Ήτις δια το μέγεθος και την καλλονήν αυτής, ή κυριότερον ειπείν, δια την αμέλειαν ημών, σπανίζει σήμερον πάνυ εν Μοναχοίς.
Δυστυχώς, λέγει, η καθαρότης αυτή σπανίζει στην εποχή μας. Το πάνυ εν μοναχοίς μας θυμίζει τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος και πολλούς άλλους αγίους, που παραπονιούνται για παρόμοιες καταστάσεις. Είναι, φαίνεται η εποχή που έλεγαν ότι ο μοναχισμός δεν είναι ίδιος με εκείνον των πρώτων αιώνων. Το κείμενό μας επομένως δεν μπορεί να είναι του 4ου αιώνος. Πρέπει να έχει γραφεί τουλάχιστον τον 7ο αιώνα. Αν όμως σπάνιζε τότε η καθαρότης, τι να πούμε εμείς σήμερα; Τουλάχιστον τότε ήταν χιλιάδες και μυριάδες οι μοναχοί, και οι σπάνιοι θα ήταν πολλοί.Τώρα που οι μοναχοί είναι λίγοι, θα υπάρχει άραγε κανείς με καθαρότητα καρδιάς; Ούτε του Διογένη το φαναράκι αν πάρουμε δεν θα μπορέσουμε να βρούμε κάποιον. Και εάν ανάμεσά μας δεν τον βρούμε, που να ψάξουμε; Αλλά και τι μας ωφελεί να ψάξουμε; Εμείς πρέπει να αποκτήσουμε την καθαρότητα. Αυτό εννοεί εδώ ο άγιος. Εάν εμείς δεν γίνουμε καθαροί, τι όφελος θα έχουμε, αν άλλοι δοξάσουν τον βασιλιά; Εν τω σώματι και τω πνεύματι ημών πρέπει να δοξασθεί ο Θεός. Μέσα στους σπάνιους οφείλουμε να είμαστε κι εμείς.
Γιατί όμως να σπανίζει η καθαρότης;
Πρώτον, δια το μέγεθος και την καλλονήν αυτής. Όσο πιο πολύτιμο είναι ένα αντικείμενο, τόσο πιο δύσκολα το αποκτά κανείς. Το μέγεθος είναι η μεγαλειότης της καθαρότητος, διότι καθαρότης είναι η επικαθημένη στην ψυχή δόξα του Θεού. Όταν μια ψυχή καθαρισθεί από τα πάθη και εν συνεχεία αποκτήσει την ασφαλή γνώση του Θεού και γίνει δοχείο των θείων και αποκρύφων μυστηρίων, τότε βλέπει τον Θεόν να περιπατεί μέσα της, καταλαβαίνει τι σκέπτεται ο Θεός, τι είναι ο Πατήρ, τι είναι ο Υιός, τι είναι το Άγιον Πνεύμα, τι είναι η Αγία Τριάς, οι άγγελοι. ζει μια μεγαλειότητα. Μεγαλειότητες δε, ονομάζονται οι άγγελοι, και κατ’ εξοχήν οι αρχάγγελοι και τα χερουβείμ.
Επειδή λοιπόν είναι τόσο το μεγαλείο της καθαρότητος, ο άνθρωπος δεν τολμάει να το αγγίξει. το θεωρεί ακατόρθωτο. Αυτό όμως είναι μια διαστροφή που κάνει ο διάβολος στο λογικό μας. Αντί να πούμε, αυτό μου χρειάζεται και γι’ αυτό θα δουλέψω, εμείς το αποφεύγουμε.
Με την καθαρότητα φθάνουμε στην πλήρη εφαρμογή του θελήματος του Θεού, στην ενσάρκωση του ιδίου του Θεού μέσα μας, στην απόκτηση όλων των αγαθών της βασιλείας των ουρανών. Όλα όσα χωράει η παμμεγέθης βασιλεία των ουρανών, χωρούν και μέσα στη δική μας καρδιά. Βλέπετε την μεγαλειότητα της καθαρότητος; Η καθαρότης είναι το ακριβό μυστικό μας, το όραμα, η θαλπωρή, η ανάπαυσίς μας, ο ίδιος ο Θεός. Γι’ αυτό λεγει ο άγιος, δια το μέγεθος αυτής. Και συνεχίζει:
Και την καλλονή αυτής. Ποια είναι η καλλονή, η ωραιότης της καθαρότητος; Η καλλονή είναι πάλι ο ίδιος ο Θεός, όσα αναφέραμε μέχρι στιγμής. Άρα η καθαρότης της καρδίας είναι ο τόπος όπου θριαμβεύει ο Θεός. Υπάρχει άραγε μεγαλοπρεπέστερο όραμα από αυτό;
Δεύτερον, η καθαρότης σπανίζει λόγω της αμέλειάς μας, ή κυριότερον ειπείν, δια την αμέλειαν ημών. Δεν χρησιμοποιεί ο άγιος εδώ το επίρρημα κυριότερον με την σημερινή έννοια, αλλά με την εξής: Να σας πω την αλήθεια; Να σας πω την κυριωνυμία του πράγματος, αυτό που χρειάζεται να μάθετε; Η σπανιότης της καθαρότητος οφείλεται στην αμέλειά μας, στο ότι δεν αποφασίζουμε να κάνουμε την νήψη. Δεν αποκτάμε την καθαρότητα, όχι γιατί εμείς δεν μπορούμε να γίνουμε μεγαλειώδεις και καλλοναί του Πνεύματος αλλά γιατί είμαστε αμελείς και δεν παίρνουμε την απόφαση να αποκτήσουμε την καθαρότητα, την βασιλική αυτή παστάδα μέσα στην καρδιά μας.
Αλλά, εάν σπανίζει στους μοναχούς, τότε τι γίνεται στον κόσμο; Είναι ανύπαρκτη. διότι ο κόσμος είναι περιπεπλεγμένος με όλα εκείνα που εμποδίζουν την έλευση του Χριστού, και ζει μόνον με την ελπίδα των μυστηρίων του μέλλοντος αιώνος, ότι δηλαδή κάποτε θα τα επιτύχει. Στους κοσμικούς είναι η ελπίδα, σε μας (τους μοναχούς) η βίωσις, η απόλαυσις, η κατοχή, η καθαρότης, εν τέλει η παρουσία του Θεού.
Όταν διαβάζω στα ασκητικά μας βιβλία φράσεις παρόμοιες με την "ή κυριότερον ειπείν δια την αμέλειαν ημών", μου θυμίζουν το κλάμα της Άγαρ και του γυιου της Ισμαήλ στην έρημο. Αλλά εμείς δεν είμαστε παιδιά της Άγαρ, είμαστε παιδιά του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ, της Εκκλησίας. Γυναίκα μας δεν είναι η Άγαρ(η οποία αποτελεί σύμβολο του “κόσμου”), αλλά η Σάρρα (η οποία αποτελεί σύμβολο της Εκκλησίας). Επομένως, δεν δικαιολογείται εμείς να κλαίμε γοερώς και να παραπονούμεθα ότι δεν υπάρχουν άνθρωποι που να μπορούν να χωρούν και να κατέχουν τον Θεόν.
Επίσης, ψαλμικά χωρία όπως το «πορευόμενοι επορεύοντο και έκλαιον βάλλοντες τα σπέρματα αυτών» καθώς και άλλα μου θυμίζουν τον σημερινό άνθρωπο που ζει με την στέρηση του Θεού. Όλοι πηγαινοερχόμαστε κλαίγοντας, γιατί σπέρνομε «επί γης αλλοτρίας». Όπως έσπερναν οι Ιουδαίοι στην Βαβυλώνα, και ήταν φυσικό, ως αιχμάλωτοι, να μη θερίσουν τίποτε για τον εαυτό τους, αφού τα έπαιρναν όλα οι Βαβυλώνιοι, έτσι κι εμείς ζούμε σαν να μην πρόκειται να θερίσουμε τίποτε.
Αλλά μη φοβάσθε. Για μας είναι ο Θεός, αρκεί να αναγνωρίσουμε αυτή μας την φτώχεια και να προσπέσουμε και να κλαύσομε κατενώπιον του Θεού, του πλάσαντος ημών. Αφού είναι ο πλάστης μας, σημαίνει ότι μπορεί να ζει μαζί μας. Γιατί λοιπόν να μην έχουμε τον οργασμό αυτού του πνευματικού βιώματος και γιατί να λέμε ότι σπανίζει σήμερον η καθαρότης της καρδίας; Ας είμαστε εμείς οι πρώτοι που θα πούμε: είναι αδύνατον να συνεχίζεται κάτι τέτοιο.