατί μέχρι το 300 μ.Χ. την εώρταζον οι Χριστιανοί της Παλαιστίνης, της Αιγύπτου, της Κύπρου την 6ην Ιανουαρίου κατά τα Θεοφάνεια; Εάν η 25ην Δεκεμβρίου ήτο έκπαλαι γνωστή ως ημέρα Γεννήσεως του Χριστού και είχεν ορισθή υπό του Θεού, διατί ο Ιερός Χρυσόστομος να ομιλή περί εορτής νέας, ήτις εισήχθη μόλις προ δεκαετίας; Και τώρα σε ερωτώ: Ποίος γνωρίζει καλλίτερα την εορτήν των Χριστουγέννων, συ που την ορίζεις εις την 25ην Δεκεμβρίου ακριβώς ή η αρχαία Εκκλησία η οποία την ηγνόει επί 300 έτη; Είσαι ανώτερος συ του Αγίου Επιφανίου, Επισκόπου Κύπρου, του ασκητού Κοσμά Ινδικοπλεύστου, του περιφήμου Μοναχού Κασσιανού, οι οποίοι μαρτυρούν, ότι αι Εκκλησίαι Κύπρου, Αιγύπτου, Παλαιστίνης, εώρταζον την 6ην Ιανουαρίου; Είσαι ανώτερος του Χρυσοστόμου, ο οποίος ρητώς έλεγεν, όταν εξεφώνει τον λόγον του εις τα Χριστούγεννα, ότι μόλις προ 10 ετών εισήλθεν η εορτή αύτη; Πως λοιπόν καταφέρεσαι εναντίον μου και με ονομάζεις νεωτεριστήν εις το βιβλίον σου, διότι γράφω εις το βιβλίον μου «Ζωή Χριστού», ότι η εορτή της Γεννήσεως του Χριστού κατά την 25ην Δεκεμβρίου δεν ωρίσθη ιστορικώς, αλλά δογματικώς; Αντικατέστησαν δηλαδή οι Πατέρες την εθνικήν ειδωλολατρικήν εορτήν του χειμερινού ηλιοστασίου με την Γέννησιν του νέου Ηλίου της Δικαιοσύνης του Χριστού. Την γνώμην ταύτην τονίζουν και οι Πατέρες της Εκκλησίας. Ο Άγιος Αμβρόσιος παραβάλλων την εορτήν της Γεννήσεως του Χριστού προς την ειδωλολατρικήν εορτήν του ηλίου του χειμερινού ηλιοστασίου γράφει: «BENE QUODAM MODO SANCTUM HUNC DIEM NATALIS DOMINI SOLEM NOVUM VULGUS APPELATI». Καλώς την ιεράν ταύτην ημέραν γενέθλιον του Κυρίου νέον Ήλιον ο λαός καλεί». (SERMONI IN APP. BENED. P. 393 REAL ENCYKLOPADIE τόμος 16ος 690). Και ο Μάξιμος (επίσκοπος) Τουρίνου ρήτωρ του Ε' αιώνος (MIGNE P. L. 57, 221-832) λέγει ότι ο Χριστός εγεννήθη κατά τας εθνικάς εορτάς, ίνα αντικαταστήση ταύτας. Ο ιερός Αυγουστίνος λέγει ότι: «Οι Χριστιανοί εορτάζουν την Γέννησιν του Χριστού, όχι ως άπιστοι ένεκα του ηλίου, αλλά ένεκα του Δημιουργού του ηλίου» (REAL ENCYKLOPADIE τόμος 16ος σελίς 690). Ιδέ και Εκκλησιαστικήν Ιστορίαν Στεφανίδου 1, 10. Ο Άγιος Προυδέντιος 348-405 μ.Χ. εν ύμνω αυτού εις την Γέννησιν του Κυρίου λέγει: QUID EST QUOD ARCTUM CIRCULUM SOL JAM RECURRENS DESERIT (REAL ENCYKLOPADIE τόμος 16ος σελίς 690). «Τι είναι εκείνο, το οποίον τον κύκλον (αστερισμόν) της άρκτου ο ήλιος ήδη διατρέχων εγκαταλείπει; Ο Χριστός δεν γεννάται εν τη γη, όστις αυξάνει τον δρόμον του φωτός;». Ομοίως εκφράζεται ο ιερός Παυλίνος ο Επίσκοπος Νόλης ζήσας κατά το 400 μ.Χ. (Ποίημα XIV, 15.P. 382 ED. MURATORI) NAM POST SOLSTITUM GUO CHRISTUS CORPORE NATUS SOLE NOVO GELIDIAE MUTAVIT TEMPORA BRUMAE PROCEDENTE DIE SECUM DECRESCERE NOCTES JUSSIT. (REAL ENCYKLOPADIE τόμος 16ος σελίς 690). «Μετά την τροπήν του ηλίου, ότε Χριστός σωματικώς εγεννήθη, κατά τον νέον ήλιον μετέβαλε τας ψυχράς ημέρας του χειμερινού ηλιοστασίου και διέταξε τη επιούση ημέρα αι νύκτες να μειώνωνται μετ' αυτού». Βλέπεις την ιστορίαν της Εκκλησίας; Ναι, θα μου είπης. Επεκράτησεν όμως η ημερομηνία αύτη και έπρεπε ως παράδοσις της Εκκλησίας να τηρήται. Έχεις μεγάλην σύγχυσιν περί παραδόσεως και Εκκλησίας. Ας έλθωμεν λοιπόν και εις το ζήτημα αυτό.