1. Είναι υπερβολικός ο καύσων και ανυπόφορος η ξηρασία, όμως δεν εξασθένησε την προθυμίαν σας και ούτε μάρανε την επιθυμιών της ακροάσεως. Έτσι είναι ο ακροατής ο θερμός και ενθουσιώδης ενδυναμούται δια της επιθυμίας της ακροάσεως και δύναται να υποφέρει τα πάντα με ευκολία διά να ικανοποίηση την επιθυμία αιών την καλήν και πνευματικήν. 338 Και ούτε το ψύχος, ούτε ή ξηρασία, ούτε τα πολλά ζητήματα, ούτε το πλήθος των φροντίδων, ούτε τίποτε άλλο τέτοιον ημπορεί να τον καταβάλει όπως τον αδρανή και ράθυμον, ούτε oι ευχάριστοι καιροί, ούτε ή απραξία και ή ασφάλεια, ούτε ή ανάπαυσις και ή άνεσις δύνανται να διεγείρουν, αλλά παραμένει κοιμώμενος ύπνον άξιον πολλής κατηγορίας.
Σεις όμως δεν είσθε τέτοιοι, αλλά είσθε καλύτεροι από αυτούς πού κατοικούν εις την πάλιν, διότι σεις είσθε το εκλεκτόν μέρος της πόλεως, και με προθυμίαν και σωφροσύνης παρακολουθείτε πάντοτε τα λεγόμενα.
Αυτό εδώ το θέατρον εις εμέ είναι σεμνότερον από τας βασιλικάς αυλάς. Διότι εκεί τά διδόμενα, όποια και αν είναι, εξαφανίζονταν μαζί με την παρούσαν ζωήν, καί είναι γεμάτα από θόρυβον καί ταραχήν. '
-Εδώ όμως δεν συμβαίνει τίποτε τέτοιον εδώ υπάρχει κάθε ασφάλεια και τιμή, απαλλαγμένη από ταραχή, εξουσία πού δεν έχουν τέλος και πού δεν διακόπτονται ούτε από αυτόν τον θάνατον, μάλλον δε πού γίνονται τότε περισσότερον ασφαλείς. Διότι μη μου αναφέρης αυτόν πού κάθηται επάνω εις την άμαξαν, και είναι επηρμένος, και έχει πολλούς σωματοφύλακας, ούτε την ζώνην και την φωνήν του κήρυκος. Να μη χαρακτηρίσης από αυτόν τον άρχοντα, αλλά από την ψυχικήν του κατάστασιν εάν κυριεύη τα πάθη του, εάν νικά την αμαρτία δηλαδή αν εξουσιάζει τον πόθον των χρημάτων, αν υπέταξε τον αχόρταστο έρωτα των σωμάτων, αν δεν λυώνη από φθόνον, αν δεν παρασύρεται εις το φοβερόν πάθος της ματαιοδοξίας, αν δεν φοβήται και τρέμη την πτωχείαν και την επί το χειρότερον μεταβολήν, αν δεν αποθνήσκη από τον φόβον τούτον. Τέτοιον να μου δείξης τον άρχοντα, διότι αυτό σημαίνει εξουσία. Εάν μεν αρχή των ανθρώπων, είναι δε δούλος των παθών, αυτού του είδους τον άρχοντα θα τον ονομάσω δουλικώτερον από όλους τους ανθρώπους· καθώς και δι' εκείνον που έχει κατακεκλεισμένον εις το βάθος τον πυρετόν, αν και τίποτε τέτοιον δεν φανερώνη ή εξωτερική εμφάνισης του σώματος του, θα ηδύναντο μετά βεβαιότητος οι ιατροί να ειπούν ότι έχει υψηλόν πυρετόν, και αv ακόμη το αγνοούν αυτό οι αδαείς.
"Έτσι λοιπόν και εγώ, αυτόν πού έχει υποδουλωμένη την ψυχήν του, και αιχμάλωτων εις τα πάθη, και άν ακόμη δεν φανερώνη κάτι τέτοιον ή εξωτερική του όψις, άλλα το αντίθετο, δύναμαι να ισχυρισθώ ότι είναι δουλικώτερος δούλων, αυτός πού έχει εις το βάθος της ψυχής τον πυρετόν των κακών, και έχει ιδρυμένη εις αυτήν την ψυχήν του την τυραννικήν εξουσία των παθών θα ονόμαζα δε άρχοντα και ελεύθερον και των βασιλέων βασιλικώτερον, και αν ακόμη είναι ενδεδυμένος με κουρέλια, και αν κατοικεί εις φυλακήν, και αν είναι δεμένος με αλυσίδα, αυτόν πού απέβαλε την τυραννίαν των παθών, και δεν είναι κυριευμένος από πονηράς επιθυμίας, και ούτε φοβάται και τρέμει από παράλογον φόβον πτώχειας και ατιμίας, πού θεωρούνται ότι είναι λυπηρά εις την παρούσαν ζωή.
2. Τα αξιώματα αυτά δεν αγοράζονται με χρήματα, ούτε έχουν κανένα πού τα φθονεί* αυτή ή δύναμις δεν επηρεάζεται από γλώσσαν κατηγόρου, ούτε από μάτια φθονερών ανθρώπων, ούτε από επινοήματα κακόβουλων, άλλα μένει συνεχώς ακυρίευτος, ωσάν να κατοικεί εις κάποιον απάτητον τόπον της φιλοσοφίας, και όχι μόνον εις τας αλλάς δυσχερείς περιστάσεις, αλλά ούτε και εις αυτόν τον θάνατον υποχωρεί.
Και αυτά τα υποδεικνύουν οι μάρτυρες, των οποίων τα μεν σώματα διελύθησαν καί έγιναν σκόνη και στάχτη, ή δε δύναμίς των καθημερινώς ζη και ενεργεί, εκδιώκουσα δαιμόνια, φυγαδεύουσα τά νοσήματα, εμψυχώνουσα ολόκληρους πόλεις καί συναθροίζουσα εδώ πλήθος. Τόση είναι ή δύναμις της εξουσίας αυτής, όχι μόνον ζουν οι άρχοντες, άλλα και όταν αποθάνουν ώστε δια της βίας μεν κανείς δεν έρχεται εις αυτήν, διά της ιδίας δε προαιρέσεως και επιθυμίας έρχονται όλοι προς αυτήν, και δεν χάνει την δύναμίν της από τον χρόνον.
Βλέπετε, λοιπόν, ότι δεν το είπα χωρίς λόγον ότι το θέατρov τούτο είναι πιο λαμπρόν από τας βασιλικός αυλάς. Διότι όσα συμβαίνουν εκεί ομοιάζουν με φύλλα πού μαραίνονται καί με σκιάς πού περνούν καί χάνονται- αυτά δε πού δίδονται εδώ ομοιάζουν με αδάμαντα, μάλλον δε είναι στερεότερα καί από εκείνον, καθόσον είναι αθάνατα καί ακλόνητα καί δεν υποχωρούν ποτέ εις ουδεμία μεταβολήν, καί εις αυτούς πού τά αγαπούν πολύ έρχονται αφόβως, καί είναι απηλλαγμένα από διαμάχην καί φιλονικίαν, από φθόνον καί δικαστήρια καί από κακοβούλους καί συκοφαντίας. Διότι τά μεν κοσμικά έχουν πολλούς πού τά φθονούν, τά δε πνευματικά εις όσον πιο πολλούς έλθουν, τόσον περισσότερον φανερώνουν την ιδικήν των αφθονία. Καί αυτά είναι δυνατόν να το μάθετε σεις από τον λόγον τούτον. Διότι τον λόγον τον οποίον εις όλους μεταδίδω, εάν κρατήσω εις την οικία πλησίον μου, γίνομαι πτωχότερος, αν όμως τον μεταδώσω εις όλους, όπως ακριβώς σπέρνω εις εύφορο αγρόν, επαυξάνω την αφθονία των αγαθών, κάμνω περισσότερον τον πλούτο μου καί εσάς καθιστώ πλουσιωτέρους χωρίς ό ίδιος να γίνω πτωχότερος εξ αιτίας της ευπορίας σας, αλλά μάλλον περισσότερον πλούσιος, διότι δεν συμβαίνει το ίδιον όπως με τά χρήματα, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Εάν είχα αποταμιευμένα χρήματα, καί ήθελα να τά διανείμω εις όλους, δεν θα ημπορούσα να έχω την προηγουμένην αφθονία, διότι θα ελαττωθούν εξ αιτίας της διανομής.
3. Επειδή λοιπόν είναι τόσον υπέροχα τά πνευματικά αγαθά, καί είναι πολύ εύκολος ή απόκτησης των, καθόσον εις όλους πού θέλουν δίδονται δωρεάν, αυτά περισότερον να αγαπώμεν, καί να αφήνωμεν τας σκιάς, καί να μη επιδιώκωμεν τούς κρημνούς καί τους σκοπέλους. Καί διά να ενισχύση αυτήν την αγάπην ό Θεός, πριν ακόμη αποθάνει ό άνθρωπος πού τά κατέχει επισυνήψεν εις αυτά τον θάνατον. Τούτο θέλω νά ειπώ δεν εξαφανίζονται καί αυτά, μόνον όταν αποθάνη αυτός πού τά κατέχει, αλλά καί ενώ ακόμη ζη μαραίνονται καί αφανίζονται, διά νά δηλώσουν την προσωρινότητα των καί αυτούς πού τά αγαπούν πολύ καί εμμένουν εις αυτά, νά τους απομακρύνουν από την φοβεράν αυτήν μανίαν με το νά φανερώνουν την φύσιν αυτών καί νά διδάσκουν διά της πείρας όταν είναι πιο ασθενέστερα από σκιάς, καί νά εξαφανίσουν έτσι την αγάπην προς αυτά. Καί διά νά ομιλήσω διά παραδείγματος· ο πλούτος δεν εγκαταλείπει τον πλούσιον όταν αποθάνη μόνον, αλλά καί όταν ακόμη ζη χάνεται πολλάκις. Ή νεότης δεν εγκαταλείπει τον νέον, μόνον όταν αποθάνη, αλλά καί όταν ευρίσκεται εις την ζωήν τόν εγκαταλείπει καταστρεφομένη ουν τη αυξήσει της ηλικίας καί παραχωρούσα την θέσιν της εις το γήρας. Το κάλλος καί ή ευμορφία καί όταν ακόμη ζει ή γυναίκα χάνονται καί μεταβάλλονται εις ασχημίαν. Αι δόξαι καί αι δυναστείαι πάλιν ομοίως· αι τιμαί, αι εξουσίαι είναι εφήμεροι καί πρόσκαιροι καί πιο φθαρταί από τους ανθρώπους πού κατέχουν αυτά καί καθώς βλέπομεν νά υπάρχουν καθημερινοί θάνατοι των σωμάτων, έτσι υπάρχουν καί θάνατοι των πραγμάτων. Τούτο δε συμβαίνει διά νά παραβλέπωμεν τά παρόντα καί νά αφοσιωνώμεθα εις τά μέλλοντα, καί νά είμεθα εξηρτημένοι από την απόλαυσιν εκείνων, καί ενώ ευρισκόμεθα εις την γην νά ευρισκόμεθα με τόν πόθον εις τούς ουρανούς. Διότι δύο κόσμους έκαμεν ό Θεός, τόν μεν ένα παρόντα, τόν δε άλλον μέλλοντα" τόν μεν ορατόv, τόν δε αόρατο τόν μεν αντιληπτό διά των αισθήσεων, τόν δε διά του νου" τόν μεν έχοντα ανάπαυσιν σωματικήν, τόν δε πνευματικήν τόν μεν αντιλαμβανόμεθα διά της εμπειρίας, τov δε διά της πίστεως" τόν μεν ένα τόν έχομεν βέβαιον, τόν δε άλλον τόν ελπίζουμε καί τόν μεν ένα καθώρισε νά είναι τόπος αγώνων, τόν δε άλλον βραβείο καί εις αυτόν μεν αγώνας καί πόνους καί ίδρωτας επισυνήψεν, εις εκείνον δε στεφάνους καί βραβεία καί αμοιβάς· καί τόν μεν έκαμε πέλαγος τόν δε λιμένα, τόν μεν σύντομον, τόν δε ατελεύτητο καί αθάνατο.
Επειδή λοιπόν, πολλοί από τούς ανθρώπους προετίμων από τά νοητά εκείνα τά αισθητά, επισυνήψεν εις αυτά το φθαρτόν καί το πρόσκαιρον διά νά τούς απομακρύνει από τά παρόντα καί νά τούς προσήλωση ολοψύχως εις την αγάπην των μελλόντων. "Έπειτα επειδή ήσαν εκείνα αόρατα καί νοερά καί πραγματούμενα διά της πίστεως καί της ελπίδος, βλέπε τι πράττει. Αφού ήλθεν επί της γης καί έλαβεν ανθρώπινο σώμα, καί αφού πραγματοποίησε το θαυμαστόν σχέδιον του Θεού, μας γνωστοποιεί τά μελλοντικά, πληροφορών καί τας πλέον παχυλοτέρας διανοίας δι' αυτού. Διότι αφού ήλθεν φέρων αγγελικήν πολιτείαν καί μετέβαλε την γην εις ουρανόν, καί διέτασσεν αυτά πού όσους ήσαν πρόθυμοι νά τά πράξουν εξωμοίωνον με ασωμάτους δυνάμεις, καί έκαμε τους ανθρώπους αγγέλους, καί προσεκάλει προς την δόξαν των μελλόντων, καί ώριζεν μικρούς αγώνας, καί προέτρεψεν νά πετούν υψηλότερα καί νά αναβαίνουν προς αυτάς τας αψίδας των ουρανών καί νά αγωνίζωνται εναντίον των δαιμόνων, καί νά αντιμετωπίζουν ολόκληρον την φάλαγγα του διαβόλου, ενώ έχουν σώμα καί είναι συνδεδεμένοι με σάρκα, νά νεκρώνουν τά σώματα καί νά διώχνουν μακρυά την ταραχήν πού προέρχεται από τά πάθη, καί νά φέρουν μόνον την σάρκα, καί νά αμιλλώνται προς τας ασωμάτους δυνάμεις.
4. Αφού λοιπόν αυτά διέταξε βλέπε τί πράττει" πόσον εύκολον τόν αγώνα καθίστα. Μάλλον δε προηγουμένως νά αναφέρωμεν, αν θέλετε, το μέγεθος των προσταγμάτων και πόσον ισχυράς έκαμε τας πτέρυγας, και αποξενώνων σχεδόν ημάς από την ανθρωπίνην φύσιν, προέτρεψεν όλους νά κατευθύνωνται προς τόν ουρανόν. Διότι ενώ ό νόμος προστάζει οφθαλμόν αντί οφθαλμού, αυτός λέγει «Εάν τις σε ραπίσει εις την δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αυτώ καί την άλλην> (Ματθ. 5, 39). Δεν είπε νά υπομένης μόνον γενναίως και με πραότητα την αδικίαν, αλλά καί νά προχώρησης περισσότερον την φιλοσοφίαν και νά προετοιμάζεσαι νά πάθης μεγαλύτερα κακά από όσα εκείνος επιθυμεί νά σου προξενήση. Διά της μεγάλης σου υπομονής νά νικήσης την θρασύτητα της ύβρεως, διά νά φύγη μακράν κατεντροπιασμένος από την υπερβολική σου καλωσύνην. Καί πάλιν λέγει· «Εύχεσθε υπέρ των επηρεαζόταν υμάς· εύχεσθε υπέρ των εχθρών υμών καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς» (Ματθ. 5, 44). Την συμβουλήν πάλιν περί της παρθενείας εισήγαγε λέγων «ό δυνάμενος χωρείν χωρείτω» (Ματθ. 19, 12). Επειδή εκ του παραδείσου έφυγεν αύτη καί μετά την παρακοήν αναχώρησε κατελθών εκ του ουρανού την επανέφερε πάλιν, ως φυγάδα εις την προτέραν πατρίδα της, καί την απήλλαξεν εκ της μακροχρονίου εξορίας. Καί όταν ήλθεν, έγεννήθη κατ' αρχήν εκ παρθένου καί μετάβαλε τούς νόμους της φύσεως, φανερώνων εξ αρχής την προς αυτήν τιμήν καί αποδεικνύων την παρθένον μητέρα.
Επειδή λοιπόν όταν ήλθεν έδώ τέτοια παρήγγελε, καί έκαμε τόν βίον ανώτερο, έδιδεν αντάξια καί τά έπαθλα των αγώνων, καί μάλλον πολύ μεγαλύτερα καί λαμπρότερα. Άλλα ήσαν καί αυτά αόρατα καί παρέμενον εις την ελπίδα, την πίστιν καί την προσδοκίαν των μελλόντων. Επειδή λοιπόν τά μεν παραγγέλματα ήσαν επίπονα καί δύσκολα, τά δε έπαθλα καί βραβεία αντικείμενο πίστεως μόνον, βλέπε τί πράττει, πόσον εύκολον κάνει τόν αγώνα, πόσον ευκολώτερα τά αγωνίσματα. Πως καί με ποίον τρόπον; Διά δύο οδών αφ' ενός μεν με το νά μετέλθη αυτός αυτά, αφ' έτερου δε με το νά μάς δείξη τά βραβεία καί νά τά θέση υπ> όψιν μας. Διότι τά λεγόμενα υπ.' αυτού άλλα μεν ήσαν εντολή, άλλα δε έπαθλα- εντολή ήτο το «Εύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς καί διωκόντων»(Ματθ. 5, 44), έπαθλον δε το «"Όπως γένησθε υιοί του Πατρός υμών του εν τοις ουρανοίς»(Ματθ. 5, 45). Πάλιν «Μακάριοι έστε, όταν ονειδίσωσιν υμάς καί διώξωσι, και είπωσι πάν πονηρόν ρήμα καθ' υμών ψευδόμενοι. Χαίρετε καί αγαλλιάσθε ότι ό μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς»
(Ματ. 11, 12). Είδες την εντολήν καί το έπαθλον; Πάλιν «Ει θέλεις τέλειος είναι, πώλησαν σου τά υπάρχοντα, καί δες πτωχοίς, καί δεύρο ακολουθεί μοι, καί έξεις θησαυρόν εν ούρανώ» (Ματθ. 19, 21). Είδες άλλην εντολήν καί άλλο βραβείο; Διότι την μεν εντολήν προέτρεψεν αυτούς νά την τηρούν, τά δε έπαθλον πού ήτο μισθός καί ανταπόδοσις ητοίμασεν αυτός. Καί πάλιν «"Οστις αφήκε οικίας καί αδελφούς καί αδελφάς»· τούτο είναι εντολή.. «Έκατονταπλασίονα λήψεται καί ζωήν αιώνιον κληρονομήσει» (Ματθ. 19, 29)· τούτο είναι βραβείον καί στέφανος.
5. Επειδή λοιπόν τά παραγγέλματα ήσαν μεγάλα καί τά έπαθλα αυτών δεν εφαίνοντο, βλέπε τι πράττει ο ίδιος εφαρμόζει αυτά καί μας παρουσιάζει τους στεφάνους. Διότι όπως εκείνος πού διατάσσεται νά βαδίζη άβατον οδόν, εάν Ίδη προηγουμένως κάποιον νά έχη, βαδίσει αυτόν, ευκολώτερα ακολουθεί καί προσαρμόζεται καί, έχει μεγαλυτέραν προθυμίαν έτσι καί είς τας εντολάς, αυτοί πού βλέπουν τούς προηγουμένους ακολουθούν ευκολότεροι. Διά νά ακολουθήσει ευκολότερο ή ιδική μας φύσις, έλαβεν αυτός αυτήν την σάρκα καί την φύσιν την ημετέραν καί τοιουτοτρόπως εβάδισεν αυτήν τήν οδόν καί απέδειξε τας εντολάς διά των έργων. Διότι το «Εάν τις σε ραπίση επί τήν δεξιάν σιαγόνα στρέψον αυτώ καί τήν άλλην» (Ματθ. 5, 39) το εφήρμοσεν αυτός, όταν τόν ερράπισεν ό δούλος του αρχιερέως, καθόσον δεν ημύνθη αλλά έδειξεν τόση επιείκιαν, ώστε είπε «Ει μεν κακώς ελάλησα μαρτύρησον περί του κακού· ει δε καλώς, τί με δέρεις;» (Ίω. 18, 23). Είδες πραότητα πού προκαλεί τρόμον; Είδες ταπεινοφροσύνην πού εκπλήσσει; εκτυπάτο όχι από κάποιον ελεύθερον, αλλά από δούλο καί υπηρέτη, και αποκρίνεται αυτά με τόσην αγαθότητα. "Έτσι έλεγε καί ό Πατήρ αυτού είς τούς Ιουδαίους «Λαός μου, τί εποίησα σοι; ή τί σε ελύπησα; ή* τί παρηνόχλησα; άποκρίθητι» (Mix. 6, 3). "Οπως αυτός λέγει «Μαρτύρησον περί του κακού», έτσι καί ό Πατήρ αυτού «'Άποκρίθητι μοι»· καί όπως αυτός λέγει «Τί με δέρεις» έτσι καί ό Πατήρ «Τί ελύπησα σε, ή τί παρηνόχλησα;».
Πάλιν θέλων νά διδάξη διά τήν ακτημοσύνη, βλέπε πώς επιδεικνύει αυτήν διά των έργων* «Αι αλωπεκές φωλεάς έχουσι, καί τά πετεινά του ουρανού κατασκηνώσεις, ό δε υιός του άνθρωπου ουκ έχει πού τήν κεφαλήν κλίναι» (Ματθ. 8, 20). Είδες απόλυτον ακτημοσύνη; Δεν είχεν ούτε τράπεζαν, ούτε λυχνίαν, ούτε οικίαν, ούτε κάθισμα, ούτε τίποτε άλλο από αυτά.
Εδίδασκεν ότι πρέπει νά υποφέρουμε με καρτερίαν τας «συκοφαντίας, καί το απέδειξεν εμπράκτως. Διότι όταν τόν ωνόμαζον δαιμονισμένον καί Σαμαρείτην, καί ενώ ημπορούσε νά καταστρέψη αυτούς και νά τούς τιμωρήση διά τήν ύβρι των, τίποτε τέτοιον δεν έκαμε, αλλά αντιθέτως καί τούς ευηργέτει καί τά δαιμόνια αυτών έξεδίωκεν. Καί ειπών «Εύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς» (Ματθ. 5, 44) έκαμε τούτο ότε ανέβη επί του σταυρού. "Όταν τον εσταύρωσαν καί τόν κάρφωσαν καί ενώ ήτο εσταυρωμένος έλεγεν «"Αφες αυτοίς ου γάρ οίδασι τί ποιούσι» (Λουκ. 23, 34). Αυτά έλεγε όχι επειδή δεν ηδύνατο ό ίδιος νά τούς συγχώρηση, άλλ διά νά μας διδάξει νά προσευχώμεθα υπέρ των εχθρών μας. Επειδή λοιπόν όχι μόνον διά του λόγου, αλλά καί διά των έργων μάς εδείκνυε τήν διδασκαλίαν του δι' αυτό προσέθεσε καί τήν προσευχήν.
Κανείς λοιπόν από τούς αιρετικούς μη νομίση ότι αυ τά πού ελέχθησαν υποδηλούν άδυναμίαν, αλλά όλα αυτά έγιναν εξ αιτίας της μεγάλης αυτού φιλανθρωπίας, διότι αυτός είναι πού λέγει- «"Ίνα δε ιδήτε, ότι εξουσίαν έχει ό υιός του άνθρωπου, αφιέναι επί της γης αμαρτίας» (Ματθ. 9, 6 'Αλλ' επειδή ήθελε νά μας διδάξη (ό δε διδάσκων όχι μόνον δι' όσων λέγει, αλλά καί δι' όσων πράττει δεικνύει τί διδασκαλίαν του) διά τούτο προσέθεσε καί τήν προσευχή Διότι καί τούς πόδας των μαθητών του έπλυνεν, όχι επειδή ήτο κατώτερος, αλλά αν καί ήτο Θεός και Δεσπότης κατήλθεν είς τοιαύτην ταπεινοφροσύνην, διά νά διδάξη ημάς.
6. Διά τούτο λοιπόν έλεγε" «Μάθετε άπ' εμού ότι πράος ειμί καί ταπεινός τη καρδία» (Ματθ. 11, 29). "Άκουσε πάλι λοιπόν πώς έφερεν είς το μέσον τά βραβεία αυτά καί τά έπαθλα, καί τά έθετε υπ' όψιν των πιστών. Ύπέσχετο σωμάτων ανάστασιν αφθαρσίαν, τήν συνάντησιν είς τόν ουρανόν, τί άρπαγήν είς τας νεφέλας, αυτά τά έδειζεν διά των πραγμάτων. Πώς καί με ποίον τρόπον; Ενώ απέθανεν, ανεστήθη· διά τούτο δε συνανεστρέφετο με αυτούς τεσσαράκοντα ημέρας, διά νά τούς πληροφόρηση καί νά τούς δείξη ποία πρόκειται νά είναι τά σώματα μας μετά τήν ανάστασιν. Πάλιν λέγων διά του Παύλου ότι «εν νεφέλαις αρπαγησόμεθα είς απάντησιν είς αέρα» (Α' θεσσ. 4, 17) καί τούτο το απέδειξεν εμπράκτως. Διότι μετά τήν ανάστασιν, όταν επρόκειτο νά ανέλθη είς τούς ουρανούς, ενώ ήσαν παρόντες οι απόστολοι λέγει «Έπήρθη καί νεφέλη ύπέβαλεν αυτόν, από των οφθαλμών αυτών» (Πράξ. 1, 9) και είχαν προσηλωμένα τά βλέμμα ενώ ανήρχετο είς τόν ουρανόν. "Έτσι λοιπόν καί το ιδικό μας σώμα θα είναι ομοούσιο με το σώμα εκείνο, καθόσο προέρχεται εκ του ιδίου φυράματος· διότι όπως είναι η κεφαλή έτσι καί το σώμα, όπως ή αρχή έτσι καί το τέλος Καί τούτο θέλων νά δηλώση σαφέστερον ό Παύλος έλεγεν˚ «Ως μετασχηματίσει το σώμα της ταπεινώσεως ημών εις το γενέσθαι αυτό σύμμορφον τω σώματι της δόξης αυτού»» (Φιλ. I, 'Μ ) Εάν λοιπόν γίνει όμοιον και θα βαδίση την ιδίαν οδόν και θα υψωθή εις τας νεφέλας ομοίως. Αυτά νά αναμένης και συ εις την ανάστασιν.
Επειδή δε ήτο φανερός ό λόγος περί της βασιλείας των ουρανών εις τους ακούοντας τότε, διά τούτο ανελθών είς το εις το όρος έμπροσθεν των μαθητών του, υποδεικνύων εις αυτούς την δόξαν των μελλόντων καί αινιγματωδώς και αμυδρώς έδειξεν ποίον θα είναι το ιδικόν μας σώμα.. Τότε μεν εφάνη με ενδύματα, είς τήν ανάστασιν όμως δέν θα είναι έτσι. Διότι δεν χρειάζεται το σώμα μας ενδύματα, ούτε στέγην, ούτε πάτωμα, ούτε τίποτε άλλο από αυτά. Και αφού ο Αδάμ προ της παρακοής , ενώ ήτο γυμνός δεν εντρέπετο, διότι ήτο ενδεδυμένος διά δόξης, πόσον μάλλον τά ιδικά μας σώματα, όσα είς μεγαλύτερον καί καλύτερον τέλος θα βαδίσουν, δεν έχουν ανάγκην από αυτά. Διά τούτο λοιπόν καί αυτός, όταν ανεστήθη άφησε τά ενδύματα επί του τάφου καί της σορού, αναστήσας γυμνόν το σώμα πλήρες ανεκφράστου δόξης καί μακαριότητος.
Αυτά λοιπόν αφού εγνωρίσαμεν, αγαπητοί, καί εμάθομεν διά λόγων καί εδιδάχθημεν διά των οφθαλμών, ας επιδίξωμεν τοιούτον βίον διά νά αρπαγώμεν είς τά σύννεφα και να είμεθα πάντοτε με αυτόν, καί νά σωθώμεν διά της χάριτος αυτού καί νά απολαύσωμεν τά μέλλοντα αγαθά, τα οποία είθεν ημείς νά επιτύχωμεν διά του Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών μετά του οποίου εις τόν Πατέρα συγχρόνως και εις το Πνεύμα το άγιον ανήκει δόξα, τιμή, δύναμις, προσκύνησις, νυν καί αεί καί είς τούς αιώνας των αιώνων. *Αμήν_