Τότε, ἀδελφοί, ποιὸς ἄραγε θὰ βρεθεῖ νὰ εἶναι ὀχυρωμένος μὲ τεῖχος καὶ νὰ μένει ἀσάλευτος, ἔχοντας στὴν ψυχή του τὴν ἀπόδειξη, δηλαδὴ τὴν ἁγία παρουσία τοῦ μονογενῆ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μας, ὅταν θὰ δεῖ ἐκείνη τὴν ἀπερίγραπτη θλίψη νὰ ἁπλώνεται παντοῦ σὲ κάθε ψυχή, καὶ νὰ μὴν ἔχει ἐντελῶς ἀπὸ πουθενὰ παρηγοριά, οὔτε ἐπίσης ἀνακούφιση, στὴ στεριὰ καὶ στὴ θάλασσα; «Ὅταν θὰ δεῖ ὁλόκληρο τὸν κόσμο νὰ ταράζεται, καὶ νὰ φεύγει ὁ καθένας νὰ κρυφτεῖ στὰ βουνά, καὶ ἄλλους νὰ πεθαίνουν ἀπὸ πεῖνα, ἄλλους ἐπίσης νὰ λιώνουν σὰν τὸ κερί, ἀπὸ φοβερὴ δίψα, καὶ νὰ μὴν ὑπάρχει ἐκεῖνος ποῦ θὰ τοὺς σπλαχνισθεΐ; Ὅταν θὰ δεῖ ὅλα τὰ πρόσωπα νὰ χύνουν δάκρυα, καὶ νὰ ρωτοῦν μὲ πόθο, ἂν ὑπάρχει ἐπάνω στὴ γῆ λόγος Θεοῦ; Καὶ θὰ ἀκούσει, ὅτι δὲν ὑπάρχει πουθενά. Ποιὸς λοιπὸν θὰ ἀντέξει ἐκεῖνες τὶς μέρες; Καὶ ποιὸς θὰ ὑπομείνει τὴν ἀβάσταχτη θλίψη, ὅταν θὰ δεῖ τὴν ταραχὴ τῶν λαῶν ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς γιὰ νὰ δοῦν τὸν τύραννο, καὶ πολλοὺς νὰ προσκυνοῦν μπροστὰ στὸν τύραννο, κραυγάζοντας μὲ τρόμο Ὅτι «Ἔσυ εἶσαι ὁ σωτῆρας μας»; Ἢ θάλασσα θὰ ταραχθεῖ καὶ ἢ γῆ θὰ ξεραθεῖ, οἱ οὐρανοὶ δὲ θὰ βρέξουν,τὰ φυτὰ θὰ μαραθοῦν, καὶ Ὅλοι ὅσοι εἶναι στὰ ἀνατολικὰ τῆς γῆς θὰ φύγουν στὰ δυτικά, ἀπὸ τὸν πολὺ φόβο· καὶ ἐπίσης, ὅσοι εἶναι στὰ δυτικὰ θὰ φύγουν στὰ ἀνατολικά, μὲ τρόμο. Καὶ τότε, ἀφοῦ ὁ ἀδιάντροπος λάβει τὴν ἐξουσία, θὰ στείλει τοὺς δαίμονες σὲ ὅλα τὰ πέρατα, γιὰ νὰ κηρύξουν μὲ παρρησία ὅτι «Ἐμφανίσθηκε μεγάλος βασιλιὰς μὲ δόξα· ἐλᾶτε νὰ τὸν δεῖτε».
Ποιὸς λοιπὸν θὰ ἔχει τόσο ἰσχυρὴ ψυχή, ὥστε νὰ σηκώσει μὲ γενναιότητα ὅλα τὰ σκάνδαλα; Ποιὸς λοιπὸν θὰ εἶναι, ὅπως εἶπα προηγουμένως, τόσο δυνατὸς ἄνθρωπος, ὥστε νὰ τὸν μακαρίσουν ὅλοι οἱ «Ἄγγελοι; Διότι ἐγώ, ἀδελφοί μου φιλόχριστοι καὶ τέλειοι, φοβήθηκα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀνάμνηση τοῦ Δράκοντα, ἀναλογιζόμενος τὴ θλίψη ποὺ πρόκειται νὰ συμβεῖ στοὺς ἀνθρώπους, ἐκείνους τοὺς καιρούς, καὶ ἐπίσης πόσο αὐτὸς ὁ Δράκοντας θὰ εἶναι ἀχρεῖος καὶ σκληρὸς γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος, καὶ περισσότερο ἄγριος θὰ γίνει γιὰ τοὺς πιστοὺς ποὺ ἔχουν τὴ δύναμη νὰ νικήσουν τὶς φανταστικὲς τερατουργίες του. Διότι θὰ ὑπάρχουν πολλοὶ τότε ποὺ θὰ φανοῦν εὐάρεστοι στὸν Θεό, καὶ ποὺ θὰ μπορέσουν νὰ σωθοῦν στὰ βουνὰ καὶ στοὺς ἔρημους τόπους, μὲ πολλὲς δεήσεις καὶ μὲ ἀβάσταχτους θρήνους. Διότι ὁ ἅγιος Θεὸς βλέποντάς τους νὰ εἶναι μέσα σὲ τόσο ἀπερίγραπτο θρῆνο καὶ σὲ τόσο ἀληθινὴ πίστη, θὰ ἐκδηλώσει σ᾿ αὐτοὺς τὴν εὐσπλαχνία του, ὡς φιλόστοργος πατέρας, καὶ θὰ τοὺς διαφυλάξει ἐκεῖ ὅπου ἔχουν κρυφτεῖ. Καὶ διότι ὁ ἀχρειότατος Δράκοντας δὲ θὰ σταματήσει νὰ ἀναζητᾷ τοὺς πιστοὺς στὴ στεριὰ καὶ στὴ θάλασσα, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι ἔγινε πιὰ βασιλιὰς ἐπάνω στὴ γῆ καὶ ὅλους τους ἔχει ὑποτάξει. Καὶ νομίζει ὁ ἄθλιος ὅτι θὰ ἀντισταθεῖ ἐκείνη τὴ φοβερὴ ὥρα, ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Κύριος ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ἐπειδὴ δὲ γνωρίζει ὁ ἄθλιος τὴν ἀδυναμία του καὶ τὴν ὑπερηφάνειά του, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας ἔπεσε. Παρόλα αὐτὰ ὅμως ταράζει τὴ γῆ καὶ φοβερίζει τὰ σύμπαντα μὲ τὰ ψεύτικα μαγικὰ θαύματά του.
Δὲ θὰ ὑπάρχει ἐκεῖνο τὸν καιρό, ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Δράκοντας, ἀνακούφιση ἐπάνω στὴ γῆ, ἀλλὰ μεγάλη θλίψη, ταραχὴ καὶ σύγχυση, θάνατοι καὶ πεῖνες σὲ ὅλο τὸν κόσμο διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μας μὲ τὸ θεϊκό του στόμα εἶπε, Ὅτι τέτοια δὲν ἔχουν συμβεῖ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας. Ἐμεῖς ὅμως οἱ ἁμαρτωλοί, πὼς θὰ συμπεράνουμε τὸ ὑπέρμετρο ἀλλὰ καὶ τὸ ἀπερίγραπτο αὐτῆς τῆς θλίψης, ὅταν ὁ Θεὸς ἔτσι τὴν χαρακτήρισε; Λοιπόν, ἂς προσηλώσει ὁ καθένας τὸ νοῦ του μὲ ἀκρίβεια στὶς ἅγιες λέξεις τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρα μας πὼς ἐξαιτίας τῆς δυσκολίας καὶ τῆς ὑπερβολικῆς θλίψης θὰ λιγοστεύσει τὶς μέρες τῆς θλίψης, χάρη στὴν εὐσπλαχνία του, παροτρύνοντάς μας καὶ λέγοντας «Νὰ προσεύχεσθε, νὰ μὴ συμβεῖ ἡ φυγή σας χειμῶνα ἢ μέρα Σάββατο». Καὶ ἐπίσης- «Νὰ ἀγρυπνᾶτε πάντοτε, προσευχόμενοι ἀδιάκοπα, γιὰ νὰ ἀξιωθεῖτε νὰ ἀποφύγετε τὴ θλίψη καὶ νὰ σταθεῖτε μπροστὰ στὸν Θεὸ διότι ὁ καιρὸς πλησιάζει». Καὶ ὅμως ὅλοι ἐπιμένουμε σ᾿ αὐτὴ τὴν κακία, καὶ δὲν πιστεύουμε. «Ἂς παρακαλέσουμε ἀδιάκοπα μὲ δάκρυα καὶ προσευχές, πέφτοντας γονατιστοὶ μπροστὰ στὸν Θεὸ νύχτα καὶ μέρα, γιὰ νὰ σωθοῦμε οἱ ἁμαρτωλοί.
«Ὁποῖος ἔχει δάκρυα καὶ κατάνυξη, ἃς παρακαλέσει τὸν Κύριο, γιὰ νὰ γλυτώσουμε ἀπὸ τὴ θλίψη ποὺ πρόκειται νὰ ἔρθει ἐπάνω στὴ γῆ, ὥστε οὔτε τὸ ἴδιο τὸ θηρίο νὰ δεῖ ἐντελῶς, οὔτε ἐπίσης νὰ ἀκούσει τὰ φοβερὰ πράγματα. Διότι θὰ ἔρθουν ἐπάνω στὴ γῆ, στοὺς διάφορους τόπους, πεῖνες, σεισμοὶ καὶ διάφοροι θάνατοι. Θὰ πρέπει νὰ ἔχει γενναία ψυχὴ αὐτὸς ποὺ θὰ μπορέσει νὰ διατηρήσει τὴ ζωὴ τοῦ ἀνάμεσα στὰ σκάνδαλα. Διότι, ἂν βρεθεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀμελεῖ ἔστω καὶ λίγο, εὔκολα κυριεύεται καὶ αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ πονηροῦ καὶ ἀπατηλοῦ Δράκοντα. Καὶ ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος παρουσιάζεται νὰ εἶναι τὴ μέρα τῆς κρίσης ἀσυγχώρητος· διότι τὸ βλέπει καὶ ὁ ἴδιος, ὅτι πίστευσε στὸν τύραννο μὲ τὴ θέλησή του.
Ποιὸς λοιπὸν θὰ ἔχει τόσο ἰσχυρὴ ψυχή, ὥστε νὰ σηκώσει μὲ γενναιότητα ὅλα τὰ σκάνδαλα; Ποιὸς λοιπὸν θὰ εἶναι, ὅπως εἶπα προηγουμένως, τόσο δυνατὸς ἄνθρωπος, ὥστε νὰ τὸν μακαρίσουν ὅλοι οἱ «Ἄγγελοι; Διότι ἐγώ, ἀδελφοί μου φιλόχριστοι καὶ τέλειοι, φοβήθηκα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀνάμνηση τοῦ Δράκοντα, ἀναλογιζόμενος τὴ θλίψη ποὺ πρόκειται νὰ συμβεῖ στοὺς ἀνθρώπους, ἐκείνους τοὺς καιρούς, καὶ ἐπίσης πόσο αὐτὸς ὁ Δράκοντας θὰ εἶναι ἀχρεῖος καὶ σκληρὸς γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος, καὶ περισσότερο ἄγριος θὰ γίνει γιὰ τοὺς πιστοὺς ποὺ ἔχουν τὴ δύναμη νὰ νικήσουν τὶς φανταστικὲς τερατουργίες του. Διότι θὰ ὑπάρχουν πολλοὶ τότε ποὺ θὰ φανοῦν εὐάρεστοι στὸν Θεό, καὶ ποὺ θὰ μπορέσουν νὰ σωθοῦν στὰ βουνὰ καὶ στοὺς ἔρημους τόπους, μὲ πολλὲς δεήσεις καὶ μὲ ἀβάσταχτους θρήνους. Διότι ὁ ἅγιος Θεὸς βλέποντάς τους νὰ εἶναι μέσα σὲ τόσο ἀπερίγραπτο θρῆνο καὶ σὲ τόσο ἀληθινὴ πίστη, θὰ ἐκδηλώσει σ᾿ αὐτοὺς τὴν εὐσπλαχνία του, ὡς φιλόστοργος πατέρας, καὶ θὰ τοὺς διαφυλάξει ἐκεῖ ὅπου ἔχουν κρυφτεῖ. Καὶ διότι ὁ ἀχρειότατος Δράκοντας δὲ θὰ σταματήσει νὰ ἀναζητᾷ τοὺς πιστοὺς στὴ στεριὰ καὶ στὴ θάλασσα, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι ἔγινε πιὰ βασιλιὰς ἐπάνω στὴ γῆ καὶ ὅλους τους ἔχει ὑποτάξει. Καὶ νομίζει ὁ ἄθλιος ὅτι θὰ ἀντισταθεῖ ἐκείνη τὴ φοβερὴ ὥρα, ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Κύριος ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ἐπειδὴ δὲ γνωρίζει ὁ ἄθλιος τὴν ἀδυναμία του καὶ τὴν ὑπερηφάνειά του, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας ἔπεσε. Παρόλα αὐτὰ ὅμως ταράζει τὴ γῆ καὶ φοβερίζει τὰ σύμπαντα μὲ τὰ ψεύτικα μαγικὰ θαύματά του.
Δὲ θὰ ὑπάρχει ἐκεῖνο τὸν καιρό, ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Δράκοντας, ἀνακούφιση ἐπάνω στὴ γῆ, ἀλλὰ μεγάλη θλίψη, ταραχὴ καὶ σύγχυση, θάνατοι καὶ πεῖνες σὲ ὅλο τὸν κόσμο διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μας μὲ τὸ θεϊκό του στόμα εἶπε, Ὅτι τέτοια δὲν ἔχουν συμβεῖ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας. Ἐμεῖς ὅμως οἱ ἁμαρτωλοί, πὼς θὰ συμπεράνουμε τὸ ὑπέρμετρο ἀλλὰ καὶ τὸ ἀπερίγραπτο αὐτῆς τῆς θλίψης, ὅταν ὁ Θεὸς ἔτσι τὴν χαρακτήρισε; Λοιπόν, ἂς προσηλώσει ὁ καθένας τὸ νοῦ του μὲ ἀκρίβεια στὶς ἅγιες λέξεις τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρα μας πὼς ἐξαιτίας τῆς δυσκολίας καὶ τῆς ὑπερβολικῆς θλίψης θὰ λιγοστεύσει τὶς μέρες τῆς θλίψης, χάρη στὴν εὐσπλαχνία του, παροτρύνοντάς μας καὶ λέγοντας «Νὰ προσεύχεσθε, νὰ μὴ συμβεῖ ἡ φυγή σας χειμῶνα ἢ μέρα Σάββατο». Καὶ ἐπίσης- «Νὰ ἀγρυπνᾶτε πάντοτε, προσευχόμενοι ἀδιάκοπα, γιὰ νὰ ἀξιωθεῖτε νὰ ἀποφύγετε τὴ θλίψη καὶ νὰ σταθεῖτε μπροστὰ στὸν Θεὸ διότι ὁ καιρὸς πλησιάζει». Καὶ ὅμως ὅλοι ἐπιμένουμε σ᾿ αὐτὴ τὴν κακία, καὶ δὲν πιστεύουμε. «Ἂς παρακαλέσουμε ἀδιάκοπα μὲ δάκρυα καὶ προσευχές, πέφτοντας γονατιστοὶ μπροστὰ στὸν Θεὸ νύχτα καὶ μέρα, γιὰ νὰ σωθοῦμε οἱ ἁμαρτωλοί.
«Ὁποῖος ἔχει δάκρυα καὶ κατάνυξη, ἃς παρακαλέσει τὸν Κύριο, γιὰ νὰ γλυτώσουμε ἀπὸ τὴ θλίψη ποὺ πρόκειται νὰ ἔρθει ἐπάνω στὴ γῆ, ὥστε οὔτε τὸ ἴδιο τὸ θηρίο νὰ δεῖ ἐντελῶς, οὔτε ἐπίσης νὰ ἀκούσει τὰ φοβερὰ πράγματα. Διότι θὰ ἔρθουν ἐπάνω στὴ γῆ, στοὺς διάφορους τόπους, πεῖνες, σεισμοὶ καὶ διάφοροι θάνατοι. Θὰ πρέπει νὰ ἔχει γενναία ψυχὴ αὐτὸς ποὺ θὰ μπορέσει νὰ διατηρήσει τὴ ζωὴ τοῦ ἀνάμεσα στὰ σκάνδαλα. Διότι, ἂν βρεθεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀμελεῖ ἔστω καὶ λίγο, εὔκολα κυριεύεται καὶ αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ πονηροῦ καὶ ἀπατηλοῦ Δράκοντα. Καὶ ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος παρουσιάζεται νὰ εἶναι τὴ μέρα τῆς κρίσης ἀσυγχώρητος· διότι τὸ βλέπει καὶ ὁ ἴδιος, ὅτι πίστευσε στὸν τύραννο μὲ τὴ θέλησή του.