ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Υπάρχει λοιπόν Θεός; Η απάντηση βγαίνει αβίαστα από το μυαλό μου, τη λογική, τα δεδομένα. Ναι, υπάρχει Θεός. Είναι λογικό να πούμε, όταν δούμε ένα θαυμαστό κατασκεύασμα «Ποιος άραγε το έφτιαξε;». Κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα πει «Έπεσαν τυχαία τα υλικά, δημιουργήθηκε, και λειτουργεί με θαυμαστή ακρίβεια».
Η Μωσαϊκή περιγραφή της δημιουργίας ανταποκρίνεται με θαυμαστό τρόπο στις σημερινές επιστημονικές ανακαλύψεις. Ο Μωυσής έγραψε ένα Θρησκευτικό βιβλίο, αιώνες πριν γεννηθούν οι επιστήμονες. Και όμως, αστρονόμοι, αστροφυσικοί, μαθηματικοί, γεωλόγοι, ανθρωπολόγοι, ιατροί, γλωσσολόγοι, όλοι σήμερα αναγνωρίζουν την σωστή επιστημονικά περιγραφή.
Μιλήσαμε ήδη για τις Θαυμαστές λεπτομέρειες της γέννεσης, που δεν εξηγούνται με την ανθρώπινη γνώση του Μωυσή, ούτε το περιβάλλον του. Η διήγησή του είναι προφανώς θεόπνευστη. Αλήθεια, θα πουν πολλοί, αυτό είναι Θαύμα, πιστεύεις στα Θαύματα;
Πολλοί άνθρωποι, που δέχονται σε γενικές γραμμές τη Χριστιανική διδασκαλία, διστάζουν όταν τους ρωτάνε «Πιστεύεις στα θαύματα;» Οι υλιστές, περιγράφουν τα δικά τους παράλογα θαύματα, που δεν τα έκανε κανείς, αλλά μόνο η τύχη, αισθάνονται επιστήμονες, όταν όμως ακούσουν για κάποιον που πιστεύει στα θαύματα που κάνει ο δημιουργός Θεός, γελούν ειρωνικά, κοιτάζουν περιπαικτικά, με αυτό το βλέμμα που λέει «Καλά, εσύ ακόμη τέτοια πιστεύεις;» και «τι κρίμα, που είσαι και επιστήμονας, και λες ότι κάποιος ανατρέπει τους φυσικούς νόμους».
Ας μελετήσουμε όμως, τι είναι Θαύμα και ποια είναι η πραγματικότητα σε αυτό το τόσο σοβαρό ζήτημα.
Τι είναι φυσικό; Ότι ανήκει στον ορατό κόσμο, με τους νόμους και τις δυνάμεις του, λέει ο Hettinger. Και τι είναι υπερφυσικό; Ότι ξεπερνάει τους φυσικούς νόμους και την τάξη που κάθε φορά γνωρίζουμε.
Δύο σημαντικές παρατηρήσεις πρέπει να γίνουν από την πρώτη στιγμή. Η πρώτη: Νομίζουμε ότι γνωρίζουμε όλους τους φυσικούς νόμους και τις αιτίες πολλών πραγμάτων. Όμως, πολύ συχνά, οι θεωρίες μας ανατρέπονται.
Τα κυριότερα βιβλία των υλιστών γράφτηκαν τους περασμένους αιώνες. Γνωρίζαμε τότε, τι είναι φυσικό; Ποιοι είναι οι φυσικοί νόμοι; Ναι, έλεγαν όλοι. Σήμερα όμως ξέρουμε ότι σε μεγάλο βαθμό, είχαμε κάνει λάθος. Για παράδειγμα, όλοι έδιναν μεγάλη σημασία στους νόμους του Νεύτωνα. Σήμερα γνωρίζουμε ότι αυτοί οι νόμοι δεν ισχύουν γενικά. Σε μεγάλες ταχύτητες, έχουν πλήρως ανατραπεί. «Συγνώμη, Νεύτωνα» είπε ο Einstein, όταν τους ανάτρεψε.
Αν κάποιος προκαλούσε μια πυρηνική έκρηξη, ανάλογη με αυτή της Χιροσίμα, τι θα έλεγαν όλοι τον προηγούμενο αιώνα; Θαύμα! Από μια πολύ μικρή ποσότητα ύλης, βγήκε μια τεράστια ποσότητα ενέργειας, κάτι αδύνατο. Θαύμα!
Ήταν Θαύμα; Όχι, απλά, το περιορισμένο ανθρώπινο μυαλό, δεν μπορούσε να συλλάβει αυτές τις κατακτήσεις, που, φυσικά, είναι και αυτές φυσικοί νόμοι που πρόσφατα ανακαλύψαμε.
Σήμερα, πολλοί πάλι κάνουν το ίδιο λάθος. Πάλι πιστεύουν ότι τα ξέρουν όλα. Αν λοιπόν κάτι γίνει διαφορετικό από αυτό που ξέρουν, ή δεν θα το πιστεύουν, ή θα το αποδώσουν σε θαύμα. Υπάρχουν λοιπόν «Θαύματα» που δεν είναι καθόλου θαύματα, απλά φυσικοί νόμοι που δεν γνωρίζουμε.
Το δεύτερο που έχω να πω, είναι ότι ναι, υπάρχουν πραγματικά θαύματα. Τι πιο λογικό. Η υπέρτατη δύναμη, που μπόρεσε να δημιουργήσει το θαυμαστό αυτό κόσμο, σίγουρα μπορεί να κάνει πράγματα που δεν μπορούμε να καταλάβουμε, ούτε να κάνουμε μόνοι μας. Όπως η ατομική βόμβα τον περασμένο αιώνα ήταν ακατανόητη, ο δημιουργός όμως είχε φτιάξει έτσι την ύλη και φυσικά το ήξερε, έτσι και σήμερα, αυτά που είναι σε εμάς άγνωστα, υπερφυσικά, θαύματα, ο δημιουργός με την κατά πολύ ανώτερη διάνοια, μπορεί να τα πραγματοποιήσει.
Πως είναι δυνατό, να βλέπουμε καθημερινά το θαύμα της δημιουργίας, τελείως ανεξήγητο με τους ανθρώπινους νόμους, αλλά εμείς να «μην πιστεύουμε σε θαύματα!» Γιατί υποτιμάμαι τον δημιουργό; Αυτός που έφτιαξε μια μηχανή, γνωρίζει περισσότερα από αυτόν που απλά ζει και τη χρησιμοποιεί. Πόσοι από τους ανθρώπους που καθημερινά βλέπουν τηλεόραση, χρησιμοποιούν το τηλέφωνο, κατανοούν το μηχανισμό τους; Αν βγει ένα τηλέφωνο με καινούριες δυνατότητες, κανείς δεν θα μιλήσει για θαύμα, αλλά για επίτευγμα των μηχανικών, αυτών που ήξεραν. Γιατί λοιπόν, αν ακούσουμε κάτι που δεν καταλαβαίνουμε στο θρησκευτικό πεδίο, είμαστε έτοιμοι να πούμε «αφού εγώ δεν το καταλαβαίνω, άρα είναι ψέμα, απάτη, δεν έγινε έτσι!»
Ο Nitzsche παρατηρεί «Τα θαύματα ανήκουν στην υψηλότερη τάξη πραγμάτων, που είναι φύση και αυτή».
Αυτό που ήταν υπερφυσικό για ανθρώπους περασμένων αιώνων, είναι φυσικό για εμάς. Τηλέφωνο, αεροπλάνο, δορυφόροι, διαστημόπλοια, μικροσκόπια, υποβρύχια, ιατρικά μηχανήματα, εγχείρηση αντικατάστασης οργάνων κλπ. Αυτό λοιπόν που είναι υπερφυσικό για μας σήμερα (και πολλοί το ειρωνεύονται), θα είναι φυσικό για τους ανθρώπους των επόμενων αιώνων. Και, ασφαλώς, είναι ήδη φυσικό για τον σοφό κατασκευαστή του μηχανισμού απόλυτης ακρίβειας που λέγεται σύμπαν.
Τι απαντούν οι υλιστές σε αυτά τα επιχειρήματα;
«Καλά, αφού ο Θεός είναι πάνσοφος και τέλειος, γιατί δεν έκανε τέλειο τον κόσμο, και αναγκάζεται να παρεμβαίνει και να κάνει θαύματα για να διορθώσει τις αδικίες και τις ατέλειες;»
Αμφισβητούν δηλαδή ότι ο θεός είναι πάνσοφος, παντοδύναμος και ικανός. Όμως, ο Θεός έκανε τον άνθρωπο ελεύθερο, τον έδωσε δηλαδή το πιο πολύτιμο δώρο. Δεν τον έκανε ρομπότ. Αποτέλεσμα αυτής της ελευθερίας, είναι ο κόσμος που βλέπουμε σήμερα. Θα προτιμούσαν όμως να είναι άβουλα ρομπότ, ώστε να μείνει «τέλειος» ο κόσμος;
Θα έπρεπε πάντως να ξέρουν ότι και το τελειότερο έργο, αν βρίσκεται σε συνεχή εξέλιξη και εξάρτηση από τις επιλογές ατελών ηθικά όντων όπως οι άνθρωποι, είναι επόμενο να χρειάζεται διορθωτικές παρεμβάσεις. Σήμερα ο άνθρωπος εξαντλεί τις δυνατότητες αυτοκαθαρισμού των νερών και του αέρα. Που είναι η ανθρώπινη σοφία; Αν ο Θεός δεν είχε δώσει τις δυνατότητες αυτοκαθαρισμού στο υγρό και αέριο περιβάλλον, η ζωή σήμερα δεν θα υπήρχε. Πως λοιπόν αποδίδουν στο Θεό ευθύνη, ότι το έργο του ήταν ατελές, τη στιγμή που εμείς οι άνθρωποι κάνουμε ότι μπορούμε για να καταστρέψουμε τη δημιουργία, με μόνο όφελος την πρόσκαιρη «άνοδο του βιωτικού επιπέδου» δηλαδή τον υπερκαταναλωτισμό;
Ας συγκεντρώσουμε τώρα την προσοχή μας στα επόμενα ερωτήματα που γεννιώνται. Εντάξει, υπάρχει Θεός. Ήρθε σε επικοινωνία με τον Μωυσή, και αυτός μπόρεσε να γράψει τη γέννεση. Άρα υπάρχει Θεός που δεν είναι αδιάφορος για τα δημιουργήματά του. Έδωσε τον Μωσαϊκό νόμο, τις εντολές, τον ηθικό κανόνα που ήταν ατελής βέβαια, ανάλογος όμως με την κατάσταση των ανθρώπων εκείνης της εποχής.
Ο Χριστός όμως; Υπήρξε; Ορισμένοι λένε ότι είναι μυθικό πρόσωπο. Αν υπήρξε, είναι Θεός άνθρωπος, και τα δύο εξ΄ ίσου; Προϋπήρξε, ή έγινε «σαν θεός»; Ας προσπαθήσουμε να παρακολουθήσουμε τα γεγονότα, και να βγάλουμε συμπεράσματα.
Η εμφάνιση και διάδοση του Χριστιανισμού δεν υπακούει σε κανένα από τους νόμους της λογικής. Ποιές πιθανότητες είχε να διαδοθεί αυτή η πίστη, αν κάναμε μια μαθηματική εκτίμηση; Καμία! Κι όμως διαδόθηκε. Και στο πιο μικρό χωριό, σε ένα μεγάλο μέρος της γης, υπάρχει μια εκκλησία.
Ας σκεφτούμε τί ακριβώς συνέβη. Ας υποθέσουμε ότι σήμερα έρχεται στην Αθήνα μια ομάδα ξένων ανθρώπων, φτωχών, πεινασμένων, που κατάγονται από μια μακρινή χώρα. Μας λένε ότι ο δάσκαλός τους, που ήταν ένας μαραγκός από μια άγνωστη πόλη, τη Ναζαρέτ, καταδικάστηκε από τους συμπολίτες του σε θάνατο και σταυρώθηκε μαζί με άλλους ληστές. Εμείς αγνοούμε και το δάσκαλο - μαραγκό και τον τόπο που έγιναν όλα αυτά. Όμως, λένε, αυτός ο δάσκαλος ήταν γιος του Θεού, που γεννήθηκε με θαύμα, και όμως αυτό καθόλου δεν τον ωφέλησε, γιατί έζησε πτωχός, βασανίστηκε, πέθανε νέος με τον πιο ατιμωτικό τρόπο. Όμως, θα μας έλεγαν οι ξένοι, όλα αυτά τα έκανε γιατί ήθελε να αναστηθεί σε τρεις μέρες, και έτσι να συγχωρεθούμε εμείς, οι ‘Ελληνες, και όλος ο κόσμος, από τις αμαρτίες μας, και να ζήσουμε και εμείς αιώνια, αν πιστέψουμε σε αυτό το δάσκαλο. Έτσι, να γκρεμίσουμε τους πατροπαράδοτους θεούς, να γκρεμίσουμε τις εκκλησίες, τις εικόνες, να αποκηρύξουμε ότι πιστεύουμε και από εδώ και πέρα να πιστεύουμε μόνο στο δάσκαλό τους, που μόλις μας αποκάλυψαν!
Αλήθεια, πόσες πιθανότητες υπάρχουν να μας πείσουν; Πιστεύω Καμία. Και όμως αυτό ακριβώς συνέβη σε τόσες και τόσες πόλεις πριν είκοσι αιώνες, και ο Χριστιανισμός διαδόθηκε!! Γκρεμίστηκαν οι τότε ναοί, διώχτηκαν οι θεοί, και οι άνθρωποι πίστεψαν στον Χριστό που κήρυξε ο Παύλος και οι απόστολοι. Αλήθεια, είναι απίστευτο. Δεν μπορεί να έγινε σύμφωνα με τη λογική. Να ένα αληθινό θαύμα, αντίθετο στη φύση των ανθρώπων.
Ναι, αλλά τι κήρυξε ο Παύλος και οι απόστολοι; Κάτι που ήταν ιδιαίτερα αρεστό, κολάκευε τις φυσικές κλίσεις και τάσεις των ανθρώπων; Ξέρουμε ότι οι αρχαίοι θεοί, είχαν ελαττώματα και αδυναμίες ανάλογες με τους ανθρώπους. Έρωτες, πάθη, μίση, κακίες, έκαναν τον άνθρωπο να αισθάνεται δικαιωμένος που και αυτός ήταν έτσι, σαν τους θεούς του.
Δίδαξε ο Χριστιανισμός κάτι ανάλογο; Δίδαξε τελείως αντίθετα προς τα ορμέμφυτα των ανθρώπων. Δίδαξε την αγάπη και προς τους εχθρούς, την αυτοθυσία, την ταπείνωση. Πόσο δύσκολο είναι για το σημερινό άνθρωπο να υποτάξει την κακή φύση του, μετά από τόσους αιώνες σωστά παραδείγματα και νουθεσίες. Τότε, ήταν πραγματικά απίστευτο να υπάρχουν άνθρωποι που να εγκαταλείπουν τους πατροπαράδοτους θεούς, για να γίνουν Χριστιανοί. Οι αρχαίοι θεοί κολάκευαν τον εγωισμό, τη φιλαυτία, πρόσφεραν ευκαιρίες για γλέντι, ελεύθερες ερωτικές σχέσεις με τις ιέρειες ή με τους υπόλοιπους κατοίκους της πόλης. Ο Χριστιανισμός δίδαξε αποχή από κάθε τέτοια ενέργεια, και εντολή ηθικής τελείωσης, μέσα από την ταπείνωση! Και επιβλήθηκε. Και οι ναοί ερήμωσαν, και τα είδωλα σήμερα κοσμούν τα μουσεία, σαν αγάλματα μιας άλλης εποχής.
Τι ανακάλυψαν αυτοί οι άνθρωποι, που θυσίαζαν ευχαρίστως και τη ζωή τους για να μην αρνηθούν την πίστη τους στο Χριστό; Την αληθινή ευτυχία, τη γαλήνη, την ειρήνη, που μόνο ο Χριστός μπορεί να δώσει, αν πιστέψουμε στο λόγο του και εφαρμόσουμε τη διδασκαλία του. Καμία ανθρώπινη προσπάθεια δεν ήταν δυνατό να οδηγήσει σε ανάλογο αποτέλεσμα. Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Υπήρξε ο Χριστός ή ήταν μυθικό πρόσωπο; Αυτό είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε, αφού μελετήσουμε τα στοιχεία που έχουμε. Θα ερευνήσουμε όχι με γνώμονα την πίστη, αλλά την επιστημονική έρευνα. Άλλωστε και σε μένα προηγήθηκε η επιστημονική έρευνα που οδήγησε στην πίστη και μετά ήρθε το θαύμα της αναγέννησης, όπου ο παλιός άνθρωπος χάθηκε και γεννήθηκε ένας νέος άνθρωπος.
Μισεί ότι έκανε πριν και χαίρεται για αυτά που περιφρονούσε. Γεμίζει όμως με τόση ευτυχία, που είναι αδιανόητη για τους ανθρώπους που δεν γνώριζαν την αλήθεια.
Ας αφήσουμε όμως τα συναισθήματα και ας επιστρέψουμε στην αυστηρότητα της επιστημονικής ανάλυσης.
Υπάρχουν ιστορικά τεκμήρια, που βεβαιώνουν την παρουσία του Χριστού πάνω στη γη. Θα μελετήσουμε τις πηγές και μετά θα μελετήσουμε τις αντιρρήσεις. Μόνο αν δούμε και τις αντίθετες απόψεις, θα είμαστε βέβαιοι ότι μπορούμε να οδηγηθούμε σε ασφαλή συμπεράσματα.
Ο Ρωμαίος ιστορικός Κορνήλιος Τάκιτος (γεννήθηκε το 52 μ.Χ.)στο έργο του Annales όπου αναπτύσσει την ιστορία της Ρώμης από το 14 μ.Χ. ως το 68 μ.Χ. αναφέρει (XV, 14):
« Ο Νέρων υπόβαλλε σε ιδιαίτερες τιμωρίες εκείνους που ο λαός ονομάζει Χριστιανούς. Εκείνος, από τον οποίο προήλθε το όνομα, είναι ο Χριστός, ο οποίος θανατώθηκε επί της βασιλείας του Τιβερίου, όταν διοικητής της επαρχίας ήταν ο Πόντιος Πιλάτος. Η ολέθρια αυτή πίστη, που καταστάλθηκε πρόσκαιρα, ξαναφάνηκε όχι μόνο στην Ιουδαία, την εστία του κακού, αλλά και στη Ρώμη, όπου από παντού μαζεύονται όλα τα κακά και τα αισχρά».
Σημαντική μαρτυρία. Ο Τάκιτος είναι τελείως αντίθετος στο Χριστιανισμό. Δεν αμφισβητεί ούτε ότι υπήρξε ο Χριστός, ούτε ότι ο Χριστιανισμός εξαπλώθηκε παρά τους διωγμούς. Όλα έγιναν «επί βασιλείας του Τιβερίου, όταν διοικητής της επαρχίας ήταν ο Πόντιος Πιλάτος».
Τι λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, στο ευαγγέλιό του;
«Εν έτει πέντε και δεκάτω, της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος, ηγεμονεύοντος Ποντίου Πιλάτου της Ιουδαίας και τετραρχούντος Γαλιλαίας Ηρώδου, Φιλίππου δε του αδελφού αυτού τετραρχούντος της Ιτουραίας και Τραχωνίτδος χώρας, και Λυσανίου της Αβιλινής τετραρχούντος, επί αρχιερέως Άννα και Καϊάφα...»
Πλήρης συμφωνία. Αν ο Χριστός ήταν μυθικό πρόσωπο, θα ζούσε «κάποτε». Δεν θα υπήρχε τόσο ακριβής περιγραφή της κοινωνίας μέσα στην οποία έζησε. Ο Λουκάς και ο Τάκιτος, ο Χριστιανός και ο ειδωλολάτρης, συμφωνούν απόλυτα.
Άλλος Ρωμαίος ιστορικός, ο Σουετώνιος, γεννήθηκε το 75 μ.Χ. και έγραψε την ιστορία των αυτοκρατόρων της Ρώμης. Την πρώτη φορά που αναφέρει του Χριστιανούς (Vita Neronis XVI,2) λέει «τιμωρήθηκαν οι Χριστιανοί, άνθρωποι με νέα και κακοποιό δεισιδαιμονία».
Είναι λοιπόν νέα ακόμη η Χριστιανική πίστη, και τιμωρήθηκαν (64μ.Χ.) από το Νέρωνα.
Ο Σουετώνιος στη συνέχεια (Vita Claudii XXV,4) αναφέρει «τους Ιουδαίους που δημιουργούσαν θόρυβο στη Ρώμη εξαιτίας του Χριστού, του εξόρισε».
Ο Κλαύδιος λοιπόν, το 53 μ.Χ. έκδοσε διάταγμα, με το οποίο εξόριζε τους Ιουδαίους εξαιτίας του Χριστιανισμού.
Οι πράξεις των αποστόλων επιβεβαιώνουν το γεγονός!
Όταν ο απόστολος Παύλος ήρθε στην Κόρινθο, βρήκε τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, Ιουδαίους που ζούσαν προηγουμένως στη Ρώμη και έφυγαν «δια το διατεταχέναι Κλαύδιον χωρίζεσθαι πάντας τους Ιουδαίους από της Ρώμης» (Πράξεις 1 και 2).
Οι Χριστιανοί λοιπόν, πριν το 52 μ.Χ., είχαν γίνει αρκετοί στη Ρώμη, τόσοι που ανάγκασαν τον Κλαύδιο να εξορίσει όλους τους Ιουδαίους.
Και ο Σουετώνιος θεωρεί τον Χριστό απολύτως υπαρκτό πρόσωπο.
Ο μεγαλύτερος ιστορικός της Ρώμης, ο Πλίνιος ο νεώτερος, μαρτυρεί και αυτός με τη σειρά του για το Χριστό.
Ήταν φίλος του αυτοκράτορα Τραϊανού και στάλθηκε σαν Legatus Caesaris στην Βιθυνία της Μ. Ασίας.
Έγραψε λοιπόν: «Το μίασμα της δεισιδαιμονίας των Χριστιανών εκτείνεται όχι μόνο στις πόλεις αλλά και στους αγρούς και στα χωριά». Αναφέρει σε επιστολή στον αυτοκράτορα (Επιστολή Χ,96): «Οι Χριστιανοί συνηθίζουν να συνέρχονται μια τακτή ημέρα πριν την ανατολή του ήλιου, και να αναπέμπουν ύμνους στον Χριστό, σαν να μιλούν σε Θεό».
Η τακτή αυτή ημέρα ήταν και είναι η Κυριακή.
Ανάκρινε προσωπικά πολλούς Χριστιανούς και συγκέντρωσε πολλές πληροφορίες για τη ζωή και την πίστη τους. Ο ίδιος ήθελε να προστατέψει την ειδωλολατρική θρησκείας και επικοινωνεί με επιστολές με τον αυτοκράτορα, με θέμα την καταστολή και εξάπλωση της νέας θρησκείας.
Δεν φαίνεται ούτε καν υποψία ότι ο Χριστός είναι μυθικό πρόσωπο. Ο Πλίνιος κάνει λόγο για «τον Χριστό» και όχι για «κάποιο Χριστό». Ενοχλείται γιατί τον υμνούν «σαν Θεό».
Όλα αυτά έγιναν σε εποχή πολύ κοντά στη σταύρωση του Χριστού. Υπήρχαν αυτόπτες μάρτυρες της ζωής και της δράσης του Χριστού που διώχθηκαν και μαρτύρησαν. Ποτέ, κανένα ιστορικό στοιχείο δεν εκφράζει αμφιβολία για την ύπαρξη του Χριστού!
Πότε γεννήθηκαν οι «αμφιβολίες»; Από τους «διανοητές» μετά τον δέκατο έβδομο αιώνα μετά Χριστό!
Αλήθεια, τι λένε οι χειρότεροι εχθροί του Χριστού, οι Ιουδαίοι; Αν ήταν ανύπαρκτο πρόσωπο, δεν είναι λογικό να το τονίζουν με ιδιαίτερο ζήλο; Ποτέ οι Ιουδαίοι δεν ισχυρίστηκαν ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ανύπαρκτο πρόσωπο. Μάλιστα, αρκετά γι΄ αυτόν αναφέρουν τα ιερά τους βιβλία και οι ιστορικοί τους.
Ας αρχίσουμε από τον Εβραίο ιστορικό Ιώσηπο που γεννήθηκε το 37 μ.Χ. στην Ιερουσαλήμ. Φαρισαίος ο ίδιος, είχε στενό σύνδεσμο με τις οικογένειες των αρχιερέων Άννα και Καϊάφα. Στο έργο του «Ιουδαϊκή αρχαιολογία» που έγραψε Ελληνικά, αναφέρονται τα εξής:
Αρχικά (XVIII,5,2) γράφει για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή: «Τισί δε εκ των Ιουδαίων εδόκει ολωλέναι του Ηρώδου στρατόν υπό του Θεού, και μάλα δικαίως τιννυμένου κατά ποινήν Ιωάννου του επικαλουμένου Βαπτιστού· κτείνει γαρ τούτον ο Ηρώδης αγαθόν άνδρα...»
Μερικοί λοιπόν Ιουδαίοι πίστευαν ότι καταστράφηκε ο στρατός του Ηρώδου από τον Θεό, και πολύ δίκαια, γιατί τιμώρησε με την ποινή του θανάτου τον Ιωάννη το Βαπτιστή. Εφόνευσε λοιπόν ο Ηρώδης τον αγαθό αυτόν άντρα.
Δεν φαίνεται λοιπόν ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είναι ιστορικό πρόσωπο; Ότι βάπτιζε και ότι ήταν «ανήρ αγαθός»;
Ο Ιώσηπος παρακάτω (ΧΧ,9,1) γράφει:
«Ο αρχιερέας Άνανος καθίζει συνέδριο κριτών και παραγαγών εις αυτόν τον αδελφόν Ιησού τον λεγόμενον Χριστόν (Ιάκωβος το όνομα αυτού) και τινας εταίρους, ως παρανομησάντων κατηγορίαν ποιησάμενος παρέδωσε λευθησομένους (για να λιθοβοληθούν).
Κανείς ποτέ δεν αμφισβήτησε τη γνησιότητα του κειμένου αυτού. Η εποχή για την οποία γράφει ο Ιώσηπος, είναι μόλις 30 χρόνια πριν, υπάρχουν πολλοί που έζησαν τα γεγονότα. Σημαντικό είναι που αναφέρει «Ιησού τον λεγόμενον Χριστόν». Ο Ιώσηπος σαν Εβραίος δεν δέχεται ότι ο Ιησούς ήταν ο Χριστός - Μεσσίας που περίμεναν, σαν ιστορικός όμως έχει την ανάγκη να περιγράψει τα γεγονότα όσο το δυνατό καλύτερα. θυμόμαστε την περιγραφή του Ματθαίου στο κστ΄ 63-65:
«Εξορκίζω σε κατά του Θεού του ζώντος, ίνα ημιν είπης ει συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού» ρωτάει ο Καϊάφας, και όταν ο Ιησούς λέει ναι, «τότε ο αρχιερεύς διέρρηξε τα ιμάτια αυτού λέγων ότι εβλασφήμησε».
Ο Ιώσηπος λοιπόν μιλάει για τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Ιησού, του λεγόμενου Χριστού». Δεν αμφισβητεί ούτε στιγμή ότι υπήρξε ο Ιησούς, ο λεγόμενος Χριστός και γράφει 30 χρόνια μετά τα γεγονότα. Η ένδειξη αυτή είναι πολύ σοβαρή.
Ας συνεχίσουμε.
Ο Ιώσηπος στην Ιουδαϊκή αρχαιολογία του και συγκεκριμένα στο ΧVIII 3,3 γράφει:
«Γίγνεται δε κατά τούτον τον χρόνον Ιησούς, σοφός ανήρ. Ην γαρ παραδόξων έργων ποιητής, διδάσκαλος ανθρώπων των ηδονή ταληθή δεχομένων. Πολλούς μεν Ιουδαίους, πολλούς δε και του Ελληνικού επηγάγετο· και αυτόν ενδείξει των πρώτων ανδρών παρ ημίν, σταυρώ επιτετιμηκότος Πιλάτου, ουκ επαύσαντο οι το πρώτον αυτόν αγαπήσαντες.»
Αλήθεια, γιατί ένας Φαρισαίος δεν αγνόησε τελείως τον Ιησού; Μήπως ο Χριστιανισμός είχε εξαπλωθεί σε βαθμό που ήταν πλέον αδύνατο κάποιος ιστορικός να αποσιωπήσει τα γεγονότα;
Ο Ιώσηπος λοιπόν, σαν ιστορικός, ανάφερε την Ιουδαϊκή άποψη. Δεν υπάρχει κανένα δείγμα ότι κάποιοι την εποχή εκείνη πίστευαν ότι ο Ιησούς δεν υπήρξε. Έζησε, δίδαξε, σταυρώθηκε και «ουκ επαύσαντο οι το πρώτον αυτόν αγαπήσαντες».
Ο Ιώσηπος μιλάει στα βιβλία του για τους αυτοκράτορες Αύγουστο, Τιβέριο, Κλαύδιο, Νέρωνα. Τον Κυρήνιο (διοικητή της Συρίας) τον Φήστο, τον Φήλικα, τα πρόσωπα δηλαδή που αναφέρουν τα ευαγγέλια και οι πράξεις των αποστόλων.
Υπάρχουν άλλα στοιχεία; Ναι, τα πιο σημαντικά, αναφέρονται στο Ταλμούδ, το ιερό βιβλίο των Εβραίων. Το Ταλμούδ αποτελείται από τα βιβλία της Mishnah και της Gemara. Η Mishnah (ο προφορικός νόμος) είναι η παράδοση των πρεσβυτέρων. Η Gemara είναι σχόλια των Ραβίνων πάνω σε ότι περιέχει η Mishnah.
Τα ιερά βιβλία των Εβραίων μιλούν με βεβαιότητα για την ύπαρξη του Ιησού Χριστού. Δεν παραδέχονται φυσικά τη θεότητά του, παραδέχονται όμως χωρίς καμιά αμφιβολία την ύπαρξή του. Όπως είναι φυσικό, προσπαθούν να τον υποτιμήσουν. Έτσι γράφεται «κατά την εσπέρα του Εβραϊκού Πάσχα κρέμασαν τον Ιησού από τη Ναζαρέτ». Τονίζουν μάλιστα ότι ο Ιησούς ήταν καρπός πορνείας, έκανε δε θεραπείες που βασίζονταν σε μαγεία.
Σύμφωνα με τον Εβραίο καθηγητή J. Klausner, στο βιβλίο του «Ιησούς της Ναζαρέτ»: »Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ ήταν προδότης του Ισραήλ, ο οποίος ασκούσε μαγεία, περιφρονούσε τους λόγους της σοφίας, οδήγησε το λαό στην πλάνη και έλεγε ότι δεν ήρθε για να καταλύσει τον Μωσαϊκό νόμο αλλά να τον συμπληρώσει. Κρεμάστηκε την παραμονή του Πάσχα σαν αιρετικός και πλάνος του λαού. Οι μαθητές του έκαναν τα ίδια έργα στο όνομά του».
Νομίζω ότι το πρόβλημα της ύπαρξης του Ιησού Χριστού πάνω στη γη, συζητήθηκε αρκετά, και τα συμπεράσματα είναι αβίαστα. Θεωρώ περιττό να αναφερθώ σε δεκάδες άλλες αποδείξεις από διάφορους χώρους. Ακόμη και στη Συριακή ιστορία, ο Σαραπίων έγραψε (μετά το 73 μ.Χ.) ότι «οι Ιουδαίοι καταστραφέντες εκ της χώρας αυτών, διωχθέντες ζώσιν εν τη διασπορά, ο σοφός βασιλεύς όμως δεν απέθανε χάρις εις τους νέους νόμους που έδωσε. Ένεκα της καταδίκης του σοφού βασιλέως αφαιρέθη από τους Ιουδαίους το βασίλειον».
Ο μόνος «σοφός βασιλεύς» που κατεδικάστη, πριν το 73 μ.Χ., ήταν ο Ιησούς Χριστός.
Υπάρχει λοιπόν Θεός; Η απάντηση βγαίνει αβίαστα από το μυαλό μου, τη λογική, τα δεδομένα. Ναι, υπάρχει Θεός. Είναι λογικό να πούμε, όταν δούμε ένα θαυμαστό κατασκεύασμα «Ποιος άραγε το έφτιαξε;». Κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα πει «Έπεσαν τυχαία τα υλικά, δημιουργήθηκε, και λειτουργεί με θαυμαστή ακρίβεια».
Η Μωσαϊκή περιγραφή της δημιουργίας ανταποκρίνεται με θαυμαστό τρόπο στις σημερινές επιστημονικές ανακαλύψεις. Ο Μωυσής έγραψε ένα Θρησκευτικό βιβλίο, αιώνες πριν γεννηθούν οι επιστήμονες. Και όμως, αστρονόμοι, αστροφυσικοί, μαθηματικοί, γεωλόγοι, ανθρωπολόγοι, ιατροί, γλωσσολόγοι, όλοι σήμερα αναγνωρίζουν την σωστή επιστημονικά περιγραφή.
Μιλήσαμε ήδη για τις Θαυμαστές λεπτομέρειες της γέννεσης, που δεν εξηγούνται με την ανθρώπινη γνώση του Μωυσή, ούτε το περιβάλλον του. Η διήγησή του είναι προφανώς θεόπνευστη. Αλήθεια, θα πουν πολλοί, αυτό είναι Θαύμα, πιστεύεις στα Θαύματα;
Πολλοί άνθρωποι, που δέχονται σε γενικές γραμμές τη Χριστιανική διδασκαλία, διστάζουν όταν τους ρωτάνε «Πιστεύεις στα θαύματα;» Οι υλιστές, περιγράφουν τα δικά τους παράλογα θαύματα, που δεν τα έκανε κανείς, αλλά μόνο η τύχη, αισθάνονται επιστήμονες, όταν όμως ακούσουν για κάποιον που πιστεύει στα θαύματα που κάνει ο δημιουργός Θεός, γελούν ειρωνικά, κοιτάζουν περιπαικτικά, με αυτό το βλέμμα που λέει «Καλά, εσύ ακόμη τέτοια πιστεύεις;» και «τι κρίμα, που είσαι και επιστήμονας, και λες ότι κάποιος ανατρέπει τους φυσικούς νόμους».
Ας μελετήσουμε όμως, τι είναι Θαύμα και ποια είναι η πραγματικότητα σε αυτό το τόσο σοβαρό ζήτημα.
Τι είναι φυσικό; Ότι ανήκει στον ορατό κόσμο, με τους νόμους και τις δυνάμεις του, λέει ο Hettinger. Και τι είναι υπερφυσικό; Ότι ξεπερνάει τους φυσικούς νόμους και την τάξη που κάθε φορά γνωρίζουμε.
Δύο σημαντικές παρατηρήσεις πρέπει να γίνουν από την πρώτη στιγμή. Η πρώτη: Νομίζουμε ότι γνωρίζουμε όλους τους φυσικούς νόμους και τις αιτίες πολλών πραγμάτων. Όμως, πολύ συχνά, οι θεωρίες μας ανατρέπονται.
Τα κυριότερα βιβλία των υλιστών γράφτηκαν τους περασμένους αιώνες. Γνωρίζαμε τότε, τι είναι φυσικό; Ποιοι είναι οι φυσικοί νόμοι; Ναι, έλεγαν όλοι. Σήμερα όμως ξέρουμε ότι σε μεγάλο βαθμό, είχαμε κάνει λάθος. Για παράδειγμα, όλοι έδιναν μεγάλη σημασία στους νόμους του Νεύτωνα. Σήμερα γνωρίζουμε ότι αυτοί οι νόμοι δεν ισχύουν γενικά. Σε μεγάλες ταχύτητες, έχουν πλήρως ανατραπεί. «Συγνώμη, Νεύτωνα» είπε ο Einstein, όταν τους ανάτρεψε.
Αν κάποιος προκαλούσε μια πυρηνική έκρηξη, ανάλογη με αυτή της Χιροσίμα, τι θα έλεγαν όλοι τον προηγούμενο αιώνα; Θαύμα! Από μια πολύ μικρή ποσότητα ύλης, βγήκε μια τεράστια ποσότητα ενέργειας, κάτι αδύνατο. Θαύμα!
Ήταν Θαύμα; Όχι, απλά, το περιορισμένο ανθρώπινο μυαλό, δεν μπορούσε να συλλάβει αυτές τις κατακτήσεις, που, φυσικά, είναι και αυτές φυσικοί νόμοι που πρόσφατα ανακαλύψαμε.
Σήμερα, πολλοί πάλι κάνουν το ίδιο λάθος. Πάλι πιστεύουν ότι τα ξέρουν όλα. Αν λοιπόν κάτι γίνει διαφορετικό από αυτό που ξέρουν, ή δεν θα το πιστεύουν, ή θα το αποδώσουν σε θαύμα. Υπάρχουν λοιπόν «Θαύματα» που δεν είναι καθόλου θαύματα, απλά φυσικοί νόμοι που δεν γνωρίζουμε.
Το δεύτερο που έχω να πω, είναι ότι ναι, υπάρχουν πραγματικά θαύματα. Τι πιο λογικό. Η υπέρτατη δύναμη, που μπόρεσε να δημιουργήσει το θαυμαστό αυτό κόσμο, σίγουρα μπορεί να κάνει πράγματα που δεν μπορούμε να καταλάβουμε, ούτε να κάνουμε μόνοι μας. Όπως η ατομική βόμβα τον περασμένο αιώνα ήταν ακατανόητη, ο δημιουργός όμως είχε φτιάξει έτσι την ύλη και φυσικά το ήξερε, έτσι και σήμερα, αυτά που είναι σε εμάς άγνωστα, υπερφυσικά, θαύματα, ο δημιουργός με την κατά πολύ ανώτερη διάνοια, μπορεί να τα πραγματοποιήσει.
Πως είναι δυνατό, να βλέπουμε καθημερινά το θαύμα της δημιουργίας, τελείως ανεξήγητο με τους ανθρώπινους νόμους, αλλά εμείς να «μην πιστεύουμε σε θαύματα!» Γιατί υποτιμάμαι τον δημιουργό; Αυτός που έφτιαξε μια μηχανή, γνωρίζει περισσότερα από αυτόν που απλά ζει και τη χρησιμοποιεί. Πόσοι από τους ανθρώπους που καθημερινά βλέπουν τηλεόραση, χρησιμοποιούν το τηλέφωνο, κατανοούν το μηχανισμό τους; Αν βγει ένα τηλέφωνο με καινούριες δυνατότητες, κανείς δεν θα μιλήσει για θαύμα, αλλά για επίτευγμα των μηχανικών, αυτών που ήξεραν. Γιατί λοιπόν, αν ακούσουμε κάτι που δεν καταλαβαίνουμε στο θρησκευτικό πεδίο, είμαστε έτοιμοι να πούμε «αφού εγώ δεν το καταλαβαίνω, άρα είναι ψέμα, απάτη, δεν έγινε έτσι!»
Ο Nitzsche παρατηρεί «Τα θαύματα ανήκουν στην υψηλότερη τάξη πραγμάτων, που είναι φύση και αυτή».
Αυτό που ήταν υπερφυσικό για ανθρώπους περασμένων αιώνων, είναι φυσικό για εμάς. Τηλέφωνο, αεροπλάνο, δορυφόροι, διαστημόπλοια, μικροσκόπια, υποβρύχια, ιατρικά μηχανήματα, εγχείρηση αντικατάστασης οργάνων κλπ. Αυτό λοιπόν που είναι υπερφυσικό για μας σήμερα (και πολλοί το ειρωνεύονται), θα είναι φυσικό για τους ανθρώπους των επόμενων αιώνων. Και, ασφαλώς, είναι ήδη φυσικό για τον σοφό κατασκευαστή του μηχανισμού απόλυτης ακρίβειας που λέγεται σύμπαν.
Τι απαντούν οι υλιστές σε αυτά τα επιχειρήματα;
«Καλά, αφού ο Θεός είναι πάνσοφος και τέλειος, γιατί δεν έκανε τέλειο τον κόσμο, και αναγκάζεται να παρεμβαίνει και να κάνει θαύματα για να διορθώσει τις αδικίες και τις ατέλειες;»
Αμφισβητούν δηλαδή ότι ο θεός είναι πάνσοφος, παντοδύναμος και ικανός. Όμως, ο Θεός έκανε τον άνθρωπο ελεύθερο, τον έδωσε δηλαδή το πιο πολύτιμο δώρο. Δεν τον έκανε ρομπότ. Αποτέλεσμα αυτής της ελευθερίας, είναι ο κόσμος που βλέπουμε σήμερα. Θα προτιμούσαν όμως να είναι άβουλα ρομπότ, ώστε να μείνει «τέλειος» ο κόσμος;
Θα έπρεπε πάντως να ξέρουν ότι και το τελειότερο έργο, αν βρίσκεται σε συνεχή εξέλιξη και εξάρτηση από τις επιλογές ατελών ηθικά όντων όπως οι άνθρωποι, είναι επόμενο να χρειάζεται διορθωτικές παρεμβάσεις. Σήμερα ο άνθρωπος εξαντλεί τις δυνατότητες αυτοκαθαρισμού των νερών και του αέρα. Που είναι η ανθρώπινη σοφία; Αν ο Θεός δεν είχε δώσει τις δυνατότητες αυτοκαθαρισμού στο υγρό και αέριο περιβάλλον, η ζωή σήμερα δεν θα υπήρχε. Πως λοιπόν αποδίδουν στο Θεό ευθύνη, ότι το έργο του ήταν ατελές, τη στιγμή που εμείς οι άνθρωποι κάνουμε ότι μπορούμε για να καταστρέψουμε τη δημιουργία, με μόνο όφελος την πρόσκαιρη «άνοδο του βιωτικού επιπέδου» δηλαδή τον υπερκαταναλωτισμό;
Ας συγκεντρώσουμε τώρα την προσοχή μας στα επόμενα ερωτήματα που γεννιώνται. Εντάξει, υπάρχει Θεός. Ήρθε σε επικοινωνία με τον Μωυσή, και αυτός μπόρεσε να γράψει τη γέννεση. Άρα υπάρχει Θεός που δεν είναι αδιάφορος για τα δημιουργήματά του. Έδωσε τον Μωσαϊκό νόμο, τις εντολές, τον ηθικό κανόνα που ήταν ατελής βέβαια, ανάλογος όμως με την κατάσταση των ανθρώπων εκείνης της εποχής.
Ο Χριστός όμως; Υπήρξε; Ορισμένοι λένε ότι είναι μυθικό πρόσωπο. Αν υπήρξε, είναι Θεός άνθρωπος, και τα δύο εξ΄ ίσου; Προϋπήρξε, ή έγινε «σαν θεός»; Ας προσπαθήσουμε να παρακολουθήσουμε τα γεγονότα, και να βγάλουμε συμπεράσματα.
Η εμφάνιση και διάδοση του Χριστιανισμού δεν υπακούει σε κανένα από τους νόμους της λογικής. Ποιές πιθανότητες είχε να διαδοθεί αυτή η πίστη, αν κάναμε μια μαθηματική εκτίμηση; Καμία! Κι όμως διαδόθηκε. Και στο πιο μικρό χωριό, σε ένα μεγάλο μέρος της γης, υπάρχει μια εκκλησία.
Ας σκεφτούμε τί ακριβώς συνέβη. Ας υποθέσουμε ότι σήμερα έρχεται στην Αθήνα μια ομάδα ξένων ανθρώπων, φτωχών, πεινασμένων, που κατάγονται από μια μακρινή χώρα. Μας λένε ότι ο δάσκαλός τους, που ήταν ένας μαραγκός από μια άγνωστη πόλη, τη Ναζαρέτ, καταδικάστηκε από τους συμπολίτες του σε θάνατο και σταυρώθηκε μαζί με άλλους ληστές. Εμείς αγνοούμε και το δάσκαλο - μαραγκό και τον τόπο που έγιναν όλα αυτά. Όμως, λένε, αυτός ο δάσκαλος ήταν γιος του Θεού, που γεννήθηκε με θαύμα, και όμως αυτό καθόλου δεν τον ωφέλησε, γιατί έζησε πτωχός, βασανίστηκε, πέθανε νέος με τον πιο ατιμωτικό τρόπο. Όμως, θα μας έλεγαν οι ξένοι, όλα αυτά τα έκανε γιατί ήθελε να αναστηθεί σε τρεις μέρες, και έτσι να συγχωρεθούμε εμείς, οι ‘Ελληνες, και όλος ο κόσμος, από τις αμαρτίες μας, και να ζήσουμε και εμείς αιώνια, αν πιστέψουμε σε αυτό το δάσκαλο. Έτσι, να γκρεμίσουμε τους πατροπαράδοτους θεούς, να γκρεμίσουμε τις εκκλησίες, τις εικόνες, να αποκηρύξουμε ότι πιστεύουμε και από εδώ και πέρα να πιστεύουμε μόνο στο δάσκαλό τους, που μόλις μας αποκάλυψαν!
Αλήθεια, πόσες πιθανότητες υπάρχουν να μας πείσουν; Πιστεύω Καμία. Και όμως αυτό ακριβώς συνέβη σε τόσες και τόσες πόλεις πριν είκοσι αιώνες, και ο Χριστιανισμός διαδόθηκε!! Γκρεμίστηκαν οι τότε ναοί, διώχτηκαν οι θεοί, και οι άνθρωποι πίστεψαν στον Χριστό που κήρυξε ο Παύλος και οι απόστολοι. Αλήθεια, είναι απίστευτο. Δεν μπορεί να έγινε σύμφωνα με τη λογική. Να ένα αληθινό θαύμα, αντίθετο στη φύση των ανθρώπων.
Ναι, αλλά τι κήρυξε ο Παύλος και οι απόστολοι; Κάτι που ήταν ιδιαίτερα αρεστό, κολάκευε τις φυσικές κλίσεις και τάσεις των ανθρώπων; Ξέρουμε ότι οι αρχαίοι θεοί, είχαν ελαττώματα και αδυναμίες ανάλογες με τους ανθρώπους. Έρωτες, πάθη, μίση, κακίες, έκαναν τον άνθρωπο να αισθάνεται δικαιωμένος που και αυτός ήταν έτσι, σαν τους θεούς του.
Δίδαξε ο Χριστιανισμός κάτι ανάλογο; Δίδαξε τελείως αντίθετα προς τα ορμέμφυτα των ανθρώπων. Δίδαξε την αγάπη και προς τους εχθρούς, την αυτοθυσία, την ταπείνωση. Πόσο δύσκολο είναι για το σημερινό άνθρωπο να υποτάξει την κακή φύση του, μετά από τόσους αιώνες σωστά παραδείγματα και νουθεσίες. Τότε, ήταν πραγματικά απίστευτο να υπάρχουν άνθρωποι που να εγκαταλείπουν τους πατροπαράδοτους θεούς, για να γίνουν Χριστιανοί. Οι αρχαίοι θεοί κολάκευαν τον εγωισμό, τη φιλαυτία, πρόσφεραν ευκαιρίες για γλέντι, ελεύθερες ερωτικές σχέσεις με τις ιέρειες ή με τους υπόλοιπους κατοίκους της πόλης. Ο Χριστιανισμός δίδαξε αποχή από κάθε τέτοια ενέργεια, και εντολή ηθικής τελείωσης, μέσα από την ταπείνωση! Και επιβλήθηκε. Και οι ναοί ερήμωσαν, και τα είδωλα σήμερα κοσμούν τα μουσεία, σαν αγάλματα μιας άλλης εποχής.
Τι ανακάλυψαν αυτοί οι άνθρωποι, που θυσίαζαν ευχαρίστως και τη ζωή τους για να μην αρνηθούν την πίστη τους στο Χριστό; Την αληθινή ευτυχία, τη γαλήνη, την ειρήνη, που μόνο ο Χριστός μπορεί να δώσει, αν πιστέψουμε στο λόγο του και εφαρμόσουμε τη διδασκαλία του. Καμία ανθρώπινη προσπάθεια δεν ήταν δυνατό να οδηγήσει σε ανάλογο αποτέλεσμα. Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Υπήρξε ο Χριστός ή ήταν μυθικό πρόσωπο; Αυτό είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε, αφού μελετήσουμε τα στοιχεία που έχουμε. Θα ερευνήσουμε όχι με γνώμονα την πίστη, αλλά την επιστημονική έρευνα. Άλλωστε και σε μένα προηγήθηκε η επιστημονική έρευνα που οδήγησε στην πίστη και μετά ήρθε το θαύμα της αναγέννησης, όπου ο παλιός άνθρωπος χάθηκε και γεννήθηκε ένας νέος άνθρωπος.
Μισεί ότι έκανε πριν και χαίρεται για αυτά που περιφρονούσε. Γεμίζει όμως με τόση ευτυχία, που είναι αδιανόητη για τους ανθρώπους που δεν γνώριζαν την αλήθεια.
Ας αφήσουμε όμως τα συναισθήματα και ας επιστρέψουμε στην αυστηρότητα της επιστημονικής ανάλυσης.
Υπάρχουν ιστορικά τεκμήρια, που βεβαιώνουν την παρουσία του Χριστού πάνω στη γη. Θα μελετήσουμε τις πηγές και μετά θα μελετήσουμε τις αντιρρήσεις. Μόνο αν δούμε και τις αντίθετες απόψεις, θα είμαστε βέβαιοι ότι μπορούμε να οδηγηθούμε σε ασφαλή συμπεράσματα.
Ο Ρωμαίος ιστορικός Κορνήλιος Τάκιτος (γεννήθηκε το 52 μ.Χ.)στο έργο του Annales όπου αναπτύσσει την ιστορία της Ρώμης από το 14 μ.Χ. ως το 68 μ.Χ. αναφέρει (XV, 14):
« Ο Νέρων υπόβαλλε σε ιδιαίτερες τιμωρίες εκείνους που ο λαός ονομάζει Χριστιανούς. Εκείνος, από τον οποίο προήλθε το όνομα, είναι ο Χριστός, ο οποίος θανατώθηκε επί της βασιλείας του Τιβερίου, όταν διοικητής της επαρχίας ήταν ο Πόντιος Πιλάτος. Η ολέθρια αυτή πίστη, που καταστάλθηκε πρόσκαιρα, ξαναφάνηκε όχι μόνο στην Ιουδαία, την εστία του κακού, αλλά και στη Ρώμη, όπου από παντού μαζεύονται όλα τα κακά και τα αισχρά».
Σημαντική μαρτυρία. Ο Τάκιτος είναι τελείως αντίθετος στο Χριστιανισμό. Δεν αμφισβητεί ούτε ότι υπήρξε ο Χριστός, ούτε ότι ο Χριστιανισμός εξαπλώθηκε παρά τους διωγμούς. Όλα έγιναν «επί βασιλείας του Τιβερίου, όταν διοικητής της επαρχίας ήταν ο Πόντιος Πιλάτος».
Τι λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, στο ευαγγέλιό του;
«Εν έτει πέντε και δεκάτω, της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος, ηγεμονεύοντος Ποντίου Πιλάτου της Ιουδαίας και τετραρχούντος Γαλιλαίας Ηρώδου, Φιλίππου δε του αδελφού αυτού τετραρχούντος της Ιτουραίας και Τραχωνίτδος χώρας, και Λυσανίου της Αβιλινής τετραρχούντος, επί αρχιερέως Άννα και Καϊάφα...»
Πλήρης συμφωνία. Αν ο Χριστός ήταν μυθικό πρόσωπο, θα ζούσε «κάποτε». Δεν θα υπήρχε τόσο ακριβής περιγραφή της κοινωνίας μέσα στην οποία έζησε. Ο Λουκάς και ο Τάκιτος, ο Χριστιανός και ο ειδωλολάτρης, συμφωνούν απόλυτα.
Άλλος Ρωμαίος ιστορικός, ο Σουετώνιος, γεννήθηκε το 75 μ.Χ. και έγραψε την ιστορία των αυτοκρατόρων της Ρώμης. Την πρώτη φορά που αναφέρει του Χριστιανούς (Vita Neronis XVI,2) λέει «τιμωρήθηκαν οι Χριστιανοί, άνθρωποι με νέα και κακοποιό δεισιδαιμονία».
Είναι λοιπόν νέα ακόμη η Χριστιανική πίστη, και τιμωρήθηκαν (64μ.Χ.) από το Νέρωνα.
Ο Σουετώνιος στη συνέχεια (Vita Claudii XXV,4) αναφέρει «τους Ιουδαίους που δημιουργούσαν θόρυβο στη Ρώμη εξαιτίας του Χριστού, του εξόρισε».
Ο Κλαύδιος λοιπόν, το 53 μ.Χ. έκδοσε διάταγμα, με το οποίο εξόριζε τους Ιουδαίους εξαιτίας του Χριστιανισμού.
Οι πράξεις των αποστόλων επιβεβαιώνουν το γεγονός!
Όταν ο απόστολος Παύλος ήρθε στην Κόρινθο, βρήκε τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, Ιουδαίους που ζούσαν προηγουμένως στη Ρώμη και έφυγαν «δια το διατεταχέναι Κλαύδιον χωρίζεσθαι πάντας τους Ιουδαίους από της Ρώμης» (Πράξεις 1 και 2).
Οι Χριστιανοί λοιπόν, πριν το 52 μ.Χ., είχαν γίνει αρκετοί στη Ρώμη, τόσοι που ανάγκασαν τον Κλαύδιο να εξορίσει όλους τους Ιουδαίους.
Και ο Σουετώνιος θεωρεί τον Χριστό απολύτως υπαρκτό πρόσωπο.
Ο μεγαλύτερος ιστορικός της Ρώμης, ο Πλίνιος ο νεώτερος, μαρτυρεί και αυτός με τη σειρά του για το Χριστό.
Ήταν φίλος του αυτοκράτορα Τραϊανού και στάλθηκε σαν Legatus Caesaris στην Βιθυνία της Μ. Ασίας.
Έγραψε λοιπόν: «Το μίασμα της δεισιδαιμονίας των Χριστιανών εκτείνεται όχι μόνο στις πόλεις αλλά και στους αγρούς και στα χωριά». Αναφέρει σε επιστολή στον αυτοκράτορα (Επιστολή Χ,96): «Οι Χριστιανοί συνηθίζουν να συνέρχονται μια τακτή ημέρα πριν την ανατολή του ήλιου, και να αναπέμπουν ύμνους στον Χριστό, σαν να μιλούν σε Θεό».
Η τακτή αυτή ημέρα ήταν και είναι η Κυριακή.
Ανάκρινε προσωπικά πολλούς Χριστιανούς και συγκέντρωσε πολλές πληροφορίες για τη ζωή και την πίστη τους. Ο ίδιος ήθελε να προστατέψει την ειδωλολατρική θρησκείας και επικοινωνεί με επιστολές με τον αυτοκράτορα, με θέμα την καταστολή και εξάπλωση της νέας θρησκείας.
Δεν φαίνεται ούτε καν υποψία ότι ο Χριστός είναι μυθικό πρόσωπο. Ο Πλίνιος κάνει λόγο για «τον Χριστό» και όχι για «κάποιο Χριστό». Ενοχλείται γιατί τον υμνούν «σαν Θεό».
Όλα αυτά έγιναν σε εποχή πολύ κοντά στη σταύρωση του Χριστού. Υπήρχαν αυτόπτες μάρτυρες της ζωής και της δράσης του Χριστού που διώχθηκαν και μαρτύρησαν. Ποτέ, κανένα ιστορικό στοιχείο δεν εκφράζει αμφιβολία για την ύπαρξη του Χριστού!
Πότε γεννήθηκαν οι «αμφιβολίες»; Από τους «διανοητές» μετά τον δέκατο έβδομο αιώνα μετά Χριστό!
Αλήθεια, τι λένε οι χειρότεροι εχθροί του Χριστού, οι Ιουδαίοι; Αν ήταν ανύπαρκτο πρόσωπο, δεν είναι λογικό να το τονίζουν με ιδιαίτερο ζήλο; Ποτέ οι Ιουδαίοι δεν ισχυρίστηκαν ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ανύπαρκτο πρόσωπο. Μάλιστα, αρκετά γι΄ αυτόν αναφέρουν τα ιερά τους βιβλία και οι ιστορικοί τους.
Ας αρχίσουμε από τον Εβραίο ιστορικό Ιώσηπο που γεννήθηκε το 37 μ.Χ. στην Ιερουσαλήμ. Φαρισαίος ο ίδιος, είχε στενό σύνδεσμο με τις οικογένειες των αρχιερέων Άννα και Καϊάφα. Στο έργο του «Ιουδαϊκή αρχαιολογία» που έγραψε Ελληνικά, αναφέρονται τα εξής:
Αρχικά (XVIII,5,2) γράφει για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή: «Τισί δε εκ των Ιουδαίων εδόκει ολωλέναι του Ηρώδου στρατόν υπό του Θεού, και μάλα δικαίως τιννυμένου κατά ποινήν Ιωάννου του επικαλουμένου Βαπτιστού· κτείνει γαρ τούτον ο Ηρώδης αγαθόν άνδρα...»
Μερικοί λοιπόν Ιουδαίοι πίστευαν ότι καταστράφηκε ο στρατός του Ηρώδου από τον Θεό, και πολύ δίκαια, γιατί τιμώρησε με την ποινή του θανάτου τον Ιωάννη το Βαπτιστή. Εφόνευσε λοιπόν ο Ηρώδης τον αγαθό αυτόν άντρα.
Δεν φαίνεται λοιπόν ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είναι ιστορικό πρόσωπο; Ότι βάπτιζε και ότι ήταν «ανήρ αγαθός»;
Ο Ιώσηπος παρακάτω (ΧΧ,9,1) γράφει:
«Ο αρχιερέας Άνανος καθίζει συνέδριο κριτών και παραγαγών εις αυτόν τον αδελφόν Ιησού τον λεγόμενον Χριστόν (Ιάκωβος το όνομα αυτού) και τινας εταίρους, ως παρανομησάντων κατηγορίαν ποιησάμενος παρέδωσε λευθησομένους (για να λιθοβοληθούν).
Κανείς ποτέ δεν αμφισβήτησε τη γνησιότητα του κειμένου αυτού. Η εποχή για την οποία γράφει ο Ιώσηπος, είναι μόλις 30 χρόνια πριν, υπάρχουν πολλοί που έζησαν τα γεγονότα. Σημαντικό είναι που αναφέρει «Ιησού τον λεγόμενον Χριστόν». Ο Ιώσηπος σαν Εβραίος δεν δέχεται ότι ο Ιησούς ήταν ο Χριστός - Μεσσίας που περίμεναν, σαν ιστορικός όμως έχει την ανάγκη να περιγράψει τα γεγονότα όσο το δυνατό καλύτερα. θυμόμαστε την περιγραφή του Ματθαίου στο κστ΄ 63-65:
«Εξορκίζω σε κατά του Θεού του ζώντος, ίνα ημιν είπης ει συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού» ρωτάει ο Καϊάφας, και όταν ο Ιησούς λέει ναι, «τότε ο αρχιερεύς διέρρηξε τα ιμάτια αυτού λέγων ότι εβλασφήμησε».
Ο Ιώσηπος λοιπόν μιλάει για τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Ιησού, του λεγόμενου Χριστού». Δεν αμφισβητεί ούτε στιγμή ότι υπήρξε ο Ιησούς, ο λεγόμενος Χριστός και γράφει 30 χρόνια μετά τα γεγονότα. Η ένδειξη αυτή είναι πολύ σοβαρή.
Ας συνεχίσουμε.
Ο Ιώσηπος στην Ιουδαϊκή αρχαιολογία του και συγκεκριμένα στο ΧVIII 3,3 γράφει:
«Γίγνεται δε κατά τούτον τον χρόνον Ιησούς, σοφός ανήρ. Ην γαρ παραδόξων έργων ποιητής, διδάσκαλος ανθρώπων των ηδονή ταληθή δεχομένων. Πολλούς μεν Ιουδαίους, πολλούς δε και του Ελληνικού επηγάγετο· και αυτόν ενδείξει των πρώτων ανδρών παρ ημίν, σταυρώ επιτετιμηκότος Πιλάτου, ουκ επαύσαντο οι το πρώτον αυτόν αγαπήσαντες.»
Αλήθεια, γιατί ένας Φαρισαίος δεν αγνόησε τελείως τον Ιησού; Μήπως ο Χριστιανισμός είχε εξαπλωθεί σε βαθμό που ήταν πλέον αδύνατο κάποιος ιστορικός να αποσιωπήσει τα γεγονότα;
Ο Ιώσηπος λοιπόν, σαν ιστορικός, ανάφερε την Ιουδαϊκή άποψη. Δεν υπάρχει κανένα δείγμα ότι κάποιοι την εποχή εκείνη πίστευαν ότι ο Ιησούς δεν υπήρξε. Έζησε, δίδαξε, σταυρώθηκε και «ουκ επαύσαντο οι το πρώτον αυτόν αγαπήσαντες».
Ο Ιώσηπος μιλάει στα βιβλία του για τους αυτοκράτορες Αύγουστο, Τιβέριο, Κλαύδιο, Νέρωνα. Τον Κυρήνιο (διοικητή της Συρίας) τον Φήστο, τον Φήλικα, τα πρόσωπα δηλαδή που αναφέρουν τα ευαγγέλια και οι πράξεις των αποστόλων.
Υπάρχουν άλλα στοιχεία; Ναι, τα πιο σημαντικά, αναφέρονται στο Ταλμούδ, το ιερό βιβλίο των Εβραίων. Το Ταλμούδ αποτελείται από τα βιβλία της Mishnah και της Gemara. Η Mishnah (ο προφορικός νόμος) είναι η παράδοση των πρεσβυτέρων. Η Gemara είναι σχόλια των Ραβίνων πάνω σε ότι περιέχει η Mishnah.
Τα ιερά βιβλία των Εβραίων μιλούν με βεβαιότητα για την ύπαρξη του Ιησού Χριστού. Δεν παραδέχονται φυσικά τη θεότητά του, παραδέχονται όμως χωρίς καμιά αμφιβολία την ύπαρξή του. Όπως είναι φυσικό, προσπαθούν να τον υποτιμήσουν. Έτσι γράφεται «κατά την εσπέρα του Εβραϊκού Πάσχα κρέμασαν τον Ιησού από τη Ναζαρέτ». Τονίζουν μάλιστα ότι ο Ιησούς ήταν καρπός πορνείας, έκανε δε θεραπείες που βασίζονταν σε μαγεία.
Σύμφωνα με τον Εβραίο καθηγητή J. Klausner, στο βιβλίο του «Ιησούς της Ναζαρέτ»: »Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ ήταν προδότης του Ισραήλ, ο οποίος ασκούσε μαγεία, περιφρονούσε τους λόγους της σοφίας, οδήγησε το λαό στην πλάνη και έλεγε ότι δεν ήρθε για να καταλύσει τον Μωσαϊκό νόμο αλλά να τον συμπληρώσει. Κρεμάστηκε την παραμονή του Πάσχα σαν αιρετικός και πλάνος του λαού. Οι μαθητές του έκαναν τα ίδια έργα στο όνομά του».
Νομίζω ότι το πρόβλημα της ύπαρξης του Ιησού Χριστού πάνω στη γη, συζητήθηκε αρκετά, και τα συμπεράσματα είναι αβίαστα. Θεωρώ περιττό να αναφερθώ σε δεκάδες άλλες αποδείξεις από διάφορους χώρους. Ακόμη και στη Συριακή ιστορία, ο Σαραπίων έγραψε (μετά το 73 μ.Χ.) ότι «οι Ιουδαίοι καταστραφέντες εκ της χώρας αυτών, διωχθέντες ζώσιν εν τη διασπορά, ο σοφός βασιλεύς όμως δεν απέθανε χάρις εις τους νέους νόμους που έδωσε. Ένεκα της καταδίκης του σοφού βασιλέως αφαιρέθη από τους Ιουδαίους το βασίλειον».
Ο μόνος «σοφός βασιλεύς» που κατεδικάστη, πριν το 73 μ.Χ., ήταν ο Ιησούς Χριστός.