Ην ο Χριστός μακαρίζει λέγων. Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται.

Το ότι σπανίζει η καθαρότης, την οποία μακάρισε ειδικώς ο Χριστός, δείχνει ότι τελικώς δεν κυβερνάει ο Θεός την ζωή μας, ότι εμείς δεν σκεπτόμεθα να έχομε τον Θεόν και να τον δοξάζομε, αλλά χανόμαστε σε συζητήσεις γύρω από την λατρεία, την προσευχή, την αγάπη. Έτσι συνηθίζουμε να ζούμε χωρίς τον Θεόν. Γι’ αυτό ο άγιος τονίζει ότι μας λείπει η καθαρά καρδία που μακαρίζει ο Χριστός.

Το ευαγγελικό χωρίο, μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται, δεν σημαίνει ότι δεν έχουμε κάνει φόνους, εγκλήματα, πορνείες, αλλά ότι έχουμε αποκτήσει όντως την καθαρότητα της καρδίας. Η ερμηνεία η οποία μας παρέχεται εδώ έχει ένα μυστικό νόημα. Ο Χριστός απηύθυνε τον ανωτέρω μακαρισμό στους Ιουδαίους της Συναγωγής, για τους οποίους ακόμη δεν είχε χυθεί το αίμα Του, ακόμη δεν είχαν ανοιχθεί οι ουρανοί, ακόμη δεν είχε σκυλευθεί ο άδης, ακόμη δεν είχε εισέλθει κανείς στον παράδεισο. Και όμως, τους έλεγε, μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται, που σήμαινε, όπως θα λέγαμε εμείς, ότι όταν θα πάνε στον ουρανό, τότε θα δουν τον Θεόν.

Αλλά δεν ήταν δυνατόν να έλεγε κάτι τέτοιο ο Χριστός σε ανθρώπους οι οποίοι τον κοιτούσαν στα μάτια περιμένοντας τι θα τους δώσει. Ο μακαρισμός δεν ελέχθη για την αιωνιότητα. Ο άνθρωπος ζει στο παρόν. σήμερα πονάει, σήμερα ζητεί την αλήθεια. Λέγοντάς τους λοιπόν μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται, ήταν σαν να τους έλεγε: Μέσα στην σκοτεινιά σας, καταλάβετέ το: όταν η καρδιά σας θα είναι καθαρή, θα με βρείτε, θα με νοιώσετε, θα με ζήσετε. Εγώ βέβαια, που σας μιλάω είμαι διδάσκαλος. Εάν όμως η καρδιά σας καθαρθεί, θα ανακαλύψετε στο πρόσωπό μου τον Θεόν. Εγώ είμαι ο Θεός. Δεν με έχετε ακόμη, δεν με νοιώθετε, διότι δεν είναι καθαρή η καρδιά σας. Θέλει με απόλυτη βεβαιότητα να τους φανερώσει ο Χριστός ότι ο Θεός οπτάνεται (βλέπεται) από την ζωή αυτή, αλλά εν τη καθαρότητι. Ο μέλλων χρόνος, όψονται, εδώ δεν είναι εσχατολογικός αλλά βιωματικός. Με αυτήν την έννοια είναι διάχυτος στην Αγία Γραφή και δείχνει την βεβαία πραγματικότητα εν τω παρόντι.

Αλλά πως μπορώ να δω τον Θεόν; Όπως ξυπνώντας ο Αδάμ, είδε ενώπιόν του τον πλάστη του, έτσι κι εγώ σε μια στιγμή, όταν το βλέμμα θα βγαίνει από καθαρό εσωτερικό περιεχόμενο, αμέσως θα αντιληφθώ τον Θεόν και μέσα μου και έξω. Και όπως ο Αδάμ, κάποια άλλη στιγμή, ξύπνησε και είδε την Εύα και είπε, «τούτο εστί σαρξ εκ της σαρκός μου», έτσι κι εγώ κάποια στιγμή όταν ξυπνήσω και δω με το φως της καθαρότητος, θα ανακαλύψω την σάρκα εκ της σαρκός μου, την Εκκλησία μου, τον Χριστόν μου, ο οποίος ως άνθρωπος είναι και πνεύμα εκ του πνεύματός μου, και είμαι ως πλάσμα πνεύμα εκ του πνεύματός του και σαρξ εκ της σαρκός του, δηλαδή τρέφομαι από την σάρκα του. Δεν είναι αυτά εσχατολογικά μυστήρια αλλά σημερινά, αρκεί να ξυπνήσω με την βοήθεια της νήψης, να είμαι ο «εν πάσι» νήφων, όπως λέγει και ο απόστολος Παύλος (Β΄ Τιμ. 4,5).