«Εύδηλον ουν, ότι ουδέν εστιν ο αγνοεί, Λόγος ων, δι’ ου τα πάντα εγένετο. Των δε πάντων ούσα και η ημέρα εκείνη, πάντως δι’ αυτού γενήσεται, καν διαρραγώσι μυριάκις τη εαυτών αγνοία οι Αρειανοί» ( Μεγάλου Αθανασίου ΕΠΕ 4, 204 ) Εχει γίνει πλέον
« καραμέλλα» στο στόμα, πολλών κληρικών, μοναχών και λαϊκών, όταν τους ρωτάνε η συζητάνε το θέμα του χρόνου της Δευτέρας Παρουσίας, ότι κανείς μα κανείς δεν γνωρίζει, το πότε θα γίνει· όχι μόνον οι απλοί και «θνητοί» άνθρωποι, αλλά ούτε οι άγιοι, ούτε οι προφήτες, ούτε οι απόστολοι, ούτε ακόμη και οι άγγελοι, αλλά ούτε και αυτός ο ίδιος ο Χριστός μας, παρά μόνον ο Θεός Πατήρ. Δια να επιβεβαιώσουν μάλιστα τους λόγους και τις θέσεις τους, φέρνουν, ως απόδειξη, και τα κατωτέρω χωρία του Ευαγγελίου: α ) «Περί δε της ημέρας εκείνης η της ώρας ουδείς οίδεν, ουδέ οι άγγελοι εν ουρανώ, ουδέ ο Υιός, ει μη ο πατήρ» ( Μαρκος ιγ’ 32 ) και ( Ματθαιος κδ’ 36 )
β ) «Ουχ υμών εστι γνώναι χρόνους η καιρούς ους ο Πατήρ έθετο εν τη ιδία εξουσία...» ( Πραξεις α’ 7 ) Οτι θα υπήρχαν Χριστιανοί ( κληρικοί και λαϊκοί ) και μάλιστα μέσα σ’ αυτούς και «θεολόγοι» οι οποίοι θα ξαναπαρουσίαζαν πάλι, μετά από 1600 χρόνια, τα ίδια ερωτήματα και επιχειρήματα καταδικασμένων αιρετικών του 4ου αιώνος μ Χ των Αρειανών και Ανομοίων, είναι απίστευτο, όσο και άξιο προσοχής και μελέτης
Μα, είναι ποτέ δυνατόν, να λέτε και να υποστηρίζετε, επίσημα και σοβαρά, τέτοια θέση και μάλιστα χρησιμοποιώντας τα λόγια του ίδιου του Ιησού Χριστού; Ως γνωστόν, η Αγία Γραφή δεν ερμηνεύεται πάντοτε κατά γράμμα, διότι, «το μεν γράμμα αποκτέννει το δε πνεύμα ζωοποιεί» ( Β Κορινθιους γ 6 )

Ούτε ερμηνεύεται μεμονωμένα και αποσπασματικά, αλλά, πάντοτε σε
σχέση με τα άλλα χωρία, ( «συνάφεια της Αγίας Γραφής» ) διότι υπάρχει
ελλοχεύει ο κίνδυνος, να ερμηνεύσουμε λανθασμένα τα κείμενα, και να
πέσουμε σε πλάνες και σε αιρέσεις, όπως μας λέγει ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
«Γιατί δεν πρέπει να εξετάσουμε μόνο αυτό το σημείο, αλλά και όλη τη
συνέχεια, και για ποιούς ειπώθηκε και από ποιόν και για ποιόν και γιατί και
πότε και με ποιό τρόπο. Γιατί δεν αρκεί να λέμε, ότι στις Γραφές είναι
γραμμένο, ούτε γενικά αποσπώντας λόγια και κομματιάζοντας τα μέλη του
σώματος των θεοπνεύστων Γραφών, και παίρνοντάς τα έρημα και ξένα
προς τη συνάφειά ( =σχέση ) τους, να τα παραποιούμε όπως εμείς θέλουμε
και χωρίς φόβο. Γιατί έτσι πολλές διδασκαλίες μπήκαν στη ζωή μας
παραποιημένες, με το να πείθει ο διάβολος τους πιο ράθυμους να
απαγγέλουν παραποιημένα τα κείμενα των Γραφών, η προσθέτοντας η
αφαιρώντας να επισκοτίζουν την αλήθεια» ( Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου 56, 156 )

Απόδειξη όλων αυτών αποτελούν οι Ιεχωβάδες, αλλά και οι πάσης φύσεως
αιρετικοί. Τι ισχυρίζονται οι Ιεχωβάδες, μεταξύ άλλων ανοησιών -
βλασφημιών, για τον Ιησού Χριστό;
Οτι δεν είναι Θεός, αλλά κτίσμα και δημιούργημα του Θεού. Και για να
αποδείξουν του λόγου το αληθές, φέρνουν παράδειγμα τα λόγια του ίδιου
του Χριστού που λέει: «Ο Πατήρ μου μείζον μου εστί» ( Ιωαννης ιδ’ 28 )
Ορίστε, μας λένε, ο ίδιος ο Χριστός ομολογεί, ότι ο Πατέρας του είναι
μεγαλύτερος απ’ αυτόν. Αρα, για να είναι μεγαλύτερος, δεν είναι ίσος, και
για να μην είναι ίσος, δεν είναι Θεός
Δεν κοιτάζουν όμως πιο πάνω, που πάλι, ο ίδιος ο Κύριός μας, λέγει:
«εγώ και ο Πατήρ εν εσμέν» ( Ιωαννης ι’, 30 ) η την απάντηση του Χριστού
εις τον Φίλιππο, όταν του ζήτησε να του δείξη τον Πατέρα: «ο εωρακώς εμέ
εώρακε τον Πατέρα» ( Ιωαννης ιδ’ 9) η την ομολογία του Πέτρου:
«Συ ει ο Χριστός ο Υιός του Θεού του ζώντος» ( Ματθαιος ις’, 16 ) και
πλήθος άλλων χωρίων, που αποδεικνύουν περίτρανα την Θεότητα του Ιησού Χριστού

Τριάδα Ομοούσιος και Αχώριστος

Είναι ποτέ δυνατόν να υπάρχει κάτι, ο,τιδήποτε, που να έχει ο Πατήρ και
να μην έχει ο Υιός η το Αγιο Πνεύμα;
Είτε αυτό είναι Εξουσία, Δύναμις, Γνώσις, Ιδιότης, Χάρισμα η ο,τιδήποτε άλλο;
«Μία Δύναμις, Μία Εξουσία, Μία Προσκύνησις της Αγίας Τριάδος»
ψάλλομεν την ημέραν της Πεντηκοστής
Για του λόγου το αληθές, ας δούμε ένα σχετικό κείμενο από την Δογματική του Ανδρούτσου
«Κατά την πίστην της Ορθοδόξου Εκκλησίας ο εις Θεός την ουσίαν είναι
Τριαδικός τας υποστάσεις, Πατήρ, Υιός και άγιον Πνεύμα. Τα τρία ταύτα
πρόσωπα... είναι τρόποι της αϊδίου υπάρξεως του ενός Θεού εν οις
διακρίνεται άμα και συνάπτεται η θεότης. Διακρίνονται, καθόσον, ει και
έκαστον πρόσωπον είναι ο όλος Θεός και πάσαι αι θείαι ιδιότητες αι εν τω
Θεώ Πατρί συνυπάρχουσιν αι αυταί εν τω Θεώ Λόγω και εν τω Θεώ
Πνεύματι, ουδέν ήττον ούτε τρεις Θεοί αποτελούνται, ούτε συγχέονται η
συναλείφονται τα πρόσωπα. Ο Πατήρ διακρίνεται των άλλων προσώπων
καθόσον γεννά φύσει αϊδίως τον Υιόν και εκπορεύει το Πνεύμα, ο Υιός
καθόσον γεννάται εκ του Πατρός, και το άγιον Πνεύμα, καθόσον
εκπορεύεται παρά του Πατρός. Συνάπτονται δε αλλήλοις τα τρία πρόσωπα
της θεότητος, καθόσον περιχωρούσι και ενυπάρχουσιν εν αλλήλοις
ασυγχύτως, ήτοι ο μεν Πατήρ εν τω Υιώ και εν τω αγίω Πνεύματι, ο Υιός εν
τω Πατρί κ.λπ. Τις δε η σχέσις των θείων προσώπων κατά την Γραφήν είναι
εύκολον να προσδιορίση τις. Εκαστον πρόσωπον είναι άμα μεν φορεύς της
θείας ουσίας και δυνάμεως, άμα δε ο όλος Θεός. Και η μεν θεότης του
Πατρός είναι μυριόλεκτος εν τη Γραφή· τω δε Ιησού Χριστώ και τω αγίω
Πνεύματι αποδίδονται μεν πολλαχού θείαι ιδιότητες, οίαι η αιωνιότης, η
αγιότης, η παντοδυναμία, η παγγνωσία και η πανταχού παρουσία, θεία
έργα και τιμή...» ( Χρήστου Ανδρούτσου σελις 73 )
Είναι λοιπόν ποτέ δυνατόν να υπάρχει κάτι, ο,τιδήποτε, που να έχει το ένα
από τα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος και να μην το έχουν τα άλλα δύο;
Τότε, τι Αγία Τριάδα «ομοούσιος και αχώριστος» είναι;
Που πάει το Πρώτο και Βασικώτερο Δόγμα της Πίστεώς μας, που λέει ότι
έχουμε ένα Θεό τρισυπόστατον, που έχει μία φύση, μία ουσία και τρεις Υποστάσεις

Τι έχουμε λοιπόν, ένα διχασμένο Θεό ( άπαγε της βλασφημίας ) που δεν
γνωρίζει το ένα πρόσωπο, τι κάνει και τι γνωρίζει το άλλο; Δεν είναι ποτέ δυνατόν!
Ολα, τα πάντα, εις την Αγία Τριάδα είναι κοινά και ίδια, εκτός από τις τρεις
Υποστατικές Ιδιότητες
Το ότι, δηλαδή, ο Πατήρ είναι Αγέννητος, ο Υιός Γεννητός και το Αγιον
Πνεύμα Εκπορευτόν
Είναι λοιπόν ποτέ δυνατόν να γνωρίζει κάτι, ο,τιδήποτε, ο Πατήρ και να
μην το γνωρίζει ο Υιός η το Αγιο Πνεύμα;
Τότε, τι ισχύ έχει ο λόγος του Κυρίου μας: «ο Μονογενής Υιός ο ων εις τον
κόλπον του Πατρός εκείνος εξηγήσατο...» ( Ιωαννης α’ 18 );

Αγνοεί ο Υιός;

Αλλά και το πιο αυτονόητο απ’ όλα, είναι το εξής:
Είναι ποτέ δυνατόν, ο Χριστός ως Θεάνθρωπος, ως Υιός και Λόγος του
Θεού, ο δημιουργήσας το Σύμπαν και μέσα σ’ αυτό και τον χρόνο, και τους
αιώνες, να μην γνωρίζει πότε θα γίνει η Δεύτερη Του Παρουσία;
Πότε, δηλαδή, θα ξαναέλθει ο ίδιος, για να κρίνει ζώντες και νεκρούς;
Και από την άλλη, πως μας εξιστορεί, με πάσα λεπτομέρεια και σαφήνεια τα
σημεία του τέλους, που αναφέρονται στο ΚΔ’ κεφάλαιο του κατά Ματθαίον
και στο ΚΑ’ του κατά Λουκάν, εάν δεν γνώριζε, το πότε ακριβώς αυτά θα συμβούν;
Αφού πρώτα μας λέει, ότι θα γίνει αυτό, εκείνο, το άλλο, μετά θα έλθει ο
αντίχριστος κλπ μας αναφέρει όλα τα σχετικά γεγονότα και τελικά, δεν
ξέρει πότε θα έλθη Εκείνος; Τι αστεία πράγματα!
Σε καμμία μα καμμία περίπτωση, δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο
Τότε λοιπόν, τι εννοεί ο Ιησούς με τα ανωτέρω λόγια;
Είναι πολλοί αυτοί που υποστηρίζουν ότι, εδώ ο Χριστός, μιλάει με την
ανθρώπινή Του ιδιότητα. Και επειδή, κανείς άνθρωπος, δεν γνωρίζει πότε
θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία, δεν γνωρίζει, ως άνθρωπος, και ο Χριστός
Δεν έχουν όμως δίκιο, διότι Θεία και ανθρωπίνη Φύσις του Κυρίου μας
ήταν αρρήκτως συνδεδεμένες μεταξύ τους, στην μία Υπόσταση του Υιού και
Λόγου του Θεού. Στο Πρόσωπο του Χριστού, έχουμε ΜΙΑ Υπόσταση και δύο
Φύσεις. Είναι Τέλειος Θεός και Τέλειος Ανθρωπος ( εκτός αμαρτίας ) σε
ένα Πρόσωπο. Δεν έχουμε ΔΥΟ Πρόσωπα - ΔΥΟ Υποστάσεις - ΔΥΟ
ξεχωριστούς «Χριστούς» για να πούμε ότι ο Χριστός, σαν άνθρωπος, δεν
γνώριζε και δεν ήξερε, αυτά που γνώριζε και ήξερε ο Χριστός σαν Θεός
Αυτές είναι αιρέσεις των πρώτων αιώνων και μάλιστα καταδικασμένες από
Οικουμενικές και Τοπικές Συνόδους
Επειδή όμως, έχουν γράψει πάρα πολλά και σπουδαία, όπως πάντα, οι
άγιοί μας, γύρω από το θέμα αυτό, ας δούμε, πως ερμηνεύουν τα
συγκεκριμένα χωρία οι Αγιοί μας

Μαρτυρίες Αγίων Πατέρων

α ) Ο Μέγας Βασίλειος

«Θα ήρμοζεν εις την φιλοπονίαν σου να παραθέσης τα ευαγγελικά λόγια
και να συγκρίνης μεταξύ των, το του Ματθαίου και το του Μάρκου
Διότι μόνον αυτοί φαίνονται να συμφωνούν μεταξύ των εις το χωρίον
τούτο. Λοιπόν, η φράσις του Ματθαίου έχει ως εξής· “Περί δε της ημέρας
εκείνης και της ώρας κανείς δεν γνωρίζει, ούτε οι άγγελοι των ουρανών
ειμή μόνος ο Πατήρ” ( Ματθαιος 24, 36 ) Του δε Μάρκου ως εξής·
“Περί δε της ημέρας εκείνης και της ώρας κανείς δεν γνωρίζει ούτε οι εν
τω ουρανώ άγγελοι, ούτε ο Υιός, ειμή ο Πατήρ” ( Μαρκος 13, 32 )

Τι αξίζει να επισημανθή εις αυτά; Οτι ο μεν Ματθαίος δεν είπε τίποτε περί
της αγνωσίας του Υιού, αλλά φαίνεται να συμφωνή κατά την έννοιαν με
τον Μάρκον με το να λέγη, “ει μη ο Πατήρ μόνος” Ημείς δε έχομεν την
γνώμην ότι το “μόνος” έχει λεχθή προς αντιδιαστολήν από τους αγγέλους
και ότι ο Υιός δεν συμπεριλαμβάνεται μαζί με τους δούλους του κατά την
άγνοιαν ( Εννοεί πάντοτε την άγνοιαν της ημέρας και ώρας της δευτέρας
ελεύσεως ) Διότι αυτός που είπεν ότι “πάντα όσα έχει ο Πατήρ εμά εστιν”
( Ιωαννης 16, 15 ) είναι αψευδής. Ενα δε από τα στοιχεία που έχει είναι
και η γνώσις της ημέρας εκείνης και της ώρας. Επομένως ο Κύριος, εις την
ρήσιν του Ματθαίου, παρασιωπών το ιδικόν του πρόσωπον ως
ομολογούμενον, είπεν ότι οι άγγελοι αγνοούν και μόνον ο Πατήρ γνωρίζει
εξυπονοών με την σιωπήν ότι η γνώσις του Πατρός είναι και ιδική του, διότι
και εις άλλα σημεία έχει είπει “καθώς γνωρίζει εμέ ο Πατήρ, και εγώ
γνωρίζω τον Πατέρα” Εάν δε ο Πατήρ γνωρίζη τον Υιόν ολόκληρον και
πλήρως, ώστε να κατανοή και όλην την σοφίαν που κατοικεί εις αυτόν
είναι φανερόν ότι κατά το ίσον μέτρον και θα επιγνωσθή υπό του Υιού, μαζί
με όλην την ενυπάρχουσαν εις αυτόν σοφίαν και πρόγνωσιν των
μελλόντων. Τοιαύτην λοιπόν ερμηνείαν δίδομεν εις το κείμενον του Ματθαίου
“ει μη ο Πατήρ μόνος”

Το δε κείμενον του Μάρκου, επειδή αυτό φαίνεται να αποκλείη σαφώς και
τον Υιόν από την γνώσιν, εκλαμβάνομεν υπό την εξής έννοιαν· ότι δηλαδή
κανείς δεν γνωρίζει, ούτε οι άγγελοι του Θεού, αλλ’ ούτε ο Υιός θα
εγνώριζεν, εάν δεν είχε γνωρίσει ο Πατήρ· δηλαδή η αιτία του ότι ο Υιός
γνωρίζει προέρχεται από τον Πατέρα. Αυτή δε η εξήγησις δια τον ακούοντα
με ορθοφροσύνην είναι αβίαστος, επειδή δεν απαντά εδώ το “μόνος” όπως
συμβαίνει εις τον Ματθαίον. Η έννοια δε του χωρίου του Μάρκου είναι η
κατωτέρω· ως προς την ημέραν εκείνην και την ώραν δεν γνωρίζει κανείς
ούτε οι άγγελοι του Θεού, ακόμη δε ούτε ο Υιός θα εγνώριζεν, εάν δεν
εγνώριζεν ήδη ο Πατήρ· διότι από τον Πατέρα είχε δοθή εις αυτόν η γνώσις
ήδη εξ αρχής. Είναι δε ευλογώτατον και θεοπρεπές να λέγεται περί του
Υιού τούτο, ότι έχει και την ικανότητα γνώσεως και τον στολισμόν με όλην
την σοφίαν και δόξαν που ταιριάζει εις την θεότητά του από εκείνον του
οποίου είναι ομοούσιος» ( Μεγάλου Βασιλείου επε 1, 168 - 170 )

β ) Ο Μέγας Αθανάσιος

«Και εκείνο πάλιν, το ορθώς μεν λεχθέν, κακώς δε κατανοούμενον από
αυτούς, εννοώ το “περί της ημέρας όμως και της ώρας, κατά την οποία θα
γίνη η δευτέρα παρουσία και η καθολική κρίσις, ουδείς γνωρίζει πότε
ακριβώς θα έλθη, ούτε οι άγγελοι εις τους ουρανούς, ούτε ο Υιός”
( Μαρκος 13, 32 ) είναι ορθόν ως προς το νόημά του. Διότι εκείνοι μεν
νομίζουν ότι με το να λέγη “ούτε ο Υιός” εμφανίζεται ως αγνοών ο Υιός
επειδή είναι κτίσμα. Ομως δεν συμβαίνει τούτο, μη γένοιτο! Διότι όπως
όταν λέγη “έκτισέ με” το λέγει ανθρωπίνως, έτσι και όταν λέγη “ούτε ο
Υιός” ανθρωπίνως πάλιν το λέγει. Το ότι δε ελέχθη έτσι έχει εύλογον
αιτίαν. Επειδή δηλαδή έγινε ο άνθρωπος, όπως έχει γραφή και είναι ίδιον
των ανθρώπων η άγνοια όπως και η πείνα, και τα άλλα ( διότι δεν
γνωρίζουν οι άνθρωποι, εάν προηγουμένως δεν ακούσουν και δεν
μάθουν ) δια τούτο φανερώνει και την άγνοιαν των ανθρώπων, καθ’ όσον
έγινε άνθρωπος· πρώτον μεν δια να δείξη ότι έχει πράγματι ανθρώπινον
σώμα, έπειτα δε, μολονότι έχει την άγνοιαν των ανθρώπων ως προς το
σώμα αφού το ελευθερώση και το καθαρίση από όλα, δια να παρουσιάση
εις τον Πατέρα την ανθρωπότητα τελείαν και αγίαν. Ποίαν δικαιολογίαν
ακόμη θα εύρουν οι Αρειανοί; Τι άλλο θα επινοήσουν δια να
διαμαρτυρηθούν; Απεδείχθησαν ότι δεν γνωρίζουν το νόημα του
“ο Κύριος με έκτισεν ως το πρώτον εκ των δημιουργημάτων του” και
εφάνησαν ότι δεν κατανοούν το “περί δε της ημέρας όμως και της ώρας,
κατά την οποία θα γίνη η δευτέρα παρουσία, ουδείς γνωρίζει πότε ακριβώς
θα έλθη, ούτε οι άγγελοι εις τους ουρανούς, ούτε ο Υιός” ( Μαρκος 13, 32 )

Διότι όπως όταν λέγη το «έκτισε» υποδηλοί την ανθρωπίνην φύσιν, διότι
έγινε άνθρωπος και εκτίσθη, όταν λέγη δε “Εγώ και ο Πατήρ είμεθα εν”
( Ιωαννης 10, 30 ) και “εκείνος που έχει ίδει εμέ, έχει ίδει τον Πατέρα”
( Ιωαννης 14, 9 ) και “Εγώ ειμί εν τω Πατρί, και ο Πατήρ είναι εν εμοί”
( Ιωαννης 14, 10 ) υποδηλοί ότι είναι προαιώνιος και ομοούσιος με τον
Πατέρα, έτσι και όταν λέγη “κανείς δεν γνωρίζει, ούτε και ο Υιός” το λέγει
πάλιν ως άνθρωπος, διότι η άγνοια είναι ίδιον γνώρισμα των ανθρώπων
Οταν όμως λέγη· “κανείς δεν γνωρίζει τελείως τον Πατέρα παρά μόνον ο
Υιός, και κανείς δεν γνωρίζει τελείως τον Υιόν παρά μόνον ο Πατήρ”
( Ματθαιος 11, 27 ) δεικνύει ότι γνωρίζει πολλά περισσότερα από τα
δημιουργήματα. Οι μαθηταί του λοιπόν, καθώς λέγεται εις το κατά Ιωάννην
Ευαγγέλιον, έλεγον· “τώρα βεβαιούμεθα ότι γνωρίζει τα πάντα”
( Ιωαννης 16, 30 ) Είναι καταφανές λοιπόν ότι δεν υπάρχει τίποτε που να
μη γνωρίζη, καθ’ όσον είναι ο Λόγος, δια του οποίου εδημιουργήθησαν τα πάντα
Αφού δε μεταξύ όλων αυτών τα οποία εδημιούργησε, συμπεριλαμβάνεται
και η ημέρα εκείνη, οπωσδήποτε θα έλθη δι’ αυτού, και αν εκραγούν
ακόμη μυριάκις λόγω της αγνοίας των οι Αρειανοί» ( Μεγάλου Αθανασίου 4, 204 )

γ ) Ο Αγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας

«Διδάσκει τους μαθητάς εδώ, να μη ζητούν να μανθάνουν εκείνα όπου
υπερβαίνουν την γνώσιν των ανθρώπων· διότι με το να ειπή ούτε οι
Αγγελοι, τους εκράτησε να μη ζητούν να μάθουν εκείνα όπου δεν τα
ηξεύρουν ακόμη, ούτε οι άγγελοι· με το να ειπή δε ότι μόνος ο Πατήρ μου
τους εμπόδισε να μη ζητήσουν πλέον να μάθουν τοιαύτα· διότι αν ήθελεν
ειπή ότι ηξεύρω, αλλά δεν θέλω να σας το ειπώ, ήθελαν λυπηθή ως
καταφρονεμένοι υπ’ αυτού· καθώς κάμνουν και οι πατέρες πολλάκις με τα
παιδιά τους, όταν κρατούν τίποτε εις τα χέρια τους, και τους το ζητούν τα
παιδιά τους, και αυτοί δεν θέλουν να τους το δώσουν, το κρύβουν και
λέγουν, ότι δεν έχουν εκείνο όπου τους ζητούν, και έτσι παύουν τα παιδιά
και τα ημερώνουν από τα κλαυσίματα· έτσι λοιπόν και ο Κύριος, με το να
ειπή ότι κανείς δεν ηξεύρει ούτε ο υιός, ειμή μόνον ο πατήρ, τους εμποδίζει
να μη ζητούν τοιαύτα· δια να παύση λοιπόν τους Αποστόλους όπου
εγύρευαν να μάθουν περί της ημέρας, και ώρας εκείνης, είπεν· ότι ουδέ
εγώ δεν ηξεύρω, ειμή ο πατήρ μου μόνος· αλλ’ ότι πως ηξεύρει και αυτός
την ημέραν και την ώραν εκείνην, φανερόν είναι και από άλλα πολλά·
διότι πάντα όσα έχει ο πατήρ, του υιού είναι, ο δε πατήρ έχει και την
γνώσιν της ημέρας, την έχει λοιπόν και ο υιός, δηλαδή ηξεύρει περί της
ημέρας· φανερώτερον δε είναι από τούτο, διότι πως είναι δυνατόν να μη
ηξεύρει ο υιός περί της ημέρας, ο οποίος τα προ της ημέρας ηξεύρει
τοιουτοτρόπως· διότι αυτός όπου τους οδήγησεν έως τα πρόθυρα, φανερόν
είναι ότι ηξεύρει, και την θύραν, αλλά δια το συμφέρον τους δεν την
άνοιξε· διότι δεν μας συμφέρει να ηξεύρωμεν πότε είναι η συντέλεια, δια
να μην αμελήσωμεν· διότι με το να μην ηξεύρωμεν είμεθα πάντοτε
φοβισμένοι, και σπουδάζομεν να ευρεθώμεν ετοιμασμένοι»
( Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας 123, 641 )

δ ) Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

«“Δια την ημέραν δε εκείνην και την ώραν κανείς δεν γνωρίζει τίποτε, ούτε
οι άγγελοι των ουρανών, παρά μόνον ο Πατήρ μου” Με την δήλωσιν “ούτε
οι άγγελοι” τους απεστόμωσεν, ώστε να μη ζητήσουν να μάθουν ο,τι δεν
γνωρίζουν εκείνοι, λέγων δε “ούτε ο Υιός” τους εμποδίζει όχι μόνον να
μάθουν, αλλά και να ερευνούν. Οτι δε δι’ αυτό το είπε, βλέπε πως τους
απεστόμωσε καλύτερα μετά την ανάστασιν, όταν τους είδε να γίνωνται
περισσότερον περίεργοι. Διότι τώρα μεν τους ανέφερε πολλά και διάφορα
τεκμήρια, τότε δε τους είπεν απλώς· “δεν είναι ιδική σας υπόθεσις να
γνωρίζετε τους χρόνους η τους καιρούς” ( Πραξεις α’, 7 ) Επειτα, δια να μη είπουν ότι παρεμελήθημεν, περιεφρονήθημεν, ούτε αυτού δεν είμεθα
άξιοι, λέγει· “τους οποίους ώρισεν ο Πατήρ κατά την ιδικήν του εξουσίαν”
( Α’ Κορινθιους β’, 10 ) Διότι εφρόντιζε πάρα πολύ να τους τιμά και να μη
τους αποκρύπτη τίποτε. Δια τούτο αυτό το αφήνει εις την δικαιοδοσίαν του
Πατρός, αφ’ ενός δια να κάμη το πράγμα φοβερόν, και αφ’ ετέρου να
αποκλείση εκείνους να πληροφορηθούν αυτό που ελέχθη. Διότι εάν δεν
είναι αυτό και το αγνοεί, πότε θα το γνωρίση; Μήπως μαζί μας; Και ποίος
θα ημπορούσε να το είπη αυτό; Και τον μεν Πατέρα τον γνωρίζει ακριβώς
τόσον ακριβώς μάλιστα όσον Εκείνος γνωρίζει τον Υιόν, την δε ημέραν την αγνοεί;

Επειτα, το μεν Πνεύμα ερευνά και τα βάθη του Θεού, και Αυτός δεν
γνωρίζει ούτε τον χρόνον της κρίσεως; Αλλά το μεν πως πρέπει να κρίνη
το γνωρίζει και τα απόκρυφα του καθενός τα γνωρίζει καλώς, αυτό δε που
είναι πολύ πιο ασήμαντον από εκείνο, αυτό θα το αγνοούσε; Πως όμως
εάν “όλα έγιναν δι’ αυτού και χωρίς αυτόν δεν έγινε τίποτε” ηγνόησε την
ημέραν; Διότι αυτός που εδημιούργησε τους αιώνας, είναι φανερόν ότι
εδημιούργησε και τους χρόνους· εάν δε εδημιούργησε τους χρόνους
εδημιούργησε και την ημέραν· πως λοιπόν αγνοεί αυτήν που
εδημιούργησεν;» ( Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου επε 12, 45 - 47 )

Καμμία σχέση λοιπόν, δεν έχει απ’ ότι είδαμε, η ερμηνεία όλων των
θεοφόρων Πατέρων μας, με την ερμηνεία που δίνουν, όλοι οι ανωτέρω,
στο χωρίο· «Περί δε της ημέρας εκείνης η της ώρας ουδείς οίδεν, ουδέ οι
άγγελοι εν ουρανώ, ουδέ ο Υιός, ει μη ο πατήρ» ( Μαρκος ιγ’, 32 ) και
( Ματθαιος κδ’, 36 )

Λίγη προσοχή λοιπόν και σεβασμός, δεν θα έβλαπτε, σε ότι έχει σχέση με
την ερμηνεία της Αγίας Γραφής και των θεμάτων αυτών