ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Αναφερθήκαμε στους Ρωμαίους, τους Ιουδαίους, τους εθνικούς, όσους δηλαδή δεν ήταν Χριστιανοί, αποδεδειγμένα, από τα ίδια τα γραπτά τους κείμενα. Ας αναφερθούμε τώρα και στους Χριστιανούς, που μαρτύρησαν και αυτοί για τον Ιησού Χριστό, όχι μόνο με τα έργα τους, τα κείμενά τους, αλλά και με τη θυσία της ίδιας της ζωής τους. Γεννιέται αβίαστα το ερώτημα: εκατομμύρια άνθρωποι θυσίασαν τη ζωή τους και διώχθηκαν για το τίποτα; Τη στιγμή που αρκούσε να πουν, με λόγια, ότι απορρίπτουν τον Ιησού Χριστό, και να αποκατασταθούν απόλυτα, δεν το δέχτηκαν, αλλά πέθαναν μαρτυρικά.

Το 1945 ο καθηγητής του Εβραϊκού Πανεπιστημίου E. Sukenik ανακάλυψε μετά από ανασκαφές δύο τάφους κοντά στην Ιερουσαλήμ, στους οποίους ήταν σκαλισμένες επιγραφές. Χαράχθηκαν γύρω στο 50 μ.Χ. Ήταν ικεσίες προς τον Ιησού Χριστό, να αναστήσει από τους νεκρούς τα πρόσωπα που ήταν μέσα στον τάφο! Κανείς ποτέ δεν αμφισβήτησε τη γνησιότητα των ευρημάτων ούτε τη χρονολογία που χαράχθηκαν, γύρω στο 50 μ.Χ.!

Οι άνθρωποι που πέθαναν το 50 μ.Χ. ήταν σύγχρονοι του Χριστού. Δεν άκουσαν για Αυτόν, έζησαν στο περιβάλλον όπου έδρασε, και του αποδίδουν τη δύναμη να τους αναστήσει από τους νεκρούς. Τον επικαλούνται με τα κείμενα που υπάρχουν στον ίδιο τους τον τάφο, να τους χαρίσει την αιώνια ζωή!

Σημαντικές πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του Ιησού Χριστού, δίνει η Αγία Γραφή. Λέω σημαντικές και όχι όλες τις πληροφορίες, γιατί αυτό θα ήταν αδύνατο.

Ο ίδιος ο Ιωάννης αναφέρει «έστι δε και άλλα πολλά όσα εποίησε ο Ιησούς, άτινα εάν γράφηται καθ εν, ουδέ αυτόν οίμαι τον κόσμον χωρήσαι τα γραφόμενα βιβλία» (κ΄ 30 και κα΄ 25).

Πράγματι, ο Ιησούς Χριστός έδρασε τρία χρόνια, πάνω από χίλιες ημέρες. Όμως τα ευαγγέλια αναφέρονται σε σαράντα περίπου από αυτές τις ημέρες (κατά τον κ. Τρεμπέλα στις Απολογητικές του μελέτες). Τα λόγια που αποδίδουν οι Ευαγγελιστές στον Ιησού Χριστό, θα χρειαζόταν έξι περίπου ώρες για να τα πει!

Η Καινή Διαθήκη δεν είναι μια συστηματική ιστορική πραγματεία, ούτε οι ευαγγελιστές υπήρξαν επιστήμονες βιογράφοι. Αυτό που υπάρχει στην Καινή Διαθήκη, είναι η ζωή, το έργο και η διδασκαλία του Ιησού, τόση ώστε να πείθεται κάθε άνθρωπος ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο υιός του Θεού, και ο νόμος του είναι η νέα διαθήκη μεταξύ Θεού και ανθρώπων.

Ο Ιωάννης το λέει: «ταύτα γέγραπται ίνα πιστεύσητε ότι ο Ιησούς εστίν ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και ίνα πιστεύοντες ζωήν έχετε εν τω ονόματι αυτού» (κ.31).

Η Καινή Διαθήκη λοιπόν αναγκαστικά περιέχει ένα μέρος από την παράδοση της εκκλησίας, που γράφτηκε για πρακτικούς λόγους. Η Αγία Γραφή, με την Ιερή Παράδοση που δεν γράφτηκε, αποτελεί το σύνολο των γνώσεων που έχει ένας Χριστιανός για τον Ιησού Χριστό και τη διδασκαλία του.

Ο Άγγλος παπυρολόγος C. Roberts διαπίστωσε ότι ο πάπυρος που ανακάλυψε ο καθηγητής του πανεπιστημίου της Βαρκελώνης Κάλαγγαν, στα σπήλαια του Κουμράν κοντά στη Νεκρή Θάλασσα, το 1955, γράφτηκε το 50 μ.Χ. Ο πάπυρος αυτός έχει περικοπή από το κατά Μάρκο Ευαγγέλιο.

Δεκάδες, εκατοντάδες ευρήματα απόδειξαν οριστικά ότι:

α) Τα Ευαγγέλια Λουκά και Μάρκου γράφτηκαν πολύ νωρίς, λίγα μόλις χρόνια μετά το θάνατο του Χριστού. Οι Πράξεις των αποστόλων πριν το 60 μ.Χ. Το Ευαγγέλιο του Ματθαίου γράφτηκε πριν το 60 μ.Χ. Οι εκτιμήσεις διαφέρουν κατά λίγα μόνο χρόνια, κανείς σύγχρονος όμως δεν δέχεται ότι γράφτηκαν από άτομα που δεν έζησαν τη ζωή, το έργο και τη σταύρωση του Ιησού Χριστού.

β) Το Ευαγγέλιο του Ιωάννη και η αποκάλυψη, γράφτηκαν λίγα χρόνια αργότερα. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι ο Ιωάννης θεωρεί πολλά από τα στοιχεία των άλλων ευαγγελίων γνωστά και δεν τα αναφέρει πάλι, όμως τονίζει ιδιαίτερα στοιχεία από τη διδασκαλία του Ιησού, που σαν μαθητής του άκουσε άμεσα.

Ο Ματθαίος, γιος του Αλφαίου, λεγόταν πρώτα Λευίς, όταν δε ακολούθησε το Χριστό, πήρε το όνομα Ματθαίος. Ήταν τελώνης από την Καπερναούμ και πλούσιος. Απαρνήθηκε τα πάντα, ακολούθησε το Χριστό. Μετά την σταύρωση και την πεντηκοστή κήρυξε το Ευαγγέλιο στους Εβραίους, στα Ιεροσόλυμα και την Παλαιστίνη. Πήγε στους Πάρθους, όπου μαρτύρησε για το Χριστό. Έγραψε το ευαγγέλιό του για να αποδείξει στους Εβραίους ότι ο Ιησούς είναι ο υιός του Θεού, απόγονος του Αβραάμ, της φυλής Ιούδα, της γενιάς Δαβίδ, ακριβώς όπως είπαν οι προφήτες.

Ο Μάρκος αρχικά λεγόταν Ιωάννης, είναι ο νέος που ακολουθεί τους αποστόλους Πέτρο, Βαρνάβα, Παύλο. Ο Μάρκος διασώζει τη διδασκαλία του αποστόλου Πέτρου, λέει ότι του είπε ο Πέτρος για το Χριστό. Μαρτύρησε στην Αλεξάνδρεια. Το ευαγγέλιό του το έγραψε για να διδάξει όχι τους Εβραίους, όπως ο Ματθαίος, αλλά τους ειδωλολάτρες Ρωμαίους και τους εθνικούς. Ασχολήθηκε όχι να αποδείξει ότι κατάγεται από τον Δαβίδ ο Ιησούς αλλά με τη ζωή και το έργο του.

Ο Λουκάς ήταν γιατρός. Έγραψε το τρίτο ευαγγέλιο και τις πράξεις των αποστόλων. Είναι ιδιαίτερα μεθοδικός, σαφής, χρησιμοποιεί ιατρική ορολογία στην περιγραφή των ασθενειών και θεραπειών από τον Ιησού. Καταγόταν από την Αντιόχεια. Υπήρξε μαθητής και του Παύλου, του οποίου παρακολούθησε το μαρτύριο στη Ρώμη. Κήρυξε στη Δαλματία και στη Γαλλία.

Ο Ιωάννης, μαθητής του Χριστού από νεαρή ηλικία, έγραψε το τέταρτο ευαγγέλιο, τις τρεις καθολικές επιστολές και την αποκάλυψη. Ήταν αγράμματος ψαράς, γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης. Κήρυξε στην Ασία, με κέντρο την Έφεσο, εξορίστηκε στην Πάτμο (λόγω των διωγμών του Δομητιανού). Αποτελεί πραγματικό θαύμα πως ένας ψαράς έγραψε ένα βιβλίο όπως η αποκάλυψη! Εδώ φαίνεται καθαρά η «άνωθεν» στήριξη και βοήθεια. Μου θυμίζει το Μωυσή που έλεγε: «Κύριε, ανάθεσε το έργο μου σε κανέναν άλλο, γιατί εγώ είμαι βραδύγλωσσος και βραδύλαλος, ποιμένας προβάτων εδώ και σαράντα χρόνια!». Και όμως έγραψε τη γέννεση, που αιώνες μετά, όταν γεννήθηκαν οι επιστήμες, την θεωρούν ένα απολύτως ακριβές σύγγραμμα.

Ο Παύλος ήταν ο πιο μορφωμένος από τους αποστόλους. Είχε ανώτατη μόρφωση, από τον ξακουστό δάσκαλο του νόμου Γαμαλιήλ. Η σπουδή ήταν «κατά ακρίβεια του πατρώου νόμου». Ο Παύλος είχε αναδειχθεί σε ραββίνο, δάσκαλο του Εβραϊκού νόμου, ήταν δε ένα από τα πιο δυναμικά στελέχη των Εβραίων. Στην Ιερουσαλήμ έδρασε με μεγάλο φανατισμό εναντίον των Χριστιανών, σε σημείο ώστε όταν έγινε ο ίδιος Χριστιανός, οι άλλοι Χριστιανοί για καιρό εξακολουθούσαν να τον φοβούνται. Ο Παύλος ήταν μια πολύ ιδιαίτερη προσωπικότητα. Η ζωή και η δράση του προκαλούν κατάπληξη και στους άπιστους.

Έγραψε 14 επιστολές μοναδικής αξίας. Οι πρώτες γράφτηκαν από το 52 μ.Χ. και πάντως όλες πριν το 65 μ.Χ., οπότε και μαρτύρησε στη Ρώμη. Σε αυτές φανερώνεται ένας άνθρωπος όχι απλά μορφωμένος, αλλά μεγαλοφυής. Ικανός να συλλογίζεται και να αποδεικνύει, να χειρίζεται τις γραφές και τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, άριστος στο να αποδεικνύει το συλλογισμό του. Άνθρωπος ατρόμητος, με ισχυρότατη θέληση, ανίκητος από τις απέραντες κακουχίες, δυσκολίες, ξυλοδαρμούς, φυλακίσεις.

Ήταν «κατά νόμον Φαρισαίος» (Φιλιπ. γ΄ 5) και όμως άφησε μια λαμπρή σταδιοδρομία, γεμάτη τιμές και δόξες, και διάλεξε ένα δρόμο γεμάτο κόπους, οδύνες, φυλακίσεις, κατατρεγμούς. Γιατί; Τι συνέβη στη ζωή του και άλλαξε; Τι έπρεπε να συμβεί στη δική μας ζωή για να υπάρχει τέτοια απόλυτη και παράλογη μεταστροφή; Φαίνεται από τις επιστολές του να είναι άνθρωπος με ελαττωμένη κρίση; Να δέχεται αβίαστα ότι δεν έχει καλά εξετάσει; Γιατί θεώρησε όλη του την προηγούμενη ζωή ένα τίποτα, και το μόνο που είχε αξία ήταν ο Χριστός; (Φιλιπ. γ΄ 7, Α΄ Κορινθ. ιε 31, Α΄ Κορινθ. ια΄ 23).

Ας φανταστούμε τον εαυτό μας, να αγωνιζόμαστε να σπουδάσουμε, να ολοκληρώνουμε τις σπουδές, να αρχίζουμε με επιτυχία μια εργασία που έχει τη μεγαλύτερη εκτίμηση και τις υψηλότερες απολαβές. Ξαφνικά, σταματάμε τη δουλειά, κατηγορούμε τους πρώην φίλους και συνεργάτες μας και αρκούμενοι μόνο σε «τροφές και κλινοσκεπάσματα» να αρχίσουμε να περπατάμε από πόλη σε πόλη, από χωριό σε χωριό, και να διδάσκουμε τις απόψεις μας. Να μας δέρνουν, να μας φυλακίζουν, να πεινάμε, εμείς όμως να συνεχίζουμε ακατάπαυστα το δρόμο μας. Από τα γραπτά μας φαίνεται ότι δεν τρελαθήκαμε, αλλά έχουμε ένα μυαλό άξιο θαυμασμού. Τι πρέπει να γίνει για να υπάρξει μια τόσο μεγάλη μεταστροφή στη ζωή μας;

Ο Παύλος περιγράφει αναλυτικά την εμπειρία του. Είδε καθαρά το Χριστό να εμφανίζεται μέσα σε φως που υπερέβαινε το φως του ήλιου. Δεν τον είδε στον ύπνο του, ούτε σε όραμα, αλλά μέρα, ενώ περπάταγε. Δεν ήταν αφελής, ήξερε να ξεχωρίζει το πραγματικό από τι ψεύτικο. Μόνο μια τέτοια εμπειρία ήταν ικανή να αλλάξει τη ζωή του Παύλου τόσο ριζικά. Και αυτό έγινε. Η ζωή του σφραγίζει την ειλικρίνεια της μαρτυρίας του, πέρα από κάθε αμφιβολία. Ο Παύλος άλλωστε είπε ότι ο Χριστιανισμός είναι τόσο παράξενη για την εποχή του διδασκαλία, που φαινόταν στους Έλληνες μωρία (χαζομάρα) ενώ στους Ιουδαίους σκάνδαλο. Πράγματι, οι Έλληνες δεν κατανοούσαν την ανάσταση των νεκρών, και οι Ιουδαίοι δεν ήθελαν να πιστέψουν ότι ο μεσσίας που περίμεναν θα ήταν όπως είπε ο Ησαΐας και όχι ένας λαμπρός βασιλιάς που θα τους οδηγούσε σε λαμπρές επιτυχίες. Ο Παύλος λοιπόν καταλάβαινε ότι αυτά που δίδασκε, έμοιαζαν με μωρία για άλλους και ήταν σκάνδαλο σε άλλους. Ένας φανατικός ποτέ δεν δέχεται ότι αυτά που λέει είναι δυνατό κανείς να τα θεωρήσει μωρία. Ο Παύλος όμως δεν υπήρξε ποτέ φανατικός. Καταπλήσσει με την κατανόηση που δείχνει στην αδυναμία των άλλων, με την αγάπη και τις πατρικές συμβουλές, που δείχνουν έναν ανώτερο ψυχικά άνθρωπο.

Ο Ιάκωβος ήταν παιδί του Ιωσήφ, του κατά κόσμο πατέρα του Χριστού. Γι΄ αυτό λέγεται αδελφός του Χριστού. Το παιδί αυτό ο Ιωσήφ το είχε αποκτήσει από προηγούμενο γάμο, πριν μνηστευτεί την Μαρία, την μητέρα του Χριστού. Μεγάλωσε στο ίδιο σπίτι ο Ιάκωβος με τον Χριστό, και τα ευαγγέλια τον αναφέρουν με σαφήνεια αδελφό του Κυρίου. Ο Ιάκωβος διακρίθηκε για την αγιότητά του και την ηθική του τελείωση, έγινε δε ο πρώτος επίσκοπος της εκκλησίας των Ιεροσολύμων που ιδρύθηκε μετά την πεντηκοστή.

Ο Ιάκωβος έγραψε επιστολή «Προς τις δώδεκα φυλές των Εβραίων που βρίσκονται στη διασπορά». Κυκλοφόρησε ανάμεσα στους Εβραίους λίγα μόλις χρόνια μετά την σταύρωση του Χριστού. Η επιστολή απευθύνεται στη γενιά που έζησε ταυτόχρονα με το Χριστό, που γνώριζαν την ιστορία της ζωής και του έργου του, και διακρίνεται για το ηθικό της περιεχόμενο.

Τα 25 από τα 27 βιβλία λοιπόν της Καινής Διαθήκης γράφτηκαν από αυτόπτες μάρτυρες που «σενέφαγαν και συνέπιον» μαζί με το Χριστό, το γνώρισαν καλά, το έργο του, τα θαύματά του, τη διδασκαλία του, τη ζωή του (Πράξεις 41, Α΄ Ιωάννου α΄ 1, Β΄ Πέτρου α΄16). Γράφτηκαν λίγα χρόνια μετά τη σταύρωση, εκτός από το κατά Ιωάννη ευαγγέλιο, που γράφτηκε λίγα χρόνια αργότερα από τα άλλα. Οι πρώτοι Χριστιανοί που διάβασαν την Καινή Διαθήκη, είχαν ζήσει οι ίδιοι τα γεγονότα, και δεν είναι δυνατό να θυσίασαν τη ζωή τους στους διωγμούς που ακολούθησαν για μια ψεύτικη διδασκαλία.

Ήταν αφελείς οι πρώτοι Χριστιανοί; Δέχονταν χωρίς έλεγχο, με πίστη μόνο, ότι τους έλεγαν και ότι τους έγραφαν; Καθόλου. Έχουμε πολλά παραδείγματα που αποδεικνύουν το αντίθετο. Για παράδειγμα ας αναφέρουμε τον άγιο Ειρηναίο, επίσκοπο της Λυών στη Γαλλία που γεννήθηκε το 140 μ.Χ. Σε συγγράμματα λοιπόν του Αγίου Ειρηναίου βλέπουμε να ασχολείται με την αποκάλυψη του Ιωάννη, και να λέει ότι το κείμενο που αυτός χρησιμοποιεί είναι το «εν πασι τοις σπουδαιοις και αρχαιοις αντιγραφοις» και ότι «περι αυτού μαρτυρούντων εκείνων των του Ιωάννην εορακότων». Διορθώνει δε ένα άλλο κείμενο της αποκάλυψης, που εμφάνιζε κάποιες διαφορές.

Σήμερα έχουμε στα χέρια μας 4.000 χειρόγραφα που περιέχουν την Καινή Διαθήκη, ολόκληρη ή κατά τμήματα. Έχουμε τον Σιναϊτικό κώδικα και τον κώδικα του Βατικανού. Τον Αλεξανδρινό κώδικα και τον κώδικα του Βέζα. Τόσα και τόσα αντίγραφα που γράφτηκαν σε τόσο μακρινές περιοχές της γης, τόσο παλαιά, και συμφωνούν στο περιεχόμενο! Οι μικρές διαφορές στις λέξεις ή στη σειρά των λέξεων που παρουσιάζουν, δεν αλλάζουν σε τίποτα το νόημα και την ουσία του περιεχομένου του αρχικού κειμένου. Τα μικρά λάθη των αντιγραφέων διορθώνονται εύκολα, όταν υπάρχουν τόσο πολλά αντίγραφα των αρχικών κειμένων, από κάθε γωνιά του αρχαίου κόσμου. Η απλή παραβολή των κειμένων δείχνει καθαρά ποιο ήταν το αρχικό κείμενο, αυτό που έδωσαν οι πιο πολλοί αντιγραφείς! Η ουσία όμως ποτέ, σε κανένα αντίγραφο, δεν αλλοιώνεται!

Είμαστε απόλυτα σίγουροι για το κείμενο των ευαγγελίων. Είναι τελείως ανυπόστατος και επιστημονικά απαράδεκτος ο συλλογισμός «μήπως προστέθηκαν ή αφαιρέθηκαν λέξεις από το Χριστό». Πως συνεννοήθηκαν όλοι οι αντιγραφείς, σε τόσο μακρινές περιοχές, σε μια εποχή που το ταξίδι ήταν μια περιπέτεια; Ας δούμε όμως, άλλα αρχαία κείμενα, που τα δεχόμαστε σαν αυθεντικά, σε πόσα αντίγραφα τα έχουμε.

Τα έργα του Ιούλιου Καίσαρα τα έχουμε σε 9-10 αντίγραφα, που το πιο παλαιό γράφτηκε 900 χρόνια μετά το θάνατο του Καίσαρα. Η ιστορία του Θουκυδίδη που γράφτηκε 460-400 π.Χ. διασώθηκε χάρη σε 8 χειρόγραφα, που το παλαιότερο γράφτηκε τον δέκατο αιώνα μετά Χριστό δηλαδή 1.400 χρόνια μετά το Θουκυδίδη!

Ο Ηρόδοτος, όμοια με το Θουκυδίδη. Ο Όμηρος, ακόμη χειρότερα, το πιο «αρχαίο» του αντίγραφο που έχουμε είναι του δέκατου τρίτου αιώνα μετά Χριστό! Για τον Πλάτωνα, είμαστε ευτυχείς που βρήκαμε ένα αρχαιότερο αντίγραφο των έργων του, του ενάτου αιώνα μετά Χριστό.

Κανείς ποτέ δεν αμφισβήτησε την γνησιότητα των έργων του Θουκυδίδη και του Ηρόδοτου και ας βρέθηκαν ελάχιστα αντίτυπα, και ας είναι το παλαιότερο αντίτυπο δεκατέσσερις αιώνες μεταγενέστερο του συγγραφέα! Και όμως, τα ευαγγέλια που έχουμε παπύρους και αντίγραφα από την εποχή, τη γενιά που έζησε ο Χριστός, πολύ περισσότερα δε από κάθε άλλο έργο αρχαίου συγγραφέα, ε, αυτά λοιπόν βρήκαν να αμφισβητήσουν ορισμένοι υλιστές επιστήμονες! Τον Όμηρο, που το πρώτο αντίγραφο από τα έργα του που έχουμε, γράφτηκε 2.000 χρόνια μετά το θάνατό του, δεν τον αμφισβητούν. Το Χριστό, που όλα τα έργα που αναφέρονται στη ζωή του γράφτηκαν από τη γενιά που έζησε μαζί του, που έχουμε τόσα αρχαία κείμενα από διαφορετικές πηγές, τον αμφισβητούν! Αυτή λοιπόν είναι η «στρατευμένη επιστήμη», η επιστήμη δηλαδή που έχει υποταχθεί σε ένα σκοπό, που εργάζεται για να αποδείξει ένα προκατασκευασμένο συμπέρασμα. Πόσο διαφέρει από την ελεύθερη επιστήμη, που ερευνά με συνέπεια και μέθοδο τα ευρήματα, με ραδιοανθρακική χρονολόγηση, με αρχαιολογικά ευρήματα, με γλωσσολογικές μεθόδους και καταλήγει αβίαστα στο συμπέρασμα ότι «το ασφαλέστερο σε γνησιότητα κείμενο είναι η Καινή Διαθήκη και γενικά η Αγία Γραφή».

Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Βερολίνου Hanw Lietzmann τονίζει ότι είναι σπανιότατη για την αρχαία φιλολογία μια τέτοια πληθώρα πηγών. Ο διάσημος παπυρολόγος καθηγητής F. Kenyon στο έργο του «The Bible and archaeology» γράφει «Και τα τελευταία στηρίγματα των αμφιβολιών για τα κείμενα των γραφών που έφτασαν ων εμάς, έχουν πια ανατραπεί». Οι υλιστές εξακολουθούν να αναφέρουν τις μικροδιαφορές λέξεων, που υπάρχουν στα διάφορα αντίγραφα, και ας μην αλλοιώνουν το περιεχόμενο. Είναι όμως αυτονόητο, ένας αντιγραφέας να κάνει κάποια μικρά λάθη στις λέξεις ή στη σειρά των λέξεων, που δεν πέφτουν στην αντίληψή του, αφού δεν αλλάζει το νόημα των όσων γράφει. Ένα ακόμη σαθρό επιχείρημα των «ορθολογιστών», όπως αυτοαποκαλούνται είναι: «Οι συγγραφείς στόχευαν στη δική τους δόξα, γι' αυτό έγραψαν τα βιβλία τους».

Είναι πολύ εύκολο να αναιρεθεί αυτό το επιχείρημα. Αν διαβάσει κανείς τα Ευαγγέλια, παρατηρεί ότι κανείς από τους συγγραφείς δεν επιδιώκει τη δική του δόξα. Απεναντίας, επικρίνουν τον εαυτό τους και τονίζουν τα λάθη τους. Ας θυμηθούμε πόσο έχει τονιστεί η άρνηση του Πέτρου «πριν αλέκτωρ λαλήσει». Το Ματθαίο που αποκαλεί τον εαυτό του Τελώνη στην προηγούμενη ζωή του. Τον ύπνο των μαθητών όταν τους είχε ζητήσει ο Κύριος στη Γεθσημανή να αγρυπνήσουν μαζί του. Την απιστία του Θωμά. Τον Παύλο, που στις επιστολές του αποκαλεί τον εαυτό του «έκτρωμα» (Α΄ Κορινθίους ιε 8) «ελάχιστο των αποστόλων» (ιε, 9) «πρώτο των αμαρτωλών» (Α΄ Τιμοθ. α΄ 13).

Άλλη εκδοχή των υλιστών είναι ότι «απόκρυψαν τα ελαττώματα του Χριστού, ωραιοποίησαν τη διδασκαλία του, αλλοίωσαν το πρόσωπό του». και αυτό είναι επιχείρημα που δεν έχει στηρίγματα. Ποιος από τους ψαράδες-μαθητές του, ήρθε να διορθώσει το τέλειο ηθικό κήρυγμα, την χωρίς προηγούμενο τελειότητα της διδασκαλίας του Χριστού;

Ο Χριστός, που απάντησε και αποστόμωσε τους πιο μορφωμένους από τους Φαρισαίους, που τους άφηνε άλαλους με τα λόγια του, χρειάστηκε «αναθεώρηση» από τους μαθητές του;

Ας δούμε όμως, η περιγραφή του Χριστού είναι ανάλογη με την περιγραφή κάποιου που θα ήθελαν οι μαθητές να προβάλλουν σαν σημαντικό, σπουδαίο, μεσσία;

Μας τον παρουσιάζουν πτωχό, χωρίς σπίτι, χωρίς υπάρχοντα, κάνουν λόγο για τον κόπο που αισθανόταν στην οδοιπορία, τη πείνα του, τη δίψα του. Έρχεται σε επικοινωνία με αμαρτωλούς, με τελώνες, με πόρνες και μάλιστα συγχωρεί την προηγούμενη ζωή τους. «ούτε εγώ σε καταδικάζω. Πήγαινε και μηκέτι αμάρτανε».

Μια γυναίκα που είχε μοιχεύσει, συμφώνα με το Μωσαϊκό νόμο έπρεπε να θανατωθεί με πετροβολισμό! Ο Χριστός με ένα «μηκέτι αμάρτανε» τη συγχωρεί! Αυτό ήταν απίστευτο για την κοινωνία αυτή. Οι εχθροί του πάντα του προσάπτουν «αμαρτωλούς προσδέχεται και συνεσθίει αυτοίς» (Λουκά ιε 1).

Οι εχθροί του τον κατηγορούν για άρχοντα των δαιμονίων. Τον πιάνουν, τον φτύνουν, τον κοροϊδεύουν, τον δέρνουν, τον σταυρώνουν ανάμεσα στους ληστές. Που βλέπουν οι υλιστές τη διήγηση που αποβλέπει στη βελτίωση της εικόνας του Χριστού; Για εκείνη την εποχή, όλα αυτά αποτελούσαν την κάθοδο στο τελευταίο σκαλί της κοινωνικής κλίμακας!

Ας δούμε όμως αναλυτικά τις απόψεις όσων ισχυρίζονται ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός.