Articles by "Αόρατος πόλεμος"
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αόρατος πόλεμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων



Ο Αόρατος πόλεμος"
ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
Απόδοση στη νέα Ελληνική: Ιερομόναχος Βενέδικτος
Έκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος
Αναδημοσίευση από: http://www.phys.uoa.gr/~nektar/




ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Περιεχόμενα 1ου Μέρους



Περιεχόμενα 2ου Μέρους



Εισαγωγή




Και δικαιότατη και αυτή που πρέπει είναι η επωνυμία που παίρνει το ψυχωφελέστατο βιβλίο. Γιατί αν και πολλά από τα ιερά και θεόπνευστα βιβλία της Παλαιάς και Νέας Διαθήκης, ωνομάσθηκαν αμέσως από αυτά τα ίδια πράγματα, που διδάσκουν (έτσι, για παράδειγμα, η Γένεσις του Μωϋσή ωνομάστηκε, επειδή αναφέρει για την από το μηδέν γέννησι και Δημιουργία και τα τέσσερα Ευαγγέλια, γιατί ιστοριογραφούν τα καλά και σωτηριώδη μηνύματα των ανθρώπων. Ποιος δεν βλέπει γιατί και αυτό εδώ το βιβλίο ωνομάσθηκε κατάλληλα Αόρατος Πόλεμος, από αυτήν αμέσως την ύλη και τις υποθέσεις με τις οποίες ασχολείται;

Γιατί διδάσκει αυτή, (όχι για κάποιον αντιληπτό και ορατό πόλεμο, όχι για εχθρούς σωματικούς και οφαλμοφανείς, αλλά για τον αόρατο πόλεμο που γίνεται στο μυαλό, στον οποίο παίρνει μέρος κάθε χριστιανός, αμέσως από την ώρα που θα βαπτισθή και υποσχεθή απέναντι στον Θεό, να πολεμάη σε αυτόν μέχρι να πεθάνη, για χάρι του θείου αυτού ονόματος. Γι αυτό και σχετικά με αυτόν τον πόλεμο, παραβολικά γράφτηκε στους Αριθμούς... Γι αυτό λέγεται στο βιβλίο ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΥΡΙΟΥ (Αριθμ. 21,14), και διδάσκει για εχθρούς ασώματους και αφανείς, οι οποίοι είναι τα διάφορα πάθη, οι θελήσεις της σάρκας και οι πονηροί δαίμονες, οι οποίοι μισούν τους ανθρώπους και δεν σταματάνε ημέρα και νύκτα να μας πολεμάνε. Όπως είπε ο μακάριος Παύλος «δεν έχουμε να παλαίψουμε με ανθρώπους, αλλά με αρχές και εξουσίες, δηλαδή με τους κυρίαρχους του κόσμου τούτου, τα πονηρά πνεύματα που βρίσκονται ανάμεσα στη γη και στον ουρανό». (Εφεσ. 6,12).

Και οι στρατιώτες που πολεμούν σε αυτό τον πόλεμο είναι όλοι οι χριστιανοί, όπως μαθαίνουμε από αυτό το βιβλίο. Αρχιστράτηγος των χριστιανών παρουσιάζεται ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, περιτριγυρισμένος με όλους τους χιλιάρχους και εκατοντάρχους, δηλαδή με όλα τα τάγματα των «Αγγέλων και των Αγίων»· πεδίο αγώνα και τόπος και πολεμήστρα, μέσα στον οποίο ο πόλεμος αυτός γίνεται, είναι η ίδια η καρδιά και όλος ο εσωτερικός άνθρωπος, και χρόνος του πολέμου είναι όλη μας η ζωή.

Ποιά πάλι είναι τα όπλα, με τα οποία εξοπλίζει τους στρατιώτες του ο Αόρατος αυτός Πόλεμος; Ακούστε· η περικεφαλαία αυτών και το σκουτάρι, είναι η εκπληρωμένη δυσπιστία και η απελπισία του εαυτού τους. Η σημαία τους και το σιδερένιο πουκάμισο, είναι το θάρρος προς τον Θεό και η βέβαιη ελπίδα. Ο θώρακας και το περιστήθιό τους, είναι η μελέτη των παθών του Κυρίου. Η ζώνη τους είναι η αποχή από τα σαρκικά πάθη. Τα υποδήματά τους, είναι η ταπείνωσις και η επίγνωσις της ασθένειάς τους. Η ασπίδα, δηλαδή το καλκάνι τους, είναι η υπομονή στους πειρασμούς και η απομάκρυνσις της αμέλειας. Η μάχαιρα, που κρατάνε από το ένα χέρι, είναι η ιερά προσευχή, τόσο η λεγόμενη νοερά και προφορική, όσο και αυτή που γίνεται με την μελέτη. Και, τρίλογχο κοντάρι, που κρατούνε από το άλλο χέρι, είναι το να μη κάνουν συγκατάθεσις στο πάθος, που τους πολεμεί, να το διώχνουν με οργή και να το μισούν και να το συχαίνωνται από την καρδιά τους. Τροφή τους, από την οποία παίρνουν για να δυναμώνουν εναντίον των εχθρών, είναι η συνεχής μετάληψις της θείας Κοινωνίας, τόσο της θείας μυσταγωγίας του θυσιαστηρίου, όσο και της νοεράς, και αέρας φωτεινός και ανέφελος, μέσα από τον οποίο βλέπουν από μακριά τους εχθρούς, είναι η παντοτινή γύμνασις του νού στο να γνωρίζη σωστά τα πράγματα και η παντοτεινή γύμνασις της θελήσεως, στο να θέλη μόνον να ευαρεστή το Θεό, και η ειρήνη της καρδιάς και η ησυχία.

Εδώ, εδώ σε αυτόν τον Αόρατο Πόλεμο, ή να πούμε καλύτερα, σε αυτόν τον Πόλεμο του Κυρίου, μαθαίνουν οι στρατιώτες του Χριστού τις διαφόρες απάτες, τις κάθε είδους μηχανοραφίες, τα δύσκολα στρατηγήματα και τις τέχνες που μεταχειρίζονται εναντίον αυτών οι νοητοί εχθροί μέσα από τις αισθήσεις, μέσα από την φαντασία, μέσα από την στέρησι της ευλάβειας και μάλιστα, μέσα από τις τέσσερες προσβολές, που φέρνουν τον καιρό του θανάτου, της απιστίας, λέω, της απογνώσεως, της κενοδοξίας και της μεταμορφώσεώς των σε φωτεινούς Αγγέλους. Και στη συνέχεια, μελετάνε και αυτοί, Πως να λύνουν και να αντιπολεμούν, αυτές τις μηχανές των εχθρών. Και εδώ διδάσκονται, ποιά τάξι και ποιό νόμο πρέπει να κρατούν και πόσο γενναία να πολεμούν. Και για να πω με συντομία, από το βιβλίο αυτό κάθε άνθρωπος που αγαπά την σωτηρία του, μαθαίνει Πως να νικήση τους αόρατους εχθρούς του, για να αποκτήση κούρση και θησαυρούς, δηλαδή αρετές θείες και αληθινές και για να πάρει βραβείο και στεφάνι αμαράντινο, το οποίο είναι η ένωση με το Θεό και στο τωρινό αιώνα και στο μέλλοντα.

Δεχθείτε λοιπόν αυτό το βιβλίο, φιλόχριστοι αναγνώστες, με χαρά και ευνοϊκά και μάθετε από αυτό την τέχνη του Αόρατου Πολέμου· φροντίστε όχι μόνο να πολεμήτε απλά, αλλά να πολεμήτε και νόμιμα και όπως πρέπει, για να στεφανωθήτε. Επειδή, κατά τον Απόστολο «εάν και αθλήται κανείς, δεν στεφανώνεται, αν δεν αθλήση νόμιμα» (Β´ Τιμόθ. 5)». Εξοπλισθήτε με τα όπλα που σάς διδάσκει, για να θανατώσετε με αυτά τους νοητούς και αόρατους εχθρούς σας, οι οποίοι είναι τα πάθη που φθείρουν την ψυχή και οι δαίμονες που είναι οι δημιουργοί αυτών των παθών. «Ντυθήτε την πανοπλία του Θεού για να μπορέσετε να αντισταθήτε στα τεχνάσματα του διαβόλου» (Εφεσ. 3,10). Να θυμάστε ότι υποχεσθήκατε στο άγιο βάπτισμα ότι απαρνήσθε και πολεμάτε τον σατανά και όλα τα έργα του και κάθε λατρεία του και κάθε αμαρτία του, τα οποία έργα του είναι αυτά της φιληδονίας, της φιλοδοξίας και της φιλαργυρίας και τα υπόλοιπα πάθη. Οπότε και να αγωνίζεστε, όσο μπορείτε, για να κατατροπώσετε, για να τον ντροπιάσετε και για να τον νικήσητε με όλη σας την τελειότητα. Ποιά δε είναι η πληρωμή και ο μισθός, που έχετε να πάρετε για αυτή τη νίκη σας; Πολύς και μεγάλος. Και ακούστε αυτό αυτολεξεί από το ίδιο το στόμα του Κυρίου, οπού μας το υπόσχεται στην Ιερή Αποκάλυψι. «Σε όποιον νικήσει θα του δώσω να φάη τον καρπό από το δένδρο της ζωής, που βρίσκεται στον παράδεισο του Θεού μου» (κεφ. 2,7). «Τόν νικητή δεν θα τον πειράξη ο δεύτερος θάνατος» (Αποκ. 2,11). «Σε όποιον νικήση θα του δώσω από το κρυμμένο μάννα» (Αποκ. 2,17). «Στο νικητή θα του δώσω την εξουσία που κι εγώ πήρα από τον Πατέρα μου κι ακόμη θα του δώσω το άστρο το πρωινό» (Αποκ. 2,28). «Τόν νικητή θα τον ντύση ο Θεός με τα λευκά ρούχα της νίκης· δεν θα διαγράψω το όνομά του από το βιβλίο της ζωής και θα τον αναγνωρίζω ως δικό μου μπροστά στον Θεό και τους αγγέλους του» (Αποκ. 3,5). «Τόν νικητή θα τον κάνω στύλο στο ναό του Θεού μου» (Αποκ. 3,12). «Τόν νικητή θα τον βάλω να καθίση μαζί μου στον θρόνο μου» (Αποκ. 3,21). «Ο νικητής θα τα κληρονομήση όλα, κι εγώ θα είμαι Θεός του κι αυτός παιδί μου» (Αποκ. 21,7).

Βλέπετε αξιώματα; βλέπετε μισθούς; βλέπετε το οκταπλάσιο αυτό στεφάνι, το οποίο είναι γεμάτο άνθη και αμαράντινο, αλλά πολλά περισσότερα στεφάνια θα σάς πλέξουν αδελφοί, αν νικήσετε τον διάβολο· σε αυτό λοιπόν μαθητεύετε, στο να αγωνίζεστε και να εγκρατεύεστε «για να μη πάρη κανένας το στεφάνι σας» (Αποκαλ. 3,11). Γιατί, είναι αλήθεια, ότι είναι ντροπή μεγάλη, εκείνοι μεν που αγωνίζονται στους σωματικούς και εξωτερικούς αγώνες και στα πένταθλα να εγκρατεύωνται από όλα, για να πάρουν ένα φθαρτό στεφάνι από αγριελιά, ή σέλινο ή από κλαδί κουκουναριάς, ή φοινικιάς ή δάφνης ή μυρσίνης ή κάποιου άλλου φυτού. Και εσείς που έχετε να πάρετε τέτοιο άφθαρτο στεφάνι, να περνάτε με αμέλεια και αδιαφορία την ζωή σας. Και ας σάς πείση σε αυτό ο Παύλος που λέει «Δεν γνωρίζετε ότι οι δρομείς όλοι τρέχουν στο στάδιο, ένας όμως λαμβάνει το βραβείο; Τρέχετε, λοιπόν κι εσείς έτσι, ώστε να κατακτήσετε το βραβείο. Οι αθλητές που ετοιμάζονται για τον αγώνα, υποβάλλονται σε κάθε είδους αποχή· εκείνοι για να λάβουν ένα στεφάνι που μαραίνεται, ενώ εσείς αμάραντο» (Α´ Κορινθ. 9,24).

Αυτή λοιπόν τη νίκη και τη λαμπρότητα αυτών των στεφανιών εύχομαι να απολαύσουμε· να θυμηθήτε, αδελφοί μου, να δεηθήτε στο Κύριο και για την συγχώρεσι των αμαρτιών εκείνου, που έγινε βοηθός σας αυτού του ωραίου, μέσα από το βιβλίο αυτής της εκδόσεως· πάνω από όλα, όμως, θυμηθήτε να σηκώσετε τα μάτια στον ουρανό, και να ευχαριστήσετε και να δοξάσετε τον Πρωταίτιο και Αυτοδίδακτο αυτής της νίκης Θεό και Αρχιστράτηγό σας Ιησού Χριστό, και ας λέγη ο καθένας προς αυτόν εκείνο που είπε ο Ζοροβάβελ «Από εσένα προέρχεται η νίκη.... Και η δόξα είναι δική σου, και εγώ δικός σου συγγενής» (Β´ Έσδρ. 59). Και αυτό του Προφήτη Δαβίδ «Σε σένα ανήκει, Κύριε, η μεγαλωσύνη, και η δύναμις, και το καύχημα, και η νίκη, και η εξομολόγησις, και η ισχύς» (Α´ Παραλειπ. 29,11). Τώρα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.





Το μεγαλύτερο και τελειότερο κατόρθωμα, που μπορεί να πή ή να συλλογισθή ο άνθρωπος, είναι το να πλησίαση κάπως στο Θεό και να ενωθεί με αυτόν. Λοιπόν, εάν εσύ, αγαπητέ μου εν Χριστώ αναγνώστη, επιθυμείς να φθάσης σε αυτήν την κορυφή, πρώτα πρέπει να γνωρίσης, από τι αποτελείται η πνευματική ζωή και η χριστιανική τελειότητα (1). Γιατί, είναι πολλοί, που λένε, Πως αυτή η ζωή και η τελειότητα βρίσκεται στις νηστείες, στις αγρυπνίες, στις γονυκλισίες, στις χαμαι-κοιτίες και σε άλλες παρόμοιες σκληραγωγίες του σώματος. Άλλοι πάλι λένε Πως βρίσκεται στις πολλές προσευχές και στις μεγάλες ακολουθίες. Και άλλοι πολλοί νομίζουν, ότι η τελειότητα βρίσκεται ολόκληρη στη νοερά προσευχή (2), στη μοναξιά και στην αναχώρησι, στη σιωπή και στην εκπαίδευσι με τον κανόνα· δηλαδή, το να βαδίζουν με τον κανόνα και το μέτρο, και ούτε να φτάνουν σε υπερβολές, ούτε σε ελλείψεις. Οι αρετές όμως αυτές, μόνες τους, δεν είναι αυτό που ζητάμε ως χριστιανική τελειότητα, αλλά είναι άλλοτε μέσα και όργανα, για να απολαύση κάποιος την χάρι του Αγίου Πνεύματος, άλλοτε πάλι είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος.



Και ότι μεν είναι πολύ δυνατά όργανα, για την απόλαυσι της χάρης του Αγίου Πνεύματος, δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία, γιατί βλέπουμε πολλούς ενάρετους που τα μεταχειρίζονται όπως πρέπει, με αυτό τον σκοπόν, για να αποκτήσουν δηλαδή ισχύ και δύναμι κατά της κακίας και της χαλαρότητας, για να δυναμώνουν εναντίον των πειρασμών και της πλάνης των τριών κοινών εχθρών, δηλαδή της σάρκας, του κόσμου και του διαβόλου, για να παίρνουν από εκείνες την πνευματική βοήθεια, που είναι αναγκαίες σε όλους τους δούλους του Θεού, και μάλιστα στους αρχαρίους, και απλά, για να αξιωθούν να πάρουν τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος· δηλαδή, «Πνεύμα γνώσεως και ευσεβείας· Πνεύμα βουλής και ισχύος· Πνεύμα σοφίας και συνέσεως· Πνεύμα φόβου Θεού», καθώς τα απαριθμεί ο Ησαΐας (11,2).



Ότι αυτές οι πράξεις είναι και καρπός του Πνεύματος και έχουν ως αποτέλεσμα την «αγάπη, χαρά, πίστι, εγκράτεια» (Γάλ. 5,22), όπως είπε ο Παύλος, και αυτό είναι χωρίς αμφιβολία. Γιατί οι πνευματικοί άνδρες παιδεύουν το σώμα με αυτές τις σκληραγωγίες, γιατί λύπησε τον Ποιητή του (3) και για να το κρατάνε πάντα ταπεινωμένο και υποτεταγμένο στο να εργάζεται τα του Θεού. Σιωπούν και μονάζουν, για να αποφεύγουν και την παραμικρή λύπη προς τον Θεό. Προσεύχονται και προσέχουν στη λατρεία του Θεού και στα έργα της ευσέβειας, για να έχουν το πολίτευμά τους στους ουρανούς· μελετάνε τη ζωή και το πάθος του Κυρίου μας, όχι για τίποτα άλλο, παρά να γνωρίσουν περισσότερο την δική τους κακία, και την αγαθότητα και ευσπλαγχνία του Θεού, ακολουθούν τον Ιησού Χριστό με το να απαρνούνται τον εαυτό τους και με το σταυρό στους ώμους, για να θερμαίνωνται περισσότερο στην αγάπη του Θεού και στο μίσος του εαυτού των.



Οι αρετές όμως που αναφέρθηκαν, μπορούν να προξενήσουν σε εκείνους, που θέτουν όλο τους το βάρος σε αυτές, περισσοτέρη βλάβη από τις φανερές αμαρτίες· όχι εξαιτίας αυτών (γιατί, αυτές είναι όλες αγιώτατες), αλλ εξ αιτίας εκείνων που τις μεταχειρίζονται, επειδή, αυτοί προσέχοντας σ αυτές μόνο, αφήνουν την καρδιά τους να τρέχη στα δικά τους θελήματα και τα θελήματα του διαβόλου, ο οποίος βλέποντάς τους Πως πηγαίνουν από τον ευθύ δρόμο, τους αφήνει όχι μόνον να αγωνίζωνται με χαρά σε αυτούς τους σωματικούς αγώνες, αλλά ακόμη να επεκτείνωνται, με τον μάταιο λογισμό τους, και ως στα μεγαλεία του Παραδείσου. Όθεν και νομίζουν οι τοιούτοι Πως υψώθησαν μέχρι τα τάγματα των Αγγέλων και Πως αισθάνονται τον Θεό μέσα τους· και κάποτε, βυθισμένοι μέσα σε κάποιες σκέψεις και λογισμούς περιέργους και υψηλούς, νομίζουν Πως άφησαν σχεδόν τον κόσμο αυτόν και αρπάγησαν μέχρι τον τρίτο ουρανό.



Αλλά, σε πόσα σφάλματα είναι μπλεγμένοι αυτοί και πόσο είναι μακριά από την αληθινή τελειότητα, μπορεί να το καταλάβη ο κάθε ένας από την ζωή και τα ήθη τους. Γιατί, αυτοί θέλουν να προτιμούνται από τους άλλους σε κάθε τι που υπάρχει· είναι ιδιόρρυθμοι και ισχυρογνώμονες στο θέλημά τους, είναι τυφλοί σε όλα τα δικά τους, με επιμέλεια όμως εξετάζουν τους λόγους και τις πράξεις των άλλων, αν τους αγγίξη κάποιος λίγο στη μάταιη υπόληψι της τιμής τους, που αυτοί νομίζουν Πως έχουν και που (σε υπόληψι) θέλουν να τους έχουν και οι άλλοι· ή εάν τους εμπόδιση κάποιος από κείνες τις ευλάβειες και τις αρετές, με τις οποίες καταπιάνονται (ο Θεός να φυλάει!) αμέσως συγχύζονται, αμέσως ανάβουν όλοι από θυμό και γίνονται έξαλλοι.



Και, αν ο Θεός θέλοντας να τους φέρη σε ακριβή γνώσι του εαυτού τους και στον αληθινό δρόμο της τελειότητας, τους στείλη θλίψεις και αρρώστειες ή παραχωρήση να τους έρθουν διωγμοί (οι οποίοι είναι το δοκιμαστήριο που δοκιάζει τους γνήσιους και αληθινούς δούλους του), τότε φανερώνουν τα κρυφά της καρδιάς τους, Πως είναι διεφθαρμένοι από την υπερηφάνεια. Γιατί, σε κάθε λυπηρό γεγονός που συμβαίνει, δεν θέλουν να ακολουθήσουν το θέλημα του Θεού, μένουν αναπαυμένοι στις δίκαιες, αν και κρυφές κρίσεις του Θεού, ούτε θέλουν κατά το παράδειγμα του ταπεινωθέντα και παθόντα Υιού αυτού, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να ταπεινωθούν κάτω από όλα τα κτίσματα, έχοντας για αγαπητούς φίλους τους τους διώκτες, σαν όργανα της θείας αγαθότητας και συνεργούς της σωτηρίας τους.



Οπότε είναι φανερό Πως βρίσκονται σε μεγάλο κίνδυνο. Γιατί, έχοντας το εσωτερικό μάτι, δηλαδή τον νού τους, σκοτεινό, βλέπουν με εκείνο τον εαυτόν τους· και σκεπτόμενοι να πετύχουν τις εξωτερικές πράξεις που κάνουν, Πως είναι καλές, νομίζουν Πως έφτασαν στην τελειότητα· και κατά αυτόν τον τρόπο υπερηφανευόμενοι, κατακρίνουν τους άλλους. Γι αυτό δεν είναι δυνατό να αλλάξη άλλος κάποιους από αυτούς, πάρα μόνο μία ξεχωριστή βοήθεια του Θεού. Γιατί ευκολώτερα μετατρέπεται στο καλό ο φανερός αμαρτωλός, παρά ο απόκρυφος και σκεπασμένος με το κάλυμμα των φαινομενικών αρετών.



Τώρα λοιπόν που γνώρισες πολύ καλά ότι η πνευματική ζωή και η τελειότητα δεν στέκεται σε αυτές τις αρετές, που είπαμε, γνώριζε ότι δεν αποτελείται από άλλα παρά από (4) την γνώσι της αγαθότητας και της μεγαλειότητας του Θεού και της δικής μας μηδεναμηνότητας και κλίσεως σε κάθε κακό στη αγάπη του Θεού και στο μίσος του εαυτού μας· στην υποταγή, όχι μόνο του Θεού, αλλά και όλων των κτισμάτων, για την αγάπη του Θεού στην αποστροφή κάθε δικού μας θελήματος, τέλειας υπακοής στο Θείο θέλημα· και ακόμη, να τα θέλουμε όλα αυτά και να τα κάνουμε ξεκάθαρα για τη δόξα του Θεού (5) και μόνο για να αρέσουμε σε αυτόν, και γιατί έτσι θέλει και αυτός και έτσι πρέπει να τον αγαπάμε και να τον υπηρετούμε.



Αυτός είναι ο νόμος της αγάπης, αυτός που έχει γραφτεί από το χέρι του ίδιου του Θεού στις καρδίες των πιστών δούλων του. Αυτή είναι η απάρνησις του εαυτού μας, την οποία ζητεί από εμάς ο Θεός. Αυτός είναι ο γλυκός ζυγός του Ιησού και το φορτίο του το ελαφρό. Αυτή είναι η υποταγή στο θέλημα του Θεού, στην οποία μας προσκαλεί ο λυτρωτής μας και Διδάσκαλος με το δικό του παράδειγμα και με τη φωνή του (6).



Λοιπόν, εσύ αδελφέ, που επιθυμείς να φθάσης στο ύψος αυτής της τελειότητας, επειδή και είναι ανάγκη να κάνης μία ακατάπαυστη πάλη με τον εαυτό σου, για να νικήσης γενναία και να εξουδετερώσης όλα τα θελήματα μεγάλα και μικρά, αναγκαστικά, πρέπει να ετοιμασθής με κάθε προθυμία της ψυχής σου σε αυτό τον πόλεμο (γιατί, το στεφάνι δεν δίνεται σε άλλο, παρά μόνο στον γενναίο πολεμιστή)· ο οποίος πόλεμος, καθώς είναι δυσκολώτερος από κάθε άλλο πόλεμο (γιατί πολεμώντας εναντίον του εαυτού μας, πολεμούμαστε από τον ίδιον τον εαυτό μας), έτσι και η νίκη που πετυχαίνουε σε αυτόν, θα είναι ενδοξότερη από κάθε άλλη, και περισσότερο ευπρόσδεκτη στον Θεό. Γιατί αν θελήσης να θανατώσης τα άτακτα πάθη σου, και τις επιθυμίες και θελήματά σου, θα αρέσης στον Θεό περισσότερο, και θα τον υπηρετής καλύτερα, παρά να μαστιγώνεσαι μέχρι να βγάλης αίμα, και να νηστεύης περισσότερο από τους παλιούς ερημίτες, και παρά να επέστρεφες στο καλό χιλιάδες ψυχές, όντας εσύ κυριευμένος από τα πάθη (7).



Γιατί, αν κι ο Θεός αγαπά περισσότερο την επιστροφή των ψυχών, από τη νέκρωσι ενός μικρού θελήματος, όμως εσύ, αγαπητέ, δεν πρέπει να θέλης, ούτε να κάνης τίποτα άλλο βασικώτερο, από εκείνο που ο Θεός ζητά, και θέλει πλέον αποκλειστικά από σένα· γιατί αυτός, βεβαιότατα, καλύτερα ευχαριστείται στο να αγωνίζεσαι για να απονεκρώσης εσύ τα δικά σου πάθη, παρά στο να κάνης οποιοδήποτε άλλο πράγμα, και ας είναι μεγάλο και σπουδαίο, παραβλέποντας τα πάθη σου.



Τώρα λοιπόν, που έμαθες από τι αποτελείται η χριστιανική τελειότητα και ότι για να την αποκτήσης πρέπει να έχης ένα παντοτινό και σκληρότατο πόλεμο εναντίον του εαυτού σου, είναι ανάγκη να προμηθευτής τέσσερα πράγματα, σαν οπλισμό πολύ ασφαλή και αναγκαίο, για να γίνης νικητής σε αυτόν τον αόρατο πόλεμο και να λάβης το στεφάνι. Και αυτά είναι: α) το να μην εμπιστεύεσαι ποτέ τον εαυτόν σου, β) το να έχης πάντα όλο σου το θάρρος και την ελπίδα στο Θεό γ) το να αγωνίζεσαι πάντα· και δ) το να προσεύχεσαι. Γιά αυτά θέλω να σου μιλήσω ξεχωριστά, συν Θεώ, σύντομα.





Το να μην εμπιστεύεσαι τον εαυτόν σου (8), αγαπητέ μου αδελφέ, είναι τόσο αναγκαίο σε αυτόν τον πόλεμο, που χωρίς αυτό, να είσαι βέβαιος, ότι, όχι μόνον δεν θα μπορέσεις να πετύχεις τη νίκη που επιθυμείς, αλλ ούτε καν να αντισταθείς στο παραμικρό και αυτό, ας τυπωθεί καλά στο νού σου.



Γιατί, εμείς πράγματι, όντας φυσικά διεφθαρμένοι από τη φύσι μας από τον καιρό της παραβάσεως του Αδάμ, έχουμε σε μεγάλη υπόληψι τον εαυτό μας, η οποία αν και δεν είναι αλήθεια, παρά ένα ψέμα και τίποτα άλλο, εμείς όμως, νομίζουμε με μία απατηλή εντύπωση, Πως είμαστε κάποιοι (9). Αυτό είναι ένα ελάττωμα, που πολύ δύσκολα αναγνωρίζεται, και που δεν αρέσει στο Θεό, ο οποίος αγαπά να έχουμε εμείς μία γνώσι χωρίς δόλο γι αυτή την βεβαιότατη αλήθεια.



Δηλαδή, να ξέρουμε, ότι κάθε χάρι και αρετή που έχουμε, προέρχεται από αυτόν μόνο, που είναι η πηγή κάθε αγαθού και ότι, από μας, δεν μπορεί να προέλθη κανένα καλό, ούτε κανένας καλός λογισμός, που να του αρέση. Αν και αυτή η αναγκαιότατη αλήθεια (δηλαδή, το να μη πιστεύουμε στον εαυτόν μας) είναι έργο του θεϊκού του χεριού, που συνηθίζει να το δίνη στους αγαπημένους του φίλους, πότε με εμπνεύσεις και φωτισμούς, πότε με σκληρά μαστιγώματα και θλίψεις, πότε με βίαιους και σχεδόν ανίκητους πειρασμούς, και πότε με άλλα μέσα, που εμείς δεν καταλαβαίνουμε· με όλα αυτά, θέλει να γίνεται και από μέρους μας εκείνο, που ανήκει, και είναι δυνατόν σε μας. Γι αυτό λοιπόν, αδελφέ μου, σου σημειώνω εδώ τέσσερεις τρόπους, με τους οποίους μπορείς, με τη βοήθεια του Θεού, να πετύχης αυτή την αμφιβολία του εαυτού σου, δηλαδή, το να μην εμπιστεύεσαι ποτέ τον εαυτό σου.



Ο α΄ είναι το να γνωρίσης την μηδαμινότητά σου (10) και να σκεφθής, ότι από μόνος σου δεν μπορείς να κάνης κανένα καλό, για το οποίο να γίνης άξιος της βασιλείας των ουρανών.



Ο β΄ το να ζητής γι αυτό πολλές φορές βοήθεια από τον Θεό με θερμές και ταπεινές δεήσεις, επειδή αυτό είναι χάρισμα δικό Του· και αν θέλης να το πάρης, πρέπει πρώτα να σκεφθής τον εαυτό σου, όχι μόνο γυμνό από αυτή τη γνώσι του εαυτού σου, αλλά και κατά τα πάντα αδύνατο να την απόκτησεις· έπειτα, να μιλάς με οικειότητα πολλές φορές μπροστά στη μεγαλειότητα του Θεού, και πιστεύω σταθερά, εξ αιτίας του πελάγους της ευσπλαγχνίας του, θα σου την δώση, όταν αυτός γνωρίση, μην αμφιβάλλης καθόλου, ότι θα την απολαύσεις.



Ο γ΄ τρόπος, είναι το να συνηθίσης να φοβάσαι πάντα τον εαυτό σου· να φοβάσαι τους αναρίθμητους εχθρούς, στους οποίους, δεν είσαι δυνατός να κάνης ούτε την παραμικρή αντίστασι, να φοβάσαι τη πολύ δυνατή τους συνήθεια στο να πολεμούν τις πανουργίες, τα στρατηγήματά τους, τις μεταμορφώσεις τους σε αγγέλους φωτός· τα αναρίθμητα τεχνάσματα και παγίδες, που σου στήνουν κρυφά στον ίδιο το δρόμο της αρετής.



Ο δ΄ τρόπος είναι, όταν πέσης σε κανένα ελάττωμα να σκεφθής καθαρά την απόλυτη αδυναμία σου· επειδή, γι αυτό το σκοπό παραχώρησε ο Θεός να πέσης, για να μάθης καλύτερα την ασθένεια σου (11) και έτσι να μάθης, όχι μόνο να περιφρονής εσύ ο ίδιος τον εαυτό σου σαν ένα τίποτα, αλλά και να θέλης να σε καταφρονούν και οι άλλοι σαν τέτοιου είδους ασθενή. Γιατί χωρίς αυτή την θέλησι, δεν είναι δυνατό να γίνη αυτή η ενάρετη δυσπιστία του εαυτού σου, η οποία έχει το θεμέλιό της στην αληθινή ταπείνωσι και στην προλεγόμενη έμπρακτη γνώσι της δοκιμής.



Οπότε, καθ ένας βλέπει πόσο απαραίτητο είναι σ εκείνον που θέλει να ενωθή με το ουράνιο φως, το να γνωρίση τον εαυτό του, την οποία γνώσι συνηθίζει να την δίνη η ευσπλαγχνία του Θεού στους υπερήφανους και προληπτικούς, μέσα από τις πτώσεις, αφίνοντάς τους δηλαδή με δίκαιο τρόπο να πέφτουν σε κανένα ελάττωμα (από το οποίο νομίζουν Πως ημπορούν να φυλαχτούν) για να γνωρίσουν την αδυναμία τους, και να μη επιστεύωνται πλέον στον εαυτόν τους καθόλου.



Αλλά αυτό το μέσο, το τόσο άθλιο και αναγκαστικό, δεν συνηθίζει να το μεταχειρίζεται πάντοτε ο Θεός, παρά, όταν τα άλλα μέσα, τα πιο ελεύθερα, όπως είπαμε, δεν προξενούν στον άνθρωπο αυτή την επίγνωσι του εαυτού του· γιατί τότε παραχωρεί να πέση ο άνθρωπος σε σφάλματα τόσο μεγαλύτερα ή μικρότερα, όσο είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη και η υπερηφάνεια και η υπόληψις, που έχει για τον εαυτό του· ώστε, όπου δεν υπάρχει καμία απολύτως υπόληψις, καθώς συνέβη στην Παρθένο Μαρία, εκεί δεν υπάρχει παρομοίως ούτε και καμία πτώσις· λοιπόν, όταν εσύ πέσεις, τρέξε αμέσως με τον λογισμό στη ταπεινή γνώσι του εαυτού σου, και με επίμονη προσευχή ζήτησε από το Θεό να σου δώση το αληθινό φως, για να γνωρίσης την μηδαμινότητά σου και να μην δείχνης εμπιστοσύνη καθόλου στον εαυτόν σου, εάν θέλης να μη πέσης πάλι και μάλιστα σε μεγαλύτερη βλάβη και φθορά.







Είναι πολύ αναγκαίο σε αυτόν τον πόλεμο, το να μην εμπιστευώμαστε τον εαυτόν μας, όπως είπαμε· παρόλα αυτά, εάν απελπισθούμε μόνο, δηλαδή, εάν αποβάλουμε, μόνον κάθε πεποίθησι του εαυτού μας, βέβαια, ή τραπούμε σε φυγή, ή θα νικηθούμε, και θα κυριευθούμε από τους εχθρούς. Γι αυτό, κοντά στη ολοκληρωτική απάρνησι του εαυτού μας, χρειάζεται ακόμη και η πλήρης ελπίδα και εμπιστοσύνη στο Θεό, ελπίζοντας δηλαδή από αυτόν μόνο κάθε καλόν και κάθε βοήθεια και νίκη. Γιατί, καθώς από τον εαυτό μας, όπου είμαστε το τίποτα, τίποτα άλλο δεν περιμένουμε, παρά γκρεμίσματα και πτώσεις, για τα οποία και πρέπει να μην έχουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας τελείως, κατά αυτό τον τρόπο θα απολαύσουμε οπωσδήποτε από τον Θεόν κάθε νίκη, αμέσως μόλις οπλίσουμε την καρδιά μας με μίαν ζωντανή ελπίδα σε αυτόν, ότι θα λάβουμε την βοήθειά του σύμφωνα με εκείνο το ψαλμικό «σ αυτόν έλπισε η καρδιά μου και βοηθήθηκα» (Ψαλμ. 27,9).



Αυτήν την ελπίδα, μαζί και βοήθεια, μπορούμε να πετύχουμε για τέσσερις λόγους.



α) Γιατί την ζητάμε από ένα Θεό, ο οποίος με το να είναι Παντοδύναμος, ό,τι θέλει μπορεί να το κάνη και στη συνέχεια μπορεί να βοηθήση και μας.



β) Γιατί, την ζητάμε από ένα Θεό ο οποίος, όντας άπειρα σοφός, όλα, τα πάντα γνωρίζει με πλήρη τελειότητα, και επομένως γνωρίζει όλο εκείνο που ταιριάζει στη σωτηρία μας.



γ) Γιατί ζητάμε αυτή την βοήθεια, από ένα Θεό, ο οποίος, για να είναι ατέλειωτα αγαθός, με μία αγάπη και θέλησι που δεν περιγράφεται, είναι πάντα έτοιμος για να δώση από ώρα σε ώρα, και από στιγμή σε στιγμή, όλη τη βοήθεια που μας χρειάζεται, για την πνευματική και ολοκληρωτική νίκη του εαυτού μας, αμέσως όταν τρέξουμε στην αγκαλιά του με σταθερή ελπίδα.



Και Πως είναι δυνατόν, ο καλός εκείνος Ποιμένας μας, που έτρεχε τριαντατρία χρόνια αναζητώντας το χαμένο πρόβατο, με τόσο δυνατές φωνές, που βράχνιασε ο λάρυγκας, που περπάτησε δρόμο τόσο κοπιαστικό και ακανθώδη, που έχυσε όλο του το αίμα και έδωσε τη ζωή, Πως είναι δυνατόν, λέω, τώρα που αυτό το πρόβατο ακολουθεί πίσω του, και με επιθυμία φωνάζει, και τον παρακαλεί, να μη γυρίση σε αυτό τους οφθαλμούς του; Πως μπορεί να μην το ακούση; και να μην το βάλη στους θείους του ώμους, κάνοντας γιορτή με όλους τους Αγγέλους του ουρανού; και αν ο Θεός μας δεν παύει από το να γυρεύη με μεγάλη επιμέλεια και αγάπη, να βρή κατά την ευαγγελική παραβολή, τη χαμένη δραχμή, τον τυφλό και κωφό αμαρτωλό, Πως γίνεται τώρα να εγκαταλείψη αυτόν, που σαν χαμένο πρόβατο, φωνάζει και καλεί τον δικό του Ποιμένα; και ποιός θα πιστέψη ποτέ, Πως ο Θεός, που χτυπάει πάντα την καρδιά του ανθρώπου, επιθυμώντας να μπή μέσα και να δειπνήση, σύμφωνα με την ιερή Αποκάλυψι (12), δίνοντας σε αυτόν τα χαρίσματά του, ότι, όταν του ανοίγη την καρδιά ο άνθρωπος και τον προσκαλή, αυτός θα έπρεπε να κάνη με την θέλησί του τον κωφό και να μη θέλη να μπή;



Ο δ τρόπος για ν απόκτηση κάποιος αυτήν την στο Θεόν ελπίδα και βοήθεια, είναι το να τρέξη με την μνήμη του στην αλήθεια των θείων Γραφών, οι οποίες, σε τόσα μέρη ας δείχνουν φανερά, ότι δεν έμεινε ποτέ ντροπιασμένος και αβοήθητος, όποιος έλπισε στον Θεό. «Κοιτάξτε τις αρχαίες γενεές και στοχασθήτε· ποιός εμπιστεύθηκε στον Κύριο και καταντροπιάσθηκε;» (Σειράχ 2,9) (13).



Μέ τα τέσσαρα λοιπόν αυτά όπλα οπλίσου, αδελφέ μου. Και άρχισε το έργο, και πολέμησε για να νικήσης· και βέβαια από αυτά θα αποκτήσης, όχι μόνον την ολοκληρωτική ελπίδα στον Θεό, αλλά και την ολοκληρωτική απελπισία στον εαυτό σου, για την οποία δεν παραλείπω να σου υπενθυμίσω και σε αυτό το κεφάλαιο, ότι έχεις πολλή ανάγκη από την γνώσι της· επειδή, στον άνθρωπο είναι τόσον πολύ προσκολλημένη η εμπιστοσύνη στον εαυτό του, ότι είναι κατά κάποιον τρόπο κάτι και τόσο λεπτή, που σχεδόν πάντα ζη κρυφά μέσα στην καρδιά μας, και μας φαίνεται Πως δεν έχομε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και έχομε ελπίδα στο Θεό. Οπότε, για να φεύγης εσύ, όσο μπορείς, αυτή την μάταιη υπόληψι, και να εργάζεσαι με την έλλειψι επιστοσύνης στον εαυτό σου και με την ελπίδα στο Θεό, είναι ανάγκη να προπορεύεται η σκέψις της αδυναμίας σου, πιο πριν από την σκέψη της παντοδυναμίας του Θεού, και πάλι αυτές οι δυό μαζί να προπορεύωνται πριν από κάθε μας πράξι.






Πολλές φορές νομίζουν μερικοί αυθάδεις ότι δεν έχουν κανένα θάρρος στον εαυτό τους και ότι όλη τους την ελπίδα και πεποίθησι, την έχουν στον Θεό· όμως δεν είναι έτσι· και γι αυτό βεβαιώνονται από το αποτέλεσμα που έρχεται σε αυτούς από τον ξεπεσμό τους, όταν συμβή. Γιατί αν ίσως αυτοί λυπούνται στον ξεπεσμό τους και, κατά κάποιο τρόπο, απελπίζονται και νομίζουν ότι μπορούν στο εξής να κάνουν καλό, αυτό είναι σίγουρο σημείο, ότι και προ του ξεπεσμού τους πίστευαν στον εαυτό τους και όχι στον Θεό. Και εάν η λύπη και η απελπισία τους είναι μεγάλη, είναι ολοφάνερο ότι και πολύ πίστευαν στον εαυτό τους και λίγο στο Θεό, γιατί όποιος δεν εμπιστεύεται πολύ στον εαυτό του και ελπίζει στο Θεό, όταν ξεπέσει, δεν απορεί τόσο πολύ, ούτε λυπάται υπερβολικά, εφόσον γνωρίζει, ότι αυτό του συμβαίνει για την αδυναμία του εαυτού του και για την λίγη ελπίδα που έχει στον Θεό μάλιστα τότε απιστεί περισσότερο στον εαυτό του και με περισσότερη ταπείνωσι ελπίζει στο Θεό και μισώντας περισσότερο από κάθε άλλον τα άτακτα πάθη, που είναι η αιτία του ξεπεσμού του, με ένα μεγάλο πόνο ήσυχο και ειρηνικό, για τη λύπη του Θεού, αποκτά βέβαια την απιστία στον εαυτό του, καταδιώκει όμως τους εχθρούς του μέχρι θανάτου με μεγαλύτερη γενναιότητα και αποφασιστικότητα.



Αυτά που είπα, επιθυμώ να τα σκεφθούν μερικοί, που νομίζουν Πως είναι ενάρετοι και πνευματικοί, οι οποίοι, όταν πέσουν σε κανένα ελάττωμα, δεν μπορούν, ούτε θέλουν να ειρηνεύσουν και μερικές φορές θέλοντας να ελευθερωθούν από την πολλή λύπη και την ενόχλησι, που τους συμβαίνει από την αγάπη του εαυτού τους, τρέχουν αμέσως γι αυτό και μόνο στον πνευματικό πατέρα, στον οποίον έπρεπε κυρίως να πηγαίνουν για να ξεπλυθούν από την μόλυνσι της αμαρτίας και να λάβουν δύναμι κατά του εαυτού τους, με το αγιώτατο μυστήριο της μετανοίας και της εξομολογήσεως.



Σχετικά με αυτό, βρίσκονται σε πλάνη πολλοί, όσοι νομίζουν για αρετή την ολιγοψυχία και την υπερβολική λύπη που τους συνοδεύει ύστερα από την αμαρτία, μη γνωρίζοντας ότι αυτή προέρχεται από κρυφή υπερηφάνεια και πρόληψι, που έχουν κάνει θεμέλια πάνω στην ελπίδα και στο θάρρος που έχουν στο εαυτό τους και στις δυνάμεις τους. Γιατί αυτοί, υπολογίζοντας τον εαυτό τους ότι είναι κάτι, κατά κάποιον τρόπο, ξεθάρρεψαν πολύ, και βλέποντας με την δοκιμή της πτώσεως, ότι δεν έχουν καμμία δύναμι, ταράζονται και απορούν, σαν για κανένα πράγμα καινούργιο και ολιγοψυχούν βλέποντας πεσμένο στη γη εκείνο στο οποίο βασίσθηκαν (δηλαδή τον εαυτόν τους), πάνω στον οποίο είχαν αποθέσει το θάρρος και την ελπίδα τους. Αυτό όμως δεν γίνεται και στον ταπεινό, ο οποίος μόνο στο Θεό έχει την ελπίδα και το θάρρος του, χωρίς να έχη καμία ελπίδα στον εαυτό του. Γι αυτό, όταν πέση σε κάθε είδους σφάλμα, αν και αισθάνεται πόνο και λύπη, με όλο τούτο δεν ταράσσεται, ούτε απορεί. Γιατί ξέρει ότι αυτό του συνέβη από την αθλιότητα και την αδυναμία του εαυτού του, η οποία γνωρίζεται πολύ καλά με το φως της αλήθειας.






Επειδή όλη η δύναμις με την οποία νικώνται οι εχθροί μας, γεννιέται από την μη εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και από την ελπίδα στο Θεό, είναι ανάγκη να προμηθευθής αδελφέ μου, από τις ειδήσεις αυτές, για να αποκτήσης την δύναμι αυτή, με την βοήθεια του Θεού, γνώριζε λοιπόν με βεβαιότητα, ότι, ούτε όλα τα προτερήματα, είτε φυσικά είναι, είτα αποκτημένα, ούτε όλα τα χαρίσματα που δίνονται δωρεάν, ούτε η γνώσις όλη της θείας Γραφής, ούτε το Πως εργαστήκαμε πολλά χρόνια το Θεό και συνηθίσαμε στην εργασία του· όλα αυτά, δεν θα μας κάνουν να εκπληρώσουμε το θείο του θέλημα, αν και σε κάθε καλό θεάρεστο, που θα πρέπει να κάνουμε και σε κάθε κίνδυνο, που πρέπει να αποφύγουμε και σε κάθε σταυρό που πρέπει να σηκώσουμε κατά το θέλημά του, αν, λέω, δεν ανυψώση την καρδιά μας μια ξεχωριστή βοήθεια του Θεού και δεν μας δυναμώση για να τα εκτελέσουμε, καθώς είπε ο Κύριος «χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε» (Ιωάν. 15,15). Ώστε, εμείς πρέπει σε όλη μας τη ζωή και σε όλες τις ημέρες και ώρες και στιγμές, να έχουμε αυτή την αποφασιστική γνώμη, ότι με κανένα τρόπο και κανένα λογισμό, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να εμπιστευθούμε και να ελπίσουμε στον εαυτό μας.



Γιά την στο Θεό ελπίδα, κοντά σ εκείνα που σου είπα στο γ΄ κεφάλαιο, γνώριζε, ότι δεν είναι άλλο ευκολώτερο στο Θεό, όσον το να νικήσης τους εχθρούς σου, τόσο τους λίγους, όσο και τους πολλούς· τόσο τους παλιούς και ανδρείους, όσο και τους νέους και αδυνάτους. Λοιπόν, μία ψυχή, ας είναι φορτωμένη από αμαρτίες, ας έχη όλα τα ελαττώματα του κόσμου· ας είναι μολυσμένη, όσο μπορεί να φαντασθή κάποιος, ας δοκίμασε όσο θέλησε και όσο μπόρεσε να μεταχειρισθή κάθε μέσο και αγώνα, για να αφήση την αμαρτία και να κάνη το καλό και δεν μπόρεσε ποτέ να αποκτήση κανένα μικρό μερίδιο καλού, μάλιστα να προχωρά ακόμη πιο βαθειά στο κακό, όμως, με όλα αυτά, δεν πρέπει να σταματήση ποτέ, να ελπίζη στον Θεό, ούτε πρέπει να εγκαταλείψη ποτέ τα όπλα και τους αγώνες τους πνευματικούς, αλλά πρέπει να πολεμάει πάντα ανδρειωμένα. Γιατί, πρέπει να γνωρίζης ότι σε αυτό τον αόρατο πόλεμο δεν χάνει όποιος δεν παύσει ποτέ από του να πολεμά και να ελπίζη στον Θεό, του οποίου η βοήθεια, δεν λείπει ποτέ από τους πολεμιστές του, μολονότι και μερικές φορές επιτρέπει να μένουν πληγωμένοι· ας πολεμεί λοιπόν ο καθένας, διότι σ αυτόν τον πόλεμο στηρίζεται το παν. Και το ιατρικό είναι έτοιμο και δραστικό, για να δοθή στους πολεμιστές, που γυρεύουν τον Θεό και την βοήθειά του, με σταθερή ελπίδα. Γιατί σε καιρό που αυτοί δεν το ελπίζουν, θα εξαφανισθούν οι εχθροί τους όπως έχει γραφή, «έχασε την πολεμική του δύναμι ο μαχητής της Βαβυλώνος» (Ιερ. 51,30).