Το ερώτημα περίεργο, ανατριχιαστικό και όμως εφικτό μιας και πολλοί συνάνθρωποί μας ήρθαν αντιμέτωποι με αυτήν την πραγματικότητα. Ένιωσαν αδιαθεσία, πήγαν στον γιατρό, κάνανε εξετάσεις…διαπιστώθηκε ότι έχουν καρκίνο….οι γιατροί έδωσαν σε κάποιους ελπίδα, σε κάποιους όμως τους είπαν την θλιβερή πραγματικότητα: «Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, σας μένουν μερικοί μήνες ζωής, στην καλύτερη περίπτωση».


Εάν λοιπόν έρθουμε και εμείς αντιμέτωποι σε μία τέτοια κατάσταση, πώς θα αντιδρούσαμε; Τι θα κάναμε; Πώς θα ζούσαμε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής μας;


Δυστυχώς πολλές φορές εμείς οι άνθρωποι μόνο σε τέτοιες καταστάσεις συνερχόμαστε από τον πνευματικό λήθαργο που έχουμε πέσει, δυστυχώς μόνο όταν ο θάνατος μας κτυπήσει την πόρτα συνειδητοποιούμε την υπαρξιακή μας μοναξιά, την πνευματική μας γύμνια, την ματαιότητα των πραγμάτων.


Όταν ένας άνθρωπος έχει κάποιους μήνες –ημέρες ζωής αρχίζει να ΒΛΕΠΕΙ, αρχίζει να ΑΚΟΥΕΙ, αρχίζει νομίζω να ΖΕΙ να βάζει τις σωστές προτεραιότητες που τόσο καιρό δεν είχε... και πάλι όχι πάντοτε.





Ένας άνθρωπος που θα φύγει σύντομα από αυτή την ζωή, καταλαβαίνει την ανικανότητα της ανθρωπότητας να τον ΣΩΣΕΙ, καταλαβαίνει την ανικανότητα του πολιτισμού να τον ειρηνεύσει, καταλαβαίνει το πόσο γνωρίζει τον Θεό ή όχι.


Πολλοί άνθρωποι καθώς βλέπουν ότι η ζωή τους βαδίζει στο τέλος, γυρίζουν στην Εκκλησία, γυρίζουν περιμένοντας το Θαύμα, περιμένοντας η ελπίδα τους να πάρει σάρκα και οστά…όμως αυτό είναι λάθος, όχι γιατί η Εκκλησία δεν σου παρέχει ελπίδα και ειρήνη στην καρδιά σου αλλά γιατί οι άνθρωποι περιμένουν από την Εκκλησία του Χριστού να ικανοποιήσει την δίψα τους για την επίγεια ζωή και όχι για την Αιωνιότητα. Η Εκκλησία του Χριστού, ο ίδιος ο Χριστός δεν θα πρέπει να είναι η τελευταία ελπίδα μας, αλλά η πρώτη. Ο Χριστός δεν είναι ο μάγος που θα μας κάνει καλά, προσφέροντάς μας περισσότερο χρόνο σε αυτήν την ζωή απλά επειδή δεν τα έχουμε ζήσει όλα! Ο Χριστός δεν είναι η έσχατη λύση αλλά η μοναδική ΣΩΤΗΡΙΑ μας.


Ο πόνος του ανθρώπου σε τέτοιες καταστάσεις είναι μεγάλος. Είδα ανθρώπους που πολεμούσαν την Εκκλησία, να μπαίνουν σε ναό και γονατιστοί,με δάκρυα στα μάτια να εκλιπαρούν τον Θεό για έλεος, είδα «ανθρώπους της Εκκλησίας» να βλασφημούν και να τα βάζουν με τον Θεό, είδα ανθρώπους να συνεχίζουν να ζουν ήρεμοι και γαλήνιοι, είδα ανθρώπους να αδιαφορούν τελείως για τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής τους, είδα ανθρώπους να πέφτουν με τα μούτρα στην αμαρτία, είδα όμως και ανθρώπους που από τα χείλια τους έβγανε το «Δοξα τω Θεώ…».


Ο Θάνατος είναι το πιο σίγουρο γεγονός που όλοι μας θα γευτούμε, όμως συγχρόνως σχεδόν όλοι μας ζούμε σαν «επι γης αθάνατοι», μακρυά από τον Θεό, έχοντας στην καλύτερη των περιπτώσεων μία χλιαρή σχέση με την μυστηριακή ζωή που προτείνει η Εκκλησία.


Ο χριστιανός και γενικότερα ο κάθε άνθρωπος δεν θα πρέπει να περιμένει τις τελευταίες ημέρες της ζωής του για να ζήσει κατατάσσοντας σωστά τις προτεραιότητες της ζωής του. Όλοι μας ζούμε βάζοντας σαν «πρώτα» τα «δευτερεύοντα» και σαν σημαντικά τα ασήμαντα. Οι σχέσεις μας με τους άλλους… επιφανειακές. Οι ασχολίες και δραστηριότητές μας πολλές φορές αποσκοπούν απλά να «γεμίσουν τον χρόνο» μας.


Ζούμε την κάθε μας ημέρα σαν την πρώτη ημέρα που θα την ακολουθήσουν κι άλλες χιλιάδες ημέρες και όχι σαν την τελευταία μας…


Ο Βίκτωρ Ουγκώ έλεγε ότι υπάρχει φωτιά στα μάτια των νέων, αλλά θα έπρεπε να υπάρχει και φως στα μάτια των γερόντων. Ο καιρός της δυνατής φωτιάς περνά, ο καιρός του φωτός πλησιάζει, αλλά όταν έλθει ο καιρός για να γίνουμε φως, δεν μπορούμε πλέον να κάνουμε αυτά τα πράγματα που έπρεπε να είχαν γίνει την εποχή που ήμασταν φωτιά. Ο χρόνος είναι απατηλός. Όταν μας λένε ότι πρέπει να θυμόμαστε το θάνατο, δεν είναι για να μας δώσουν φόβο για τή ζωή, αλλά για να μας κάνουν να ζήσουμε με όλη την ένταση που θα είχαμε αν συνειδητοποιούσαμε ότι κάθε στιγμή είναι μόνο η στιγμή πού κατέχουμε, και ότι η κάθε στιγμή της ζωής πρέπει να είναι τέλεια: μας υποδεικνύεται όχι το βάθος αλλά η κορυφή του κύματος, όχι μια ήττα αλλά ένας θρίαμβος.


Έτσι, η μνήμη θανάτου φαίνεται ότι είναι η μόνη δύναμη που κάνει τελικά τη ζωή έντονη. Και όταν μιλούμε για έντονη ζωή δεν εννοούμε την αμαρτωλή ζωή, αλλά την όντως εν Χριστώ ζωή, την ζωή που θα γεμίσει με την Χάρη του Θεού, με την Παρουσία του Χριστού.


Ο Ντοστογιέφσκυ, στους "Αδελφούς Καραμαζώφ", μιλά για την κόλαση. Λέει πως η κόλαση μπορεί να συνοψιστεί σε δύο λέξεις: «πολύ αργά!». Μόνο η μνήμη του θανάτου μας επιτρέπει να ζήσουμε αυτό που δεν θα έπρεπε ποτέ να αντιμετωπίσουμε υπό το βάρος αυτής της φοβερής συνειδητοποίησης: είναι πολύ αργά.


Όλοι μας λοιπόν θα πρέπει να ζούμε το τώρα αλλά με εσχατολογική προοπτική, να ζούμε το τώρα πριν είναι αργά, να βάλουμε τις σωστές προτεραιότητες στην ζωή μας πριν είναι αργά, να αγαπήσουμε τους άλλους πριν είναι αργά, να αγαπήσουμε τον Θεό πριν είναι αργά…να ΖΗΣΟΥΜΕ πριν πεθάνουμε.


Ας μην περιμένουμε να μάθουμε ότι πεθαίνουμε για να το καταλάβουμε. Ας μην περιμένουμε να γεράσουμε για να γνωρίσουμε τον Χριστό, ας μην δώσουμε στον Χριστό τις τελευταίες ημέρες της ζωή μας (από ανάγκη), αλλά να δώσουμε στον Χριστό όλα τα χρόνια της ζωή μας.




Στο Άγιο Όρος θα δει κανείς πολλούς μεγαλόσχημους μοναχούς σε σχετική μικρή ηλικία. Κάποιος λοιπόν Ρώσος κληρικός όταν έμαθε ότι ο τάδε και ο τάδε (πολύ μικρότεροι από αυτόν στην ηλικία) είναι μεγαλόσχημοι μοναχοί σκανδαλίστηκε (στην Ρωσία μεγαλόσχημος μοναχός γίνεται συνήθως μόνο κάποιος σε μεγάλη ηλικία). Πήγε λοιπόν στον γέροντά τους που τους έκανε μεγαλόσχημους και τον ρώτησε με ποιο σκεπτικό έκανε κάτι τέτοιο. Τότε ο σοφός γέροντας του είπε: «Μα ευλογημένε, πότε θα έπρεπε τους κάνω μεγαλόσχημους; Όταν θα φτάνανε σε μεγάλη ηλικία και δεν θα μπορούσαν να κάνουν μετάνοιες και αγρυπνίες, νηστείες και γενικότερα λόγο των γηρατειών καμία πνευματική άσκηση; Τώρα που είναι νέοι θα πρέπει να τα κάνουνε αυτά, τώρα που το πνεύμα τους και το σώμα τους είναι νέο πρέπει να ασκηθεί πιο έντονα ώστε στα γεράματα να απολαμβάνουν τους καρπούς της νιότης τους».


Ο χρόνος της ζωής μας είναι πολύτιμος, η στιγμή του θανάτου μας άγνωστη, ο τρόπος όμως της σωτηρίας μας είναι γνωστός. Η Ορθόδοξη Πατερική Θεολογία μας δείχνει τον δρόμο προς την Ζωή, τον τρόπο ζωής που βίωσαν πρώτοι οι Πατέρες της Εκκλησίας και έπειτα προς όφελος δικό μας, κατέγραψαν στο χαρτί. Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας καλεί να ζήσουμε θεάρεστα διαμέσου του μυστηριακού τρόπου, διαμέσου της ασκήσεως, της ταπείνωσης και της μετάνοιας.


Το πόσο θα ζήσουμε δεν έχει αξία…το πώς θα ζήσουμε είναι το ζητούμενο.




Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

via